Αρχική | Εκτύπωσε ή Αποθήκευσε ως PDF | Αποθήκευσε ως WORD | Αποθήκευσε ως HTML

Τι μας λένε τα εργασιακά, κοινωνικά και πολιτισμικά δίκτυα;

Μυρσίνη, Ζορμπά

Η Εφημερίδα των Συντακτών, 2021-09-27


Τι είδαμε αυτές τις μέρες στις κινητοποιήσεις των εργαζομένων της e-food, τα εργασιακά δικαιώματα των οποίων υποστηρίχθηκαν και αναδείχθηκαν στα κοινωνικά δίκτυα από τους ίδιους τους πελάτες της εταιρείας, που τάχθηκαν εναντίον της εργασιακής αυθαιρεσίας ματαιώνοντας την πρώτη εφαρμογή του πρόσφατου αντεργατικού νόμου;

Τι είδαμε στην πρόσφατη επέτειο της δολοφονίας του Παύλου Φύσσα με τη συμμετοχή όλων των γονιών που έχασαν άδικα τα παιδιά τους; Τι είδαμε στις κινητοποιήσεις εναντίον της αστυνομικής βίας στη Ν. Σμύρνη, στο ξετύλιγμα του Metoo, στην περίπτωση Λιγνάδη, στις γυναικοκτονίες; Τι είδαμε στις κοινότητες των καλλιτεχνών στην αρχή της πανδημίας, που ως εργαζόμενοι δημιούργησαν το δίκτυο των Support Art Workers πλάι στα παλιότερα συνδικαλιστικά σωματεία, ανανεώνοντας και ενισχύοντας την επιχειρηματολογία και τη συμμετοχή των νεότερων;

Είδαμε ότι η πολιτική και κοινωνική συμμετοχή και κινητοποίηση περνάει μέσα από δικτυώσεις που δεν περιορίζονται σε κομματικούς σχηματισμούς, μέτωπα και συνδικάτα. Είδαμε μια άλλη γλώσσα, καινούργια αντανακλαστικά. Στον πόλεμο του καπιταλισμού των πλατφορμών και του μοντέλου δεξιάς διακυβέρνησης, αυτός ο νέος τρόπος δράσης και αντίδρασης, με ό,τι περιλαμβάνει και συμπυκνώνει, έχει να παίξει καθοριστικό ρόλο τόσο για την ανατροπή της σημερινής πολιτικής ισορροπίας όσο και για τον σχεδιασμό και τη νοηματοδότηση μιας καινούργιας διακυβέρνησης.

Η Ν.Δ. του Κ. Μητσοτάκη κέρδισε τις εκλογές του 2019 συγκροτώντας μια κεντροδεξιά συμμαχία με ταυτότητα ευρωπαϊκή, ορθολογική, φιλελεύθερη, αναπτυξιακή. Πέτυχε να την εμπιστευθεί μια διευρυμένη βάση πολιτών, που ανυπομονούσε να ακούσει έναν αισιόδοξο και ανανεωμένο πολιτικό λόγο σε μια μεταβατική στιγμή: την επαύριο της εξόδου από τα μνημόνια. Ωστόσο, στα δύο χρόνια που ακολούθησαν, η πολιτική μετατόπιση της κυβέρνησης από την Κεντροδεξιά προς τα δεξιά, με αρκετή δόση συντηρητισμού και αυταρχισμού, ήταν εμφανής μέσα από πλήθος ορατών παραδειγμάτων και έναν ακόμη μεγαλύτερο αριθμό λιγότερο ορατών και βαθύτερων τομών στο νομοθετικό και το οικονομικό πεδίο. Η κυβέρνηση επέδειξε έναν δεξιό ριζοσπαστισμό που υπερέβαινε, σε ύφος και ήθος, τον δεξιό μεταρρυθμισμό τον οποίο θα δικαιολογούσαν οι συγκυρίες.

Στόχος, η εκχώρηση του μεγάλου μέρους του κράτους και των δημόσιων λειτουργιών σε ιδιωτικές επιχειρήσεις. Οι υποσχέσεις των επενδύσεων δεν αφορούν τη δημιουργία νέου πλούτου, αλλά την ιδιοποίηση του υπάρχοντος, τη διοχέτευση δημόσιων και κοινοτικών πόρων σε μεγάλα επιχειρηματικά σχήματα, οδηγώντας έτσι με γρήγορα βήματα στη δημιουργία ενός νέου μοντέλου διακυβέρνησης της χώρας. Ακόμη και με ανατροπή του νομοθετικού πλαισίου, προκειμένου να ξεπεραστούν συνταγματικά και άλλα εμπόδια, δημιουργείται ένα μικτό ιδιωτικό και δημόσιο σώμα συνδιαχείρισης του δημόσιου πλούτου, με funds και τράπεζες ως ενδιάμεσους.

Σ’ αυτό το σώμα θα πρέπει να προστεθούν επίσης ορισμένοι κλάδοι, όπως εκείνοι της ιδιωτικής εκπαίδευσης, των ιδιωτικών ασφαλειών, των κλινικαρχών κ.λπ., που ευνοούνται από τον περιορισμό του κράτους άμεσα, καθώς και ένα αναδυόμενο στρώμα μεσαίων και μικρομεσαίων επαγγελματιών που συνθέτουν μια ιδιαίτερη εκλογική πελατεία, οι οποίοι παίρνουν απευθείας αναθέσεις από το κράτος με προσόν την ιδεολογική τους ταυτότητα, παρέχοντας υπηρεσίες ή προϊόντα, όπως σεμινάρια σκόιλ ελικικού, μάσκες πανδημίας, υπηρεσίες προβολής και επικοινωνίας παντός τύπου, διοργανώσεις και forum, συμβόλαια του προσφυγικού, καθαριότητα σε φυλακές και πολλά ακόμη.

Η διαχωριστική γραμμή που παράγει αυτή η πολιτική οδηγεί με γρήγορους ρυθμούς στην αντιπαράθεση των συμφερόντων των πλούσιων εισοδηματικών και επιχειρηματικών τάξεων με τον υπόλοιπο πληθυσμό, των μεσαίων, ακόμη και των ευνοημένων στρωμάτων, όπως έδειξε με απλό τρόπο η φοροαπαλλαγή των γονικών παροχών που εξυπηρετούσε το μόλις 0,4% των φορολογουμένων. Αλλά, παρά τη δυσαρέσκεια στα παραπάνω πεδία, η αποστασιοποίηση των κεντρώων υποστηρικτών είναι ώς τώρα περιορισμένη και με αρκετά περιθώρια ανοχής.

Κρίσιμος ρυθμιστής αυτής της συγκράτησης δείχνει να είναι, μέχρι στιγμής, ένα σύστημα επεξεργασίας και διαχείρισης των πληροφοριών, που καταφέρνει να συγκρατεί τις διαρροές και να λειαίνει τις αντιδράσεις. Ενας μηχανισμός που υποβαθμίζει, παραχαράσσει, ακυρώνει ή εξαφανίζει τις εναλλακτικές φωνές και, το κυριότερο, επιβάλλοντας στρατηγικά μια μετωπική αναμέτρηση στην αντιπολίτευση κάθε φορά που αμυνόμενη προσπαθεί να σπάσει το φράγμα σιωπής και να ακουστεί.

Ετσι, όμως, της στερεί τη δυνατότητα να μιλήσει σε στρώματα που αμφιβάλλουν, προβληματίζονται, έχουν ανάγκη από πληροφόρηση και επιχειρήματα και όχι από σκληρές μετωπικές αντιπαραθέσεις. Της επιβάλλει μια γραμμή έντασης, περιορισμού και αυτοπεριορισμού, ώστε να μην έχει τη δυνατότητα να πληροφορήσει και να επηρεάσει, να ανοίξει τον δημόσιο διάλογο με ευρύτερα στρώματα προοδευτικών πολιτών, την οδηγεί σε αποκλεισμό.

Ενας άλλος παράγοντας συγκράτησης της κυβερνητικής φθοράς είναι το γεγονός ότι η αντιπολίτευση δεν παρουσιάζει ένα καθαρό εναλλακτικό σχέδιο, με τη δική του φιλοσοφία και με αδρές τις γραμμές της διαφοράς. Είναι σαφές ότι ένα παρόμοιο σχέδιο δεν μπορεί να είναι εκείνο με το οποίο κέρδισε τις εκλογές και το δημοψήφισμα του 2015, ούτε εκείνο που διαμορφώθηκε κατά τη μνημονιακή περίοδο της διακυβέρνησης με τους αναγκαίους και μη συμβιβασμούς. Χρειάζεται η σύλληψη της νέας εποχής.

Πού μπορεί να γίνει αυτή η σύλληψη; Οχι βέβαια στο πλαδαρό κομματικό σώμα που αφήνεται στον έλεγχο μηχανισμών και αρκείται στην επανάληψη στερεοτύπων στα κομματικά μέσα. Αυτός ο διάλογος χρειάζεται ανοιχτό ορίζοντα και οξυγόνο. Πρέπει να τροφοδοτηθεί από την πολυδιάστατη και απαιτητική σχέση με τα δίκτυα των προοδευτικών πολιτών, των νέων γενεών που βιώνουν την επισφάλεια, σε επαφή και αλληλεπίδραση με δρώντες και πρωτοβουλίες που θα αντλούν από την κοινή εμπειρία και όχι τα ιδεολογικά προτάγματα.

Για να ανταποκριθεί όμως σ’ αυτή την ανάγκη, η αξιωματική αντιπολίτευση χρειάζεται ανασχεδιασμό βάθους, ξεκινώντας από την ανασυγκρότηση των ίδιων των δικών της δομών, των καθηλώσεων που την ακινητοποιούν και την εμποδίζουν να σκέφτεται και να δρα με κέντρο τον έξω κόσμο και όχι τον δικό της περιορισμένο μικρόκοσμο. Οσο η Αριστερά λειτουργεί απλώς ως αντιπολίτευση της Δεξιάς, δεν μπορεί να ξεφύγει από την ηγεμονία της και θα ακολουθεί την ατζέντα εκείνης. Πρέπει το σχέδιό της να μπει σε συζήτηση στο κέντρο της εικόνας, να αποκτήσει τη συμμετοχή και τη στήριξη των προοδευτικών πολιτών, που θα λειτουργήσουν ως συνδιαμορφωτές του. Το διακύβευμα δεν είναι η δογματική πίστη σε ένα μελλοντικό ιδεώδες αλλά η πολιτική και κοινωνική συναρμογή που θα οδηγήσει τη χώρα μακριά από την πλουτοκρατική αποικιοποίησή της, προς μια δημοκρατική, βιώσιμη και δίκαιη κοινωνία.


Εκτύπωση στις: 2024-04-19
Από την ιστοσελίδα: Ανανεωτική
http://www.ananeotiki.gr/el/sx_PrintPage.php?tid=12188