Αρχική | Εκτύπωσε ή Αποθήκευσε ως PDF | Αποθήκευσε ως WORD | Αποθήκευσε ως HTML

Τι θα διαλέξει η Κεντροαριστερά;

Γιώργος, Γιαννουλόπουλος

Η Εφημερίδα των Συντακτών, 2017-12-16


Οταν ανακοινώθηκε ότι η Kεντροαριστερά θα έκανε το πρώτο βήμα προς την ενοποίηση εκλέγοντας την ηγεσία της πριν αποκτήσει ένα ευδιάκριτο πολιτικό στίγμα, ετέθη εκ των πραγμάτων το ερώτημα: Ποιο θα είναι το στίγμα αυτό;

Ερώτημα εύλογο, το οποίο απασχολεί τόσο εκείνους που συμμετείχαν στην ψηφοφορία όσο και τους άλλους που έχουν επιλέξει τον ΣΥΡΙΖΑ ή τη Νέα Δημοκρατία. Στην πολιτική, όμως, τα πράγματα σχεδόν ποτέ δεν είναι απλά. Γιατί το εν λόγω εύλογο ερώτημα μπορεί να τεθεί και εκ του πονηρού.

Εξηγούμαι: τα δύο μεγάλα κόμματα, και περισσότερο ο ΣΥΡΙΖΑ, αξίωσαν από την Κεντροαριστερά να διευκρινίσει τι ιδεολογικό καπνό φουμάρει, δηλώνοντας εκ των προτέρων ποιο από τα δύο θα υποστηρίξει. Οι πιθανότητες να προκύψει ένα τέτοιο δίλημμα είναι όντως πολύ μεγάλες, αλλά γίνονται ακόμα μεγαλύτερες επειδή αυτή η διατύπωση περνάει έμμεσα δύο μηνύματα προς όφελος του δικομματισμού:

Πρώτον, η Κεντροαριστερά θα παίξει τον ρόλο της τσόντας, η οποία θα συμπιεστεί με το επιχείρημα της χαμένης ψήφου (επί δεκαετίες το υπέστη η Αριστερά και το κατήγγειλε, αλλά σήμερα το επιδιώκει, εφόσον άλλο όταν μας το κάνουν εκείνοι και άλλο όταν τους το κάνουμε εμείς). Το δεύτερο μήνυμα είναι μια πιο ύπουλη εκδοχή του πρώτου: αν η Κεντροαριστερά προαναγγείλει τη στήριξη του ΣΥΡΙΖΑ θα εμφανιστεί ως ΣΥΡΙΖΑ light, και κάτι ανάλογο θα συμβεί αν δεσμευτεί να υποστηρίξει τη Νέα Δημοκρατία.

Για να το διατυπώσω διαφορετικά: η αξίωση να διευκρινιστεί η ιδεολογική ταυτότητα της Κεντροαριστεράς με όρους συνεργασίας, δηλαδή υπαγωγής στα δύο κόμματα εξουσίας –σε τελική ανάλυση με ποιον είστε;– γίνεται με τρόπο που αναιρεί τον λόγο ύπαρξής της και θρέφει τον δικομματισμό. Ωραίο το κόλπο, οφείλω να το παραδεχτώ· αλλά κόλπο.

Στην περίπτωση του ΣΥΡΙΖΑ, το αίτημά του υποκρύπτει μια κολοσσιαία υποκρισία, διότι στο όνομα της ιδεολογικής καθαρότητας και συνέπειας πιέζει την Κεντροαριστερά να προαναγγείλλει τη μελλοντική σύμπλευση, κάτι που ο ΣΥΡΙΖΑ απέφυγε επιμελώς να κάνει για να κερδίσει την εξουσία. Αναφέρομαι στη συνεργασία με τους ΑΝ.ΕΛΛ., δηλαδή την πιο πρωτόγονη εκδοχή της Δεξιάς.

Μια συνεργασία που ήταν μόνο ένα ενδεχόμενο μεταξύ άλλων, και την οποία επέλεξαν όχι επειδή έφαγαν πόρτα από τους υπόλοιπους· την επέλεξαν συνειδητά και εκ των προτέρων, χωρίς όμως αυτό να συζητηθεί καν πριν από τις εκλογές, ούτε –λένε στην Κουμουνδούρου– να επηρεάσει το αριστερό προφίλ τους.

Μολονότι δεν μου πέφτει λόγος για το πώς πρέπει να αντιδράσει η Κεντροαριστερά, θα προσπαθήσω να απαντήσω στο ερώτημα. Αν κρίνουμε από παραδείγματα εκτός Ελλάδας, όπου κατά κανόνα πρυτανεύει η κοινή λογική, το κριτήριο δεν είναι μόνον η ετικέτα με την ποία αυτοκολλούνται οι πολιτικοί –θέλω να πω ότι η Αριστερά δεν είναι υποχρεωτικά και αποκλειστικά ο Αλέξης Τσίπρας και ο Νίκος Παππάς–, αλλά οι πράξεις τους, κατά τη δική μας εκτίμηση.

Αν λοιπόν οι επόμενες εκλογές καταστήσουν την Κεντροαριστερά ρυθμιστή της κατάστασης, πράγμα διόλου απίθανο, το καλύτερο που θα μπορούσε να κάνει είναι να αποφασίσει ποιο από τα δύο μεγάλα κόμματα έχει όχι την τέλεια –πού τέτοια τύχη!– αλλά την πιο αξιόπιστη και καλύτερη πρόταση, σύμφωνα πάντα με τα δικά της κριτήρια. Φυσικά στην Κεντροαριστερά υπάρχουν άνθρωποι που προτιμούν τον ΣΥΡΙΖΑ ή τη Νέα Δημοκρατία, αλλά αν διαλέξει εξ αρχής, θα πέσει στην παγίδα που και οι δυο της έχουν στήσει: θα αυτοαναιρεθεί.

Κλείνοντας, μια παρατήρηση: γνωρίζω κάμποσους, νουνεχείς και προοδευτικούς θα τους χαρακτήριζα, που ο πολιτικός τους μπούσουλας είναι η απέχθεια για τον ΣΥΡΙΖΑ. Μπορώ να καταλάβω ή και να συμμεριστώ μια τέτοια αντίδραση. Τι να πρωτοπεί κανείς.

Την ανικανότητα, τα ψέματα, την υπερφίαλη επίκληση ενός ηθικού πλεονεκτήματος που οι ίδιοι το έχουν καταρρακώσει (ο παππούς μου ήταν Ελασίτης, άρα έχω δίκιο), την προσκόλληση στην εξουσία, τις εκδρομές στη Μακρόνησο, κ.ο.κ. Ολα αυτά, όμως, δικαιολογούν μεν τη σκληρή κριτική αλλά όχι τη δαιμονοποίηση του ΣΥΡΙΖΑ, δηλαδή το δόγμα «οποιοσδήποτε, εκτός από τον Τσίπρα».

Πρόκειται για την αντιστροφή και ταυτόχρονα υιοθέτηση ενός εξίσου επικίνδυνου ηθικού πλεονεκτήματος που καταργεί την πολιτική ως έλλογη πράξη στο όνομα μιας απόλυτης αλήθειας, η οποία, όπως και στην περίπτωση του ΣΥΡΙΖΑ, εκλογικεύει την ιδιοτέλεια στο κυνήγι της εξουσίας.

Κι ας μην ξεχνάμε και κάτι άλλο: στην πολιτική, μερικές φορές, το σωστό μπορεί να γίνει για λάθος λόγους. Για να το πω διαφορετικά, τόσο η Νέα Δημοκρατία όσο και ο ΣΥΡΙΖΑ δεν αποκλείεται να κάνουν κάτι καλό επιδιώκοντας αυτό που κρίνουν ότι τους συμφέρει.


Εκτύπωση στις: 2024-04-25
Από την ιστοσελίδα: Ανανεωτική
http://www.ananeotiki.gr/el/sx_PrintPage.php?tid=10360