Δεν μας περισσεύει κανείς...

Λόης, Λαμπριανίδης

Αυγή της Κυριακής, 2007-11-11


- Εδώ και πάνω από ένα χρόνο και μάλιστα σε ένα διάστημα "πυκνό" σε εξελίξεις στην ανώτατη εκπαίδευση, η Συσπείρωση Πανεπιστημιακών (Σ) της Θεσσαλονίκης ζητούσε επανειλημμένα να πραγματοποιηθεί Πανελλαδική Συνδιάσκεψη ώστε να χαραχθεί η πορεία της παράταξης για το επόμενο χρονικό διάστημα και να εκλεγεί ένα όργανο συντονισμού των δραστηριοτήτων της. Η υπάρχουσα οργανωτική δομή της Συσπείρωσης (τοπικές κινήσεις και κατά καιρούς συναντήσεις στην Αθήνα με τη συμμετοχή όσων ήταν διαθέσιμοι) αποδείχθηκε απολύτως αναποτελεσματική. Για παράδειγμα σε πολλές περιπτώσεις η Συσπείρωση Θεσσαλονίκης και μάλιστα, ορισμένες φορές σε κεντρικά ζητήματα, είχε πολύ διαφορετικές επιλογές από αυτές που εμφανίστηκαν ως πανελλαδικές αποφάσεις της Συσπείρωσης, αλλά η Συσπείρωσης Θεσσαλονίκης ούτε μια φορά δεν τις δημοσιοποίησε. Όποτε μάλιστα έθετε το ζήτημα παραβλέπονταν με διάφορες αιτιολογίες. Μέχρι σήμερα δεν έγινε δυνατή η πραγματοποίηση της Συνδιάσκεψης της Συσπείρωσης, μάλιστα τώρα αντ αυτής αποφασίστηκε (!) να γίνει μια πανελλαδική Συνάντηση της Συσπείρωσης στις 24-25 Νοεμβρίου στη Θεσσαλονίκη. Προτείνω, αυτή η Συνάντηση να μετατραπεί σε Συνδιάσκεψη και με τη συμμετοχή όλων των τοπικών Συσπειρώσεων χωρίς αποκλεισμούς. Νομίζω ότι ο καθένας κατανοεί ότι μια Συνάντηση, που δεν είναι αντιπροσωπευτική, δε νομιμοποιείται ούτε να αποφασίσει για το σύνολο της Συσπείρωσης ούτε βέβαια και να αναδείξει ένα οργανωτικό σχήμα το οποίο να μπορεί να διασφαλίζει ότι θα εκφράζεται ο πλούτος των ιδεολογικο-πολιτικών ρευμάτων που, ευτυχώς, υπάρχει στους κόλπους της Σ. Χρειάζεται ένα οργανωτικό σχήμα το οποίο να ευνοεί τη διεύρυνση της συζήτησης και να βοηθάει στη σύνθεση των απόψεων και όχι τις σκιαμαχίες με "καρικατούρες της "άλλης"/αντίθετης άποψης.

Τι πετύχαμε, τι χάσαμε...

- Η Συνδιάσκεψη θα πρέπει να συζητήσει επίσης, και να αξιολογήσει, την πορεία της Συσπείρωσης κατά την προηγούμενη ακαδημαϊκή χρονιά, μια πορεία που δίχασε το χώρο, εν μέρει εξαιτίας του γεγονότος ότι ο τρόπος οργάνωσης της Σ δεν επέτρεπε την ανάπτυξη ουσιαστικού διαλόγου στο εσωτερικό της.

Χρειάζεται λοιπόν ένας απολογισμός για να δούμε τι επιτύχαμε με τις κινητοποιήσεις στις οποίες πρωτοστάτησε η Συσπείρωση αλλά βέβαια και τι χάσαμε. Αναμφίβολα λοιπόν, την προηγούμενη χρονιά υπήρξε ένα σημαντικό κίνημα, με πρωταγωνιστές τους φοιτητές και μερίδα πανεπιστημιακών, που οδήγησε την ηγεσία του ΠΑΣΟΚ σε άτακτη υποχώρηση αναφορικά με τη στάση της για τα ιδιωτικά πανεπιστήμια (άρθρο 16 Συντάγματος), δυσχέρανε τις κυβερνητικές επιλογές στο ζήτημα της συνταγματικής αναθεώρησης του άρθρου 16, στέρησε την πολιτική νομιμοποίηση στην επιχειρούμενη εκπαιδευτική μεταρρύθμιση. Όμως, αντί τότε η Συσπείρωση να αποφασίσει να επιστρέψουμε νικητές στα πανεπιστήμια και να ομαλοποιήσουμε με τους όρους μας την πανεπιστημιακή ζωή, επέλεξε τη συνέχιση των κινητοποιήσεων γεγονός που την αποξένωσε από μεγάλη μερίδα των πανεπιστημιακών και βέβαια δεν άφηνε καμία οδό διαφυγής. Αλήθεια τι περιμέναμε για να ομαλοποιήσουμε την λειτουργία του πανεπιστημίου: να έδιωχνε η κυβέρνηση την υπουργό της, να δήλωνε η κυβέρνηση ότι δε θα άλλαζε τίποτε, να έπεφτε η κυβέρνηση...

Τι χάσαμε: Πρωτίστως τη δυνατότητα να παίξουμε έναν ηγεμονικό ρόλο σε έναν διάλογο για το πανεπιστήμιο που ακόμη και εάν δεν έδινε κάτι απτό θα άφηνε υποθήκες για το μέλλον. Μόνο εμείς είχαμε τη δυνατότητα να ανοίξουμε μια ουσιαστική συζήτηση για το πανεπιστήμιο του σήμερα, τα προβλήματα και τις προοπτικές του, για τα ζητήματα της ανώτατης εκπαίδευσης στη χώρα στο παρόν και στο μέλλον. Δεν το κάναμε και έτσι, κυριάρχησε η άποψη στην κοινωνία ότι τα προβλήματα του πανεπιστημίου είναι το άσυλο, οι αιώνιοι φοιτητές και η έλλειψη αξιολόγησης. Δεν αναδείχθηκε η αδυναμία του υπουργείου να απαντήσει στα πραγματικά προβλήματα του πανεπιστημίου. Η άρνηση μας να παρέμβουμε θεσμικά στη διαμόρφωση αυτού του νόμου μας στέρησε τη δυνατότητα να κεφαλαιοποιήσουμε στις αντιφάσεις του και να διαμορφώσουμε συμμαχίες με άλλους εμπλεκόμενους. Έτσι, η κυβέρνηση ψήφισε έναν νέο εξαιρετικά προβληματικό νόμο που δε λύνει σχεδόν κανένα από τα προβλήματα του πανεπιστημίου, ενώ δημιουργεί σειρά προβλημάτων στην εφαρμογή του. Ένα νόμο που όχι μόνον δεν ικανοποίησε κανέναν αλλά ενοχλεί και πολλούς, ακόμη και στελέχη της κυβερνώσας παράταξης. Ένα νόμο που υποκρύπτει περισσότερο μια "γραφειοκρατική" παρά μια "φιλελεύθερη" αντίληψη για τη "μεταρρύθμιση" στην εκπαίδευση και βέβαια μια απίστευτη προχειρότητα (εκλεκτορικά σώματα, 4ετής προγραμματισμός κ.λπ.). Ένα νόμο που ανέδειξε για μια ακόμη φορά ότι όλα λειτουργούν με βάση έναν πολύ βραχυπρόθεσμο σχεδιασμό: το πώς θα κερδίσει κανείς την κοινή γνώμη ενόψει των πάντοτε επερχόμενων βουλευτικών εκλογών.

Καθρέφτης της ελληνικής κοινωνίας...

Ασφαλώς τα ζητήματα του πανεπιστημίου δεν είναι μόνο θεσμικά ούτε οφείλονται μόνο στην αναμφίβολη υποχρηματοδότησή του. Τα προβλήματα προκύπτουν κυρίως από την έλλειψη ακαδημαϊκής δεοντολογίας: το πανεπιστήμιο μοιάζει ολοένα και περισσότερο με την ελληνική κοινωνία. Έτσι, και στο πανεπιστήμιο συμβαίνουν σημεία και τέρατα: κυνήγι ανθρώπων για τις ιδέες τους, οικονομικές ατασθαλίες κ.λπ. Καθημερινά αντιμετωπίζουμε ζητήματα που υποδηλώνουν υποχώρηση σε ουσιαστικά ζητήματα ηθικής τάξης και δεοντολογίας. Επικρατεί συχνά ένας άκρατος ατομικισμός, συνάδελφοι (ακόμη και πολύ νέοι) που σκέφτονται μόνο την καριέρα τους: δεν ασχολούμαστε με τους φοιτητές, άγχος για ακόμη μια δημοσίευση/ δεν "βλέπουμε" τις αντιακαδημαϊκές πρακτικές που συμβαίνουν γύρω μας παρά μόνο όταν μας αγγίξουν. Εξάλλου πρέπει να συζητήσουμε για το πού πάει η ανώτατη εκπαίδευση γενικά, όχι μόνο στην Ελλάδα (όπως στροφή σε αντικείμενα που ενδιαφέρουν την αγορά και είναι πιο "εύπεπτα" -π.χ. management αντί για οικονομικά). Τέλος, ας μη ξεχνάμε ότι η "μεταρρύθμιση" στην παιδεία που εξήγγειλε η Ν.Δ. δεν έχει ολοκληρωθεί. Έρχονται και άλλα νομοσχέδια, όπως αυτό για την έρευνα. Νομοσχέδιο που αντί να ασχολείται με τα ουσιαστικά ζητήματα για το ρόλο της έρευνας και τη σχέση της με το πανεπιστήμιο και τα ερευνητικά κέντρα, αναλώνεται σε γραφειοκρατικές ρυθμίσεις για τη σύνθεση των σχετικών οργάνων που θα εποπτεύουν την έρευνα.

Πιστεύω ότι το δίλημμα της συμμετοχής ή όχι στη διαμόρφωση του νέου θεσμικού πλαισίου είναι καθημερινό και βέβαια δεν αφορά μόνο εκείνους που συμμετέχουν στα όργανα διοίκησης του πανεπιστημίου. Πολύ φοβούμαι ότι έχοντας χάσει ευκαιρίες παρέμβασης στο θεσμικό επίπεδο τώρα κινδυνεύουμε να χάσουμε ευκαιρίες και στο "ακαδημαϊκό" επίπεδο, μια που η μη συμμετοχή στις διαδικασίες σημαίνει ότι άλλοι θα πάρουν πρωτοβουλίες (βλ. π.χ. την κατάρτιση λίστας "έγκριτων" επιστημονικών περιοδικών σε διάφορα πανεπιστήμια όπου αποκλείονται τα περιοδικά που δε φιλοξενούν τις κυρίαρχες επιστημονικές απόψεις ή τη διαμόρφωση κριτηρίων αξιολόγησης).

Αυτά είναι μερικά από τα ζητήματα που η Συσπείρωση πρέπει να "ανοίξει". Αντ αυτών όμως διατυπώνονται απόψεις που ζητούν επανάληψη των κινητοποιήσεων στη λογική "να μην εφαρμοστεί ο νόμος" και ενώ σε ορισμένα πανεπιστήμια δεν έχει αποκατασταθεί ακόμη η ομαλή εκπαιδευτική λειτουργία λόγω των περσινών κινητοποιήσεων.

Υπάρχει όραμα;

- Μέσα σε μια κατάσταση όπου η κυβέρνηση συνεπικουρούμενη από τα ΜΜΕ κέρδιζε την κοινή γνώμη διακηρύσσοντας ότι ήθελε να κάνει μια τομή στην ανώτατη εκπαίδευση, η ηγεσία της ΠΟΣΔΕΠ (και η βασική δύναμή της, η Συσπείρωση) δεν αντέτεινε ένα συγκροτημένο όραμα για το πανεπιστήμιο, δίνοντας την εντύπωση ότι δεν ήθελε να αλλάξει τίποτε, ότι αρνούνταν τα "αυτονόητα" (την αξιολόγηση κ.λπ.). Μάλιστα, όλα αυτά τη στιγμή που θέλω να πιστεύω ότι όλοι, τουλάχιστον μέσα στη Συσπείρωση, συμφωνούμε ότι σήμερα το πανεπιστήμιο δεν είναι ούτε όσο δημοκρατικό θα το θέλαμε, ούτε προωθεί την δημόσια και δωρεάν εκπαίδευση, ούτε και κυριαρχείται από ένα ακαδημαϊκό πνεύμα και συνεπώς χρειάζεται να αλλάξει άμεσα και δραστικά.

Το κενό λοιπόν αυτό ήρθαν να το καλύψουν διάφοροι, από αυτόκλητους σωτήρες μέχρι συγκεκριμένες ιδεολογικό-πολιτικές ομάδες πανεπιστημιακών που αγωνιούσαν για το πανεπιστήμιο. Ανάμεσα στις τελευταίες περίοπτη θέση κατείχε ένα μέρος της Συσπείρωση, που μέσα από τον όμιλο ΑΡΣΗ συνεισέφερε στο διάλογο ένα ιδιαίτερα συγκροτημένο κείμενο, μια ολοκληρωμένη ανάλυση της κατάστασης στο πανεπιστήμιο με συγκεκριμένες προτάσεις για ένα "άλμα προς τα μπρος".

Αναμφίβολα στη συνέχεια υπήρξαν ατυχείς χειρισμοί από ορισμένους φίλους από την ΑΡΣΗ, που έδωσαν την εντύπωση ότι θεωρούν πως μπορούν να λυθούν τα προβλήματα του πανεπιστημίου έξω από τις συνδικαλιστικές διαδικασίες. Αυτοί οι χειρισμοί είχαν σίγουρα αρνητικό αντίκτυπο, και περιόρισαν τη δυνατότητα διαλόγου και σύγκλισης στη βάση των συγκεκριμένων προτάσεων. Όμως θεωρώ ότι είναι πραγματικά αδιανόητο ότι κάποιοι, ακόμη και μέσα στη Σ, ανέδειξαν σε βασικούς εχθρούς του πανεπιστημιακού κινήματος άτομα μέλη της Συσπείρωσης, επειδή θέλησαν να αλλάξουν το πανεπιστήμιο εκφράζοντας έναν προγραμματικό λόγο. Ειπώθηκαν πολλά εναντίον αυτών των ανθρώπων, τους στιγμάτισαν ποικιλοτρόπως, ορισμένες μάλιστα φορές με ακραίους χαρακτηρισμούς (βλ. για παράδειγμα άρθρο στην εφημερίδα "Θεσσαλία" 30/09/07). Βλέπει κανείς με τρόμο να αναβιώνουν γύρω μας / μέσα μας - σε περιορισμένο βαθμό ευτυχώς - τακτικές αναζήτησης "εσωτερικού εχθρού" που η ιστορία έχει δείξει ότι ποτέ δεν προσέφεραν οτιδήποτε θετικό.

Κλείνοντας θα ήθελα να επισημάνω ότι πρέπει να πορευθούμε ξανά όλοι μαζί: δεν μας περισσεύει κανείς. Αυτό όμως έχει δύο τουλάχιστον προϋποθέσεις. Χρειάζεται "ανοιχτές καρδιές", μια υπέρβαση δηλαδή για να γεφυρωθεί το χάσμα που χώρισε την παράταξη, και να υπάρξουν οργανωτικές δομές που να επιτρέπουν ουσιαστικό διάλογο και διασφάλιση της δημοκρατικής λειτουργίας της. Προϋπόθεση για να είμαστε αποτελεσματικοί στην υπεράσπιση του δημόσιου πανεπιστημίου, είναι να καταφέρουμε να συγκεράσουμε δυο διαφορετικά ρεύματα σκέψης: την κινηματική λογική με τον προγραμματικό λόγο. Μόνο εμείς μπορούμε να το κάνουμε και η πολιτική συγκυρία μας ευνοεί.

Με δεδομένες τις διαφορές σήμερα, ποια είναι τα δύο - τρία πράγματα με βάση τα οποία θα μπορούσε να αρχίσει μία συζήτηση; Ίσως, θα ήταν δύσκολη μια συζήτηση εφ όλης της ύλης. Ας αρχίσουμε λοιπόν από κάπου και ας δούμε τι μπορεί να γίνει εκεί. Εννοώ, δεν είναι ανάγκη να αλλάξουν όλες οι απόψεις όλων. Αλλά θα μπορούσαμε να επικεντρωθούμε σε ορισμένα προβλήματα, σοβαρά, και στα οποία θα μπορούσε να υπάρχει μία συναίνεση (π.χ. διατύπωση συγκεκριμένων προτάσεων για το ν/σ. για την έρευνα). Είμαι σίγουρος ότι υπάρχουν και πάρα πολλά άλλα.

* Ο Λόης Λαμπριανίδης είναι καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Μακεδονίας

Εκτύπωση στις: 2024-04-20
Από την ιστοσελίδα: Ανανεωτική
http://www.ananeotiki.gr/el/sx_PrintPage.php?tid=2182&export=html