Αρχική | Εκτύπωσε ή Αποθήκευσε ως PDF | Αποθήκευσε ως WORD | Αποθήκευσε ως HTML

Η «εκδίκηση της φύσης» και ο Διομήδης

Παντελής, Μπουκάλας

Η Καθημερινή, 2022-01-16


Μολονότι θρυλείται ότι ζούμε στην εποχή του Ορθού Λόγου, κάθε φορά που αποκαλύπτεται η ανεπάρκειά μας μπροστά σε φυσικά συμβάντα που ξεπερνούν έστω και λίγο το αναμενόμενο και το προσδοκώμενο, σπεύδουμε στην αποθήκη με τα ξεθυμασμένα κλισέ και αρπαζόμαστε από τη στερεοτυπική ανθρωπομορφική δεισιδαιμονία: «η μανία της φύσης», «η εκδίκηση της φύσης» και τα συναφή. Οι πιο θρήσκοι προσθέτουν την «οργή του Θεού» και την «τιμωρία των ουρανών». Είτε τη δαιμονική (ή διαβολική) φύση ενοχοποιούμε, πάντως, είτε τους αγγέλους που στέλνει ο Θεός για να μας σωφρονίσουν με τη ρομφαία τους, το αποτέλεσμα είναι το ίδιο: Βέβαιοι ότι αδυνατούμε να τα βγάλουμε πέρα όταν μας κατατρέχουν υπέρτερες εξωανθρώπινες δυνάμεις, συνεχίζουμε να κινούμαστε στην ίδια ρότα, απαλλαγμένοι από ψυχοφθόρα ηθικά διλήμματα και κουραστικές συνειδησιακές εμπλοκές σε ζητήματα με την ευθύνη στον πυρήνα τους· τη δική μας ευθύνη, διαβαθμισμένη, ναι, όχι όμως και ασήμαντη.

Γιατί ν’ αλλάξουμε, σκεφτόμαστε, όταν δεν γίνεται ν’ αλλάξουμε τίποτε; «Με τη μανία της φύσης δεν τα βγάζει κανείς πέρα» αφενός, «με τον Θεό δεν τα βάζει κανείς» αφετέρου, πάει και τελείωσε. «Αφετρίτου» δεν υπάρχει παρά μόνο όταν καλαμπουρίζουμε, κι ωστόσο υπάρχει και τρίτο αυτοαπαλλακτικό δογματάκι: «Ελα μωρέ, το τσιγκάκι της ταδεκόλας σε μάρανε, που το άφησα στο παγκάκι αντί να το ρίξω στον γαλάζιο κάδο; Και η πλαστική σακουλίτσα, που μου την πήρε ο άνεμος στην παραλία και βαρέθηκα να την κυνηγήσω, για να μη γίνω και θέαμα; Δεν βλέπεις τι κάνουν οι βιομήχανοι και οι πετρελαιάδες; Κι αυτοί που φυτεύουν ανεμογεννήτριες σε απάτητα βουνά, τάχα επειδή τους έπιασε ο καημός για τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας;».

Ναι, τα ‘χουμε χιλιακούσει όλ’ αυτά. Αν δεν τα ‘χουμε πει κιόλας κι εμείς οι ίδιοι. Εστω μια-δυο φορές. Εστω κι από μέσα μας. Στις ψυχοδιαλυτικές μέρες της πανδημίας μάλιστα παραγίναμε σοφισματίες. Οποτε βλέπουμε στον δρόμο, πολύ μακριά από καλάθι απορριμμάτων ή κάδο, πεταμένη μάσκα, χειρουργική, πάνινη, τώρα πια και την ακριβή ΚΝ95, αν εντείνουμε λίγο την προσοχή μας, θ’ ακούσουμε το μήνυμα που μας φέρνει ο αέρας: «Τι λε, ρε άνθρωπε. Αυτό είναι το πρόβλημα; Η μάσκα που μου έπεσε, επειδή μπλέχτηκαν τα δάχτυλά μου με το κινητό, ή η τιμή της ΚΝ; Που με αναγκάζει να τη φοράω και να την ξαναφοράω –εντάξει, μέχρι να μου πέσει–, ακόμα κι όταν δεν είναι ασπίδα πια αλλά σουρωτήρι; Μόνο και μόνο για να μη με γράψουν και πληρώσω πρόστιμο, γι’ αυτό τη βάζω, δεν το καταλαβαίνεις;».

Καταλαβαινόμαστε, αλίμονο. Εκείνο πάντως που δεν θέλουμε να καταλάβουμε είναι ότι δεν κινδυνολογούσε αναίτια η προφητεία που ακούστηκε ήδη τον πρώτο χρόνο της πανδημίας, ότι δηλαδή, έτσι όπως φερόμαστε πολίτες και πολιτικοί, άτομα, αυτοδιοίκηση και κυβερνήσεις, δεν θ’ αργήσει ο καιρός που η Μεσόγειος θα έχει περισσότερες μάσκες παρά μέδουσες. Οπως έδειξε τον περυσινό Μάιο έρευνα της OceansAsia, που ασχολείται με την προστασία των θαλάσσιων οικοσυστημάτων, τουλάχιστον το 3% των μασκών μιας χρήσεως θα καταλήξει στη θάλασσα. Μη βιοδιασπώμενες οι μάσκες αυτές, θα ζήσουν στις θάλασσές μας 450 χρόνια, επιβαρύνοντας το θαλάσσιο περιβάλλον και θέτοντας σε κίνδυνο πολλά είδη ψαριών. Σαν θερινοί κολυμβητές, θα τις συνηθίσουμε στη θάλασσα όπως τις συνηθίσαμε ήδη πεταμένες στη στεριά; Δεν μοιάζει απίθανο.

Δισεκατομμύρια παγκοσμίως κάθε μέρα οι μικρές αθωωτικές αποφάσεις για τις «ασήμαντες» προσβολές μας στη φυσική τάξη, για το βάρος που προσθέτουμε στους ήδη κλονισμένους ώμους του πλανήτη. Μπορεί να δείχνουν ασήμαντες ή να τους αποδίδει αυτόν τον βολικό χαρακτηρισμό η σοφιστική κουτοπονηριά μας, συναποτελούν όμως ένα εξαιρετικό υπόστρωμα για να καλλιεργηθεί πάνω του η χυδαία απληστία των μεγάλων δολιοφθορέων του περιβάλλοντος. Τι μας λένε όλοι αυτοί στη μία και μόνη γλώσσα που κατέχουν, ανεξαρτήτως εθνικότητας, τη γλώσσα της «ελεύθερης αγοράς», δηλαδή της ανεξέλεγκτης αισχροκέρδειας; Κάτι τέτοιο: «Αφού δεν νοιάζεστε εσείς, που χάνετε, και χάνετε κάθε χρόνο και περισσότερα, γιατί να νοιαστούμε εμείς, που κερδίζουμε, και κερδίζουμε κάθε μέρα και πολύ περισσότερο;».

Κάπως έτσι, άθικτο περιβάλλον –θάλασσες, ποτάμια, λίμνες, ζούγκλες– θα βλέπουμε σχεδόν αποκλειστικά στα φυσιολατρικά ντοκιμαντέρ. Κάπως έτσι, ο όρος «κλιματική αλλαγή» είναι απολύτως ανώδυνος, ενώ μετριοπαθής ακούγεται και ο όρος «κλιματική κρίση». Κάπως έτσι, όταν λέμε «ακραία καιρικά φαινόμενα» δεν λέμε τίποτε ουσιώδες, γιατί η ακρότητα τείνει να γίνει κανονικότητα. Ολο και πιο συχνά ακούμε γέροντες, όπου γης, να λένε ότι «τέτοιο κακό δεν έχουν ξαναζήσει». Κακό πάνω στο κακό ένα διαπιστωμένο γεγονός: Αντί να μας συνετίσει η κλιματική διαταραχή, να μας παρωθήσει σε έγκαιρη δράση, μετεξελίχθηκε σε εύκολο άλλοθι για τον κρατικό μηχανισμό (τον δικό μας κι όλους τους άλλους). Που πάντα είναι πανέτοιμος, μα έχει χούι ν’ αργεί. Επειδή ωστόσο είμαστε αναγκασμένοι να μετατρέπουμε κάθε κρίση σε ευκαιρία, καλούμαστε να εκμεταλλευτούμε ακόμα και τα χαμηλά βαρομετρικά, παρά τις δεινές επιπτώσεις τους, σαν πηγή πληροφοριών. Ωστε να διευρύνουμε τις γεωγραφικές, ιστορικές και μυθολογικές γνώσεις μας. Μας βοηθάει σ’ αυτό η νέα συνήθεια να βαφτίζονται οι κακοκαιρίες, τα βαθιά χαμηλά βαρομετρικά, αλλά και οι ψυχρές λίμνες, οι ψυχρές εισβολές, τα θερμά μέτωπα, οι μεσογειακοί κυκλώνες κτλ. Οπως διαβάζουμε στην ιστοσελίδα της ΕΜΥ, στην Ελλάδα η ονοματοδοσία αποφασίστηκε στις αρχές του 2017, για «να διευκολύνει τη μεταφορά της πληροφορίας στους πολίτες ώστε να λάβουν, στο μέτρο του δυνατού, όλα τα απαραίτητα μέτρα/προφυλάξεις για την προστασία της ζωής και της περιουσίας τους».

Πρώτη δάνεισε το όνομά της η Αριάδνη, για να βαφτιστεί η χιονόπτωση που ταλάνισε τη χώρα από τις 5 έως τις 11 Ιανουαρίου 2017. Πόσοι είχαν τότε την περιέργεια να ψάξουν κάτι παραπάνω για την Κρητικοπούλα και να μάθουν πόσο βαριά αδικήθηκε από τον Αθηναίο Θησέα, δεν το ξέρουμε. Η αρχαιοελληνική και ρωμαϊκή παρέα της, ωστόσο, γύρω από την κολυμπήθρα της ΕΜΥ στήνει χορό ολόκληρο: Αντίνοος, Γηρυόνης, Διδώ, Ετεοκλής, Ηφαιστίων, Ιανός, Κίρκη, Μήδεια. Και τώρα Διομήδης. Ποιος από τους δύο όμως; Ο βασιλιάς της Θράκης με τα ανθρωποφάγα άλογα, θύμα του Ηρακλή στον όγδοο άθλο του; Ή ο βασιλιάς της Αργολίδας, στον οποίο ο Ομηρος αφιερώνει ολόκληρη ραψωδία στην «Ιλιάδα», την πέμπτη, γνωστή με τον τίτλο «Διομήδους αριστεία»; Αξιος τιμής είναι, πάντως, ο Αργείος, σαν τρανός πολεμιστής, που δεν δίστασε να τα βάλει ακόμα και με θεούς, την Αφροδίτη και τον Αρη. Τον τιμάς όμως όταν δίνεις το όνομά του στο ανεπιθύμητο και στο καταστροφικό; Οχι βέβαια. Μένει λοιπόν ο κακοποιός Θραξ. Κι εμείς μένουμε με την ελπίδα ότι ο Κρατικός Μηχανισμός μοιάζει στον Ηρακλή. Τον ακατάβλητο Ηρακλή των μύθων βέβαια. Οχι τον ανέμελο γλεντοκόπο και αχόρταγο φαγά των αρχαιοελληνικών κωμωδιών.


Εκτύπωση στις: 2024-03-29
Από την ιστοσελίδα: Ανανεωτική
http://www.ananeotiki.gr/el/sx_PrintPage.php?tid=12516