Αρχική | Εκτύπωσε ή Αποθήκευσε ως PDF | Αποθήκευσε ως WORD | Αποθήκευσε ως HTML

Συντάξεις χωρίς αλληλεγγύη

Σε αδιέξοδο η ασφαλιστική μεταρρύθμιση

Ελίζα, Παπαδάκη

Τα Νέα, 2007-12-05


Για να γίνουν μεταρρυθμίσεις, οι οποιεσδήποτε μεταρρυθμίσεις, χρειάζονται πολιτικές ηγεσίες που θα τις σχεδιάσουν, θα τις εξηγήσουν και θα τις προωθήσουν με νέα θεσμικά πλαίσια και πολιτικές, αλλά χρειάζονται επίσης κοινωνικές δυνάμεις που θα προσβλέπουν σ΄ αυτές και θα τις στηρίξουν. Όπως βλέπουμε από καιρό στη δύσκολη περίπτωση της κοινωνικής ασφάλισης, καμία από τις δύο αναγκαίες προϋποθέσεις δεν συντρέχει στη χώρα μας. Ούτε τώρα, που η κυβέρνηση εμφανίσθηκε στον λεγόμενο «κοινωνικό διάλογο» χωρίς ολοκληρωμένη πρόταση και κάθε νύξη της που αποκαλύπτει προθέσεις για κάποια αποσπασματικά μέτρα συναντά την απόλυτη άρνηση των ενδιαφερομένων. Αλλά ούτε πριν από έξι χρόνια, όταν το σχέδιο αλλαγών που είχε επεξεργασθεί ο τότε υπουργός Εργασίας Τάσος Γιαννίτσης εγκαταλείφθηκε αμέσως από την κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ μπροστά στην καθολική απόρριψή του από τα συνδικάτα, πριν καν συζητηθεί ή έστω διαβαστεί στις λεπτομέρειές του, χωρίς να προταθούν ενδεχόμενες τροποποιήσεις. Και ούτε πριν από δέκα χρόνια, όταν η επιτροπή εμπειρογνωμόνων που είχε συγκροτήσει ο τότε Πρωθυπουργός Κώστας Σημίτης με επικεφαλής τον καθηγητή Γιάννη Σπράο παρουσίασε την έκθεση «Οικονομία και συντάξεις» ως «συνεισφορά στον κοινωνικό διάλογο». Για διάλογο δεν υπήρξε καμία διάθεση, η «συνεισφορά» διαστρεβλώθηκε και απορρίφθηκε πάραυτα, ο ίδιος ο καθηγητής Σπράος κατασυκοφαντήθηκε, η κυβέρνηση τρόμαξε και ανέβαλε το όλο θέμα.

Ήδη εκείνη η έκθεση του 1997 είχε καταδείξει ότι χωρίς ριζική μεταρρύθμιση δεν διαιωνίζεται μόνον η κοινωνική αδικία των ανισοτήτων που είναι ενσωματωμένες στο ασφαλιστικό σύστημα, αλλά θεμελιώνεται μια ακόμα μεγαλύτερη αδικία εις βάρος των νεώτερων γενεών: εργαζομένων που σε όλη τη διάρκεια του εργάσιμου βίου τους θα πληρώνουν εισφορές για να συντηρούν τους συνταξιούχους, όταν όμως έρθει η δική τους σειρά να βγουν στη σύνταξη, ελάχιστα θα μπορούν πια να πάρουν. Διότι με την υφιστάμενη διάρθρωση του συστήματος- όρια ηλικίας, απαιτούμενα χρόνια ασφάλισης, βάση υπολογισμού των συντάξεων, όχι μόνο στις υπερευνοημένες κατηγορίες αλλά και στη μεγάλη μάζα των υπολοίπων- ο αριθμός των συνταξιούχων σε σχέση με τον αριθμό των εργαζομένων που πληρώνουν εισφορές θα έχει γίνει τόσο μεγάλος, ώστε συντάξεις στα σημερινά επίπεδα θα είναι αδύνατον να χρηματοδοτηθούν. Ούτε το κράτος θα μπορεί να επιβάλει τόσους πρόσθετους φόρους για να καλύψει τη διαφορά. Το σοκ που προκάλεσε εκείνη η αποκάλυψη πριν από μια δεκαετία ίσως ώς έναν βαθμό να εξηγεί την τότε ανορθολογική αντίδραση. Στο μεταξύ όμως έχουν δημοσιευθεί εκθέσεις της Ευρωπαϊκής Ένωσης και άλλων διεθνών οργανισμών και το πρόβλημα είναι λίγο-πολύ γνωστό. Κατά μία έννοια έτσι η κατάσταση που ζούμε τώρα είναι πιο νοσηρή: από την πλευρά της κυβέρνησης πρώτα απ΄ όλα, αλλά και από τις ηγεσίες όλου του πολιτικού φάσματος, που δεν θέτουν συγκεκριμένα ολόκληρο το πρόβλημα και δεν διαγράφουν εναλλακτικές λύσεις με ρεαλιστική αποτίμηση των συνεπειών τους. Και από την πλευρά των κοινωνικών οργανώσεων επαγγελματικών συμφερόντων που μάχονται για τη διατήρηση «κεκτημένων» και εξαντλούν την αλληλεγγύη τους σε αφηρημένες εκκλήσεις για τη βελτίωση όσων βρίσκονται σε δυσμενέστερη θέση, παρακάμπτοντας το ερώτημα ποιος θα την πληρώσει. Με τέτοια δεδομένα, εξυγίανση του ασφαλιστικού συστήματος που να εγγυάται στο μέλλον αξιοπρεπείς συντάξεις για όλους τους ηλικιωμένους φαίνεται αδύνατη. Ιστορικά η αλληλεγγύη υπήρξε παντού η βάση για την ανάπτυξη της κοινωνικής ασφάλισης: μεταξύ των εργαζομένων, ώστε να εξασφαλίζεται ένα εισόδημα σε όσους αρρωσταίνουν, παθαίνουν ατυχήματα, μένουν άνεργοι, χάρη στις εισφορές που πληρώνουν όλοι σε ένα κοινό Ταμείο. Και μεταξύ των γενεών, ώστε από τις ίδιες εισφορές να εξασφαλίζεται εισόδημα σε όσους γερνάνε και σταματούν να δουλεύουν. Στο κατακερματισμένο σε δεκάδες Ταμεία και στρεβλωμένο με δημόσιες ενισχύσεις διαφορετικές κατά Ταμείο και περίπτωση ελληνικό ασφαλιστικό σύστημα, η κοινωνική αλληλεγγύη δεν λειτουργεί. Η εισφοροδιαφυγή δεν συνιστά μόνον αδίκημα κακών εργοδοτών. Συχνά είναι επιλογή εργαζομένων που αρκούνται στα ελάχιστα ένσημα που τους κατοχυρώνουν την- επιδοτούμενη από τον κρατικό προϋπολογισμό- κατώτατη σύνταξη, προτιμώντας να αμείβονται χωρίς κρατήσεις. Άλλοι/ες αξιοποιούν τη δυνατότητα πρόωρης συνταξιοδότησης, όχι επειδή έχουν ανάγκη να αναπαυθούν, αλλά για να συνεχίσουν να δουλεύουν επίσης χωρίς να πληρώνουν ασφαλιστικές εισφορές (και τον ανάλογο φόρο). Η ευρεία συνειδητοποίηση του συλλογικού συμφέροντος και η αποκατάσταση της κοινωνικής αλληλεγγύης είναι αναγκαίος όρος για να βγούμε από το αδιέξοδο. Δεν θα επιβληθεί από καμία κυβέρνηση, αντίθετα, απαιτεί κοινωνικές διεργασίες αντιπαράθεσης στις κοντόφθαλμες κυβερνητικές επιλογές.

Ρόλο-κλειδί θα είχαν εδώ να παίξουν οι δημοσιογράφοι, που δουλειά τους είναι η ενημέρωση και η διαμόρφωση της κοινής γνώμης. Οι συνδικαλιστικοί αγώνες τους το τελευταίο διάστημα για να αποτρέψουν τη συγχώνευση του Ταμείου τους και την παραχώρηση μέρους από τα αποθεματικά του, τα συσσωρευμένα χάρη στο αγγελιόσημο, ποσοστό όλων των διαφημίσεων με το οποίο χρηματοδοτείται πλουσιοπάροχα η ασφάλιση ειδικά των εργαζομένων στον Τύπο, δείχνουν πόσο ανέτοιμοι είναι να ανταποκριθούν σε μια τέτοια ευθύνη.

Εκτύπωση στις: 2024-03-29
Από την ιστοσελίδα: Ανανεωτική
http://www.ananeotiki.gr/el/sx_PrintPage.php?tid=2238