Αρχική | Εκτύπωσε ή Αποθήκευσε ως PDF | Αποθήκευσε ως WORD | Αποθήκευσε ως HTML

Μάχη για πραγματικές αυξήσεις

Καιρός να βελτιωθούν οι μισθοί στην Ευρωπαϊκή Ένωση

Ελίζα, Παπαδάκη

Τα Νέα, 2008-03-05


Την επόμενη εβδομάδα, στην καθιερωμένη περί τα οικονομικά εαρινή τους σύνοδο, οι ηγέτες των χωρών της Ευρωπαϊκής Ένωσης ετοιμάζονται να συζητήσουν τις επιπτώσεις της παρατεινόμενης διεθνούς χρηματοοικονομικής αναταραχής, όπου ενέχονται μεγάλες ευρωπαϊκές τράπεζες, και τις πολιτικές που θα πρέπει να ακολουθήσουν σχετικά. Το θέμα είναι δύσκολο, καθώς δεν έχουν συμφωνήσει στα μέτρα που θα ήσαν αναγκαία. Ταυτόχρονα όμως θα βρεθούν αντιμέτωποι με ένα ζήτημα που δεν προβλέφθηκε στην ημερήσια διάταξη του Συμβουλίου τους: την ισχυρή διεκδίκηση των ευρωπαϊκών συνδικάτων για βελτίωση των μισθών.

Από τις 20 Φεβρουαρίου η Συνομοσπονδία Ευρωπαϊκών Συνδικάτων (ΣΕΣ) έχει ξεκινήσει μια καμπάνια για πραγματικές αυξήσεις, όπου καλεί τις κυβερνήσεις και τους εργοδότες να πάψουν να θεωρούν ότι η συγκράτηση των μισθών είναι η μόνη δυνατή προσαρμογή στα προβλήματα της οικονομίας. Η ΣΕΣ διεκδικεί: Πραγματικές αυξήσεις που θα τονώσουν την αγοραστική δύναμη των εργαζομένων. Αξιοπρεπείς κατώτατους μισθούς για να καταπολεμηθεί η φτώχεια. Αληθινή ισότητα αμοιβών μεταξύ ανδρών και γυναικών. Ενίσχυση των συλλογικών διαπραγματεύσεων και σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Οι υποδείξεις της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας για συγκράτηση των μισθών θα πρέπει να απευθυνθούν στα κορυφαία στελέχη των επιχειρήσεων, υποστηρίζει, ζητώντας να τεθούν όρια στα ανώτατα εισοδήματα.

Η καμπάνια θα κλιμακωθεί με πανευρωπαϊκή διαδήλωση των εργαζομένων στις 5 Απριλίου στη Λιουμπλιάνα, την πρωτεύουσα της Σλοβενίας που προεδρεύει στην Ε.Ε. αυτό το εξάμηνο. Αλλά στις 13 Μαρτίου, καθώς θα φθάνουν στις Βρυξέλλες οι 27 ηγέτες για το εαρινό Συμβούλιο, στη συνάντηση της προεδρίας με τους εκπροσώπους των εργαζομένων και των εργοδοτών που θα προηγηθεί, η ΣΕΣ θα παρουσιάσει τα αιτήματά της τεκμηριώνοντάς τα με στατιστικές της εξέλιξης των τελευταίων χρόνων. Μεταξύ 2000 και 2007 οι μέσες πραγματικές αμοιβές στην Ε.Ε. των 27 αυξήθηκαν κατά 6,7%, λιγότερο από 1% τον χρόνο- στην ερυρωζώνη μάλιστα μόλις κατά 3,3%, λιγότερο από 0,5% τον χρόνο. Από το 1995 σημειώνεται συνεχής αναδιανομή εισοδήματος από την εργασία στο κεφάλαιο, όπως δείχνει η υστέρηση των αμοιβών (αύξηση 14%) έναντι της παραγωγικότητας (αύξηση ΑΕΠ ανά απασχολούμενο: 22%), η μείωση του μεριδίου των μισθών στο ΑΕΠ από 59,6% σε 57,1% στους 27, από 59,4% σε 55,8% στην ευρωζώνη. Μάλιστα, η αναδιανομή αυτή εντείνεται από το 2003, χωρίς διόλου να ανακόπτεται τα δύο τελευταία χρόνια της οικονομικής ανάκαμψης.

Τα επιμέρους στοιχεία δείχνουν πολύ μεγάλες διαφορές στα μέσα εθνικά επίπεδα των μισθών των ευρωπαϊκών χωρών, και κάποια σύγκλιση μεταξύ τους στο διάστημα 2000-2007, αργή πάντως. Την επταετία αυτή η Ελλάδα παρουσιάζει την υψηλότερη μέση πραγματική αύξηση, 25%, στην ευρωζώνη, ενώ έρχεται όγδοη στους 27, ακολουθώντας επτά από τις φτωχότερες χώρες της διεύρυνσης όπου οι αυξήσεις ήσαν υψηλότερες (70% π.χ. στη Ρουμανία). Πρόκειται για την εξέλιξη που διαρκώς υπογραμμίζει ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος Νίκος Γκαργκάνας ότι διαβρώνει την ανταγωνιστικότητα της ελληνικής οικονομίας. Ταυτόχρονα όμως η Ελλάδα παρουσιάζει από τα χαμηλότερα ποσοστά αύξησης των κατώτατων αμοιβών και έχει το δεύτερο μεγαλύτερο, μετά την Πολωνία, ποσοστό φτωχών εργαζομένων: με τους μισθούς που παίρνουν, 13% των εργαζομένων στην Ελλάδα βρίσκονται κάτω από το όριο της φτώχειας- στοιχείο που αναμφίβολα θα χρησιμοποιήσει η ΓΣΕΕ στις διαπραγματεύσεις με τον ΣΕΒ και τις άλλες εργοδοτικές οργανώσεις για τη νέα εθνική γενική συλλογική σύμβαση εργασίας.

Στην Ευρώπη συνολικά ωστόσο, οι μεγάλες διαφορές στα επίπεδα των μισθών ωθούν σε μετεγκαταστάσεις παραγωγικών μονάδων και διευκολύνουν το κοινωνικό «ντάμπινγκ», την υπονόμευση των εργατικών κατακτήσεων στις πιο ανεπτυγμένες χώρες. Χαρακτηριστική είναι η περίπτωση της Laval στη Σουηδία, της λετονικής εταιρείας που ανέλαβε να χτίσει εκεί σχολικές εγκαταστάσεις με Λετονούς εργάτες που ήθελε να πληρώνει με λετονικούς μισθούς. Τα σουηδικά συνδικάτα απέκλεισαν τον χώρο απαιτώντας να εφαρμοστεί η συλλογική σύμβαση του οικοδομικού κλάδου. Με το επιχείρημα ότι παρεμποδίστηκε η ελευθερία παροχής υπηρεσιών στην Ένωση, η Laval προσέφυγε στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο. Και αυτό έκρινε ότι η δράση των συνδικάτων θα νομιμοποιούνταν μόνο για την υπεράσπιση του κατώτατου μισθού (που όμως δεν υφίσταται στη Σουηδία!) Αντικατέστησε έτσι την αρχή της ίσης αμοιβής για ίση εργασία με την κατώτατη αμοιβή για ίση εργασία, έγραφαν προχθές στους «Financial Τimes» η πρόεδρος και ο γενικός γραμματέας της ΣΕΣ Βάνια Λούντμπι-Βεντίν και Τζον Μονκς. Και εξηγούσαν τους κινδύνους από την επιβολή ενός τέτοιου σκεπτικού: εξοργίζοντας τους εργαζόμενους στη Στοκχόλμη, στη Βόννη, στο Παρίσι, υποδαυλίζει τον προστατευτισμό και την ξενοφοβία, μπορεί να θέσει υπό αίρεση την ίδια την κύρωση της Συνθήκης της Λισαβώνας. Αν ο ανταγωνισμός στους κατώτατους μισθούς γίνει η στρατηγική της Ε.Ε., θα πρέπει να σημάνει συναγερμός όχι μόνο για τα συνδικάτα και την Αριστερά, αλλά για όλους όσοι πιστεύουν στην προοπτική της ευρωπαϊκής οικοδόμησης, κατέληγαν οι ηγέτες της ΣΕΣ.

Εκτύπωση στις: 2024-03-28
Από την ιστοσελίδα: Ανανεωτική
http://www.ananeotiki.gr/el/sx_PrintPage.php?tid=2421