Αρχική | Εκτύπωσε ή Αποθήκευσε ως PDF | Αποθήκευσε ως WORD | Αποθήκευσε ως HTML

Οι μειονότητες βλάπτουν σοβαρά τη λογική μας

Χριστίνα, Πουλίδου

Αυγή της Κυριακής, 2007-01-14


Την περασμένη βδομάδα, ο Αμπντουλάχ Γκιούλ κλήθηκε στην Εθνοσυνέλευση να απαντήσει σε επερώτηση της αντιπολίτευσης για την κατάσταση των συνθηκών διαβίωσης της μουσουλμανικής / τουρκικής μειονότητας στη Δυτ. Θράκη. Ο Τούρκος υπουργός Εξωτερικών στην απάντησή του ανέτρεξε στις "πολυδιάστατες σχέσεις στρατηγικής συνεργασίας" Ελλάδας και Τουρκίας σημειώνοντας ότι η κοινοβουλευτική συζήτηση θα αναδείξει τα προβλήματα της μειονότητας και θα επιτρέψει στην ελληνική κυβέρνηση να ενεργοποιηθεί περισσότερο, ώστε να ξεπεραστούν αυτά τα προβλήματα. "Στις μέρες μας δεν λέμε πια "αυτό είναι εσωτερικό μου θέμα" και άρα, αυτό που θέλουμε να κάνουμε σήμερα στην Εθνοσυνέλευση είναι να συζητηθεί το θέμα με εποικοδομητικό τρόπο" είπε, τονίζοντας επιπρόσθετα ότι "η επίλυση των προβλημάτων της τουρκικής μειονότητας είναι ένα σημαντικό θέμα της ατζέντας στις σχέσεις Άγκυρας-Αθήνας" στη βάση της αντίληψης που λέει ότι "οι μειονότητες είναι ενοποιητικό στοιχείο μεταξύ των δύο χωρών".

Ως εδώ, ο κ. Αμπντουλάχ Γκιούλ είπε ό,τι ακριβώς θα έλεγε και η Ελληνίδα υπουργός Εξωτερικών Ντ. Μπακογιάννη σε ομιλία της στη Βουλή για την ελληνική μειονότητα στην Αλβανία, συγκεντρώνοντας τη διακομματική ικανοποίηση όλων. Στο επίπεδο των αρχών επομένως, η Ελλάδα και η Τουρκία δηλώνουν δημοσίως ότι ασπάζονται το ίδιο σύστημα αξιών. Οι διαφορές εντοπίζονται επομένως στο ιστορικό βάθος του ζητήματος, τη νομική επιχειρηματολογία που το συνοδεύει και τη μέση κοινή αντίληψη που έχει διαμορφωθεί στις δύο χώρες.

Ο κ. Γκιούλ στη συνέχεια της ομιλίας του αναφέρθηκε σε ορισμένα γεγονότα (;): 1) η Ελλάδα δεν αναγνωρίζει το δικαίωμα εκλογής των μουφτήδων που προκύπτει - είπε - από τη συμφωνία της Αθήνας (1913) και τη συνθήκη της Λωζάννης (1923), παραπέμποντας ενδεικτικά στις καταδίκες της Ελλάδας από το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων. 2) Κατ εφαρμογή του άρθρου 19 του Κώδικα Ιθαγενείας από δεκάδες χιλιάδες (;) μειονοτικούς αφαιρέθηκε η ελληνική ιθαγένεια και ορισμένοι απ αυτούς έγιναν απάτριδες. 3) Η υποχρεωτική εκπαίδευση στα μειονοτικά σχολεία είναι 6ετής (και όχι 9ετής όπως είναι η ελληνική), ενώ στην Κομοτηνή (όπου ο μισός περίπου πληθυσμός προέρχεται από τη μειονότητα) σε 25 ελληνικά δημόσια σχολεία αντιστοιχεί 1 μειονοτικό και στην Ξάνθη (όπου η μειονότητα είναι το 40% του πληθυσμού) σε 37 ελληνικά δημόσια σχολεία αντιστοιχεί 1 μειονοτικό. 4) στρατιωτική δικτατορία του 67 κατέσχεσε τα τουρκικά βακούφια τα οποία έκτοτε δεν απέδοθησαν στους νόμιμους ιδιοκτήτες τους.

Ορισμένα από τα στοιχεία που ανέφερε ο Αμπ. Γκιούλ είναι σαφώς υπερβολικά, άλλα ανήκουν στη σφαίρα της ιστορικής ερμηνείας και όλα μαζί, από την Ελλάδα ξορκίζονται στο όνομα της "αμοιβαιότητας". "Οι Τούρκοι ξερίζωσαν τον ελληνισμό της Κωνσταντινούπολης, δήμευσαν όλες τις ακίνητες περιουσίες της ρωμέικης κοινότητας και του Οικουμενικού Πατριαρχείου και εκτόπισαν χιλιάδες ρωμιούς. Με ποιο ηθικό ανάστημα μας καταγγέλλουν;" είναι η καλοπροαίρετη ένσταση του μέσου Έλληνα πολίτη.

Στο πεδίο των ανθρωπίνων δικαιωμάτων όμως δεν ισχύει η αρχή της αμοιβαιότητας - το ότι οι Εβραίοι έγιναν σαπούνι από το Γ Ράιχ δεν δικαιολογεί το Ισραήλ να εξολοθρεύσει τους Παλαιστινίους. Με άλλα λόγια το ζήτημα της διαβίωσης των μειονοτήτων πρέπει να εξετάζεται αυτοτελώς από την κάθε χώρα - η χώρα προέλευσης δικαιούται να αξιώνει καλύτερη ποιότητα ζωής για τη μειονότητά της, που ανήκει οργανικά σε άλλη χώρα και η χώρα στην οποία έχει ενταχθεί η μειονότητα οφείλει να παρέχει εμπράκτως καθεστώς ισονομίας και ισοπολιτείας. Αυτά είναι απολύτως σαφή στις σύγχρονες δημοκρατικές κοινωνίες και αυτά επιτάσσουν οι διεθνείς συνθήκες.

Η Ελλάδα, επί υπουργείας Γ. Παπανδρέου, υπέγραψε τη σύμβαση για την προστασία των μειονοτήτων του Συμβουλίου της Ευρώπης, η οποία όμως δεν έχει κυρωθεί. Την ίδια σύμβαση έχουν υπογράψει και κυρώσει όλες σχεδόν οι βαλκανικές χώρες, αλλά δεν έχει υπογράψει (ούτε φυσικά κυρώσει) η Τουρκία. Στο σημείο αυτό επομένως υπάρχει ένα "έλλειμμα αμοιβαιότητας", το οποίο θα έπρεπε να αναδειχθεί. Είναι όμως ανόητο, αβάσιμο και αντιπαραγωγικό, να καταγγέλλεται ο Τούρκος υπουργός Εξωτερικών όταν - με τον συγκεκριμένο τρόπο που προαναφέρθηκε - μιλά για τη μουσουλμανική/τουρκική μειονότητα, να χαρακτηρίζονται "προκλητικές" οι δηλώσεις του και να εκλαμβάνεται ως "ανθελληνική" εκστρατεία η αγόρευσή του, αφού όλοι γνωρίζουμε ότι υπάρχουν ελλείμματα ισοπολιτείας προς τη μειονότητα.

Η υπουργός Εξωτερικών Ντ. Μπακογιάννη, την περασμένη μόλις βδομάδα έγινε γνωστό ότι κινεί μια νομοθετική διαδικασία που θα επιτρέπει την απόδοση των τουρκικών βακουφίων, ενώ πρόσφατα ξεκίνησε η διαδικασία ανάκτησης της ιθαγένειας σε όσους επλήγησαν από την εφαρμογή του άρθρ. 19. Στις αρχές του καλοκαιριού βιώσαμε όλοι την πίεση που ασκήθηκε μαζικά στη μειονοτική υποψήφια Γκ. Καραχασάν να δηλώσει ότι είναι Ελληνίδα και ότι (θεωρητικά) θα πολεμούσε εναντίον της Τουρκίας, ενώ θα ξεσηκωνόταν στο πόδι σύσωμη η χώρα αν στην Αλβανία ζητούσαν κάτι τέτοιο από τον μειονοτικό βουλευτή Β. Ντούλε.

Στην Ελλάδα, τέλος, διακατεχόμαστε από τη συλλογική αντίληψη πως (ως δημοκρατική και ανεπτυγμένη χώρα) μπορούμε να δίνουμε μαθήματα δημοκρατίας. Ως εκ τούτου αρνούμαστε το δικαίωμα αυτοπροσδιορισμού των μειονοτήτων - μολονότι στη δεκαετία του 50 η επίσημη Ελλάδα χαρακτήριζε "τουρκική" τη "μουσουλμανική" μειονότητα - εκτιμώντας ότι μια τέτοια παραδοχή θα συμπαρασύρει μιαν αποσταθεροποιητική δυναμική. Βεβαίως, η ΠΓΔΜ που έχει θεσμοθετήσει με τη συμφωνία της Αχρίδας τη συμβίωση των μειονοτήτων, υπάγεται στη χορεία των υπανάπτυκτων και ανθελληνικών χωρών, αυτών που κωδικά παλιότερα αποκαλούνταν "γυφτοσκοπιανοί".

Εκτύπωση στις: 2024-03-28
Από την ιστοσελίδα: Ανανεωτική
http://www.ananeotiki.gr/el/sx_PrintPage.php?tid=1587