Αρχική | Εκτύπωσε ή Αποθήκευσε ως PDF | Αποθήκευσε ως WORD | Αποθήκευσε ως HTML

Μια νέα πολιτική για τη μειονότητα

ΤΟ ΥΠΕΞ ΑΛΛΑΖΕΙ ΤΗ ΣΤΑΣΗ ΤΟΥ ΓΙΑ ΤΗ ΘΡΑΚΗ

Ο ιός, Κυρ. Ελευθεροτυπία, 2006-07-16


Μια ολιγοήμερη επίσκεψη στη Θράκη αρκεί για να καταλάβει κανείς ότι τα πράγματα είναι εντελώς διαφορετικά από αυτά που παρουσιάζουν οι κινδυνολόγοι «αναλυτές» στα κανάλια των Αθηνών.

Το ηρώο της χουντικής περιόδου σκιάζει ακόμα την πλατεία της Κομοτηνής.

Παρά την έντονη θρακολογία που προκάλεσε επί ένα μήνα στην Αθήνα η υποψηφιότητα της κυρίας Καρά Χασάν, δεν μάθαμε τίποτα περισσότερο για την πραγματική πολιτική κατάσταση στην περιοχή της Θράκης και τις συνθήκες ζωής της μειονότητας. Το χειρότερο είναι ότι στη σχετική παραφιλολογία επικράτησαν τα στερεότυπα περασμένων δεκαετιών και οι αδιέξοδοι εθνικοί μύθοι που έχουν ξεπεραστεί από νέες πραγματικότητες και νέες ανάγκες του πληθυσμού της περιοχής.

Την ώρα που οι αθηναίοι θρακολόγοι των καναλιών συνέχιζαν να παπαγαλίζουν τις γνωστές εθνικές μεγαλοστομίες περί ελληνοφρόνων «Πομάκων» και παρασυρμένων «Τουρκογενών», οι άνθρωποι που χαράζουν την πραγματική πολιτική για τη μειονότητα έχουν ήδη προσανατολιστεί προς εντελώς διαφορετικές κατευθύνσεις: Ο νέος στόχος της ελληνικής πολιτικής είναι οι «Ρομά» της μειονότητας. Τους «Πομάκους» ξεχάστε τους!

Πάγια θέση της ελληνικής διοίκησης όλες τις τελευταίες δεκαετίες ήταν να επιμένει στο διαχωρισμό της μειονότητας της περιοχής σε τρεις εθνοτικές ομάδες («Τουρκογενείς, Πομάκους και Αθιγγάνους-Ρομά»).

Μερικές φορές, μάλιστα, αναφέρονταν σε (περισσότερες της μιας) «μουσουλμανικές μειονότητες», για να δώσουν μεγαλύτερη έμφαση στον εσωτερικό διαχωρισμό της μειονότητας. Ο προφανής στόχος ήταν η αποδυνάμωση των Τούρκων της μειονότητας, η ενίσχυση των εσωτερικών αντιθέσεων και ο προσεταιρισμός των Πομάκων.

Μια νέα πολιτική

Οπως διαβάζουμε σε ένα απόρρητο έγγραφο του υπουργείου Εξωτερικών που έχει συνταχθεί πριν από δέκα χρόνια, «η υπογράμμιση αυτής της "διαφορετικότητας" των τριών ομάδων απορρέει από την επιθυμία μας να αποφύγουμε την απορρόφηση των Πομάκων και των Αθιγγάνων από το τουρκογενές στοιχείο της μειονότητας και την κατ’ αυτόν τον τρόπο δημιουργία μιας συμπαγούς τουρκογενούς μειονότητας» (ΑΠΦ 1150.600/ΑΣ 809, 17/7/1996, ΥΠΕΞ, Α2 ΔΔΣ/Τμήμα Μειονοτικών Θεμάτων).

Ολα τα κανάλια «αποκάλυψαν» ταυτόχρονα τις «παράνομες ενώσεις». Κανένα δεν πήγε να δει πώς λειτουργούν και τι ακριβώς κάνουν.

Για να επιτευχθεί αυτός ο στόχος έγινε χρήση κάθε θεμιτού και αθέμιτου μέσου. Τεράστια ποσά δαπανήθηκαν σε «μελέτες», «προγράμματα», «ινστιτούτα» και «εκδηλώσεις» που μοναδικό στόχο είχαν να κατασκευάσουν μια «πομακική εθνική ταυτότητα» που δεν θα έτεινε ούτε προς την Τουρκία (λόγω θρησκείας) ούτε προς τη Βουλγαρία (λόγω γλώσσας). Και πρώτο μέτρο ήταν «η μερική απαλλαγή των Πομάκων από τα ήπια άλλωστε κατασταλτικά μέτρα που ίσχυαν για τους Τουρκογενείς μέχρι την αρχή της τρέχουσας δεκαετίας (’90)» (στο ίδιο έγγραφο).

Ομως, αυτή η πολιτική απέτυχε. Ούτε ο εκτουρκισμός της μεγάλης πλειοψηφίας της μειονότητας αποφεύχθηκε, ούτε πήρε σάρκα και οστά ποτέ ο διαχωρισμός των Πομάκων από τα άλλα μέλη της μειονότητας. «Η διαφοροποίηση αυτή από το τουρκογενές στοιχείο τα τελευταία χρόνια μειώνεται», διαβάζουμε στο ίδιο έγγραφο. «Σε αυτό συνετέλεσαν η επιμειξία των Πομάκων με τους Τουρκογενείς, η οποία προκλήθηκε από την εγκατάσταση Πομάκων στις πόλεις και από την αλλαγή στάσεως της επίσημης Τουρκίας στα θρησκευτικά θέματα».

Το αντίθετο, μάλιστα, συνέβη: Οι σχεδιασμοί επί χάρτου της ελληνικής πλευράς επιτάχυναν την ομογενοποίηση της μειονότητας. Το όψιμο χέρι φιλίας που έτεινε προς την πλευρά των Πομάκων η ελληνική πλευρά αντιμετωπίστηκε με εύλογη καχυποψία από εκείνους που μέχρι πριν από δέκα χρόνια ζούσαν πίσω από τις μπάρες του αποκλεισμού, την περιβόητη «επιτηρούμενη ζώνη» και είχαν την υποχρέωση να κυκλοφορούν με ειδικές άδειες, δηλαδή εσωτερικά διαβατήρια.

Ο λόγος που διατηρήθηκαν αυτές οι απαγορευτικές μπάρες, σύμφωνα με την ίδια έκθεση του ΥΠΕΞ, ήταν «η αποφυγή διασυνδέσεως του τουρκογενούς με το πομακικό στοιχείο».

Οι λόγοι της αποτυχίας της πολιτικής για τους Πομάκους είναι, βέβαια, πολλοί. Ο σημαντικότερος, όμως, είναι ότι βασίστηκε σε ένα προπαγανδιστικό τέχνασμα. Τώρα αναγκάζεται το ΥΠΕΞ να παραδεχτεί ότι ήταν ατελέσφορες οι θεωρίες «σύμφωνα με τις οποίες οι Πομάκοι είναι απόγονοι φυλών που συμπολέμησαν με τον Μεγαλέξανδρο, ότι είναι ευφυέστεροι των τουρκογενών και έτσι πλησιέστεροι στον ελληνικό μέσο όρο κ.ά.».

Αλλά και ο τρόπος της προσέγγισης, δηλαδή μέσω του στρατού (!) και γνωστών επιχειρηματιών, αποδείχτηκε κι αυτός ατυχής. Το παραδέχεται το ΥΠΕΞ με κομψό τρόπο στο ίδιο έγγραφο: «Η διδασκαλία της πομακικής δεν προσφέρει τίποτε στους Πομάκους, πλην της διατηρήσεως μιας εθνικής ταυτότητας, μάλλον προβληματικής. Αντιθέτως η επαρκής γνώση της ελληνικής ή της τουρκικής τούς δίνει τη δυνατότητα προσβάσεως στις αγορές εργασίας και τα Πανεπιστήμια της Ελλάδος ή της Τουρκίας και συνεπάγεται σημαντική βελτίωση του βιοτικού τους επιπέδου. Με την οπτική αυτή, η έκδοση των δύο λεξικών, αφενός του Δ’ Σώματος Στρατού και αφετέρου του δασκάλου κ. Θεοχαρίδη, με την οικονομική ενίσχυση του επιχειρηματία κ. Εμφιετζόμλου, δεν βελτίωσε, βεβαίως, τις προοπτικές διδασκαλίας της πομακικής. Εάν το πρώτο μπορεί να θεωρηθεί ως χρήσιμο εργαλείο για το στρατό και το δεύτερο ως καρπός της ιδιωτικής πρωτοβουλίας, κανένα από τα δύο δεν αποτελεί στην ουσία επιστημονικού επιπέδου εργασία».

Αυτό που απασχολεί, επίσης, τα στελέχη του ΥΠΕΞ είναι οι ενδεχόμενες επιπτώσεις που θα είχε η επίσημη διδασκαλία μιας σλαβικής γλώσσας σε άλλες περιοχές της χώρας, όπως η δυτική Μακεδονία, όπου τα πολύ συγγενικά προς τα πομακικά «μακεντόντσι» θεωρούνται εθνικώς ύποπτα και εξοβελιστέα. Με ανησυχία διαπιστώνουν οι ίδιοι αναλυτές του ΥΠΕΞ ότι ήδη έχει αποκατασταθεί μια επικοινωνία μεταξύ Ποντίων από τη Ρωσία (που έχουν εγκατασταθεί στην περιοχή) και σλαβόγλωσσων πληθυσμών («Πομάκων») στις δύο πλευρές των ελληνοβουλγαρικών συνόρων.

Η ελληνική πολιτεία στρέφεται, λοιπόν, εδώ και λίγο καιρό στην τρίτη συνιστώσα της μειονότητας, τους Ρομά.

Εδώ τα πράγματα θεωρούνται πιο εύκολα: Δεν είναι η «εθνική συνείδηση» τόσο που καθορίζει την ενότητα της κοινωνικής ομάδας, επομένως δεν υπάρχει καταρχήν το αξεπέραστο εθνοτικό φράγμα. Φοβόμαστε, πάντως, πως και την περίπτωση αυτή, θα αποδειχθεί πολύ όψιμη η στοργή της ελληνικής πολιτείας. Οσο μια την αποτελεσματικότητά της, κι αυτή είναι αμφίβολη, διότι ο αριθμός των Ρομά είναι πολύ μικρός παρά το «φούσκωμα» των επίσημων μελετών. Αλλά ακόμα και έτσι, είναι σημαντικό το γεγονός ότι για πρώτη φορά αντιμετωπίζονται ως έλληνες πολίτες οι Ρομά της περιοχής (για την ακρίβεια κάποια τμήματά τους) και δαπανώνται σημαντικά ποσά για την εκπαίδευσή τους, έστω επιλεκτικά και με ανορθόδοξους τρόπους.

Πάντως, σύμφωνα με τη μελέτη του Ευρωπαϊκού Κέντρου για τα Δικαιώματα των Ρομά και του Ελληνικού Παρατηρητήριου των Συμφωνιών του Ελσίνκι είναι ήδη αργά: «Φαίνεται ότι ένα σημαντικό τμήμα των Μουσουλμάνων Ρομά όντως ασπάζεται την τουρκική εθνική ταυτότητα. Ο εκπρόσωπος των Μουσουλμάνων Ρομά της Θράκης, στην ιδρυτική συνεδρίαση της Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Συλλόγων Ελλήνων Ρομά (ΠΟΣΕΡ), η οποία εδρεύει στην Αθήνα και χρηματοδοτείται από το κράτος, ισχυρίστηκε ότι οι Ρομά που εκπροσωπεί αποτελούν μια εθνική (δηλ. τουρκική) μειονότητα.

«Εκτουρκισμός»

»Παρομοίως, οι περισσότεροι Μουσουλμάνοι Ρομά που ζουν στο Νομό Εβρου δήλωσαν σε ερευνητές ότι είναι Τούρκοι και όχι Ρομά. Επιπλέον, παρατηρήθηκε ότι οι Μουσουλμάνοι Ρομά της Κομοτηνής σταμάτησαν να χρησιμοποιούν τη ρομανί και προτιμούν τα τουρκικά, ακόμη και στο σπίτι τους, κάτι που οι Ελληνες ερευνητές ερμηνεύουν ως ένδειξη του σταδιακού "εκτουρκισμού" τους».

Οσο μια το σύνολο της μειονότητας, φαίνεται ότι ο μεσοπρόθεσμος στόχος του ελληνικού κράτους είναι η αποδυνάμωσή της μέσω της αστικοποίησης. Η οικονομική συγκυρία βοηθά αυτό το σχεδιασμό. Το μεγαλύτερο μέρος του αγροτικού μειονοτικού πληθυσμού ασχολείται με τα καπνά, τα οποία ως γνωστόν αντιμετωπίζουν ως καλλιέργεια τη μεγαλύτερη κρίση των τελευταίων δεκαετιών. Οχυρωμένη πίσω από τη Ε.Ε., η ελληνική κυβέρνηση αρνείται οποιαδήποτε στήριξη των καλλιεργητών. Αλλά η αλλαγή καλλιέργειας στα ορεινά χωριά είναι σχεδόν αδύνατη. Ο μόνος δρόμος που θα μένει στους κατεστραμμένους αγρότες της μειονότητας είναι η μετανάστευση, τα καράβια και οι βοηθητικές εργασίες στις πόλεις.

Στην ίδια κατεύθυνση τείνουν απ’ ό,τι φαίνεται και οι άνωθεν σχεδιασμοί για την εκπαίδευση της μειονότητας. Εδώ και δέκα χρόνια πραγματοποιήθηκε μια μεγάλη τομή, με το τολμηρό και επιτυχημένο (παρά τις αντιδράσεις) «Πρόγραμμα Εκπαίδευσης Μουσουλμανοπαίδων», το οποίο διευθύνει η καθηγήτρια Αννα Φραγκουδάκη με τη συνερμασία της συναδέλφου της Θάλειας Δραμώνα. Σε συνδυασμό με το θετικό μέτρο της ποσόστωσης για την εισαγωγή στα πανεπιστήμια, το πρόγραμμα αυτό, που αφορά μόνο την ελληνόγλωσση εκπαίδευση, βελτίωσε αισθητά τον αριθμό των μειονοτικών που κατορθώνουν να προχωρήσουν στο ελληνικό εκπαιδευτικό σύστημα.

Ομως στη μεγάλη τους πλειονότητα τα μειονοτικά σχολεία παραμένουν σε άθλια κατάσταση, γιατί το τουρκόγλωσσο μέρος της εκπαίδευσης βρίσκεται ακόμα υπό τη σκιά των ελληνοτουρκικών ισορροπιών.

Ορισμένοι μειονοτικοί των πόλεων προτιμούν ήδη να στέλνουν τα παιδιά τους στα ελληνικά σχολεία. Εχοντας αυτό κατά νου, η ελληνική πλευρά προσβλέπει στη σταδιακή αποδυνάμωση των μειονοτικών σχολείων και την απορρόφηση μέρους των παιδιών της μειονότητας στα κοινά σχολεία.

Μια νέα δυναμική στην κοινωνία

Με βάση όλο αυτά τα δεδομένα, καταλαβαίνει κανείς πόσο εκτός τόπου και χρόνου ήταν όλη αυτή η επιμονή στην «πομάκικη καταγωγή» της κυρίας Καρά Χασάν που επαναλάμβαναν εν χορώ οι θρακολόγοι των καναλιών.

Εξίσου παραπλανητικά είναι και όσα «αποκάλυψαν» για την Τουρκική Ενωση Ξάνθης οι ίδιοι αναλυτές (με πρώτο εκείνον που διαλαλεί ότι οι μπάρες στην επιτηρούμενη ζώνη έπεσαν χάρη στις δικές του εκπομπές). Θα τους στενοχωρήσουμε λέγοντάς τους ότι τα σωματεία που φέρουν το χαρακτηρισμό «τουρκικός» στην Ξάνθη και την Κομοτηνή λειτουργούν κανονικά και εντός του νόμου, όπως κάθε άλλη ένωση πολιτών. Οχι μόνο «παράνομες» δεν είναι αυτές οι ενώσεις, αλλά διαθέτουν γραφεία σε πλήρη νόμιμη λειτουργία.

Η ελληνική κυβέρνηση θεωρεί ότι η υπόθεση εκκρεμεί και θα τελεσιδικήσει μόνο μετά την απόφαση του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου. Ομως ακόμα και στη (μάλλον απίθανη) περίπτωση να γίνει δεκτή η απόφαση της ελληνικής διοίκησης, το μόνο που θα συμβεί είναι ότι δεν θα αναρτηθούν οι ταμπέλες στα υπάρχοντα σωματεία.

Η εξαιρετική συγκέντρωση που οργάνωσε η «Αυγή» στην Ξάνθη. Από αριστερά, Μουσταφά Μουσταφά, Αλκης Ρήγος, Κώστας Γούναρης, Ντιλέκ Χαμπίμπ, Σταμάτης Σακελλίων, Σαμή Καραμπουγιούκογλου και Κωνσταντίνος Τσιτσελίκης.

Οσο μια το θέμα του μουφτή που απασχόλησε κι αυτό τα κανάλια επί μέρες, υπάρχει σκέψη στο ΥΠΕΞ να καταργηθούν οι δικαστικές του εξουσίες και να παραμείνουν οι θρησκευτικές.

Σ’ αυτή την περίπτωση θα μπορεί να εκλέγεται κάποιος μουφτής από τους πιστούς, ενώ οι Αρχές θα αναγνωρίζουν και τους εκλεγμένους και τους διορισμένους (απ’ αυτές) ως ισότιμους. Το μπερδεμένο σχήμα θεωρείται απαραίτητο τουλάχιστον για τη μεταβατική φάση που αναγκαστικά θα υπάρξει από το παλιό στο νέο σύστημα.

Η κατάργηση των δικαστικών δικαιοδοσιών του μουφτή είναι αυτονόητη για μια ευρωπαϊκή χώρα που δεν μπορεί να δεχτεί ότι σε κάποιο σημείο της επικράτειάς της διατηρείται ο ισλαμικός νόμος, η σαρία.

Οσο για την αναγνώριση όλων των μουφτήδων, αυτή η ανάγκη προκύπτει από την πρόθεση να αναγνωριστούν και οι μουφτήδες που με τον ένα ή άλλο τρόπο λειτουργούν στην Αθήνα. Το τελευταίο που θα επιθυμούσε το ΥΠΕΞ αυτή την περίοδο είναι η διατήρηση σε καθεστώς αδιαφάνειας (αν όχι ημιπαρανομίας) των μουσουλμανικών λατρευτικών χώρων στην ελληνική επικράτεια και ειδικά στην Αθήνα.

Με δυο λόγια, ο προβληματισμός των υπευθύνων του ΥΠΕΞ βρίσκεται σε διαφορετικές κατευθύνσεις από τις μισαλλόδοξες κραυγές των τηλε-θρακολόγων, έστω κι αν οι σχεδιασμοί του παραμένουν στα χαρτιά.

Αλλά το σημαντικό νέο στοιχείο που διαπιστώνει ο επισκέπτης της Θράκης είναι ότι, παράλληλα με τις νέες αναζητήσεις της ελληνικής πολιτείας για την αναπροσαρμογή της μειονοτικής της πολιτικής, αναπτύσσεται για πρώτη φορά μια νέα δυναμική στην κοινωνία της περιοχής, η οποία ξεπερνά τα κλασικά αδιέξοδα στερεότυπα που κυριαρχούσαν τόσο στον πλειονοτικό όσο και στο μειονοτικό πληθυσμό.

Σημάδι αυτού του νέου κλίματος ήταν η εκδήλωση που πραγματοποιήθηκε στην αίθουσα του Εργατικού Κέντρου Ξάνθης στις 21 Ιουνίου, με πρωτοβουλία του Ινστιτούτου Νίκος Πουλαντζάς και του ένθετου «Αναγνώσεις» της «Κυριακάτικης Αυγής».

Το θέμα «Η αργοπορημένη μεταπολίτευση της μειονοτικής πολιτικής» αναπτύχθηκε από την κοινωνιολόγο Ντιλέκ Χαμπίμπ, το δημοσιογράφο Σαμή Καραμπουγιούκογλου, τον καθηγητή του Παντείου Αλκη Ρήγο, το γιατρό και πρώην βουλευτή του Συνασπισμού Μουσταφά Μουσταφά, τον καθηγητή του Πανεπιστημίου Μακεδονίας Κωνσταντίνο Τσιτσελίκη και τον εκπαιδευτικό και δημοσιογράφο Σταμάτη Σακελλίωνα.

Το βαθύ κράτος ανασυντάσσεται

Τη συζήτηση συντόνιζε ο πρόεδρος του Δικηγορικού Συλλόγου Ξάνθης Κώστας Γούναρης. Ανάλογη εκδήλωση με το ίδιο θέμα είχε οργανωθεί και στην αίθουσα της ΕΣΗΕΑ στην Αθήνα στις αρχές του Ιουνίου (8/6/06), αλλά το ξεχωριστό στην Ξάνθη ήταν η συμμετοχή του κόσμου.

Το ακροατήριο ήταν μοιρασμένο σε μειονοτικούς και πλειονοτικούς ενώ το λόγο πήραν εκφραστές όλων των απόψεων. Επί τρεις ώρες συζητήθηκαν όλα τα προβλήματα. Μπορεί να μη λύθηκαν, αλλά αποδείχτηκε ότι ο διάλογος είναι εφικτός και ο αλληλοαποκλεισμός των δύο πληθυσμιακών ομάδων δεν είναι μονόδρομος.

Αλλά η Θράκη, παραμένει, δυστυχώς αυτό που μας είπε ο δημοσιογράφος και πρώην πρόεδρος του Δημοτικού Συμβουλίου Κομοτηνής Δάμων Δαμιανός, «ένα απέραντο χωνευτήρι μηχανισμών και αλλοίωσης συνειδήσεων». Και το χειρότερο είναι ότι «οι όροι του πολιτικού παιχνιδιού στη Θράκη είναι αδυσώπητοι, γιατί λειτουργεί στη λογική της προβοκάτσιας».

Σε αντίθεση, λοιπόν, από τη θετική δυναμική που δημιουργείται σε ορισμένα προοδευτικά κομμάτια της κοινωνίας, εντελώς αδρανείς παραμένουν κάποιοι κοινωνικοί θεσμοί από τους οποίους θα περίμενε κανείς πολύ περισσότερα. Φυσικά, δεν αναφερόμαστε στους πάγιους εκφραστές κάθε συντηρητικής πολιτικής στην περιοχή, δηλαδή στην εκκλησία και τα παρεκκλησιαστικά-παρακρατικά ιδρύματα της παρωχημένης εθνικοφροσύνης. Αναφερόμαστε στο Πανεπιστήμιο.

Περασμένες εποχές

Το Δημοκρίτειο Πανεπιστήμιο, με τμήματα και στους τρεις νομούς της Θράκης, είχε αρχίσει πριν από χρόνια να δημιουργεί μια θετική σχέση με την κοινωνία της περιοχής. Με αντιφατικές ίσως και σπασμωδικές πρωτοβουλίες, είχε πάντως κατορθώσει να ανοίξει τις πύλες του στο πρόβλημα της Θράκης και άρχισε να παίζει σημαντικό ρόλο σε ένα δημόσιο διάλογο για την αντιμετώπιση των προβλημάτων της μειονότητας. Ηταν η περίοδος όπου μια σειρά νέων πανεπιστημιακών, απαλλαγμένων από τις παρωπίδες της μετεμφυλιακής εθνικοφροσύνης, κατόρθωσαν να δουν κατάματα το πρόβλημα και επιχείρησαν για πρώτη φορά να το συνδέσουν με την ευρωπαϊκή δημοκρατική αντίληψη.

Αυτή η φωτεινή περίοδος του Δημοκρίτειου έχει δυστυχώς περάσει. Το Πανεπιστήμιο έχει γιγαντωθεί, αλλά η σχέση του με την κοινωνία έχει ατονήσει πλήρως. Οσο για τη μειονότητα, μάταια θα περίμενε στις σημερινές συνθήκες κάποια βοήθεια από την τοπική πανεπιστημιακή κοινότητα.

Χαρακτηριστικό είναι το γεγονός ότι σκάλωσε πρόσφατα η παραχώρηση από το Πανεπιστήμιο ενός μικρού οικοπέδου της Κομοτηνής που του ανήκει. Στο οικόπεδο επρόκειτο να χτιστεί σχολείο για Ρομά και με την άρνηση του ΔΠΘ η ανέγερση καθυστερεί. Και να σκεφτεί κανείς ότι το πανεπιστήμιο έχει χτιστεί πάνω στις λεγόμενες «μουσουλμανικές μαίες», την περίοδο που η αντιμετώπιση της μειονότητας πρόβλεπε και τον «εκχριστιανισμό» της ακίνητης ιδιοκτησίας.

Αλλά και σε ορισμένα τοπικά μέσα ενημέρωσης επανέρχεται πεισματικά η παλιά «θεωρία της αμοιβαιότητας», σύμφωνα με την οποία πρέπει να αντιμετωπιστεί η μειονότητα της Θράκης με τον ίδιο τρόπο που αντιμετωπίστηκαν οι Ελληνες της Κωνσταντινούπολης από τις τουρκικές Αρχές τη δεκαετία του ’50 και ’60, δηλαδή με πομκρόμ και βίαιο εκπατρισμό. Διαβάζουμε, λ.χ. στον «Χρόνο» της Κομοτηνής, τη μια από τις δυο μεγάλες εφημερίδες της πόλης: «Θέλουν οι Τούρκοι ικανοποίηση των υπερφίαλων αξιώσεών τους; Ναι, αλλά εδώ και τώρα να εφαρμοστεί η αμοιβαιότητα της Συνθήκης της Λωζάνης, να μείνουν στην Κομοτηνή όσοι απόμειναν στην Κωνσταντινούπολη. Και στην Ξάνθη να μένουν όσοι απόμειναν στην Ιμβρο και την Τένεδο» (22/6/06).

Υπάρχουν και χειρότερα: Αναφερόμενη στην αποκάλυψη του «Ιού» για τους λόγους που η ελληνική κυβέρνηση αποφεύγει να κυρώσει τη Σύμβαση-Πλαίσιο μια τα δικαιώματα των μειονοτήτων («Η Σύμβαση Φάντασμα», 11/6/06), η εφημερίδα «Αντιφωνητής» υποδεικνύει (σε ποιους άραγε;) ότι πρέπει να ασκηθεί δίωξη κατά του «Ιού» γι’ αυτό το δημοσίευμα.

Δημοσιογράφος-εισαγγελέας

Κάτω από τον (αυτοκριτικό) τίτλο «Αλήτες, ρουφιάνοι, δημοσιογράφοι!», ο κ. Κώστας Καραΐσκος που γράφει και εκδίδει τη δεκαπενθήμερη αυτή εφημερίδα, εισηγείται την καταδίκη του «Ιού» σε δεκαετή φυλάκιση, με την κατηγορία της προδοσίας! Η αντίληψη περί δημοσιογραφίας του κ. Καραΐσκου (ο οποίος επιμελείται και ομότιτλο εβδομαδιαίο ένθετο στη «Μακεδονία» του κ. Ζουράρι) είναι χαρακτηριστική για το ψυχροπολεμικό και μακαρθικό κλίμα που επικρατεί ακόμα σε ορισμένους κύκλους στη Θράκη.

Αλλωστε στο ίδιο κείμενο που εισηγείται τη φυλάκιση του «Ιού», περιγράφει και την κυβέρνηση ως «ασύλληπτο χαμαιτυπείο».

Πρόκειται για αναβιώσεις της περιόδου που οι δημοσιογράφοι θεωρούσαν αδιανόητη οποιαδήποτε κριτική στα «ευαίσθητα εθνικά θέματα» και η πολιτεία, από την πλευρά της, απαιτούσε απ’ αυτούς να λειτουργούν ως παράρτημα των υπηρεσιών της. Αυτή η λογική, όμως, είναι που έκρυβε επί χρόνια τις μπάρες της επιτηρούμενης ζώνης και τις διακρίσεις εις βάρος της μειονότητας, με δυο λόγια, το ελληνικό απαρτχάιντ της Θράκης που οδήγησε στο σημερινό αδιέξοδο.

--------------------------------------------------------------------------------

Πώς έγινα πιστός μουσουλμάνος

Του ΜΟΥΣΤΑΦΑ ΜΟΥΣΤΑΦΑ

Η άρνηση ύπαρξης Τούρκων στη Θράκη και η επιμονή στο θρησκευτικό προσδιορισμό, όροι όπως οι «Τουρκογενείς», οι «Πομάκοι» και οι «Τσιγγάνοι», η δήθεν πομακοφιλία και το ενδιαφέρον για τη γλώσσα και τον πολιτισμό τους δεν μπορεί να είναι μέθοδοι για την αντιμετώπιση του υπαρκτού προβλήματος του εθνικού αυτοπροσδιορισμού στη Θράκη. Η κάθε τόσο ανακίνηση αυτού του προβλήματος, η αμφισβήτηση ή η άρνηση της ταυτότητας πραγματικά θλίβουν αφάνταστα τους ενδιαφερόμενους. Για τους τηλεοπτικούς αστέρες, τους πρωτομάστορες αυτούς της πολιτικής, μπορεί να είναι μια φιλοσοφική συζήτηση ή μια καλή προπόνηση για άλλες πιο βαριές συζητήσεις, αλλά για τους μειονοτικούς είναι τουλάχιστον υπέρταση, είναι τουλάχιστον θυμός, είναι μια μεταλλική γεύση στο στόμα και ένα σφίξιμο στη τραχηλική και στερνική χώρα για να χρησιμοποιήσω ιατρικούς όρους.

Επειδή έχω ζήσει κι άλλες φορές παρόμοιες καταστάσεις, τυχαία βρήκα ένα κείμενο που είχα γράψει το 1999. Δεν το ’χω δημοσιεύσει. Το βρήκα στο αρχείο μου. Το ’γραψα ύστερα από ένα ιδεολογικό πογκρόμ που είχαμε δεχτεί, για ένα κείμενο που είχαμε υπογράψει για την αναγνώριση εθνικών μειονοτήτων και το είχαμε στείλει στον πρόεδρο της Βουλής και τους αρχηγούς των κομμάτων. Και σήμερα που έψαχνα τα κιτάπια μου, το βρήκα. Ηταν ένας μονόλογος κι ένα παράπονο προσωπικό, γιατί και το κόμμα μου είχε πει «οι τρεις μουσουλμάνοι βουλευτές. Είχα γράψει τα εξής:

Μετά τη σύσσωμη καταδίκη μου από όλο τον πολιτικό κόσμο της χώρας, μετά το αϊσιχτίρ του κ. Παπαθεμελή -έτσι είχε πει, μετά τα κεραυνοβολήματα του κ. Καψή-, μετά την ανακοίνωση ανθρώπων υπευθύνων για το πογκρόμ της 28ης του Γενάρη 1990 στην Κομοτηνή, μετά τις αναλύσεις σοβαρών δημοσιογράφων για το υποκινούμενο της υπογραφής μου, και τις τοποθετήσεις της συντρόφισσας Παπαρήγα -είχε πει τότε ότι εμείς είμαστε με τις μειονότητες αλλά αυτοί άλλα πράγματα θέλουν, διαμελισμούς και τέτοια, και εξυπηρέτηση αμερικάνικων συμφερόντων- και μετά το πιπέρι που μου έβαλε το κόμμα μου, αισθάνομαι την ανάγκη για το μέλλον το δικό μου, της γυναίκας και των παιδιών μου, να γράψω τα ακόλουθα για αποφυγή παρεξηγήσεων, τουλάχιστον προς τους ανθρώπους που με γνώρισαν, τους συντρόφους μου ανά την Ελλάδα και παγκοσμίως.

Μετά την 25η επέτειο της Δημοκρατίας στη χώρα μου επέρχονται σημαντικές αλλαγές στη ζωή μου, μετά τη σύσσωμη βάφτισή μου -συμπεριλαμβανομένου και του κόμματός μου- από τον πολιτικό κόσμο της χώρας ως μουσουλμάνου βουλευτή. Προσέλαβα ιεροδιδάσκαλο, απόφοιτο ιερατικής σχολής Σαουδικής Αραβίας, για να μου διδάξει τη μουσουλμανική θρησκεία, την πεντάκις ημερησίως προσευχή, τη νηστεία, τις προσευχές, την τελετουργία, και όλα τα συναφή, διότι αν και 45 ετών μουσουλμάνος δεν τα εγνώριζα. Ενεγράφην στη λίστα των χατζήδων για την επόμενη περίοδο, για να επισκεφτώ τους ιερούς τόπους του Ισλάμ και να γίνω χατζής, και από δω και πέρα να λέγομαι Χατζή-Μουσταφά Μουσταφά. Παρήγγειλα σαρίκι με το οποίο θα κυκλοφορώ από δω και πέρα, και δεν θα το αποχωρίζομαι ούτε στη Βουλή. Η νυν σύζυγός μου και οι κόρες μου, ως μειωμένης πίστης και αριστερές, δεν αποδέχονται το φερετζέ. Υπόσχομαι οι επόμενες τρεις γυναίκες που θα παντρευτώ σαν πιστός μουσουλμάνος θα φορούν το φερετζέ και τα εξ αυτών τέκνα μου -καλή μου ώρα- θα είναι μουσουλμάνοι ή μουσουλμάνες με όλη τη σημασία της λέξης. Θα συμμαχήσω με αγαπητούς συναδέλφους βουλευτές για την τοποθέτηση της εικόνας του Ιησού στη Βουλή -γινόταν τότε συζήτηση για την τοποθέτηση της εικόνας- και την τοποθέτηση ενός μουσουλμανικού αραβουργήματος σε αναλογία ένα προς εκατό κάτω από την εικόνα του Χριστού. Ζήτησα, τέλος, ήδη από τη διεύθυνση της πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης του Νομού Ροδόπης να μου αλλάξουν το απολυτήριο Δημοτικού που αναιδώς και ανιστορήτως γράφει ότι απεφοίτησα εν έτει 1967 από το Τουρκικό Δημοτικό Σχολείο του Μεγάλου Δουκάτου Ροδόπης.

(Από την ομιλία του Μουσταφά Μουσταφά, γιατρού μικροβιολόγου, πρώην βουλευτή Ροδόπης του ΣΥΝ, στην ημερίδα για τη μειονότητα της Θράκης που οργάνωσε στις 8/6/06 στην Αθήνα το Κέντρο Ερευνών Μειονοτικών Ομάδων και η Ελληνική Ενωση για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου).

--------------------------------------------------------------------------------

ΔΙΑΒΑΣΤΕ

Σεβαστή Τρουμπέτα

«Κατασκευάζοντας ταυτότητες για τους μουσουλμάνους της Θράκης. Το παράδειγμα των Πομάκων και των Τσιγγάνων»

(Σειρά μελετών ΚΕΜΟ, εκδ. «Κριτική», Αθήνα 2001). Τεκμηριωμένη ανάλυση των μερίδων της μειονότητας που προσδιορίζονται (από άλλους) ως «Πομάκοι» και «Ρομά» ή «Τσιγγάνοι». Κριτική και ιστορική τοποθέτηση των όρων που χρησιμοποιούνται για τον ετεροπροσδιορισμό αυτών των ομάδων.

Γιώργος Μαυρομμάτης

«Τα παιδιά της Καλκάντζας» (εκδ. «Μεταίχμιο», Αθήνα 2004)

Το πρόβλημα της εκπαίδευσης στην Καλκάντζα (Ηφαιστο), έναν οικισμό γκέτο έξω από την Κομοτηνή, όπου ζουν περίπου 2.000 τουρκόφωνοι μουσουλμάνοι που οι άλλοι τούς ονομάζουν Τσιγγάνους.

Ελληνική Εταιρεία Εθνολογίας «Οι Ρομά στην Ελλάδα» (Αθήνα 2002)

Συλλογή μελετών για τους Ρομά. Ενδιαφέρον έχει το γεγονός ότι (ακολουθώντας τη νέα επίσημη εθνική γραμμή) οι μελέτες που αναφέρονται στους Ρομά της Θράκης είναι γραμμένες από τους ίδιους που μελετούσαν έως πρότινος τους Πομάκους της ίδιας περιοχής.

Ευρωπαϊκό Κέντρο για τα Δικαιώματα των Ρομά Ελληνικό Παρατηρητήριο των Συμφωνιών του Ελσίνκι «Επιχειρήσεις Καθαριότητας. Ο αποκλεισμός των Ρομά στην Ελλάδα» (Σειρά Εκθέσεων Χωρών Νο. 12, Απρίλιος 2003)

--------------------------------------------------------------------------------

ΕΠΙΣΚΕΦΘΕΙΤΕ

www.kemo.gr

Ο δικτυακός τόπος του Κέντρου Ερευνών Μειονοτικών Ομάδων, με ειδήσεις και αρθρογραφία.

www.paratiritis-news.gr

Η εφημερίδα της Κομοτηνής «Παρατηρητής» με ψύχραιμες και ισορροπημένες αναλύσεις. Περιλαμβάνει και τμήμα στα τουρκικά και τα ρωσικά.

www.xronos.gr

Η εφημερίδα που παραμένει στις αντιλήψεις της «αμοιβαιότητας» για τη μειονότητα.

Εκτύπωση στις: 2024-03-29
Από την ιστοσελίδα: Ανανεωτική
http://www.ananeotiki.gr/el/sx_PrintPage.php?tid=1272