Αρχική | Εκτύπωσε ή Αποθήκευσε ως PDF | Αποθήκευσε ως WORD | Αποθήκευσε ως HTML

Γύρω από την ψήφο της μεσαίας τάξης

Φοίβος, Καρζής

Τα Νέα, 2021-10-02


Στη φετινή ΔΕΘ η μεσαία τάξη έγινε ξανά της μόδας. Τη διεκδίκησαν και ο κ. Μητσοτάκης και ο κ. Τσίπρας. Καθώς η εκλογική αύρα δυναμώνει, η δημοσκόπηση που δημοσίευσαν το περασμένο Σαββατοκύριακο «ΤΑ ΝΕΑ» εξηγεί γιατί τα μεσοστρώματα θα είναι το προνομιακό ακροατήριο των τριών μεγαλύτερων κομμάτων. Σε περιβάλλον απλής αναλογικής, ακόμη και μικρότερες μετακινήσεις ψηφοφόρων αναδεικνύουν ή αποκλείουν δυνητικούς συνασπισμούς εξουσίας. Τα μεσαία στρώματα είναι εκείνα που εμφανίζουν την πιο ευμετάβλητη εκλογική συμπεριφορά. Επομένως, αποτελούν ταυτόχρονα το πιο απαιτητικό αλλά και το πιο προσιτό - άρα το περιζήτητο - κομμάτι του εκλογικού σώματος. Τρεις σημειώσεις πάνω στα λίγα αλλά βαρύνοντα στοιχεία της έρευνας.

Πρώτον, η πολιτική κυριαρχία της ΝΔ στην τρέχουσα συγκυρία δεν είναι διάχυτη και ισόρροπη. Εχει συγκεκριμένη κοινωνική/εισοδηματική βάση που συνδέεται κυρίως με την απήχηση του αρχηγού της στις αντίστοιχες κατηγορίες. Οι εκλογές στη Γερμανία έφεραν στο προσκήνιο μια πολιτική διαδικασία ώσμωσης μεταξύ των κομμάτων εξουσίας (και των πρώην ριζοσπαστών, όταν θέτουν ως προτεραιότητα τη συμμετοχή στο παιχνίδι της εξουσίας). Στο ευρωπαϊκό πλαίσιο, οι «μεγάλες πολιτικές» είναι περίπου δεδομένες. Τα περιθώρια ταλάντευσης προς αυτό που με ιστορικούς όρους θα αποκαλούσε κανείς Αριστερά ή Δεξιά είναι μικρά και οι ψηφοφόροι δείχνουν να το έχουν αφομοιώσει. Αισθάνονται έτσι ελεύθεροι από ιδεολογικές δεσμεύσεις να μετακινηθούν προς όποιον θεωρούν καταλληλότερο από διαχειριστική άποψη. Σε ένα τέτοιο πολιτικό υπόστρωμα, ο ρόλος των προσώπων μεγιστοποιείται. Στην Ελλάδα, η απήχηση των κ. Μητσοτάκη και Τσίπρα εμφανίζεται περίπου ίση στα χαμηλά εισοδηματικά στρώματα. Αντίθετα, τόσο στα μεσαία όσο και στα ανώτερα η διαφορά υπέρ του κ. Μητσοτάκη καταγράφεται στη σφυγμομέτρηση συντριπτική - δύο προς ένα.

Δεύτερον, η διαφοροποίηση των εισοδηματικών στρωμάτων γίνεται με τη μέθοδο του αυτοπροσδιορισμού και όχι με βάση αντικειμενικά, αριθμητικά μεγέθη. Από την άποψη αυτή, εμφανίζεται ένας εντελώς διαφορετικός κόσμος από εκείνον που έφερε το 2015 στην εξουσία το ΣΥΡΙΖΑ. Τα ριζοσπαστικοποιημένα / αποπροσανατολισμένα μεσοστρώματα που στοιχήθηκαν πίσω από το «αντιμνημονιακό» αφήγημα ταυτίζονταν με τις αγωνίες και τις ανησυχίες των φτωχότερων ή εκείνων που φτώχαιναν. Σήμερα, στην ερώτηση για το ποιος εκφράζει καλύτερα τις αναζητήσεις και τις προοπτικές της ευθυγραμμίζονται απολύτως - σχεδόν με ακρίβεια δεκαδικού στο ερώτημα του «καταλληλότερου πρωθυπουργού» - με τις επιλογές εκείνων που πιστεύουν πως ανήκουν σε ανώτερη εισοδηματική τάξη. Η αισιοδοξία ή απαισιδοξία για τις ατομικές και συλλογικές προοπτικές φαίνεται να είναι ο καθοριστικός παράγοντας για το εάν τα μεσαία στρώματα αισθάνονται τη μοίρα τους κοινή με όσους βρίσκονται παρακάτω ή παραπάνω στην οικονομική κλίμακα.

Τρίτον, το κεντρικό επιχείρημα Μητσοτάκη ότι «επιστρέφει στη μεσαία τάξη όσα της πήρε ο ΣΥΡΙΖΑ», μέσα από τη μείωση της φορολογικής επιβάρυνσης, φτάνει έως τις επόμενες κάλπες αλλά δεν πηγαίνει πιο πέρα. Αλλωστε, η ελάφρυνση της φορολογίας (ως επί το πλείστον αναγκαία και στοχευμένη, αλλού συζητήσιμη) επιστρέφει στην «παλιά» μεσαία τάξη λιγότερα από όσα η αύξηση των περιουσιών (μετά από τη μεγάλη συρρίκνωσή τους), μέσα από τη συνολική ανάπτυξη και τη συνακόλουθη ανατίμηση των περιουσιακών στοιχείων. Συμβάλλει, αλλά δεν αρκεί, για τη συγκρότηση μιας νέας μεσαίας τάξης που θα προκύψει από την ήδη αναδυόμενη οικονομία της γνώσης. Αυτή θα κριθεί στην εκπαιδευτική πολιτική και τις εργασιακές σχέσεις, όχι στη φορολογία.


Εκτύπωση στις: 2024-04-25
Από την ιστοσελίδα: Ανανεωτική
http://www.ananeotiki.gr/el/sx_PrintPage.php?tid=12208