Αρχική | Εκτύπωσε ή Αποθήκευσε ως PDF | Αποθήκευσε ως WORD | Αποθήκευσε ως HTML

Πού βαδίζει η σχέσηΟυάσινγκτον - Βερολίνου;

Joschka, Fischer

Τα Νέα, 2021-07-31


Η αποχαιρετιστήρια επίσκεψη της καγκελαρίου Ανγκελα Μέρκελ στον Λευκό Οίκο προσφέρει μια ιδανική ευκαιρία να εκτιμήσουμε την κατάσταση που βρίσκονται οι σχέσεις ΗΠΑ και Γερμανίας. Δεν πρόκειται, όμως, για μια συναισθηματική ευκαιρία. Η μακρά και περίπλοκη ιστορία των διμερών σχέσεων ενδέχεται να εισέρχεται σε μια νέα φάση.

Από την επόμενη ημέρα του Βʼ Παγκοσμίου Πολέμου μέχρι την επανένωση της Γερμανίας το 1990, οι Ηνωμένες Πολιτείες καθοδήγησαν την ανοικοδόμηση και την οικονομική αναγέννηση της χώρας. Αυτή η εποχή θα μπορούσε να συνοψιστεί στον τίτλο «Φύλακας και Κηδεμόνας», ο οποίος είναι πολύ πιο συγκυριακός σε σύγκριση με το προηγούμενο κεφάλαιο, «Εχθρότητα και Πόλεμος».

Σε εκείνο το κεφάλαιο, η αδίστακτη προσπάθεια της Γερμανίας να μετατραπεί σε ηγεμόνα της Ευρώπης και να κυριαρχήσει σε παγκόσμιο επίπεδο, μέσα από δύο καταστροφικούς πολέμους, κατέληξε στην ολοκληρωτική και τελειωτική της ήττα. Αυτή η διπλή ήττα της Γερμανίας άνοιξε τον δρόμο σε μια στενή συμμαχία ανάμεσα στις ΗΠΑ και την Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας. Αν και παρέμεινε ζωντανός ένας βαθμός πολιτικής δυσπιστίας από την πλευρά των ΗΠΑ, οι Γερμανοί «διατλαντιστές» αρνούνταν να τον δουν. Γιʼ αυτούς, η συμμαχία (που περιλάμβανε και ένα στρατιωτικό σκέλος, με την ίδρυση του ΝΑΤΟ) είχε ξεριζώσει κάθε προηγούμενη αντιπάθεια, οριστικά.

Εκαναν λάθος. Στη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου, οι ΗΠΑ εφάρμοσαν μια πολύπλευρη πολιτική, με στόχο την αποτροπή απέναντι στη Σοβιετική Ενωση και τη διατήρηση του ελέγχου της Γερμανίας, σε αναγνώριση της ζωτικής της θέσης στην καρδιά της Ευρώπης. Η διατλαντική σχέση δεν υπήρξε ποτέ όσο απλή θέλησαν να την παρουσιάσουν οι υπέρμαχοί της και εξακολουθεί να μην είναι απλή.

Επισήμως, η Ομοσπονδιακή Γερμανία ενσωματώθηκε σχετικά άμεσα και επιτυχώς στη Δύση, από τον πρώτο της μεταπολεμικό καγκελάριο, Κόνραντ Αντενάουερ. Ομως, σε επίπεδο καθαρών συμφερόντων και πολιτικής οικονομίας, οι σημαντικές διαφορές παρέμειναν. Από τα μέσα της δεκαετίας του ʼ50, για παράδειγμα, η διατλαντική προοπτική ανταγωνιζόταν μια πιο διακριτή ευρωπαϊκή προοπτική. Με την πολιτική δε της Οστπολιτίκ του γερμανού καγκελάριου Βίλι Μπραντ στη δεκαετία του ʼ70, τα ανταγωνιστικά συμφέροντα του φύλακα και του κηδεμόνα κατέστησαν ακόμη πιο διακριτά.

Σε κάθε περίπτωση, όταν η ΕΣΣΔ κατέρρευσε, οι ΗΠΑ ήταν η μοναδική διατλαντική δύναμη που εξέφρασε τη θερμή και ολόψυχη στήριξή της στην επανένωση της Γερμανίας. Για τους ευρωπαίους γείτονες της Γερμανίας, η διαφαινόμενη επιστροφή της ως γεωπολιτικής δύναμης έφερνε μαζί της παλιούς φόβους που ήγειρε το «Γερμανικό Ζήτημα».

Με την επανένωση, η παλιά σχέση φύλακα και κηδεμόνα αναγκαστικά άλλαξε. Παρʼ όλα αυτά, η Γερμανία δεν μετέβαλε τον μεταπολεμικό τρόπο σκέψης της, σε αντίθεση με άλλες, ανάλογου μεγέθους ευρωπαϊκές δυνάμεις, όπως το Ηνωμένο Βασίλειο και η Γαλλία. Ετσι, η Γερμανία θα συνεχίσει να είναι εξαρτημένη από την εγγύηση της ασφάλειας που προσφέρουν οι ΗΠΑ για μεγάλο ακόμη διάστημα. Δεν την κυνηγά μόνο η ίδια της η ιστορία - είναι αναγκασμένη, ταυτόχρονα, να διαχειριστεί περίπλοκες καταστάσεις που έχουν να κάνουν με την ασφάλειά της.

Μετά την προεδρία του Ντόναλντ Τραμπ, η οποία προξένησε το μεγαλύτερο κακό σε σχέση με οτιδήποτε άλλο μετά τον Βʼ Παγκόσμιο Πόλεμο στις σχέσεις ΗΠΑ - Γερμανίας, το ερώτημα για τον πρόεδρο Τζο Μπάιντεν είναι εάν οι ΗΠΑ μπορούν να κερδίσουν πάλι την εμπιστοσύνη των συμμάχων τους. Τι θα συμβεί εάν η εποχή Τραμπ επιστρέψει - είτε με τον ίδιο είτε με κάποιον από τους πολλούς φιλόδοξους μιμητές του;

Για τους Γερμανούς, αυτό το ερώτημα θα καλύψει κάθε άλλη σκέψη στα χρόνια που έρχονται. Η σχέση φύλακα - κηδεμόνα είναι μη λειτουργική πλέον - όμως ούτε η Γερμανία μπορεί να εδραιώσει ένα πλήρως αυτόνομο ρόλο για την ίδια, μέσα σε ένα ευρωπαϊκό πλαίσιο. Ακόμη χειρότερα, οι διαφορές στα συμφέροντα - ξεκινώντας με την Κίνα και τη Ρωσία - θα προκαλέσουν περισσότερες αντιθέσεις και τριβές μεταξύ ΗΠΑ και Γερμανίας. Η επόμενη φάση των διμερών σχέσεων, ας ελπίσουμε πως θα σφραγιστεί από την υψηλή τέχνη του συμβιβασμού.

Εκτύπωση στις: 2024-04-26
Από την ιστοσελίδα: Ανανεωτική
http://www.ananeotiki.gr/el/sx_PrintPage.php?tid=12004