Αρχική | Εκτύπωσε ή Αποθήκευσε ως PDF | Αποθήκευσε ως WORD | Αποθήκευσε ως HTML

Η επισιτιστική ανασφάλεια δεν έφυγε ποτέ

Αθηνά, Λινού

Η Εφημερίδα των Συντακτών, 2021-10-16


Οι ανατιμήσεις στα τρόφιμα, που βιώνουμε ήδη και στην Ελλάδα, θα επιδεινώσουν το πρόβλημα της ανεπάρκειας τροφής που σχετίζεται με τη φτώχεια.

Η καθηγήτρια Επιδημιολογίας Αθηνά Λινού είναι γνωστή πλέον στους περισσότερους Ελληνες για τις καίριες παρεμβάσεις της σε θέματα δημόσιας υγείας, όπως η πορεία του εμβολιαστικού προγράμματος. Ομως πολύ πριν η πανδημία την μετατρέψει σε ένα από τα πλέον αναγνωρίσιμα και οικεία πρόσωπα ανάμεσα στους «ειδικούς» που μας μιλάνε από τις οθόνες μας, η πολύχρονη δουλειά της ως προέδρου του Ινστιτούτου Προληπτικής, Περιβαλλοντολογικής και Εργασιακής Ιατρικής Prolepsis, αναγνωρίζεται ευρύτατα από όλους όσους γνώρισαν, έστω και λίγο, το τεράστιο πρόβλημα της παιδικής φτώχειας και επισιτιστικής ανασφάλειας. Ενα πρόβλημα που κορυφώθηκε κατά τη διάρκεια των μνημονίων και της οικονομικής κρίσης αλλά ποτέ δεν εξαλείφθηκε.

Το πρόγραμμα Σίτισης και Προώθησης Υγιεινής Διατροφής «ΔΙΑ-ΤΡΟΦΗ», που ξεκίνησε το 2012 και συνεχίζεται μέχρι σήμερα αποκλειστικά με ιδιώτες χορηγούς, προηγήθηκε χρονικά των «Σχολικών Γευμάτων» – το δημόσιο πρόγραμμα που εγκαινίασε ο ΣΥΡΙΖΑ το 2016, καλύπτοντας 185.000 παιδιά. Ενω το πρόγραμμα προοριζόταν να επεκταθεί σε 600.000 παιδιά, διακόπηκε αιφνιδιαστικά τον Μάρτιο του 2021 από την κυβέρνηση Μητσοτάκη.

Το πρόγραμμα ΔΙΑ-ΤΡΟΦΗ την περίοδο της κορύφωσης της κρίσης, το 2013-2014, είχε ξεπεράσει τα 400 σχολεία και κάλυπτε πάνω από 60.000 μαθητές. Σήμερα παρέχει σχολικά γεύματα σε λίγο περισσότερους από 5.000 μαθητές, ωστόσο οι αιτήσεις για συμμετοχή παραμένουν υπερπολλαπλάσιες. Σύμφωνα με την πρόεδρο του Ινστιτούτου Prolepsis, η επισιτιστική ανασφάλεια δεν έχει υποχωρήσει, τουλάχιστον στα σχολεία των πιο υποβαθμισμένων και οικονομικά ευάλωτων περιοχών. «Από τα δεδομένα που μαζεύουμε από τους γονείς των παιδιών που φοιτούν σε αυτά τα σχολεία, σε ολόκληρη τη χώρα, η επισιτιστική ανασφάλεια σε μερικές περιοχές μπορεί να φτάνει ώς και το 100% των μαθητών. Στα περισσότερα σχολεία στα οποία προσφέρουμε βοήθεια η επισιτιστική ανασφάλεια ξεπερνά το 50% των μαθητών και ένα ποσοστό από 20% ώς 40% αντιμετωπίζει και πείνα».

Τα στοιχεία για την επισιτιστική ανασφάλεια συγκεντρώνονται με βάση ένα διεθνές ερωτηματολόγιο, το οποίο συμπληρώνουν ανώνυμα οι γονείς και περιλαμβάνει 16 ερωτήματα, τα διπλάσια από τις αντίστοιχες ερωτήσεις του FAO για την επάρκεια τροφής στα οποία βασίζεται και η ΕΛΣΤΑΤ. Κάποιες από τις ερωτήσεις είναι: «ανησυχούσατε ότι θα τελειώσουν τα τρόφιμα πριν έχετε χρήματα να αγοράσετε άλλα;», «Δεν είχατε χρήματα ώστε να έχετε καλής ποιότητας τρόφιμα και ποικιλία στα γεύματά σας;», «Χρησιμοποιήσατε λίγα φθηνά τρόφιμα για να ταΐσετε το παιδί/τα παιδιά σας;». Από τον αριθμό και τη συχνότητα των θετικών απαντήσεων προκύπτουν διαφορετικά ποσοστά διατροφικής ανασφάλειας ή και ανασφάλειας με πείνα. «Το γεγονός ότι ανέβηκε το μέσο εισόδημα δεν σημαίνει ότι οι άνθρωποι που ήταν κάτω από το όριο της φτώχειας βγήκαν από τη φτώχεια. Εμείς είχαμε υπολογίσει ότι 400.000 παιδιά βιώνουν επισιτιστική ανασφάλεια. Μέχρι φέτος συνεχίζουμε να λαμβάνουμε αιτήσεις από σχολεία που εκπροσωπούν πάνω από 300.000 παιδιά». Tα σχολεία από τα οποία συγκεντρώνει στοιχεία το Ινστιτούτο Prolepsis βρίσκονται στο κέντρο της Αθήνας, στον Ασπρόπυργο, σε περιοχές της Θεσσαλονίκης, στo νομό Εβρου, σε περιοχές της Εύβοιας και της Στερεάς Ελλάδας.

Η κ. Λινού θεωρεί ότι οι ανατιμήσεις στα τρόφιμα, που βιώνουμε ήδη και στην Ελλάδα, θα επιδεινώσουν το πρόβλημα της ανεπάρκειας τροφής που σχετίζεται με τη φτώχεια. «Ηδη ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας έχει ανακοινώσει ότι πάνω από 100 εκατομμύρια άνθρωποι στον πλανήτη που δεν ήταν σε επίπεδο φτώχειας, θα ξαναπέσουν στη φτώχεια λόγω του κορονοϊού. Αν αυτό συνδυαστεί με τη διεθνή άνοδο στις τιμές των τροφίμων, είναι δεδομένο ότι θα ενταθεί η ανθρωπιστική κρίση στη διατροφή.

Εξίσου ανησυχητικό όμως, ειδικά για τις ανεπτυγμένες χώρες, είναι η παχυσαρκία που σχετίζεται με τη φτώχεια. Η φτώχεια και η επισιτιστική ανασφάλεια στις χώρες με μέσο εισόδημα, όπως η δική μας, μπορεί να μην εκφράζεται με χαμηλότερο σωματικό βάρος από το φυσιολογικό, αλλά με υψηλότερο σωματικό βάρος, γιατί η ποιότητα των τροφίμων που καταναλώνεται είναι τέτοια που οδηγεί στην παχυσαρκία. Για παράδειγμα όταν δίνεις στο παιδί κρουασάν που είναι πιο φθηνό, αντί για φρούτα και γάλα, μπορεί να καλύπτεις προσωρινά την πείνα αλλά όχι τις διατροφικές ανάγκες, και αυτό οδηγεί στην παχυσαρκία. Σε όλες τις χώρες του δυτικού κόσμου η παχυσαρκία συνδέεται με το χαμηλό εισόδημα».

Η Ελλάδα δεν αποτελεί εξαίρεση. «Εμείς στα σχολεία που εξυπηρετούμε, που βιώνουν επισιτιστική ανασφάλεια σε ποσοστά άνω του 50%, ένα 40% των παιδιών είναι παχύσαρκο και ένα 12% ολιγοβαρές. Δεν είναι μόνο η κακή ποιότητα του φαγητού που οδηγεί στην παχυσαρκία. Είναι επιπλέον ότι τα παιδιά που έχουν βιώσει πείνα, όταν βρουν φαγητό καταναλώνουν υπερβολικές ποσότητες, ακριβώς επειδή πεινούσαν για μία-δύο μέρες».

Οι προτάσεις επαγγελματικών φορέων και επιμελητηρίων για μείωση του ΦΠΑ σε βασικά είδη διατροφής, στα πρότυπα άλλων χωρών της Ευρώπης, ώστε να αντιμετωπιστούν οι ανατιμήσεις, βρίσκουν σύμφωνη την κ. Λινού, υπό συγκεκριμένες προϋποθέσεις: «Οι όποιες μειώσεις του ΦΠΑ πρέπει να γίνουν επιλεκτικά, όπως έχει εφαρμοστεί σε άλλες χώρες. Ο ΦΠΑ σε τρόφιμα με υψηλή περιεκτικότητα σε ζάχαρη, λιπαρά, επεξεργασμένους υδατάνθρακες, χαμηλής διατροφικής αξίας, αλλά υψηλής θερμιδικής - π.χ ανθρακούχα ποτά, τσιπς, έτοιμο φαγητό κ.λπ., πρέπει να διατηρηθεί υψηλό. Αντίθετα πρέπει να μειωθεί σε προϊόντα απαραίτητα για τη διατροφή, φρούτα, λαχανικά, αβγά, προϊόντα με υψηλότερη αναλογία πρωτεϊνών και θρεπτικών συστατικών και μικρότερη αναλογία υδατανθράκων και «κενών» θερμίδων».

Το ινστιτούτο Prolepsis διεξάγει έρευνα για το πώς ο κορονοϊός επηρέασε τις διατροφικές συνήθειες των οικογενειών. Τα μέχρι στιγμής ευρήματα συγκλίνουν ότι μειώθηκε η κατανάλωση σε υγιεινά τρόφιμα, όπως τα φρούτα και τα λαχανικά και η μείωση ήταν πιο έντονη στις φτωχότερες περιοχές, στα αγόρια και στις εφηβικές ηλικίες. Διόλου συμπτωματικά, τα φρούτα και τα λαχανικά είναι από τα τρόφιμα με τις υψηλότερες ανατιμήσεις μέσα στο 2021, ενίοτε ξεπερνώντας το 21%. Η Αθηνά Λινού καταλήγει ότι η επισιτιστική ανασφάλεια θα ενταθεί στις πιο αδύναμες κοινωνικο-οικονομικές τάξεις και η μέριμνα στα σχολεία οφείλει να συνεχιστεί, υπό τον όρο ότι θα ελέγχεται για την ποιότητα και τη διατροφική της ισορροπία. «Σκοπός δεν είναι απλώς να χορτάσουμε τα παιδιά, αλλά να τους δώσουμε σωστή διατροφή και να χτίσουμε υγιεινές διατροφικές συνήθειες», καταλήγει, τονίζοντας πόσο κρίσιμο είναι τα γεύματα να μοιράζονται σε όλα τα παιδιά κάθε σχολείου.


Εκτύπωση στις: 2024-04-19
Από την ιστοσελίδα: Ανανεωτική
http://www.ananeotiki.gr/el/sx_PrintPage.php?tid=12265