Αρχική | Εκτύπωσε ή Αποθήκευσε ως PDF | Αποθήκευσε ως WORD | Αποθήκευσε ως HTML

Το επόμενο μέτωπο για την ελληνική κυβέρνηση

Χρήστος, Ροζάκης, Κώστας Καρράς

Η Καθημερινή, 2021-01-31


Ο πρώτος γύρος των διερευνητικών επαφών της 25ης Ιανουαρίου υπήρξε ασφαλώς μια επικοινωνιακή επιτυχία της Αγκυρας, όχι όμως αποτυχία ελληνική.

Η επιτυχία του οικοδεσπότη συνίστατο στην εικόνα καλών προθέσεων, ιδιαίτερα με την παρουσία του Ιμπραήμ Καλίν, με στόχο να αποφευχθεί η επιβολή κυρώσεων εκ μέρους της Ευρωπαϊκής Ενωσης, αλλά, σημαντικότερο, να αρθούν ήδη επιβεβλημένες κυρώσεις από τις ΗΠΑ. Δεν ήταν όμως αποτυχία της Ελλάδος. Απαιτείται χρόνος, όχι μόνο για αμυντική αναβάθμιση, αλλά για ενημέρωση της διεθνούς κοινής γνώμης περί της μακράς ιστορίας επεκτατικών προθέσεων επί των νησιών του Αιγαίου, αρχής γενομένης από τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο και με συνέχεια τη δημιουργία της Στρατιάς Αιγαίου το 1975.

Εάν η οικονομική κρίση και οι διεθνείς συγκυρίες τελικά οδηγήσουν την Αγκυρα να αναθεωρήσει τη στάση της, ώστε οι διαφωνίες να περιορισθούν στον προσδιορισμό Αποκλειστικών Οικονομικών Ζωνών (ΑΟΖ) των δύο χωρών –εξέλιξη την οποία η Αθήνα επιδιώκει– οφείλουμε πριν από τη διαπραγμάτευση, όπως στο Ιόνιο Πέλαγος, έτσι και στο Κρητικό, να αυξήσουμε τα εθνικά χωρικά ύδατα από 6 μίλια σε 12, κάτι που ήδη έπραξε η Τουρκία στη Μεσόγειο και στη Μαύρη Θάλασσα. Επίσης, άσχετα με το παράνομο «casus belli», πρέπει να ληφθούν υπόψη παράμετροι που θα ήταν αποδεκτές από μείζονες διεθνείς παράγοντες –π.χ. Αμερικανοί, Ευρωπαίοι και Ρώσοι– ενός κυμαινόμενου προσδιορισμού του εθνικού θαλάσσιου χώρου στο Αιγαίο, με επαρκείς διαύλους για τη διεθνή ναυσιπλοΐα προς και από Δαρδανέλλια και Σμύρνη.

Είναι βέβαια πιθανόν, εάν η Αγκυρα ξεπεράσει τις Συμπληγάδες ευρωπαϊκών και αμερικανικών κυρώσεων, να μην υποχωρήσει από τις αξιώσεις της για την αποστρατιωτικοποίηση νησιών, τις κάθε άλλο παρά «γκρίζες ζώνες» και το «casus belli». Οποιες οικονομικές συμφορές υφίσταται ο τουρκικός λαός, λίγο μετρούν μπροστά σε μια εξωτερική πολιτική με νεοοθωμανικά χαρακτηριστικά, συνδυαζόμενη με διπλωματία του μεγαφώνου, την οποία οι σημερινοί άρχοντες της γείτονος επέλεξαν μετά σειρά σοβαρών εσωτερικών δυσκολιών, που οδήγησαν τελικά στην αποτυχημένη απόπειρα πραξικοπήματος το 2016. Ο κίνδυνος είναι ορατός, έχουμε όμως και τον χρόνο και τη δυνατότητα να αντεπεξέλθουμε.

Στο Ελληνοτουρκικό Φόρουμ μετρούμε ήδη 23 χρόνια εμπειρίας και διαπιστώνουμε ότι ο μεγαλύτερος κίνδυνος είναι συνήθως εκείνος για τον οποίο δεν είμαστε επαρκώς προετοιμασμένοι. Αυτός μάλλον δεν ευρίσκεται πλέον ούτε στον Εβρο ούτε στο Αιγαίο, όπως το 2020, αλλά στην Κύπρο. Εδώ η δυσκολία προέρχεται από τρεις εξελίξεις:

1. Η απόφαση του ΟΗΕ να συγκαλέσει, χωρίς την απαραίτητη προετοιμασία, μία πενταμερή, πιθανότατα στη Νέα Υόρκη, με στόχο την εξακρίβωση εάν υπάρχει πράγματι ελπίδα συμφωνημένης επίλυσης του Κυπριακού.

2. Η επικράτηση, με απροκάλυπτη επέμβαση της Τουρκίας στις εκλογές ενός ανεξάρτητου, κατ’ εκείνους, κράτους και με την αποστολή Τούρκων βουλευτών να αποτελεί απλώς την κορυφή του παγόβουνου, ενός ανδρείκελου της Αγκυρας ως αρχηγού της τουρκοκυπριακής κοινότητας, ο οποίος παπαγαλίζει το της Τουρκίας τροπάριο, δηλαδή την αναγνώριση δύο κρατών σε ένα νησί και επακολούθως τη νομιμοποίηση πλέον της στήριξης του κατοχικού στρατού προς ένα αναγνωρισμένο κράτος.

3. Η αναπάντεχη σπίλωση της εικόνας της Κυπριακής παράλληλα με εκείνη της Τουρκικής Δημοκρατίας, λόγω του ηθικά καταστροφικού εγχειρήματος των «χρυσών διαβατηρίων», που απέδειξαν τη σύγχρονη αλήθεια του μύθου του Μίδα. Ηταν ακριβώς η εποχή που η Λευκωσία όφειλε να αποφύγει κάτι τέτοιο διότι, παράλληλα, χωρίς ευτυχώς να έχει ποτέ επισημοποιηθεί, δόθηκε η εντύπωση ότι η ελληνοκυπριακή ηγεσία δεν προκρίνει πλέον τη διεθνώς στηριζόμενη λύση της Δικοινοτικής Διζωνικής Ομοσπονδίας(ΔΔΟ) με μια διεθνή προσωπικότητα και συμμετοχή όλων των Κυπρίων στην Ευρωπαϊκή Ενωση.

Ο κίνδυνος δυσάρεστων εξελίξεων είναι άμεσος και υπαρκτός. Η ελληνική κυβέρνηση έχει σοβαρό ρόλο να διαδραματίσει πίσω από τις σκηνές – η ελλαδική και η ελληνοκυπριακή κοινή γνώμη καλούνται να εκδηλωθούν αποτελεσματικά και δημόσια, ώστε αντί από ζημία στην επερχόμενη πενταμερή να επιτευχθεί ουσιαστική πρόοδος.

Παρά τις ευρέως δεδομένες εντυπώσεις, τόσο η πλειοψηφία των Ελληνοκυπρίων όσο και η πλειοψηφία των Τουρκοκυπρίων προτιμά, όχι ως πρώτη επιλογή αλλά ως πρώτη αποδεκτή επιλογή, τη ΔΔΟ. Η ανακριβής εντύπωση για το αντίθετο προέρχεται από την επιστημονικά λανθασμένη πρακτική εταιρειών δημοσκοπήσεων να ερευνούν μόνο τις πρώτες προτιμήσεις των δύο κοινοτήτων, που όντως διαφέρουν. Μεγάλες πλειοψηφίες και στις δύο, όμως, βλέπουν ως μόνη ενδεδειγμένη και αποδεκτή λύση τη ΔΔΟ.

Δύο έγκριτα ελληνοκυπριακά μέλη του Eλληνοτουρκικού Φόρουμ, οι Χάρης Ψάλτης, αναπληρωτής καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Κύπρου, και Νεόφυτος Λοϊζίδης, καθηγητής στο Πανεπιστήμιο του Κεντ στην Αγγλία, με τη βοήθεια Τουρκοκυπρίων επιστημόνων, παρακολουθούν τις σταδιακές μεταβολές στην κοινή γνώμη των δύο κοινοτήτων. Ακόμη και μετά τις πρόσφατες εκλογές φαίνεται ότι το 63% των Τουρκοκυπρίων προκρίνει τη ΔΔΟ. Πιο εντυπωσιακή παρουσιάζεται η μετακίνηση της ελληνοκυπριακής κοινότητας στο επισυναπτόμενο γράφημα. Σήμερα, μετά τις αστοχίες πολιτικής των πρόσφατων ετών, έφθασε το 76% να προκρίνει τη ΔΔΟ.

Η επιστημονική εργασία των συναδέλφων μας Χάρη Ψάλτη και Νεοφύτου Λοϊζίδη δείχνει τον δρόμο στην ελληνοκυπριακή και ελληνική διπλωματία. Διαπραγμάτευση μιας Δικοινοτικής Διζωνικής Ομοσπονδίας προϋποθέτει την αποδοχή της αρχής της πολιτικής ισότητας των δύο κοινοτήτων μαζί με διασταυρωμένη ψήφο για τις προεδρικές εκλογές (ευελπιστούμε και για εκείνες της Ανω Βουλής), τη σταθμισμένη ψήφο για την εκλογή του Τουρκοκυπρίου συμπροέδρου και την αποτελεσματική συμμετοχή Τουρκοκυπρίων στις αποφάσεις της ομοσπονδιακής κυβέρνησης.

Εάν επιτευχθεί αμοιβαία συμφωνία σε αυτά τα σημεία, η σημερινή θετική εικόνα της Αθήνας διεθνώς μπορεί να παίξει εποικοδομητικό ρόλο στον επακόλουθο αγώνα για τη διαμόρφωση υγιών προϋποθέσεων και κανόνων ασφαλείας ώστε μια μελλοντική Ομοσπονδιακή Κυπριακή Δημοκρατία να μακροημερεύσει προς όφελος και των δύο κοινοτήτων, ενταγμένη ασφαλώς και στην Ευρωπαϊκή Ενωση και στην ευρύτερη κοινότητα δημο-

κρατικών χωρών.


Εκτύπωση στις: 2024-03-29
Από την ιστοσελίδα: Ανανεωτική
http://www.ananeotiki.gr/el/sx_PrintPage.php?tid=11557