Αρχική | Εκτύπωσε ή Αποθήκευσε ως PDF | Αποθήκευσε ως WORD | Αποθήκευσε ως HTML

Ο ανεύρετος προοδευτισμός

Θανάσης, Γιαλκέτσης

Η Εφημερίδα των Συντακτών, 2021-02-13


Θα μπορούσαμε να χαρακτηρίσουμε «προοδευτική διακυβέρνηση» εκείνη που υπηρετεί με δημοκρατικά μέσα τους στόχους της κοινωνικής δικαιοσύνης, της αλληλεγγύης, της συλλογικής ευημερίας και της χειραφέτησης μιας πολιτικής κοινότητας. Πρωταρχικό καθήκον μιας προοδευτικής κυβέρνησης είναι να προστατεύει και να ενισχύει τα πιο αδύναμα μέλη της κοινωνίας, να βελτιώνει τις συνθήκες ζωής τους, να διασφαλίζει την ισότιμη πρόσβασή τους στα συλλογικά αγαθά. Χρέος της είναι να καταπολεμάει τις ανισότητες και να κατανέμει δίκαια τους παραγόμενους πόρους, αποτρέποντας έτσι το ενδεχόμενο ένα προνομιούχο τμήμα της κοινωνίας να θεμελιώνει την ευημερία του πάνω στη δυστυχία των άλλων.

Για να καταστεί όμως η κοινωνική δικαιοσύνη θεμέλιο της πολιτισμένης συμβίωσης όλων, χρειάζεται ένα σχέδιο διαχείρισης της οικονομίας ικανό να αξιοποιεί κατάλληλα και αποτελεσματικά το παραγωγικό δυναμικό της.

Στο πεδίο αυτό εντοπίζεται ένα πελώριο πρόβλημα που οδήγησε και οδηγεί στην αποτυχία πολλές «προοδευτικές» κυβερνήσεις. Ο στόχος της «δίκαιης κοινωνίας» συγκρούεται μετωπικά με τις επιταγές συμμόρφωσης στους «κανόνες» διαχείρισης της παγκοσμιοποιημένης οικονομίας.

Ο παλιός σοσιαλδημοκρατικός συμβιβασμός, ο συμβιβασμός κεφαλαίου και εργασίας, καπιταλισμού και δημοκρατίας, επιτεύχθηκε στο πλαίσιο ενός ρυθμιζόμενου οικονομικού συστήματος και ευνοήθηκε από μια διεθνή κατάσταση που καθιστούσε δυνατή την αύξηση της παραγωγικότητας.

Με την πλήρη απελευθέρωση των αγορών και των κινήσεων των κεφαλαίων, ο συσχετισμός δυνάμεων ανάμεσα σε κεφάλαιο και εργασία μεταβλήθηκε δραματικά προς όφελος του κεφαλαίου. Επιπλέον, μειώθηκαν πολύ η δύναμη και ο ρυθμιστικός και παρεμβατικός ρόλος του κράτους, ενώ η «παγκοσμιοποίηση» αφαίρεσε από τις εθνικές κυβερνήσεις πολλά από τα εργαλεία, με τα οποία θα μπορούσαν να προστατεύσουν τους πιο αδύναμους τομείς του πληθυσμού από τις δυσμενείς επιπτώσεις του ανελέητου διεθνούς οικονομικού ανταγωνισμού.

Μια νέα οικονομική «ορθοδοξία» επιβλήθηκε ως ο μοναδικός μπούσουλας διακυβέρνησης και τα αξιώματά της έγιναν σταδιακά αποδεκτά όχι μόνον από τις περισσότερες κυβερνήσεις αλλά δυστυχώς και από τον «κοινό νου».

Αναφέρουμε συνοπτικά μερικά από αυτά: η ελεύθερη αγορά είναι ο μόνος παράγοντας ανάπτυξης· η πολιτική επομένως πρέπει να είναι οπωσδήποτε φιλική ή δουλικά υπηρετική προς την επιχειρηματικότητα· το κράτος πρέπει να είναι πολύ μικρό, καθώς από τη φύση του είναι αναποτελεσματικό και αντιπαραγωγικό· οι φόροι πρέπει να μειώνονται, όπως αντίστοιχα πρέπει να περικόπτονται οι δημόσιες δαπάνες και η παροχή δημόσιων υπηρεσιών. Ολα όσα θεωρούνται εμπόδια στην ανταγωνιστικότητα (αναδιανεμητικές πολιτικές, φορολόγηση του πλούτου, ρυθμιστικοί κανόνες, προστασία της εργασίας κ.λπ.) υποβαθμίζονται ή παραγνωρίζονται.

Στις τελευταίες δεκαετίες, είδαμε «προοδευτικές», «αριστερές» ή «κεντροαριστερές» συμμαχίες να βρίσκονται κατά περιόδους στις κυβερνήσεις διάφορων χωρών. Τι μας έμαθε αυτή η ευρωπαϊκή, διεθνής ή και εγχώρια εμπειρία; Ακόμη και εκείνες οι «προοδευτικές» κυβερνήσεις που εκλέχθηκαν διακηρύσσοντας εναλλακτικά οικονομικά και κοινωνικά προγράμματα και θέλησαν να αμφισβητήσουν την «ορθοδοξία» κατέληξαν να αναδιπλωθούν. Και υποχρεώθηκαν, αργά ή γρήγορα, να αποδεχθούν τις συστημικές επιταγές της ανταγωνιστικότητας, που προτάσσει η παγκόσμια καπιταλιστική αγορά, με αντιστάθμισμα ορισμένα «συμπονετικά» μέτρα.

Οι χρηματοπιστωτικές αγορές αποδοκιμάζουν και τιμωρούν την άρνηση συμμόρφωσης, επηρεάζοντας δυσμενώς κρίσιμες μεταβλητές, όπως είναι λ.χ. τα επιτόκια δανεισμού, η χρηματοδότηση ή μη του χρέους, η πορεία του χρηματιστηρίου, η φυγή των επενδυτικών κεφαλαίων κ.ά. Τα περιθώρια για εναλλακτικές επιλογές είναι πολύ πιο περιορισμένα σε μια καθημαγμένη και καταχρεωμένη οικονομία όπως η ελληνική.

Η προοδευτική πολιτική, που φαντάζει σχεδόν ανήμπορη στο εθνικό πεδίο, θα μπορούσε να ανακτήσει τη χαμένη ισχύ της σε ένα υπερεθνικό πλαίσιο. Αυτό το σχέδιο προέκρινε ο «αριστερός ευρωπαϊσμός», ο οποίος επένδυσε τις ελπίδες του σε μιαν Ευρωπαϊκή Ενωση ικανή να μετριάσει ή να εξισορροπήσει την ισχύ του παγκοσμιοποιημένου καπιταλισμού. Στις Βρυξέλλες όμως κυριαρχούν τα δόγματα του οικονομικού φιλελευθερισμού και η πολιτική της Ενωσης πριμοδοτεί τον αγοραίο ανταγωνισμό και τη συρρίκνωση της δημόσιας παρουσίας στην οικονομία.

Προοδευτική πολιτική όμως δεν είναι η υλοποίηση «διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων» σαν αυτές που υπαγορεύουν οι συνταγές της νεοφιλελεύθερης τεχνοκρατίας. Προοδευτικές είναι εκείνες οι μεταρρυθμίσεις που μεταφέρουν ισχύ και εισόδημα στους εργαζόμενους, εκείνες οι παρεμβάσεις της δημόσιας εξουσίας που αυξάνουν τον κοινωνικό χαρακτήρα της παραγωγικής διαδικασίας (προσανατολίζοντάς την στην εξυπηρέτηση των συλλογικών αναγκών) και ενισχύουν τον δημόσιο έλεγχο στις εκβάσεις των «αυθόρμητων» διαδικασιών που καθοδηγούνται από την αγορά.

Με άλλα λόγια, η προοδευτική διακυβέρνηση παρεμβαίνει για να ρυθμίσει και να διορθώσει τον αγοραίο καπιταλισμό, εισάγοντας στοιχεία κοινωνικής δικαιοσύνης στους μηχανισμούς της οικονομίας. Η προοδευτική διακυβέρνηση παίρνει το αληθινό νόημά της όταν κατορθώνει να τιθασεύει τον καπιταλισμό και να τον υποτάσσει όσο το δυνατόν στη δημοκρατική βούληση. Την αναζητούμε αλλά δεν φαίνεται πουθενά στον ορίζοντα.


Εκτύπωση στις: 2024-04-23
Από την ιστοσελίδα: Ανανεωτική
http://www.ananeotiki.gr/el/sx_PrintPage.php?tid=11563