Αρχική | Εκτύπωσε ή Αποθήκευσε ως PDF | Αποθήκευσε ως WORD | Αποθήκευσε ως HTML

Ιταλία: σακατεμένη απ’ τη μαφία

Ρομπέρτο, Σάλβανο

Time magazine, ppol.gr, 2008-03-22


Κανείς δεν θα κερδίσει τις επόμενες ιταλικές εκλογές, πάντως όχι οι Ιταλοί πολίτες. Παρ’ όλες τις προεκλογικές διακηρύξεις περί «αλλαγής» και «μεταρρύθμισης», όλοι οι πολιτικοί μοιάζουν αποφασισμένοι να συνεχίσουν να αγνοούν το βασικότερο πρόβλημα της χώρας: το οργανωμένο έγκλημα -που θα μπορούσε να ονομαστεί και «εγκληματικός τομέας» της οικονομίας.

Οι συζητήσεις για το θέμα αυτό ουδέποτε πάνε παραπέρα από την έκφραση συμπαράστασης στα θύματα, από ύμνους για την αντρειοσύνη της αστυνομίας, και από γενικές επικλήσεις για την αναγκαιότητα της ηθικής, που δε μας οδηγούν πουθενά.

Σε μία περσινή έκθεσή της, η ιταλική ομοσπονδία μικρομεσαίων επιχειρήσεων «κονφερεσέντι» εκτιμούσε πως η ιταλική μαφία έχει ετήσιο «κύκλο εργασιών» 81 δις ευρώ (7% του ιταλικού ΑΕΠ ή υπερδιπλάσιο από ότι η ιταλική γεωργία).

Όλος ο κόσμος διαβάζει επικεφαλίδες του τύπου «μαφία Α.Ε.: η μεγαλύτερη επιχείρηση της Ιταλίας», αλλά ουδείς εκ των υποψηφίων για την πρωθυπουργία δεν μοιάζει να θεωρούν πως αξίζει τον κόπο να αναφερθούν στο ζήτημα. Η σικελική «μάφια», η «ντραγκέτα» της Καλαβρίας και η «καμόρα» της γενέτειράς μου Καμπανίας ελέγχουν ήδη το 1/3 της ιταλικής επικράτειας. Διεισδύουν απροκάλυπτα σε κάθε πτυχή της οικονομικής δραστηριότητας (τις μεταφορές, τα νοσοκομεία, τις κατασκευές, τη μόδα, τα υπερκαταστήματα, τη γεωργία), σαν καρκίνος -απέναντι στον οποίο κανένα τμήμα της δημόσιου βίου της χώρας δεν έχει ανοσία.

Τα μαφιόζικα δίκτυα ελέγχουν πια σε τέτοιο βαθμό την τοπική αυτοδιοίκηση, που δεν νιώθουν πλέον την ανάγκη να αναζητήσουν προστασία από την κεντρική πολιτική. Έμαθαν πως αν ελέγξουν κατάλληλα το Παλέρμο και τη Νάπολι, θα επηρεάζουν και στη Ρώμη. Και καμία κυβέρνηση δεν κατόρθωσε να μειώσει την οικονομική ισχύ της μαφίας.

Στη σημερινή Ιταλία, όποιος πολιτικός ορθώσει το ανάστημά του ενάντια στο οργανωμένο έγκλημα, δεν χάνει μόνο σε συναίνεση και ψήφους, αλλά συναντά επίσης πλήθος δυσχερειών στην εκτέλεση των δημοσίων έργων που προγραμματίζει. Η αποτυχία μας να αντιμετωπίζουμε τη μαφία, κινδυνεύει τα διαιωνίσει την ακμή της, όποιος κι αν κυβερνήσει μετά τον Απρίλιο: η μαφία έχει ήδη χαρτογραφήσει λεπτομερώς τα δύο πολιτικά στρατόπεδα, και ξέρει με ποιους δεξιούς και αριστερούς μπορεί να «τα βρει».

€

Πάρα πολλές εκλογικές αναμετρήσεις στην Ιταλία κρίνονται, ακόμα και σήμερα, από την δοκιμασμένη στο χρόνο μέθοδο της εξαγοράς ψήφων. Στο νότο πια, όπου η ανεργία είναι ενδημική και οι πιο φιλόδοξοι νεαροί μεταναστεύουν στο εξωτερικό ή τον βορρά, αυτό είναι το απόλυτο εκλογικό όπλο.

Όταν ήμουν παιδί, τη δεκαετία του 1980, η ψήφος ήταν ακριβότερη από ότι είναι σήμερα. Μπορεί να άξιζε όσο μια δουλειά στο τοπικό ταχυδρομείο, το νοσοκομείο ή το σχολείο. Καθώς μεγάλωνα, στοίχιζε όλο και φτηνότερα, όσο π.χ. η αποπληρωμή των λογαριασμών του τηλεφώνου ή του ηλεκτρικού (δύο μήνες πριν τις εκλογές κι έναν μετά). Τις τελευταίες εκλογικές αναμετρήσεις, στοιχίζει όσο ένα αστραφτερό κινητό τηλέφωνο. Κάποιος στο δανείζει πριν τις εκλογές -και μπορείς να το κρατήσεις αν τραβήξεις μια φωτογραφία που σε δείχνει να «σταυρώνεις» το «σωστό» κόμμα ή υποψήφιο. Τα τηλέφωνα, κόστους 50 ευρώ το καθένα, έχουν μάλιστα ρυθμιστεί έτσι που να φωτογραφίζουν αθόρυβα.

Σήμερα δηλαδή, η τιμή της ψήφου έχει φτάσει πάνω-κάτω την τιμή που είχε τη δεκαετία του 1950, όταν ο επιχειρηματίας-δήμαρχος της Νάπολι Ακίλε Λάουρο (Achille Lauro), μοίραζε κουτιά μακαρόνια κι ένα αριστερό παπούτσι πριν ανοίξουν οι κάλπες... (το δεξί παπούτσι μοιραζόταν μετά τις εκλογές, εφόσον το εκλογικό αποτέλεσμα ήταν σωστό).

Ακόμα και τότε όμως, η πολιτική δεν ήταν τόσο ξεπεσμένη όσο σήμερα, που οι Ιταλοί την αντιλαμβάνονται ως μια απλή προέκταση των ιδιωτικών τους επιδιώξεων στη δημόσια σφαίρα. Η πρωταρχική της σημασία (να θέτει στόχους, να λύνει προβλήματα και να πηγαίνει μπροστά τη χώρα) έχει ξεχαστεί. Κανείς πια δεν ελπίζει πως κάποια εκλογική αναμέτρηση μπορεί να ανανεώσει την ιταλική πολιτική.

Το πρόβλημα όμως παραμένει: ένα πολιτικό σύστημα τόσο πολύ επιδέξιο στους ελιγμούς και τόσο μυωπικό, είναι ασύμβατο με την σύγχρονη δημοκρατία. Είναι άραγε δείγμα υγιούς δημοκρατίας πως τα τελευταία χρόνια διαλύθηκαν δεκάδες δημοτικά συμβούλια ως χειραγωγούμενα από τη μαφία; Ή πως η μαφία έχει πραγματοποιήσει 3,200 δολοφονίες από το 1992, όταν την ίδια περίοδο δολοφονήθηκαν πολύ λιγότεροι στη Βηρυτό;

Ας μην διαφεύγει από κανένα πως η κατάρρευση της κεντροαριστερής κυβέρνησης του Ρομάνο Πρόντι (Romano Prodi) τον Ιανουάριο, πυροδοτήθηκε στην επικράτεια της «καμόρα». Λίγο πριν την πτώση της κυβέρνησης, το κλείσιμο από τις αρχές μιας ακόμα χωματερής στην Καμπανία -έναν τομέα απόλυτα ελεγχόμενο από τη μαφία- άφησε επί εβδομάδες τόνους σκουπιδιών έκθετους στους δρόμους της Νάπολι. Ο Πρόντι δεν απέπεμψε τον περιφερειάρχη της Καμπανίας, παρά την ανεπάρκειά του να διαχειριστεί άμεσα την «κρίση των απορριμμάτων».

Ο πρωθυπουργός δεν αντιλήφθηκε πως από τη Νάπολι η μαφία έστελνε το μήνυμα πως όποια κυβέρνηση τολμήσει να προκαλέσει (έστω και συγκυριακά), το οργανωμένο έγκλημα, θα κατέληγε ξεδοντιασμένη, σε πλήρες πολιτικό αδιέξοδο.

Υποτίμησε επίσης το αντίκτυπο του γεγονότος πως είχε συμπεριλάβει στα ψηφοδέλτιά της άγνωστους υποψηφίους, που όμως αργότερα αποκαλύφτηκε πως είχαν σχέσεις με τη μαφία -την ίδια ώρα βέβαια που η κεντροδεξιά του Σίλβιο Μπερλουσκόνι (Silvio Berlusconi) πανηγύρισε έξαλλα την «αθώωσή» της, όταν η δικαστική ετυμηγορία για τον κυβερνήτη της Σικελίας και διακεκριμένο της στέλεχος κατέληξε πως δεν ήταν μεν μαφιόζος ο ίδιος, είχε όμως πραγματοποιήσει πολλές «χάρες» σε έναν συγκεκριμένο μαφιόζο «νονό».

Σε αυτό το άρρωστο σκηνικό, ο Μπερλουσκόνι επιδιώκει να επανεκλεγεί πρωθυπουργός, ενώ στην κεντροαριστερά ο Πρόντι αντικαταστάθηκε από τον πρώην δήμαρχο Ρώμης Βάλτερ Βελτρόνι (Walter Veltroni). Αυτές θα είναι οι πρώτες εκλογές στις οποίες θα συμμετάσχει το νεοσύστατο Δημοκρατικό κόμμα (PD), ένας σχηματισμός που χρειάζεται να θέσει στο επίκεντρο των πολιτικών του αυτό που δεν κατάλαβε ο Πρόντι: την κατά μέτωπον επίθεση στη μαφία.

Οι δυνάμεις της αξιοπρέπειας και της διαφάνειας είναι παρούσες σε όλα τα κόμματα και όχι μόνο στην αριστερά, τον παραδοσιακό πολιτικό αντίπαλο της μαφίας. Ο μάρτυρας του αγώνα κατά της μαφίας δικαστής του Παλέρμο Πάολο Μπορσελίνο (Paolo Borsellino) προερχόταν από μία εξυγιαντική δεξιά παράδοση, που συνεχίζεται έως σήμερα. Ανάμεσα στους πιο μαχητικούς αντιπάλους της μαφίας συγκαταλέγονται μέλη των νεανικών ρωμαιοκαθολικών κινήσεων, που θα πρέπει να αναζητήσουν υποψηφίους στο ύψος των προσδοκιών τους.

Μας ξανάρχονται στη μνήμη τα λόγια του πάπα Ιωάννη-Παύλου Β’ (Ioannes Paulus PP II) στη Σικελία, το 1993, μετά από μία σειρά βομβιστικών επιθέσεων εκ μέρους της μαφίας: «αυτός ο λαός, ο λαός της Σικελίας, ο τόσο συνδεδεμένος με τη ζωή, που αγαπάει τόσο να ζει και να δίνει ζωή, δεν μπορεί να συνεχίσει να ζει υπό τη σκιά των λατρών του θανάτου. Απευθύνομαι στους υπευθύνους: μετανοήστε! Μετανοήστε! Κάποια μέρα θα συναντήσετε τη Θεία δίκη!».

Αυτά τα λόγια θα έπρεπε να δονούν τις συνειδήσεις όλων όσοι αυτοαποκαλούνται χριστιανοί. Η κατάλυση όμως της διαπλοκής πολιτικής-οργανωμένου εγκλήματος δεν είναι απλά ηθικό ζήτημα. Αφορά την ίδια την επιβίωση της δημοκρατίας -και αποτελεί πρωταρχική εκδήλωση του αισθήματος της αυτοσυντήρησης των πολιτών.

Ο Βελτρόνι μου ζήτησε να συμπεριληφθώ στα ψηφοδέλτια του κόμματός του για να δώσουμε τη μάχη κατά του οργανωμένου εγκλήματος. Αλλά δεν θα πολιτευθώ. Δουλειά μου είναι το γράψιμο, που το θεωρώ τον καλύτερο τρόπο που διαθέτω να αντιδράω σε αυτά τα προβλήματα. Μπορώ να περιγράφω την εξουσία, όχι να τη διαχειρίζομαι. Καθόλου δεν αρνούμαι να αναλάβω το μερίδιο της ευθύνης μου. Ίσα-ίσα ο αγώνας κατά της μαφίας με απασχολεί καθημερινά.

Ίσως το να κάνουμε σωστά τη δουλειά μας, να είναι η τελευταία γραμμή άμυνας που διαθέτουμε. Αυτό -και να μην αποδεχθούμε τη σημερινή κατάσταση των πραγμάτων.

Το γαλλικό σύνταγμα του 1793 περιλάμβανε το «δικαίωμα στην εξέγερση». Ίσως έφτασε η ώρα να ασκήσει η Ιταλία το «δικαίωμα στο μπούχτισμα». Να ξαναποκτήσει πρόσβαση σε πραγματικές δημοκρατικές επιλογές. Να κυβερνάει όποιος παίρνει τις περισσότερες ψήφους, όχι όποιος μοιράζει περισσότερα καινούργια κινητά τηλέφωνα.

Το μέλλον της Ιταλίας αξίζει πολύ περισσότερο από αυτό.

Εκτύπωση στις: 2024-03-28
Από την ιστοσελίδα: Ανανεωτική
http://www.ananeotiki.gr/el/sx_PrintPage.php?tid=2472