Οι πέντε συνέπειες του «Όχι»

Πολλοί στην E.E. και αλλού θεωρούν ότι η Λευκωσία και ίσως και η Aθήνα προσφάτως τούς εμπαίξανε

Αλέξης, Ηρακλείδης

Τα Νέα, 2004-04-26


Το άκριτο ελληνοκυπριακό «Όχι» θα έχει δυσάρεστες συνέπειες κυρίως για την Κυπριακή Δημοκρατία (για τους Ελληνοκυπρίους) και, κατά δεύτερον λόγο, για την ίδια την Ελλάδα.

Υπάρχουν τουλάχιστον πέντε κατηγορίες δυσάρεστων συνεπειών:

(α) το τι θα αντιμετωπίσουν οι Ελληνοκύπριοι μέσα στην E.E.,

(β) ότι μάλλον ουδείς διεθνής παράγοντας θα ασχοληθεί ξανά με το Κυπριακό και την επίλυσή του,

(γ) ότι θα εδραιωθεί για τα καλά η διχοτόμηση, θα γίνε και de jure, με τη σχεδόν βέβαιη αναγνώριση της αποσχιστικής οντότητας της βόρειας Κύπρου ως ανεξάρτητου κράτους,

(δ) θα επιδεινωθεί η κατάσταση στο νησί, ειδικά για τους Ελληνοκύπριους, και

(ε) θα υπάρξουν συνεχή αγκάθια στις ελληνοτουρκικές σχέσεις αλλά και τριβές στις σχέσεις Αθήνας - E.E. και Αθήνας - Λευκωσίας, ειδικά όσο στο πηδάλιο μένουν οι απορριπτικοί υπό τον T. Παπαδόπουλο.

Πριν δούμε μία μία τις ανωτέρω συνέπειες, απαραίτητες είναι ορισμένες βασικές διευκρινίσεις για να κατανοήσει κανείς γιατί η διεθνής κοινότητα έχει μείνει αποσβολωμένη με αυτή την ελληνοκυπριακή αρνητικότητα και πολλοί στην E.E. και αλλού θεωρούν ότι η Λευκωσία και ίσως και η Αθήνα προσφάτως τούς εμπαίξανε.

Πρώτον, μπορεί στο Ελσίνκι το 2001 να μην μπήκε το μαχαίρι στον λαιμό, δηλαδή «θα μπείτε, αλλά αφού πρώτα έχει επέλθει επίλυση - επανένωση», αλλά το understanding ήταν σαφές και το μήνυμα πλήρως κατανοητό στην ελληνική κυβέρνηση και στον πρόεδρο Κληρίδη: «να επέλθει επίλυση πριν από την εισδοχή». H μόνη μικρή διέξοδος που είχε η ελληνοκυπριακή πλευρά ήταν να πει όχι ώς το τέλος η τουρκοκυπριακή πλευρά. Ένα δικό της όχι εθεωρείτο αδιανόητο.

Δεύτερον, η λύση Ανάν κινείται στα αχνάρια όλων των προηγούμενων λύσεων από το σχέδιο ABC του 1978 και συμβαδίζει με τα σχέδια Ντε Κουέγιαρ και Μπούτρος Γκάλι. Απλώς, τώρα, μια και βρισκόμασταν στα πρόθυρα λύσης, υπήρχαν πολύ περισσότερες λεπτομέρειες και πρόνοιες. Επίσης οι βασικές συνιστώσες του σχεδίου κινούνταν στο μήκος κύματος των συνομιλιών Κληρίδη - Ντενκτάς του 2002. Επιπλέον, το σχέδιο αποτελεί μία έντιμη και λογική μέση λύση μεταξύ της διχοτόμησης και του ενιαίου κράτους με πλήρη κυριαρχία των Ελληνοκυπρίων. Και πάντως αυτή είναι η κυρίαρχη άποψη διεθνώς και σε μας, τουλάχιστον για όσους δεν υποστηρίζουν ότι όλα λύθηκαν το 1974. H χαλαρή ομοσπονδία σε ένα κυρίαρχο κράτος είναι καλά δοκιμασμένη μέθοδος σε άλλες εθνοτικά διχασμένες κοινωνίες της Ευρώπης και άλλού, άλλο αν, περιέργως, η πολιτειακή αυτή δομή δεν γίνεται εύκολα κατανοητή στους Ελληνοκυπρίους (που όμως την έχουν δεχθεί από το 1977!) και στην Ελλάδα.

Τρίτον, επήλθε τον τελευταίο καιρό δραματική αλλαγή τόσο στους Τουρκοκυπρίους όσο και στην ίδια την Τουρκία: ειλικρινής μεταστροφή από το όχι του Ντενκτάς, του Ετζεβίτ και των στρατιωτικών (η γνωστή αγκύλωση ότι «η λύση ήρθε το 1974») στο «ναι εδώ και τώρα» και όχι μόνο για λόγους στενά συμφεροντολογικούς όπως εσφαλμένα νομίζουν πολλοί Ελληνοκύπριοι και Έλληνες. Με αυτή τη δομική μεταστροφή είχαμε το καβαφικό σε ό,τι αφορούσε τους Ελληνοκύπριους: «τι θα γίνουμε τώρα χωρίς βαρβάρους, οι άνθρωποι αυτοί ήταν μία κάποια λύση»... Πάντως διεθνώς η εικόνα που δίδεται είναι ότι τελικά οι Ελληνοκύπριοι «κρυβόντουσαν πίσω από τον Ντενκτάς» και τώρα δείξανε το πραγματικό τους πρόσωπο, κατά πρώτο λόγο με το να ψηφίσουν τον περίφημο για τη συνεπή απορριπτικότητά του T. Παπαδόπουλο ως πρόεδρο.

Τέταρτον, αυτή τη φορά υπήρχε ειλικρινές και αμέριστο ενδιαφέρον της διεθνούς κοινότητας για δίκαιη λύση. H E.E., ο ΟΗΕ, οι ΗΠΑ, η Βρετανία και οι άλλοι παράγοντες με κύρος άφησαν πολύ σημαντικότερα διεθνή θέματα και αιματηρές συγκρούσεις στην άκρη για να βοηθήσουν στην τελική επίλυση του Κυπριακού και μάλιστα χωρίς κρυφή ατζέντα όπως νομίζει η περί συνωμοσίας σχολή στην Ελλάδα αλλά και στα δύο τμήματα της Κύπρου (τα περί συνωμοσίας, σημειωτέον, αποτελούν πάγιο ισχυρισμό του Ντενκτάς).

Και έρχομαι τώρα στις 5 κατηγορίες συνεπειών που προανέφερα. Θα μας απασχολήσουν οι τέσσερις πρώτες.

Κατηγορία A: H Κυπριακή Δημοκρατία στην E.E. θα είναι πολύ αδύναμη. Αντί να βρεθεί ο Κύπριος πρόεδρος και η απορριπτική παράταξή του ενισχυμένη από την ένταξη, όπως φαίνεται να πιστεύει, θα διαπιστώσει ότι στους κόλπους της ενωμένης Ευρώπης χαίρει μειωμένης εκτίμησης και κύρους και ως εκ τούτου έχει ελάχιστη επιρροή. Αυτό θα έχει μεγάλο κόστος, όχι μόνο πολιτικό εντός E.E., αλλά και οικονομικό και θεσμικό, καθώς, λόγω της στάσης που πήρε, δύσκολα θα δίδεται πίστωση χρόνου στην Κυπριακή Δημοκρατία για να προσαρμοστεί χωρίς κραδασμούς στα ευρωπαϊκά κεκτημένα και η παροχή οικονομικών και άλλων παροχών στους ήδη πλούσιους Κύπριους θα είναι με το σταγονόμετρο.

Κατηγορία B: Το διεθνές ενδιαφέρον για επίλυση θα εκλείψει εκτός αν επέλθουν δραματικές αλλαγές, ανάλογες με αυτές στο βόρειο τμήμα του νησιού (περιορισμός και απονομιμοποίηση των απορριπτικών και του αδιάλλακτου προέδρου, κ.λπ.). Κάτι τέτοιο είναι πολύ απίθανο να συμβεί αλλά θα ήταν η μόνη περίπτωση να είχαν οι Ελληνοκύπριοι μια δεύτερη ευκαιρία. Διεθνώς θα επικρατήσει άποψη ότι οι Ελληνοκύπριοι αποφάνθηκαν τελεσίδικα: γι’ αυτούς «καλύτερα χώρια παρά μαζί», ή «μη λύση είναι λύση».

Κατηγορία Γ: Εδραιώνεται πλέον η διχοτόμηση και νομικά αυτή τη φορά. Θα υπάρξει αυξανόμενη συμπάθεια, υποστήριξη (άρση του οδυνηρού εμπάργκο, κ.ά.) και στο τέλος ακόμη και αναγνώριση της αποσχιστικής Βόρειας Κύπρου ως ανεξάρτητου κράτους. H ειρωνεία της τύχης είναι ότι τα πράγματα θα είναι τόσο ζοφερά ώστε θα έρθει ο καιρός οι Ελληνοκύπριοι να εύχονται την αναγνώριση αυτή ως το λιγότερο κακό έναντι της βεβαιότητας το βόρειο τμήμα του νησιού τους να γίνει τουρκική επαρχία. Δεν θα ήταν απίθανο σε μερικά χρόνια οι Ελληνοκύπριοι να θέλουν να δημιουργηθεί μία Κυπριακή Συνομοσπονδία δύο ανεξαρτήτων κρατών (όπως δηλαδή έλεγε πριν από λίγα χρόνια ο Ντενκτάς), για να μη συνορεύουν με την Τουρκία.

Κατηγορία Δ: Οι άλλες προφανείς συνέπειες είναι οι εξής: δεν θα επιστραφούν εδάφη ούτε τα 2/3 των προσφύγων θα επιστρέψουν στις εστίες τους, τα τουρκικά στρατεύματα κατοχής θα παραμείνουν μόνιμα πλέον και το νησί θα συνεχίζει να είναι το πλέον αρματωμένο και πλέον εύφλεκτο νησί της Μεσογείου, οι Τούρκοι έποικοι, αντί στην πλειονότητά τους να φύγουν από την Κύπρο, θα εποικήσουν μαζικά τη Βόρεια Κύπρο καθιστώντας την περιοχή αυτή καθαρά τουρκική. Επίσης με την οριστική διχοτόμηση μεγάλος αριθμός Τουρκοκυπρίων ίσως πολιτογραφηθούν ως Κύπριοι και πολίτες της E.E., κάτι που δεν μπορεί να το αρνηθεί η κυπριακή πολιτεία. Πιθανότατα να βρεθεί σε λίγο η μισή Κύπρος να έχει πάλι ποσοστό 18-20 % εθνοτικά Τουρκοκυπρίων, που σημαίνει ότι θα τεθεί πάλι θέμα ίσης συμμετοχής τους ως συστατικής κοινότητας και όχι μειονότητας, όπως θέλουν οι Ελληνοκύπριοι εθνικιστές και οι άλλοι απορριπτικοί.

Καταλήγοντας, το δήθεν αγέρωχο ελληνοκυπριακό «Όχι» θα καταγραφεί, νομίζω, ως ένα μεγάλο ιστορικό λάθος, ίσως το μεγαλύτερο που έχει κάνει η ελληνοκυπριακή πλευρά, ενδεχομένως χειρότερο και από τα «13 Σημεία» του Μακαρίου, από την άρνησή του να δεχθεί το αποτέλεσμα των Διακοινοτικών του 1968-1974 και από το «Όχι» του Κυπριανού στο σχέδιο Ντε Κουέγιαρ το 1985.

Εκτύπωση στις: 2024-03-29
Από την ιστοσελίδα: Ανανεωτική
http://www.ananeotiki.gr/el/sx_PrintPage.php?tid=129&export=word