Αρχική | Εκτύπωσε ή Αποθήκευσε ως PDF | Αποθήκευσε ως WORD | Αποθήκευσε ως HTML

Αντί για επένδυση στο ΕΣΥ και στην ΠΦΥ, επιστροφή στον χρεοκοπημένο νεοφιλελευθερισμό

Ανδρέας, Ξάνθος, Σταμάτης Βαρδαρός

Η Εφημερίδα των Συντακτών, 2022-03-21


Η πλήρης εικόνα της επιχειρούμενης απορρύθμισης θα προκύψει όταν έχουμε επιτέλους ένα συγκροτημένο νομοσχέδιο για την ΠΦΥ και τον ΕΟΠΥΥ.

Τον τελευταίο καιρό ο υπουργός Υγείας κ. Πλεύρης έχει επιλέξει την τακτική των επαναλαμβανόμενων «διαρροών» στα ΜΜΕ για τις «μεταρρυθμίσεις» που προωθεί στο σύστημα υγείας. Χωρίς συγκεκριμένο σχέδιο, χωρίς διαβούλευση και κυρίως αγνοώντας τις νέες ανάγκες και προτεραιότητες που έχει αναδείξει η πανδημία. Ακόμα και ο φιλοκυβερνητικός ΠΙΣ (Πανελλήνιος Ιατρικός Σύλλογος) εξέφρασε δημόσια τη δυσαρέσκειά του.

Το μείζον ζήτημα όμως με τους κυβερνητικούς σχεδιασμούς στην Υγεία, και ειδικά στην Πρωτοβάθμια Φροντίδα (ΠΦΥ), είναι ότι επαναφέρουν ως λύση τον χρεοκοπημένο νεοφιλελευθερισμό, δηλαδή τη «συνταγή» της συρρίκνωσης των δημόσιων συστημάτων υγείας και της επέκτασης της ιδιωτικής αγοράς, που αποδείχθηκε ανίκανη να αντιμετωπίσει την πρόκληση της παγκόσμιας υγειονομικής κρίσης και αμφισβητείται πλέον ως μοντέλο για την πολιτική υγείας σε όλες τις αναπτυγμένες χώρες της Δύσης.

Σε κάθε περίπτωση η αναθέρμανση της δημόσιας συζήτησης για το μέλλον του ΕΣΥ αποτελεί μια καλή ευκαιρία για να θυμηθούμε και να ξεκαθαρίσουμε ορισμένες κρίσιμες πτυχές. Το 2017 η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ δρομολόγησε μια πολύ σημαντική μεταρρύθμιση στην ΠΦΥ με επίκεντρο τον θεσμό του οικογενειακού γιατρού και της διεπιστημονικής ομάδας υγείας (νοσηλευτής-επισκέπτης υγείας-κοινωνικός λειτουργός) που αποτελούν το πρώτο σημείο «επαφής» του πολίτη με το σύστημα υγείας, παρέχουν υπηρεσίες σε αποκεντρωμένες δημόσιες δομές (ΤΟΜΥ), δίνοντας έμφαση όχι μόνο στην παρακολούθηση χρόνιων ασθενών αλλά στην πρόληψη και προαγωγή της υγείας, στην ολιστική οικογενειακή και κοινοτική φροντίδα, στη σχολική υγεία, στην ιατρική της εργασίας, στην παρέμβαση στην κοινότητα και στην αγωγή υγείας του πληθυσμού.

Η αλλαγή αυτή, η οποία συνδυάστηκε με όσο το δυνατόν μεγαλύτερη στήριξη των υπόλοιπων δημόσιων δομών (Κέντρα Υγείας αγροτικού και αστικού τύπου, ΠΠΙ ) και χρηματοδοτήθηκε αναγκαστικά από ευρωπαϊκούς πόρους, αποτέλεσε για πρώτη φορά μια ολοκληρωμένη και συνεκτική νομοθετική παρέμβαση στην ΠΦΥ που δεν έμεινε στα χαρτιά αλλά άρχισε να υλοποιείται. Με προβλήματα και δυσκολίες αλλά και με μετρήσιμα βήματα: το καλοκαίρι του 2019 λειτουργούσαν οι 127 πρώτες ΤΟΜΥ σε όλη τη χώρα, αφήνοντας ήδη πολύ σημαντικό αποτύπωμα στην καθολική και ισότιμη φροντίδα των πολιτών.

Και έχοντας ήδη αξιολογηθεί θετικά τόσο από ειδική ομάδα εξωτερικών αξιολογητών και εμπειρογνωμόνων (που ορίστηκαν από τη σημερινή κυβέρνηση) όσο και από τους εξυπηρετούμενους πολίτες. Είναι γνωστό επίσης ότι υπάρχει δέσμευση της χώρας έναντι της Ε.Ε. για την ολοκλήρωση αυτής της μεταρρύθμισης και τη βιωσιμότητα των ΤΟΜΥ μετά τη λήξη του 4ετους χρηματοδοτικού προγράμματος, ενσωματώνοντας οργανικά τις νέες δομές και το προσωπικό τους στο ΕΣΥ και διασφαλίζοντας τη συνέχιση της λειτουργίας τους.

Παράλληλα όμως με την ανάπτυξη των ΤΟΜΥ και την αξιοποίηση ιατρικού δυναμικού των Κέντρων Υγείας ως οικογενειακών γιατρών επιχειρήθηκε η αξιοποίηση και συμβεβλημένων με τον ΕΟΠΥΥ γιατρών σε αντίστοιχη λογική εγγεγραμμένου πληθυσμού/οικογενειακό γιατρό και αποζημίωση βάσει του συνολικού αριθμού εγγεγραμμένων πολιτών (σύστημα capitation).

Ο πολίτης, ασφαλισμένος ή ανασφάλιστος, συνέχιζε να έχει απρόσκοπτη πρόσβαση στα νοσοκομεία για έκτακτα και επείγοντα περιστατικά, χωρίς έχοντας ωστόσο χρονικό πλεονέκτημα για ραντεβού σε άλλες ειδικότητες εφόσον επέλεγε να χρησιμοποιήσει τον οικογενειακό του γιατρό.

Ο οικογενειακός γιατρός είχε ρόλο διευκόλυνσης και όχι παρεμπόδισης της πρόσβασης των ασθενών σε εξειδικευμένες υπηρεσίες του συστήματος υγείας. Με άλλα λόγια η ΠΦΥ ήταν «κλειδί» ισότητας στην Υγεία και ο οικογενειακός γιατρός δεν έκανε σκληρό gate-keeping αλλά κρατούσε την «πόρτα» του ΕΣΥ ανοιχτή σε όλους.

Είναι αλήθεια ότι η κάλυψη των ιατρικών θέσεων στις ΤΟΜΥ ήταν περιορισμένη (παρότι οι αποδοχές ήταν επιπέδου επιμελητή Α’ ΕΣΥ) αλλά και η ανταπόκριση του ιδιωτικού τομέα ήταν ανεπαρκής (παρότι η αμοιβή για όσους συμπλήρωναν το πλαφόν των εγγεγραμμένων έφτανε τις 2.000 € μικτά).

Η βασική αιτία ήταν το έλλειμα ιατρικού δυναμικού με προσανατολισμό στην ΠΦΥ στην Ελλάδα λόγω του νοσοκομειο-κεντρικού χαρακτήρα του ΕΣΥ και του brain drain, αλλά και λόγω της σκληρής αντίδρασης των -ελεγχόμενων από τη Ν.Δ.- Ιατρικών Συλλόγων, που λοιδόρησαν τις ΤΟΜΥ ως «αχρείαστες κρατικίστικες δομές ». Αντί όμως να δοθεί χρόνος και να στηριχθεί η ανάπτυξη του νέου μοντέλου (όπως για παράδειγμα συνέβη στην Πορτογαλία), η κυβέρνηση «πάγωσε» από την πρώτη στιγμή τη μεταρρύθμιση, δεν άνοιξε εδώ και 3 χρόνια ούτε μια νέα ΤΟΜΥ, τις αποψίλωσε -όπως και τα Κ.Υ.- από προσωπικό και σήμερα προωθεί ανοιχτά τη ιδέα των ΣΔΙΤ στην ΠΦΥ.

Στο πιο ιδιωτικοποιημένο δηλαδή κομμάτι του συστήματος υγείας (οι πρωτοβάθμιες υπηρεσίες καλύπτονται κατά 75% από τον ιδιωτικό τομέα) η κυβέρνηση θέλει να δώσει επιπλέον «χώρο» στους επιχειρηματίες υγείας και όχι να επενδύσει στις δημόσιες δομές.

Τελικά τις ΤΟΜΥ δεν τις έκλεισε! Για την ακρίβεια δεν κατάφερε να τις κλείσει, καθώς η συνθήκη της πανδημίας ήταν απαγορευτική και μια μεταρρυθμιστική τομή που έχει προλάβει να δώσει θετικά «βήματα γραφής» δεν καταργείται εύκολα. Εχει επιφέρει ωστόσο σημαντικά πλήγματα στον θεσμό του οικογενειακού γιατρού μέσω της απαξίωσής και της εγκατάλειψής του. Και έχει το θράσος ο υπουργός Υγείας να μιλά σήμερα για νέο μοντέλο «προσωπικού-θεράποντα γιατρού» που για πρώτη φορά θα υλοποιηθεί στη χώρα ! Σύμφωνα λοιπόν με τους «χρησμούς» του κ. Πλεύρη, οι προσωπικοί- θεράποντες γιατροί θα είναι κατά βάση συμβεβλημένοι ιδιώτες γιατροί με τον ΕΟΠΥΥ. Η ιδέα του οικογενειακού γιατρού που παρέχει ολιστική φροντίδα υγείας (και όχι μόνο θεραπεία) μέσα από δημόσιες δομές εγκαταλείπεται οριστικά.

Η πλήρης εικόνα της επιχειρούμενης απορρύθμισης θα προκύψει όταν έχουμε επιτέλους ένα συγκροτημένο νομοσχέδιο για την ΠΦΥ και τον ΕΟΠΥΥ. Οι βασικές κατευθύνσεις όμως είναι απολύτως προφανείς. Αντί για επένδυση στο Δημόσιο Σύστημα Υγείας και στο ανθρώπινο δυναμικό του, με σοβαρή αναβάθμιση των συνθηκών εργασίας, αμοιβής και εκπαίδευσης και με ειδικά κίνητρα προσέλκυσης γιατρών σε «άγονες» δομές και ειδικότητες, η κυβερνητική επιλογή είναι ΣΔΙΤ, συγχωνεύσεις δημόσιων δομών ΠΦΥ, περιορισμοί στην πρόσβαση (μια πρώτη κίνηση αποτελεί η διακοπή συνταγογράφησης των ανασφάλιστων από ιδιώτες γιατρούς), μετακύλιση του κόστους στον πολίτη και εξυπηρέτηση επιχειρηματικών συμφερόντων στον τομέα της ΠΦΥ, της εργαστηριακής διάγνωσης και της προνοσοκομειακής φροντίδας.

Είναι υπόθεση των υγειονομικών, των ασθενών, της κοινωνίας της προοδευτικής αντιπολίτευσης να αποτρέψουν ένα τέτοιο σχέδιο που θα… βλάψει σοβαρά το ΕΣΥ και τη δημόσια υγεία.


Εκτύπωση στις: 2024-04-25
Από την ιστοσελίδα: Ανανεωτική
http://www.ananeotiki.gr/el/sx_PrintPage.php?tid=12668