Αρχική | Εκτύπωσε ή Αποθήκευσε ως PDF | Αποθήκευσε ως WORD | Αποθήκευσε ως HTML

Στην μπόρα της Τουρκίας, η Ελλάδα ανοίγει την ομπρέλλα

Χριστίνα, Πουλίδου

Αυγή της Κυριακής, 2007-10-27


Στην Ελλάδα είναι πολύ δημοφιλής η θεωρία κατά την οποία, όταν η Τουρκία αντιμετωπίζει ένα πρόβλημα προκαλεί ελληνοτουρκικές κρίσεις για να εξαερώσει την πίεση του προβλήματός της. Με την προβολή αυτής της θεωρίας, η Ελλάδα πάντα υπέχει τον ρόλο του θύματος, η Τουρκία επιβεβαιώνει τον ρόλο του θύτη και τα εθνικά μας αντανακλαστικά διατηρούνται σε καλή φυσική κατάσταση.

Στη δεδομένη περίσταση, της επικείμενης τουρκικής επέμβασης στο Ιράκ, η Αθήνα - συγκεκριμένα το ελληνικό υπουργείο Εξωτερικών - διαπνέεται άραγε από αυτή τη θεωρία, δηλώνει δηλαδή μιαν ανησυχία για το ενδεχόμενο πρόκλησης μιας ελληνο-τουρκικής κρίσης; Χωρίς να το αποκλείει, επισημαίνει ορισμένα χαρακτηριστικά "νεωτεριστικά" στον τρόπο αντίδρασης της Άγκυρας.

Κατά την ανάλυση του ελληνικού υπουργείου Εξωτερικών συγκεκριμένα, η απόφαση της τουρκικής Εθνοσυνέλευσης που δίνει το σύνθημα της στρατιωτικής επιχείρησης στο Ιράκ, εντέλει την κυβέρνηση να αναθέσει στον στρατό τον σχεδιασμό και την ανάπτυξη της επιχείρησης. Με άλλα λόγια επισημαίνεται, ότι είναι η κυβέρνηση αυτή που διατηρεί τον έλεγχο της κατάστασης και δεν παραδόθηκε στον στρατό μια λευκή επιταγή, όπως συνέβαινε παλιότερα - όταν η απόφαση λαμβανόταν στο Συμβούλιο Εθνικής Ασφαλείας, όπου ο στρατός είχε θεσμικά τον κύριο ρόλο.

Το γεγονός λοιπόν, ότι η αντιμετώπιση της κρίσης εντάσσεται σε ένα πολιτικοποιημένο θεσμικό πλαίσιο, έχει εντοπιστεί από την Αθήνα που αναγνωρίζει μια σημαντική ειδοποιό διαφορά από τον παρελθόν, σχετικά καθησυχαστική για τον κίνδυνο μεταφορά της κρίσης στο Αιγαίο. Εξάλλου, παρατηρούν Έλληνες διπλωμάτες, η διαδικασία που τηρήθηκε δίνει στον στρατό τον πραγματικό του ρόλο αποφορτίζοντας και το κλίμα καχυποψίας που είχε ενταθεί το τελευταίο διάστημα στις σχέσεις της κυβέρνησης Ερντογάν με τις Ένοπλες Δυνάμεις.

Σύμφωνα με την ανάλυση της Αθήνας, η σημαντικότερη διάσταση του προβλήματος που γεννά η πρόσφατη εξέλιξη έχει να κάνει με την "αρχιτεκτονική" του διαβήματος της Άγκυρας - πόσο μακρυά μπορεί να πάει μια στρατιωτική επιχείρηση, πώς τελειώνει και πώς ελέγχεται ώστε να μην αποβεί "δυσανάλογη" προς το αίτιο που την προκάλεσε (όπως επεσήμανε στη δήλωσή της η προεδρία της Ε.Ε.); Αυτά είναι τα ερωτήματα που απασχολούν το ελληνικό υπουργείο Εξωτερικών, στη συλλογιστική του οποίου προτάσσεται μια θέση αρχής. Κατά την οποία, ακόμη κι αν είναι θεμιτή ή δικαιολογημένη μια τέτοια έντονη αντίδραση, αυτή πρέπει να επιχειρηθεί όταν έχουν εξαντληθεί όλες οι ειρηνικές διαδικασίες διαλόγου και διαβουλεύσεων και πάντως πρέπει να εντάσσεται σε ένα πλαίσιο πολιτικής παρέμβασης στην περιοχή. Με άλλα λόγια, η στρατιωτική επιχείρηση πρέπει να συμπληρώνεται από μια πρωτοβουλία οικονομικής και πολιτιστικής ανάπτυξης της περιοχής, καθώς και προώθησης ενός προγράμματος ενδυνάμωσης των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στην περιοχή.

Η Ελλάδα αναγνωρίζει άλλωστε, ότι η ψυχολογία της τουρκικής κοινωνίας είναι ιδιαίτερα φορτισμένη εξαιτίας των αλλεπάλληλων αιματηρών επεισοδίων που προκάλεσαν αντάρτες του ΡΚΚ. Είναι επίσης ενήμερη των αναλύσεων στα τουρκικά ΜΜΕ, κατά τις οποίες οι σκοτωμοί και οι απαγωγές Τούρκων στρατιωτών έγιναν ακριβώς για να προκληθεί η στρατιωτική επιχείρηση της Άγκυρας και των ερωτημάτων που τίθενται, μήπως η σχετική απόφαση ήταν κατά συνέπεια εσφαλμένη. Ακριβώς λοιπόν, επειδή τα ερωτήματα είναι πολλά και δύσκολα στην απάντησή τους, η Ελλάδα αποφεύγει να προβεί σε δημόσιο σχολιασμό των τουρκικών αποφάσεων και καλύπτεται πίσω από τις ανακοινώσεις της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Αναγνωρίζει πάντως, ότι η κυβέρνηση Ερντογάν δέχεται μια τεράστια κοινωνική και πολιτική πίεση για στρατιωτική αντίδραση και παραπέμπει στο γεγονός ότι η απόφαση της Εθνοσυνέλευσης είχε μια διακομματική υποστήριξη - "ακόμη κι ο ηγέτης του φιλοκουρδικού κόμματος DTP περιορίστηκε να δηλώσει την οδύνη του μεταθέτοντας στο μέλλον την ανακοίνωση επί των θέσεων του κόμματός του" παρατηρείται σχετικά.

Αναμφίβολα εξάλλου, μια στρατιωτική επέμβαση στην περιοχή, θα αναβαθμίσει - στο επίπεδο των εντυπώσεων της τουρκικής κοινής γνώμης - τον ρόλο του στρατού και εξίσου αναντίρρητα θα υποβαθμίσει τις μεταρρυθμιστικές προσπάθειες της Τουρκίας στην προοπτική της ευρω-τουρκικής πορείας. Για τους λόγους αυτούς η Αθήνα, ελπίζει ότι ώς τις 5 Νοεμβρίου - όταν θα επισκεφθεί τον πρόεδρο Μπους στην Ουάσιγκτον ο πρωθυπουργός Τ. Ερντογκάν - θα έχουν μεσολαβήσει πολιτικές διεργασίες, που θα έχουν καταστήσει ανενεργή την απόφαση της Τουρκικής Εθνοσυνέλευσης.

Εκτύπωση στις: 2024-04-25
Από την ιστοσελίδα: Ανανεωτική
http://www.ananeotiki.gr/el/sx_PrintPage.php?tid=2143