Ομορφες συμφωνίες, άνευ ουσίας…

Κώστας, Καλλίτσης

Η Καθημερινή της Κυριακής, 2019-02-24


Η αντίφαση είναι φανερή: Την ώρα που ο υπουργός Οικονομικών τονίζει ότι τα πλεονάσματα 3,5% είναι ανάγκη να περιοριστούν, η κυβέρνηση «πετυχαίνει» να παράγει ακόμη μεγαλύτερα από τα απαιτούμενα. Είναι εντυπωσιακό ότι την τελευταία τριετία, αντί για πλεόνασμα 0,5% ή 1,75% ή 3,5% του ΑΕΠ, τα υπερπλεονάσματα έφταναν το 3,9% ετησίως. Πρόκειται για εντυπωσιακή αστοχία, με απτές συνέπειες στην οικονομική μεγέθυνση. Το καλό (αν μπορεί κανείς να το πει…) είναι ότι, πάντως, αυτά τα υπερπλεονάσματα δεν σπαταλήθηκαν. Τα 10 δισ. από τα συνολικά 13 δισ. ευρώ (το 85% περίπου...) παραμένουν στα κρατικά ταμεία. Ούτε κοινωνικό μέρισμα έγιναν ούτε, πολύ περισσότερο, καπνός. Αν δεν αρχίζουν να σκορπίζουν σε μια παρατεταμένη προεκλογική παραζάλη, είναι μια ικανή βάση για να κάνει η χώρα τα επόμενα βήματά της: (α) Με την ψήφιση του νόμου (ως τροπολογίας…) για την προστασία της α΄ κατοικίας τις επόμενες ημέρες, είναι βάσιμη η αισιοδοξία ότι η αξιολόγηση στις 27 Φεβρουαρίου θα είναι θετική και στις 11 Μαρτίου το Eurogroup θα αποφασίσει την εκταμίευση 750 εκατ. ευρώ. (β) Ετσι, το αίτημά μας να επαναγοράσουμε το πιο ακριβό τμήμα του χρέους προς το ΔΝΤ (3,6 δισ. που πληρώνουμε πανάκριβα, με επιτόκιο 5,2%) θα εγκριθεί – θα γλιτώσουμε αρκετές δεκάδες εκατομμύρια. (γ) Παράλληλα, στις αρχές Απριλίου θα μπορέσουμε να απευθυνθούμε στις αγορές με 10ετές ομόλογο.

Κατά τα λοιπά, δεν κατανοώ γιατί η κυβέρνηση και η αντιπολίτευση εμφανίζονται περιχαρείς επειδή συμφωνούν να μειωθούν τα πρωτογενή πλεονάσματα. Το θέμα είναι άλλο: Αν συμφωνούν οι δανειστές μας. Αυτοί επέβαλαν τα πρωτογενή πλεονάσματα, για να διασφαλίσουν ότι θα αποπληρώνουμε το χρέος μας, που (τα 2/3 του συνόλου του…) οφείλουμε στους Ευρωπαίους πολίτες. Η προηγούμενη κυβέρνηση είχε συμφωνήσει σε πλεονάσματα πάνω από 4% του ΑΕΠ για την περίοδο 2016-2018, η σημερινή κυβέρνηση συμφώνησε σε πλεονάσματα 3,5% του ΑΕΠ έως και το 2022. Και μετά; Προβλέπεται ότι σταδιακά (όχι one off αλλά σε μια περίοδο κάποιων ετών…) το 3,5% θα μειωθεί στη ζώνη του 2%.

Μπορεί να επιταχυνθεί η μείωση; Εξαρτάται – θα ήταν μια σωστή απάντηση. Αν πρόκειται να ζητήσουμε να μειωθούν τα πρωτογενή πλεονάσματα για να αυξήσουμε τις συντάξεις ή τον αριθμό των δημοσίων υπαλλήλων, μάλλον θα ατυχήσουμε. Αν μπορέσουμε να πείσουμε τους δανειστές μας ότι τον δημοσιονομικό χώρο που θα κερδίσουμε από τη μείωση των πρωτογενών πλεονασμάτων θα τον αξιοποιήσουμε για να πετύχουμε μια νέα, δυναμική οικονομική μεγέθυνση, διασφαλίζοντας με αυτόν τον τρόπο την αποπληρωμή των δανείων που μας χορήγησαν, έχουμε κάποιες πιθανότητες. Το βέβαιο είναι ότι για τη μείωση των πρωτογενών πλεονασμάτων δεν έχει οποιαδήποτε σημασία αν συμφωνούμε και αν ορθώνουμε «εθνικά μέτωπα διεκδίκησης» – όπως εκείνα, τα αλήστου μνήμης μέτωπα για την αναδιαπραγμάτευση του μνημονίου το 2012... Εμείς εδώ, μέσα, μπορούμε να λέμε ό,τι θέλουμε. Το σημαντικό είναι τι λένε οι «έξω». Και τι θα κάνουμε για να τους πείσουμε.


Εκτύπωση στις: 2024-03-28
Από την ιστοσελίδα: Ανανεωτική
http://www.ananeotiki.gr/el/sx_PrintPage.php?tid=10646&export=html