Αρχική | Εκτύπωσε ή Αποθήκευσε ως PDF | Αποθήκευσε ως WORD | Αποθήκευσε ως HTML

Το αντι-ΣΥΡΙΖΑ μέτωπο

Γιώργος, Γιαννουλόπουλος

Η Εφημερίδα των Συντακτών, 2022-08-20


Ο όρος «αντι-ΣΥΡΙΖΑ μέτωπο» είναι νεολογισμός. Στην πραγματικότητα όμως πρόκειται για ένα φαινόμενο όχι μόνο σύνηθες αλλά και απολύτως φυσιολογικό στις κοινοβουλευτικές δημοκρατίες. Κάποιοι συνασπίζονται για να αντιμετωπίσουν πιο αποτελεσματικά τον πολιτικό αντίπαλό τους, που κι αυτός κατά κανόνα έχει φτιάξει το δικό του μέτωπο με την ίδια ακριβώς λογική.

Το ποιοι θεωρούν τον εαυτό τους αντι-ΣΥΡΙΖΑ και γιατί προσχώρησαν στο μέτωπο, σηκώνει μεγάλη συζήτηση. Σύμφωνα με τον ΣΥΡΙΖΑ πάντως, είναι όλοι εκείνοι που δεν αποδέχονται την εικόνα που ο ΣΥΡΙΖΑ έχει για τον εαυτό του. Αν όμως δούμε την κατάσταση από πιο κοντά, στο αντι-ΣΥΡΙΖΑ μέτωπο εντάσσονται δύο ευδιάκριτες, θα έλεγα, τάσεις, οι οποίες μπορεί να συμπίπτουν στο διά ταύτα αλλά το σκεπτικό τους διαφέρει.

Στην πρώτη και σαφώς μειοψηφική ανήκουν όσοι δεν ξεκινούν με την παραδοχή ότι ο ΣΥΡΙΖΑ εκπροσωπεί επί της Γης τον σατανά, αλλά ότι ευθύνεται για ορισμένα πράγματα που είναι κατ’ αρχήν καταδικαστέα. Κι αν αυτό ακούγεται πολύ αφηρημένο, αναλογιστείτε ότι σε μια δημοκρατική πολιτεία ο νόμος ορίζει ποιες πράξεις θεωρούνται αξιόποινες, άσχετα από το ποιος τις πράττει.

Στη δεύτερη και εμφανέστατα πλειοψηφική τάση θα βρούμε, εκτός από τους συντηρητικούς και τους (καρα)δεξιούς, όσους πιστεύουν ότι θα περάσουν χειρότερα αν ο ΣΥΡΙΖΑ κερδίσει ξανά τις εκλογές. Και όχι μόνο επειδή θα υπερισχύσει ο αντίπαλος, πλήγμα μέγα, αλλά γιατί δεν θα ευοδωθούν οι προσωπικές επιδιώξεις τους. Γι’ αυτούς τα πράγματα φαίνονται απλά: ό,τι κάνει η κυβέρνηση είναι σε τελική ανάλυση καλό ή τουλάχιστον όχι πολύ κακό επειδή η Νέα Δημοκρατία φράζει τον δρόμο του ΣΥΡΙΖΑ προς την εξουσία.

Με όλα αυτά κατά νου, ας φανταστούμε πώς θα αντιδρούσαν τα σημερινά μέλη του αντι-ΣΥΡΙΖΑ μετώπου αν οι όροι της αντιδικίας αντιστρέφονταν και στη θέση της κυβέρνησης ήταν ο ΣΥΡΙΖΑ με αξιωματική αντιπολίτευση τη Νέα Δημοκρατία. Αν λοιπόν επί κυβερνήσεως ΣΥΡΙΖΑ έβγαινε στη φόρα ότι η ΕΥΠ παρακολουθούσε το τηλέφωνο του Νίκου Ανδρουλάκη, θα τους ζητούσα να απαντήσουν με το χέρι στην καρδιά στα εξής ερωτήματα: Δεν θα πίστευαν ότι ο δικός τους πρωθυπουργός όντως δεν ήξερε τι συνέβη; Δεν θα έλεγαν πως δεν υπάρχει λόγος να παραιτηθεί; Δεν θα έψαχναν κι αυτοί να βρουν δικαιολογίες; Δεν θα κατέφευγαν σε γενικές παρατηρήσεις και αοριστίες; Δεν θα προσπαθούσαν να στρέψουν την προσοχή του κόσμου σε άλλα θέματα, κατά προτίμηση εθνικά; Δεν θα διαχειρίζονταν επικοινωνιακά την κατάσταση, με απώτερο στόχο να περάσει η μπόρα και το θέμα να αρχειοθετηθεί, όπως έγινε με τόσα και τόσα στο παρελθόν;

Μολονότι είναι εξ ορισμού αδύνατο να αποδείξουμε ένα υποθετικό κάτι που δεν έχει συμβεί, είμαι απόλυτα σίγουρος ότι τα μέλη του αντι-ΣΥΡΙΖΑ μετώπου δεν θα έκαναν τίποτα περισσότερο ή λιγότερο απ’ ό,τι κάνουν οι συριζαίοι σήμερα.

Κι αυτό οδηγεί σε κάποιες σκέψεις. Η μετωπική σύγκρουση Νέας Δημοκρατίας και ΣΥΡΙΖΑ, που ανεβάζει στροφές όσο πλησιάζουμε στις εκλογές, έχει μια ειρωνική διάσταση την οποία δεν αντιλαμβάνονται οι δύο μέχρι τελικής πτώσεως μονομάχοι: ότι παρά τη μεταξύ τους αντιπαλότητα έχουν το εξής κοινό: αμφότεροι πιστεύουν ότι μάχονται στο όνομα ενός ανώτερου, ιερού σκοπού.

Στην περίπτωση του ΣΥΡΙΖΑ και της Αριστεράς γενικότερα ο απώτερος στόχος είναι η κοινωνική δικαιοσύνη. Και τούτου δεδομένου, όποιος καταλογίσει σε συγκεκριμένες περιστάσεις και σε συγκεκριμένους αριστερούς ιδιοτέλεια, υποκρισία, προσωπική φιλοδοξία ή ανικανότητα, «κουβαλάει νερό στον μύλο του ιμπεριαλισμού», κατά το κοινώς, κάποτε, λεγόμενο. Ενώ στην αντίπερα όχθη ο απώτερος στόχος είναι ο ΣΥΡΙΖΑ ως απόλυτος δαίμονας, τον οποίο πρέπει πάση θυσία να σταματήσουμε. Μπροστά σε έναν τέτοιο θανάσιμο κίνδυνο, το να προστατεύσουμε την κυβέρνηση από τις συνέπειες μιας πράξης, όπως η παγίδευση του τηλεφώνου του Ανδρουλάκη που διαψεύδει όλα όσα ο Κυριάκος Μητσοτάκης έχει κάνει σημαία, δεν είναι επιλογή αλλά καθήκον.

Δεν εισηγούμαι να κοπάσει η πολιτική αντιπαράθεση, δηλαδή το οξυγόνο της δημοκρατίας, αλλά να αρθεί σε ανώτερο επίπεδο. Που σημαίνει, να συγκρουστούμε επί της ουσίας. Το οποίο ακούγεται εύκολο αλλά προϋποθέτει κάτι που αντιβαίνει στη λογική των άκρων: να παραδεχτούμε ότι μερικές φορές «εμείς» κάνουμε λάθη και «εκείνοι» δεν έχουν από χέρι άδικο. Δηλαδή στο ερώτημα «πετάει ο κομματικός γάιδαρος;» να απαντούν καμιά φορά «όχι, δεν πετάει». Οσο για τους δημοσιολογούντες που δίνουν τον τόνο, δεν είναι κακό να αισθάνονται δεξιοί ή αριστεροί. Κάθε άλλο. Αρκεί να μη λειτουργούν ως δεξιοί ή αριστεροί ψάλτες.

Αν δεν με απατά η μνήμη μου, ο Νίτσε είπε κάποτε πως πρέπει να διαλέγουμε πολύ προσεκτικά τους εχθρούς μας γιατί στο τέλος θα τους μοιάσουμε.

Εκτύπωση στις: 2024-04-25
Από την ιστοσελίδα: Ανανεωτική
http://www.ananeotiki.gr/el/sx_PrintPage.php?tid=12850