Το τυρί και η φάκα

Γιώργος, Γιαννουλόπουλος

Ελευθεροτυπία, 2008-06-06


Ολοι ξέρουμε πώς άρχισε η νέα κόντρα στα πανεπιστήμια: η κυβέρνηση θέλησε να πάρει το αίμα της πίσω για την πανωλεθρία που υπέστη πέρυσι με το άρθρο 16. Αναμενόμενη αντίδραση, με προφανή παράπλευρα πολιτικά οφέλη, η οποία υπαγορεύτηκε από το ιδεολογικό DNA της Νέας Δημοκρατίας, δηλαδή τη θεμελιακή πίστη στο ιδιωτικό και την ελεύθερη αγορά και την εξίσου θεμελιακή απέχθεια για οτιδήποτε δημόσιο που παρέχεται από το κράτος δωρεάν και προς τους πάντες. Ετσι, ο κ. Στυλιανίδης άρχισε ξαφνικά και συστηματικά να απειλεί, μιλώντας για διαλυμένα δημόσια πανεπιστήμια, που χρειάζονται ένα ισχυρό σοκ, για διασταλτικές ερμηνείες του Συντάγματος, που επιτρέπουν την ίδρυση ιδιωτικών ΑΕΙ και άλλα πολεμοχαρή.

Η μητέρα όλων των μαχών, λοιπόν; Οχι ακριβώς. Γιατί, όποιος κατέστρωσε το σχέδιο, είχε διαβάσει σωστά τον αντίπαλό του. Ζητούμενο δεν ήταν να τον συντρίψει με κατά μέτωπον επίθεση, αλλά να τον αναγκάσει να αποκαλύψει ο ίδιος τις δικές του αντιφάσεις και αδυναμίες στη σύγκρουση την οποία σκόπιμα προκάλεσε η κυβέρνηση. Και αυτό επετεύχθη με μία απλούστατη κίνηση: η έναρξη των εχθροπραξιών συνέπεσε, όχι τυχαία, με τις εκλογές στα πανεπιστήμια, όπου για πρώτη φορά θα ίσχυε η καθολική ψηφοφορία των φοιτητών, βάσει του νέου νόμου. Τα θλιβερά επακόλουθα έδειξαν ότι η αυτοαποκαλούμενη αγωνιστική πρωτοπορεία διδασκόντων και φοιτητών είδε το τυρί και όχι τη φάκα.

Ισως δεν πρόκειται για αποφεύξιμο λάθος αλλά για επαλήθευση της ρήσης ότι «όποιος κατουράει στη θάλασσα θα το βρει στο αλάτι». Εξηγούμαι: εδώ και κάμποσα χρόνια, από τότε που τη θέση του θετικού οράματος πήρε το δόγμα «ξέρω τι δεν θέλω, αλλά δεν ξέρω τι θέλω», η πολιτική της Αριστεράς ταυτίζεται με την έννοια της «αντίστασης», η οποία όμως γίνεται ολοένα και πιο αφηρημένη, για να καταντήσει μέθεξη μιας μεταφυσικής αριστεροσύνης, συμβολική χειρονομία ή ύφος που ευδοκιμεί με αφορμή την πολιτική, αλλά ερήμην της. Αλλά το χειρότερο είναι το εξής (φαινομενικά) παράδοξο: όσο εντείνεται ο αφηρημένος χαρακτήρας της αντίστασης τόσο πιο ποσοτικά και μπακάλικα μετριέται, μέσα σε μια ατμόσφαιρα ναρκισσευόμενης πλειοδοσίας, που θα αναδείξει τους «πραγματικά» αριστερούς. Π.χ., όποιος βρίσκει ένα θετικό μέτρο στον νέο νόμο είναι εξ ορισμού πιο αριστερός από εκείνον που βρίσκει δύο, με αριστερότατο τον πρόεδρο της ΠΟΣΔΕΠ που δεν βρίσκει κανένα. Τι να πεις; Οταν σταματήσεις να γελάς, σε πιάνουν τα κλάματα.

Αυτή η λογική ήρθε γάντι στα εγγόνια του Στάλιν και του Μάο που στεγάζονται στην εξωκοινοβουλευτική Αριστερά. Στην περίπτωση του ΣΥΡΙΖΑ όμως τα πράγματα περιπλέκονται. Διότι ενώ κατ’ ιδίαν τα περισσότερα στελέχη καταδίκασαν ειλικρινά και ανεπιφύλακτα τα έκτροπα, ενώ αληθεύει ότι η καθολική ψηφοφορία των φοιτητών αποτελεί πάγιο αίτημα της Ανανεωτικής Αριστεράς, γιατί επισήμως ο ΣΥΡΙΖΑ φάνηκε να ενοχλείται λιγότερο από τα άλλα κόμματα όταν κάποιοι προσπάθησαν να την εμποδίσουν με τη βία; Φυσικά, υπάρχουν η πολυφωνία και η ανάγκη να διατηρηθεί η συνοχή του κόμματος. Οπως υπάρχουν κι εκείνοι που χαίρονται για το στραβοπάτημα του Συνασπισμού. Αυτά έχει η πολιτική. Κι επειδή η καταγγελία της «συκοφαντίας» είναι η εύκολη λύση, συνιστώ στους καταγγέλλοντες να διαβάσουν, μεταξύ άλλων, τις επίσημες δηλώσεις ότι για τη βία ευθύνεται αποκλειστικά η κυβέρνηση, άρα όχι οι τραμπούκοι και τη θέση της ΚΟΕ, μιας από τις συνιστώσες του ΣΥΡΙΖΑ, που θεωρεί την καθολική ψηφοφορία αμερικανοποίηση του πανεπιστημίου.

Την επαύριο της επίθεσης κατά του πρύτανη του ΑΠΘ δημοσιεύτηκε στην τελευταία σελίδα της «Αυγής» ένα βραχύ σχόλιο με τίτλο «Καμία δικαιολογία». Ας αναλογιστούν τις ευθύνες τους όσοι δεν θέλησαν να το δουν στην πρώτη σελίδα.

Εκτύπωση στις: 2024-04-24
Από την ιστοσελίδα: Ανανεωτική
http://www.ananeotiki.gr/el/sx_PrintPage.php?tid=2647&export=html