Αρχική | Εκτύπωσε ή Αποθήκευσε ως PDF | Αποθήκευσε ως WORD | Αποθήκευσε ως HTML

Βαρύ φορτίο το βέτο

Χρήστος, Ροζάκης

Συνέντευξη στη ΒΑΣΙΛΙΚΗ ΣΙΟΥΤΗ, Κυρ. Ελευθεροτυπία, 2008-02-17


«Βαρύτατο φορτίο για την εξωτερική πολιτική της Ελλάδας» χαρακτηρίζει την άσκηση βέτο ως μέσου πίεσης για την ονομασία των Σκοπίων ο καθηγητής και αντιπρόεδρος του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου του Στρασβούργου, Χρήστος Ροζάκης. Οσο για να ελληνοτουρκικά, επιμένει ότι «η προσφυγή στη Χάγη αποτελεί το ασφαλέστερο μέσο επίλυσης διεθνών διαφορών».

* Πώς κρίνετε τα αποτελέσματα του πρόσφατου ταξιδιού του πρωθυπουργού στην Τουρκία;

- Αποτελεί ένα θετικό βήμα στη σύσφιγξη των σχέσεων των δύο χωρών. Πρώτον, για το μήνυμα που εμπεριέχει απέναντι σε μια χρόνια αντίληψη αποχής από κάθε διάλογο σε ανώτατο πολιτικό επίπεδο. Δεύτερον, για τη συμβολή του στην καταπολέμηση της φοβίας ότι οι συνομιλίες μπορεί να αποβούν αρνητικές για τα ελληνικά συμφέροντα. Τρίτον, για τη δυνατότητα που δημιουργείται να βελτιωθούν οι προσωπικές σχέσεις των δύο ηγετών. Τέταρτον, για την ευκαιρία που δόθηκε να προβληθούν και τα ελληνικά αιτήματα. Και, τέλος, γιατί δυνητικά η επίσκεψη αυτή μπορεί να επανενεργοποιήσει τις διερευνητικές επαφές, που είχαν ατονήσει τα τελευταία χρόνια.

* Τι είχε καταφέρει η κυβέρνηση Σημίτη με τις «διερευνητικές»;

- Οι διερευνητικές επαφές αποσκοπούσαν σε έναν από κοινού εντοπισμό των 35χρονων εκκρεμοτήτων και των διαδικασιών για την αναζήτηση λύσης τους. Πριν από τις εκλογές του 2004 οι επαφές αυτές είχαν φτάσει σε ένα ικανοποιητικό επίπεδο, που προοιωνίζονταν την πιθανότητα μετακίνησης από τη διερεύνηση στη διαδικασία επίλυσης. Δυστυχώς, η νέα κυβέρνηση δεν ακολούθησε τους ρυθμούς που είχαν δρομολογηθεί.

* Γιατί νομίζετε;

- Μέσα από την αντίληψη ότι ο άκαρπος χρόνος θα ευνοούσε την Ελλάδα, αφού η ευρωπαϊκή πορεία της Τουρκίας θα την ανάγκαζε σε συμβιβασμούς. Η ελληνική πλευρά όμως έχασε έτσι ιστορική ευκαιρία, καθώς η τότε τουρκική κυβέρνηση είχε θέσει ως μια από τις προτεραιότητές της την προώθηση των ελληνοτουρκικών, ως τμήμα των υποχρεώσεών της, για την έναρξη διαπραγματεύσεών με την Ε.Ε.».

* Τα σημερινά δεδομένα δεν είναι το ίδιο ενθαρρυντικά;

- Οχι, δεν είναι. Διότι στο μεταξύ η Τουρκία πέτυχε την έναρξη των διαπραγματεύσεων χωρίς την πραγμάτωση της υποχρέωσής της για επίλυση, ενώ οι προτεραιότητές της έχουν μετακινηθεί στα ανατολικά σύνορά της. Δεν αποκλείω, βεβαίως, ότι μια επίδειξη ενδιαφέροντος από την Αθήνα μπορεί να επαναφέρει τις διερευνητικές σε γόνιμη τροχιά. Ωστόσο, οι δυσκολίες θα είναι αυξημένες σε σχέση με αυτές που θα είχαμε αν είχε ακολουθηθεί μια ομαλή διαδοχή. Ίσως σύμμαχός μας παραμένει ο σταθερός προσανατολισμός της Τουρκίας προς την Ευρώπη.

* Αλήθεια, η Τουρκία μπορεί να ενταχθεί στην Ευρώπη;

- Η κυβέρνηση Ερντογάν επιχειρεί μια δύσκολη ακροβασία, που, όμως, ως τώρα έχει λειτουργήσει: με όπλο τη θρησκεία, που της εξασφαλίζει μια ευρεία κοινωνική συναίνεση, επιχειρεί έναν παράλληλο εκσυγχρονισμό, που θα μπορούσε να της επιτρέψει την ένταξη στην Ε.Ε. Αν το πείραμα συνεχιστεί αδιάπτωτα, μπορεί στο μέλλον -όχι πάντως νωρίτερα από τα τέλη της επόμενης δεκαετίας- η Τουρκία να επιτύχει την είσοδό της στην ευρωπαϊκή οικογένεια.

* Βλέπετε πραγματικά, την Τουρκία να αλλάζει;

- Η Τουρκία αλλάζει, αλλά κι η Ε.Ε. αλλάζει. Την εποχή που υπολογίζεται η τουρκική ένταξη, νέα κράτη θα έχουν προστεθεί στην Ε.Ε., ενώ το ενδεχόμενο ορισμένα μέλη της να έχουν προωθήσει υψηλού βαθμού πολιτικές ενοποίησης θα κάνει πιο εύκολη την ένταξη μιας χώρας -έστω και του μεγέθους της Τουρκίας- σε έναν από τους «κύκλους» ολοκλήρωσης της Ε.Ε.

* Η προσφυγή στο Δικαστήριο της Χάγης για τα ελληνοτουρκικά εξακολουθεί να μας συμφέρει;

- Χωρίς να μας εξασφαλίζει απόλυτα από πιθανές εκπλήξεις, αποτελεί το ασφαλέστερο μέσο επίλυσης διεθνών διαφορών. Η ίδια η σύνθεση του δικαστηρίου, η παρουσία έγκριτων νομικών, με διαφορετικές καταγωγές, οι οποίοι δικάζουν αποκλειστικά στη βάση του Διεθνούς Δικαίου, το κύρος του οργάνου και ο υποχρεωτικός χαρακτήρας των αποφάσεών του είναι εγγυήσεις που άλλη διεθνής διαδικασία δεν προσφέρει. Πάντως, θα ήταν ευχής έργο αν η προσέγγιση των δυο κρατών οδηγούσε σε διμερείς διαπραγματεύσεις και συναινετικές λύσεις σε ορισμένα θέματα, ώστε τα ζητήματα που θα οδηγούνταν στο Δικαστήριο να ήταν περιορισμένα.

* Το θέμα της ονομασίας της ΠΓΔΜ επανέρχεται στην επικαιρότητα, αφού επί τόσα χρόνια δεν βρέθηκε λύση;

- Χάσαμε τη δυνατότητα για μια συμβιβαστική λύση, λόγω των άκαμπτων ελληνικών απαιτήσεων των αρχών της δεκαετίας του ’90. Τώρα τα πράγματα έχουν γίνει δυσκολότερα. Πρώτον, στο μεσοδιάστημα καθιερώθηκε στη συνείδηση της διεθνούς κοινότητας η «γυμνή» ονομασία. Δεύτερον, υπάρχει η αντίληψη της κυρίαρχης δυνατότητας ενός κράτους να προσδιορίζει την ονομασία του. Και, τρίτον, υπάρχει ήδη υποστήριξη της ΠΓΔΜ -και της ενότητάς της- από τους βασικούς διεθνείς παίκτες που θα μπορούσαν να την επηρεάσουν. Υποστήριξη η οποία προκαλείται τόσο από τον φόβο μιας πιθανής αναταραχής στο εσωτερικό της, όσο και από τον φόβο που προκαλούν οι γεωπολιτικές εκκρεμότητες της Βαλκανικής, ιδίως αυτής του Κοσσυφοπεδίου.

* Το βέτο είναι μια κάποια λύση;

- Κάτω από αυτές τις συνθήκες η ελληνική πλευρά παραμένει απομονωμένη κι η επίκληση της αρνησικυρίας -κι ιδιαίτερα η πραγμάτωσή της- είναι ένα βαρύτατο φορτίο για την εξωτερική πολιτική μας. Η μόνη ελπίδα για αίσια έκβαση, τώρα μάλιστα που το ελληνικό αίτημα έχει εκλογικευθεί με τη συμβιβαστική πρόταση της μεικτής ονομασίας, είναι η λογική της αλληλεγγύης των ευρωπαϊκών εταίρων. Μιας αλληλεγγύης που είχε λειτουργήσει αποτελεσματικά και στο παρελθόν και που μπορεί να επιστρατεύσει πιέσεις προς τη γειτονική χώρα.

Εκτύπωση στις: 2024-04-20
Από την ιστοσελίδα: Ανανεωτική
http://www.ananeotiki.gr/el/sx_PrintPage.php?tid=2380