Αρχική | Εκτύπωσε ή Αποθήκευσε ως PDF | Αποθήκευσε ως WORD | Αποθήκευσε ως HTML

Και οι εκλογές για πότε;

Παύλος, Τσίμας

Τα Νέα, 2017-10-07


«Οι εκλογές είναι για το 2019, ας τις κρατήσουμε για τότε», είπε στην «Καθημερινή» ο Γερούν Ντεϊσελμπλούμ. Και το καταπέτασμα του ναού εσχίσθη. Η κυβέρνηση φωταγωγήθηκε. Ο Δημήτρης Παπαδημούλης τουιτάρισε πως ο Γερούν «έριξε άκυρο» στον Κυριάκο Μητσοτάκη. Ο ίδιος ο Μητσοτάκης απάντησε πως «δεν είναι δουλειά κανενός να καθορίσει πότε είναι η κατάλληλη ώρα για εκλογές στην Ελλάδα». Και το πανηγύρι συνεχίστηκε. Με το ένα πέταλο στο γήπεδο να φωνάζει: «Σας πειράζει τώρα ο Γερούν, αλλά όταν οι Ευρωπαίοι σας στήριζαν ήταν καλά»; Και το άλλο πέταλο να απαντά: «Πανηγυρίζετε τώρα, αλλά αν τα έλεγε αυτά υπέρ του Σαμαρά θα ανεβαίνατε στα κάγκελα για να καταγγείλετε ωμές παρεμβάσεις υπέρ γερμανοτσολιάδων»!

Κάπως έτσι χάθηκε, νομίζω, η ουσία της παρέμβασης του αποχωρούντος Γερούν: η αυτοκριτική που περιείχε.

n Αυτοκριτική για την ανεδαφική υπεραισιοδοξία στα χρόνια πριν από την κρίση, όπου τα χαμηλά επιτόκια και η ευφορία του ευρώ έκρυβαν τα δομικά προβλήματα της ευρωζώνης και των οικονομιών της. «Υπερεκτιμήσαμε τις οικονομίες».

n Αυτοκριτική για την αντίδραση στην κρίση, όταν ξέσπασε. «Αντιμετωπίσαμε την κρίση εκ του προχείρου. Εκ των υστέρων βλέπουμε ότι δεν ήταν ο σωστός τρόπος... Αυτοσχεδιάσαμε».

n Αυτοκριτική, τέλος, για το ελληνικό δράμα του 2015. «Το λάθος του 2014 ήταν ότι λόγω πρόωρων εκλογών το 2ο πρόγραμμα δεν ολοκληρώθηκε. Στο τέλος του 2014 η Ελλάδα ήταν σε πολύ καλύτερη κατάσταση... Δεν πρέπει τώρα να επαναληφθεί το ίδιο λάθος». Περιέχει αυτοκριτική η αναγνώριση από τον επικεφαλής του Εurogroup ότι το πρόγραμμα έπρεπε να ολοκληρωθεί το 2014 και ότι οι πρόωρες εκλογές ήταν λάθος; Ασφαλώς!

Κάντε μια δοκιμή. Αναζητήστε σʼ εκείνους τους κρίσιμους τελευταίους μήνες του 2014 μια δήλωση ευρωπαίου αξιωματούχου παρόμοια με τη σημερινή του Ντεϊσελμπλούμ πως το πρόγραμμα πρέπει να τελειώσει και οι εκλογές να γίνουν στην ώρα τους, το 2016. Δεν θα βρείτε. Αντίθετα, η αίσθηση όλων (αίσθηση που, με όσα εκ των υστέρων γνωρίζουμε, έγινε βεβαιότητα) ήταν ότι οι «θεσμοί» (που τότε ακόμη δεν ονομάζονταν θεσμοί, το νιούσπικ δεν είχε μπει στη ζωή μας) ωθούσαν τα πράγματα προς ναυάγιο της τελευταίας αξιολόγησης. Αρχές Νοεμβρίου του 2014, έπειτα από ένα Εurogroup που επιδαψίλευσε επαίνους στην προοδο της ελληνικής οικονομίας, το Βερολίνο, το ΔΝΤ και η ΕΚΤ άρχισαν να σηκώνουν όλο και ψηλότερα τον πήχυ της αξιολόγησης, να κάνουν όλο και δυσμενέστερες οικονομικές προβλέψεις, απαιτώντας συνεπώς επιπλέον μέτρα και αρνήθηκαν το έσχατο αίτημα της Αθήνας - η εφαρμογή κάποιων μέτρων να αναβληθεί για τον επόμενο Ιούνιο, για να φανεί στην πράξη αν οι δυσμενείς εκτιμήσεις του Ταμείου επαληθεύονται και τα μέτρα είναι όντως αναγκαία. Με όποιον από τους πρωταγωνιστές της εποχής κι αν συζητήσει κανείς, το ίδιο θα του πει: πως ο Βόλφγκανγκ Σόιμπλε (και ο Τόμσεν που συμφωνούσε μαζί του) το είχαν πάρει απόφαση πως η πολιτική αλλαγή στην Ελλάδα ήταν αναπόφευκτη, πως ήταν καλύτερα να γίνει μια ώρα αρχύτερα και πως ό,τι ήταν να συμβεί, συμφωνία ή ρήξη, έπρεπε να συμβεί με μια νέα κυβέρνηση, την κυβέρνηση Τσίπρα.

Κάποιοι εκ των Ευρωπαίων περίμεναν τον Τσίπρα με την καλοπροαίρετη προσδοκία ότι, ίσως, θα μπορούσε, ως νέα και άφθαρτη δύναμη, να κάνει τις μεγάλες μεταρρυθμιστικές τομές στο κράτος και την οικονομία, τις οποίες τα δύο παλαιά κόμματα εξουσίας, εγκιβωτισμένα στις πελατειακές σχέσεις και τις εξαρτήσεις τους από συντεχνίες και συμφέροντα, απέφευγαν. Τώρα πια τέτοιες αυταπάτες έχουν οριστικά διαλυθεί. Κάποιοι άλλοι εκ των Ευρωπαίων, ειδικά στο Βερολίνο, τον περίμεναν με κυνισμό. Οταν, στα μισά της τραγωδίας Βαρουφάκη, τέθηκε προς συζήτηση στις Βρυξέλλες το ερώτημα «μήπως κάναμε λάθος που δεν βοηθήσαμε να κλείσει η αξιολόγηση και να τελειώσει το πρόγραμμα, πριν από τις εκλογές;», η απάντηση Σόιμπλε ήταν αφοπλιστική: Τι θα άλλαζε; Απλώς ο Τσίπρας θα είχε και τις εισροές του τέλους της αξιολόγησης στα ταμεία του για να κάνει τα ίδια με τα δικά μας λεφτά. Τα ακριβή λόγια δεν τα μαγνητοφώνησε κανείς, ο Γιάνης δεν ήταν παρών, αλλά αυτό ήταν το πνεύμα.

Η συνέχεια της ιστορίας είναι γνωστή. Τα πράγματα πήραν έναν δρόμο πολύ διαφορετικό από εκείνον που προέβλεπαν, σχεδίαζαν ή επιθυμούσαν οι πρωταγωνιστές της εποχής. Μόνο που το τίμημα για την Ελλάδα ήταν υπερβολικά και αχρείαστα μεγάλο. Από την άποψη αυτή, καλοδεχούμενη η αυτοκριτική του Ντεϊσελμπλούμ. Ισως κάποτε ακούσουμε και την αυτοκριτική του Αντώνη Σαμαρά για όσα, από τις ευρωεκλογές του 2014 ώς τον Δεκέμβριο εκείνης της χρονιάς, εγκλώβισαν τη χώρα στην περιπέτεια του 2015. Μα ό,τι έγινε έγινε και ό,τι μάθημα είναι να πάρει κανείς αφορά στο μέλλον. Το κατά Ντεϊσελμπλούμ μάθημα είναι πως αυτή τη φορά τίποτε, καμιά πολιτική αναταραχή δεν πρέπει να ματαιώσει την ομαλή πορεία των πραγμάτων προς την ολοκλήρωση του τρίτου προγράμματος, τη συμφωνία για το χρέος και την υπό αυστηρή δημοσιονομική επιτήρηση έξοδο της Ελλάδας στις αγορές. Μετά, κάντε όσες εκλογές θέλετε.

Οι Ευρωπαίοι έχουν κάθε λόγο να ξορκίζουν μια αναβίωση του ελληνικού προβλήματος: έχουν ένα παράθυρο πολιτικής ευκαιρίας, δύο μόλις χρόνια καιρό, για να σχεδιάσουν τις διορθώσεις στην ευρωπαϊκή αρχιτεκτονική μετά το brexit και να δημιουργήσουν ένα ολοκληρωμένο σύστημα διακυβέρνησης της ζώνης ευρώ πριν μια καινούργια κρίση της χτυπήσει την πόρτα. Η Ελλάδα, δεσμευμένη για χρόνια σε καθεστώς αυξημένης επιτήρησης, είναι πια ένα παλιό, ασφαλές πρόβλημα, η αναβίωση του οποίου θα ήταν περιττός περισπασμός. Και από αυτήν την άποψη όσοι έσπευσαν να ερμηνεύσουν την παραίνεση του Γερούν ως επίπληξη στην αντιπολίτευση, μπορεί και να κάνουν λάθος. Στα δικά μου αφτιά ακούγεται μάλλον ως ευγενική παραίνεση προς τον Αλέξη Τσίπρα, συνοδεία επαίνων για την υπευθυνότητά του και την ικανότητά του «να καθοδηγήσει τη χώρα του στον δρόμο της σταθερότητας». Είναι σαν να του λέει: Αλέξη, αντιστάσου στους πολιτικούς πειρασμούς, μην το ξανακάνεις, μην παίξεις με πρόωρες εκλογές για οποιονδήποτε λόγο. Τέλειωσε πρώτα τη δουλειά!


Εκτύπωση στις: 2024-03-29
Από την ιστοσελίδα: Ανανεωτική
http://www.ananeotiki.gr/el/sx_PrintPage.php?tid=10280