Αρχική | Εκτύπωσε ή Αποθήκευσε ως PDF | Αποθήκευσε ως WORD | Αποθήκευσε ως HTML

Η έμφυτη τάση του λαού μας…

Γιώργος, Γιαννουλόπουλος

Η Εφημερίδα των Συντακτών, 2019-11-16


Κάποια πράγματα, εκτός από καλά ή κακά, είναι αναμενόμενα. Και ως τέτοια τα αποδεχόμαστε, όπως τη ζέστη το καλοκαίρι και το κρύο τον χειμώνα. Σε αυτή την κατηγορία εμπίπτουν οι δηλώσεις πολιτικών με αφορμή εθνικές επετείους. Κοινότοπες και επιγραμματικές, απαγγέλλονται μπροστά στις κάμερες της τηλεόρασης για να παίξουν στα δελτία. Είναι επίσης κατά κανόνα βαρύγδουπες «ανοησίες» (προφανής η αυτολογοκρισία).

Τα όσα είπε η κ. Κεραμέως την 28η Οκτωβρίου αποτελούν χαρακτηριστικό παράδειγμα. Προσπερνώντας την ιστορική ανακρίβεια που της καταλογίστηκε, θα εστιάσω την προσοχή μου στο εξής απόσπασμα, το οποίο σχολίασε δηκτικά ο Κώστας Γαβρόγλου: «Η έμφυτη τάση του λαού μας να αντιμετωπίζει θαρραλέα τις δυνάμεις που τον απειλούν συνιστά επαναλαμβανόμενο μοτίβο στη μακραίωνη ιστορία μας». Επ’ αυτού, θα ήθελα να πω κάτι, όχι για να τη δικαιολογήσω αλλά για να εντάξω τις δηλώσεις της σε ένα γενικότερο πλαίσιο: η κ. Κεραμέως απλώς επανέλαβε τον πιο κοινό τόπο της νεοελληνικής ιδεολογίας, τον οποίο δέχονται οι περισσότεροι Ελληνες, από τους απλούς ανθρώπους μέχρι τους ταγούς του έθνους που σεβόμαστε και θαυμάζουμε.

Εξηγούμαι: η κ. Κεραμέως δεν αναφέρθηκε σε μια αντίδραση του ελληνικού λαού που είναι εύλογο να την περιμένουμε κρίνοντας από τη γενικότερη στάση του σήμερα, όπως την αντιλαμβάνεται ο καθένας μας. Η κ. Κεραμέως ισχυρίστηκε ότι η θαρραλέα αντιμετώπιση όσων μας απειλούν είναι έμφυτη, δηλαδή δεν εξαρτάται από ιστορικές περιστάσεις αλλά ισχύει διαχρονικά. Και ερωτώ: Τι διαφορετικό έχει πει ο Σεφέρης; Παραθέτω τα λόγια του: «Το πνεύμα του Ελληνα μένει πάντοτε όμοιον εαυτώ», δηλαδή αναλλοίωτο. Πώς εξηγείται το «ενιαίο της ελληνικής ψυχής» που επικαλείται; Και απαντάει σε ένα άλλο κείμενό του: «Είναι το κλίμα, είναι η φυλή, δεν το ξέρω. Κατά βάθος νομίζω πως είναι το φως. Κάτι πρέπει να υπάρχει μέσα στο φως που μας κάνει έτσι». Στον βιολογισμό που ορθά διέγνωσε ο Κώστας Γαβρόγλου προστίθεται και ο γεωγραφικός ντετερμινισμός.

Εξ όσων γνωρίζω οι απόψεις του Σεφέρη, οι οποίες συμπίπτουν με εκείνες της κ. Κεραμέως αν εξαιρέσουμε το ύφος, δεν έγιναν αντικείμενο κριτικής. Το αντίθετο θα έλεγα. Επιπλέον, τα περί διαχρονικής ελληνικής ψυχής δεν εντοπίζονται μόνο στον λόγο των ακροδεξιών. Για τον αντιστασιακό χαρακτήρα του Ελληνα έχουν μιλήσει ουκ ολίγοι αριστεροί, ενώ υπάρχουν μη αριστεροί που συνέβαλαν στην απομυθοποίηση του «εκλεκτού» ελληνικού λαού, ο οποίος παραμένει «όμοιος εαυτώ» επί τρεις χιλιάδες χρόνια. Ας μην ξεχνάμε ότι η διεκδίκηση της αδιάσπαστης συνέχειας με τους αρχαίους ήταν το βασικό επιχείρημα των Ελλήνων πριν από την επανάσταση του ’21 και έκτοτε, για να πείσουν τους ξένους ότι μας χρωστάνε. Ηταν το αποκούμπι μας, όπως είπε ο Κ.Θ. Δημαράς.

Το πώς θα αντιδράσουμε σε όσους μας επιβουλεύονται θα το δούμε. Κατά την κ. Κεραμέως πάντως θα αντιδράσουμε θαρραλέα επειδή αυτό κελεύει η έμφυτη ελληνικότητά μας που παραμένει εσαεί η ίδια. Το DNA μας, για να χρησιμοποιήσουμε τη σύγχρονη ορολογία. Το οποίο ωστόσο επέτρεψε μια σειρά από προφανέστατες αλλαγές στη διάρκεια της «μακραίωνης ιστορίας μας»: στην κοινωνία, τη θρησκεία, την ιδεολογία, τη γλώσσα και μύριες άλλες. Ουδείς τις αρνείται. Η έννοια όμως της διαχρονικής ελληνικότητας στηρίζεται σε δύο ισχυρισμούς που θεωρούνται αυτονόητοι: πρώτο, ότι αν δεν κοπεί με το μαχαίρι το νήμα οι ύστεροι παραμένουν ομοούσιοι με τους πρότερους και αρχικούς, ακόμα και όταν έχουν μεσολαβήσει τόσοι αιώνες. Και δεύτερο, ότι οι αλλαγές δεν συνιστούν υποχρεωτικά αλλοίωση. Με άλλα λόγια, ανάμεσα στην αλλαγή και την αλλοίωση υπάρχει μια ευδιάκριτη γραμμή. Ποιος τη χαράζει όμως; Σίγουρα όχι τα εμπειρικά στοιχεία τα οποία προκύπτουν από το σχήμα που εμείς επινοούμε και επιβάλλουμε για να τους προσδώσουμε ένα συγκεκριμένο νόημα.

Ενα παράδειγμα, για να γίνω πιο σαφής: ο Σεφέρης ισχυρίζεται ότι οι αρχαίοι και εμείς μιλάμε την ίδια γλώσσα, παρά το γεγονός ότι αν ακούγαμε αρχαία ελληνικά δεν θα τα καταλαβαίναμε. Αυτό όμως δεν ανατρέπει τον ισχυρισμό του διότι θεωρεί, όπως έχει κάθε δικαίωμα, ότι σύμφωνα με το δικό του σχήμα, η γλώσσα απόγονος είναι κατ’ ουσίαν η ίδια με τη γλώσσα πρόγονο και τα νέα ελληνικά είναι όντως η εξέλιξη των αρχαίων. Ταυτόχρονα όμως λέει ότι κάτι τέτοιο δεν ισχύει για τα λατινικά και τις λατινογενείς γλώσσες επειδή τις χωρίζει μεγαλύτερη απόσταση. Πώς μετριέται αυτή η απόσταση; Σε ποιο σημείο και ξανά από ποιον χαράζεται η γραμμή που υπερέβη η ιταλική γλώσσα για να περάσει από την όχθη της αλλαγής στην αντίπερα όχθη της αλλοίωσης; Οι γλωσσολόγοι θα μας πουν –και έχουν δίκιο– και ότι η γραμμή είναι αυθαίρετη, δηλαδή δεν επιβάλλεται από την πραγματικότητα, αλλά από το σχήμα που εμείς επιλέγουμε για να τη διαβάσουμε. Δεν το λέω προς ψόγον εφόσον είμαστε υποχρεωμένοι να το κάνουμε. Οφείλουμε ωστόσο να δηλώσουμε αυτή την αρχική και αυθαίρετη επιλογή μας –έστω ότι...– αντί να θεωρούμε τα πορίσματά της «αντικειμενικά».

Μία από τις πιο αποτελεσματικές λαθροχειρίες της ιδεολογίας είναι να ανακαλύπτουμε περιχαρείς αυτό που κατασκευάσαμε.


Εκτύπωση στις: 2024-03-28
Από την ιστοσελίδα: Ανανεωτική
http://www.ananeotiki.gr/el/sx_PrintPage.php?tid=10786