Αρχική | Εκτύπωσε ή Αποθήκευσε ως PDF | Αποθήκευσε ως WORD | Αποθήκευσε ως HTML

Χρεοκόπησε η φορολογική πολιτική

Ελίζα, Παπαδάκη

Αυγή της Κυριακής, 2008-07-27


Χρειάσθηκε να επιδεινωθούν δραματικά τα δημόσια οικονομικά της χώρας για να αναγνωρίσει ο Γιώργος Αλογοσκούφης την πλήρη αποτυχία της φορολογικής πολιτικής που εφαρμόζει επί πέντε χρόνια. Οι όψιμες παραδοχές του υπεύθυνου υπουργού θα επέβαλλαν μια στροφή 180 μοιρών στη φορολογική, αλλά και στη γενικότερη οικονομική πολιτική. Είναι όμως αμφίβολο πόσο αποτελεσματικά μέτρα είναι σε θέση να πάρει η παρούσα κυβέρνηση.

Η εξέλιξη των εσόδων και των δαπανών του κρατικού προϋπολογισμού το πρώτο πεντάμηνο φέτος, αύξηση εσόδων μόλις 3,5% έναντι ετήσιου στόχου 13%, αύξηση πρωτογενών δαπανών 12,1% έναντι στόχου 8,5%, καθιστά πολύ δύσκολη τη συγκράτηση του ελλείμματος κάτω από το 3%. Σύμφωνα με πρόσφατες εκτιμήσεις αρμοδίων, η αύξηση των εσόδων φέτος στην καλύτερη περίπτωση θα φτάσει ένα 8,5%, αν αποδώσουν τα αναμενόμενα το ενιαίο τέλος φορολογίας των ακινήτων και τα μέτρα για τη διακίνηση των καυσίμων. Ακόμα και χωρίς τις πρόσθετες δαπάνες που θα απαιτούσε η ενίσχυση των φτωχότερων στρωμάτων, όπως έχει υποσχεθεί η κυβέρνηση απέναντι στα καύσιμα και τη γενικότερη ακρίβεια, οι πρωτογενείς δαπάνες του τακτικού προϋπολογισμού προβλέπεται τώρα ότι θα αυξηθούν κατά 10,5%, ενώ μεγαλύτερη θα είναι και η αύξηση των τόκων του πολύ υψηλού και ανερχόμενου πάντα δημοσίου χρέους (9% αντί 7,2%). Περικοπή των δημοσίων επενδύσεων δεν συζητείται για την ώρα εφόσον θα συνεπαγόταν οριστική απώλεια κοινοτικών πόρων για το Γ’ ΚΠΣ. Θεωρείται κατά συνέπεια πλέον βέβαιο ότι το έλλειμμα θα ξεπεράσει το 2,5% του ΑΕΠ, από 1,6% που ήταν ο στόχος του προϋπολογισμού.

Και εδώ είναι που θα μετρήσουν τα δέκατα της μονάδας: Τυχόν υπέρβαση του ορίου του 3% θα επαναφέρει την Ελλάδα κάτω από καθεστώς κοινοτικής επιτήρησης, ακυρώνοντας όλους τους κυβερνητικούς κομπασμούς για την υποτιθέμενη δημοσιονομική εξυγίανση μετά την περιβόητη απογραφή. Θα συντελούνταν μάλιστα σε συνθήκες αξιόλογης σχετικά αύξησης του ΑΕΠ, ακόμα 3,2-3,3% την προβλέπουν στο υπουργείο Οικονομίας, την ώρα που άλλες χώρες της Ευρωζώνης αντιμετωπίζουν οικονομική στασιμότητα ή και ύφεση. Πέρα δηλαδή από τη διεθνή επιδείνωση, θα καταλογιζόταν κυρίως στην κυβερνητική διαχείριση.

"Στον πάτο!"

Αυτή η εικόνα ανάγκασε τον υπουργό Οικονομίας και Οικονομικών να συγκαλέσει ύστερα από εξάμηνη αδράνεια το Συμβούλιο για την Αντιμετώπιση της Φοροδιαφυγής και να αναφωνήσει εκεί ότι "τα έσοδα από την άμεση φορολογία είναι σταθερά τα τελευταία χρόνια στον πάτο!". Όσοι παρακολουθούν τα δημόσια οικονομικά γνωρίζουν, βέβαια, ότι τα έσοδα από τους άμεσους φόρους (εισοδήματος, περιουσίας, κεφαλαίου, κερδών), είναι στην Ελλάδα απαράδεκτα χαμηλά, έφθαναν το 2006 μόλις το 4,6% του ΑΕΠ έναντι 9,2% στην Ευρωπαϊκή Ένωση, ενώ και τα συνολικά έσοδα, από άμεσους και έμμεσους φόρους και από εισφορές στην κοινωνική ασφάλιση υστερούν σημαντικά: 31,4% του ΑΕΠ έναντι 39,9% στην Ε.Ε. Από τις στήλες της "Αυγής" έχει τονισθεί επανειλημμένα ότι με την πρακτική αυτή το κράτος διογκώνει τις κοινωνικές ανισότητες και υπονομεύει την ανάπτυξη: δεν αντλεί τους πόρους που απαιτούνται για τη χρηματοδότηση δημοσίων αγαθών (παιδεία και έρευνα, υγεία, περιβάλλον), για αναδιανεμητικές πολιτικές που θα στήριζαν το εισόδημα και την απασχόληση των ασθενέστερων, για τον περιορισμό του δημοσίου χρέους. Το εντυπωσιακό είναι ότι τέτοια στοιχεία επικαλέσθηκε για πρώτη φορά ο κ. Αλογοσκούφης, αναιρώντας την πολιτική που ο ίδιος εφαρμόζει αφότου ανέλαβε υπουργός το 2004.

Παραδέχθηκε αυτό που όλοι γνωρίζουν, ότι μισθωτοί και συνταξιούχοι φέρουν το κύριο βάρος του φόρου εισοδήματος φυσικών προσώπων, πλήρωσαν πέρυσι το 79%, ενώ αν στο εισόδημα περιλάβουμε και τα νομικά πρόσωπα, δηλαδή τα κέρδη των εταιριών, πλήρωσαν το 50%. Και η αναλογία επιδεινώνεται. Από στοιχεία που δημοσιοποίησε ο υπουργός προκύπτει ότι:

το εισόδημα που δήλωσαν το 2007 συνολικά οι μισθωτοί αυξήθηκε από τον προηγούμενο χρόνο κατά 4,7% και ο φόρος που κατέβαλαν κατά 11%,

το εισόδημα που δήλωσαν αντίστοιχα οι συνταξιούχοι αυξήθηκε κατά 6,9% και ο φόρος τους κατά 19,6%,

τα κέρδη που δήλωσαν οι επιχειρήσεις αυξήθηκαν κατά 17,8% και ο φόρος τους κατά 6,7%.

Αξίζει να σημειωθεί ότι παρά την κραυγαλέα αντιστροφή της φορολογικής επιβάρυνσης μεταξύ μισθωτών/συνταξιούχων και εταιριών, ο κύριος Αλογοσκούφης υπερασπίζεται ακόμα τη μείωση του συντελεστή φόρου που επέβαλε στα κέρδη, με τον ισχυρισμό ότι έτσι αποτράπηκε μια κάμψη μετά τους Ολυμπιακούς Αγώνες και διατηρείται η ανθεκτικότητα της οικονομίας στο δύσκολο διεθνές περιβάλλον. Διαβεβαίωσε μάλιστα ότι δεν προτίθεται να την αντιστρέψει. Τον αντικρούει όμως η απουσία πραγματικά παραγωγικών νέων επενδύσεων, όπως αποτυπώνεται στην απειλητική διόγκωση του εξωτερικού ελλείμματος της χώρας (ήδη πάνω από 14% του ΑΕΠ και ανεβαίνει), αλλά και οι ίδιες οι επιχειρήσεις που περιορίζουν όσες επενδύσεις προγραμμάτιζαν και πολύ λίγο επηρεάζονται από το ύψος της φορολογίας, σύμφωνα με την τελευταία έρευνα του ΙΟΒΕ.

Σκέψεις για μέτρα: Φόρος στα εισοδήματα από κεφάλαιο;

Ο κ. Αλογοσκούφης επέμεινε στην ανάγκη να περιορισθεί η φοροδιαφυγή, την οποία εντόπισε κυρίως στα εισοδήματα από ελεύθερα επαγγέλματα, από προσωπικές επιχειρήσεις και από κεφάλαιο, καθώς και στην ανάγκη να διευρυνθεί η φορολογική βάση. Εδώ ομολόγησε ουσιαστικά τα πενιχρά ως τώρα αποτελέσματα: αφού απαρίθμησε τα έσοδα από μια σειρά ελέγχους και διασταυρώσεις των υπηρεσιών του υπουργείου, αναγκάσθηκε να παραδεχθεί ότι οι εισπράξεις ΦΠΑ αυξάνονται φέτος λιγότερο από πέρυσι, 8,7% αντί 9,7% το πρώτο εξάμηνο.

Μέσα στους επόμενους μήνες αναμένονται πρόσθετα έσοδα από το ενιαίο τέλος φορολογίας των ακινήτων και από την πλήρη εφαρμογή του νέου τρόπου φορολόγησης των καυσίμων, που ήδη έχει αρχίσει να αποδίδει: με την εξομοίωση ήδη καταγράφεται μείωση του πετρελαίου θέρμανσης και αύξηση του πετρελαίου κίνησης, ενώ με το σύστημα "Ποσειδώνας" η καταπολέμηση του λαθρεμπορίου θα επεκταθεί ναυτιλία.

Γνωρίζοντας ότι αυτά δεν επαρκούν, στο υπουργείο διερευνούν μέτρα σε άλλους τομείς. Ο κ. Αλογοσκούφης αναφέρθηκε στην ανάγκη "να φορολογηθούν καλύτερα και περισσότερο τα εισοδήματα από κεφάλαιο, τα οποία σήμερα σε μεγάλο βαθμό δεν φορολογούνται καθόλου". Στη φορολόγηση των εισοδημάτων από κεφάλαιο επιμένει, υπενθυμίζεται, πάνω από δέκα χρόνια τώρα ο Συνασπισμός. Αν και αποτελεί καθιερωμένη πρακτική στις ανεπτυγμένες χώρες, δεν την είχαν αποτολμήσει οι κυβερνήσεις του ΠΑΣΟΚ. Αλλά και τώρα οι σχετικές απόψεις είναι μάλλον συγκεχυμένες. Διάφοροι σύμβουλοι της κυβέρνησης υποστηρίζουν και την τάση να καταργηθούν οι πολλές αυτοτελείς (και προνομιακές) φορολογήσεις ειδικών κατηγοριών, και προτάσεις να δημιουργηθούν νέες.

Η απλούστερη, δικαιότερη και πιο αποδοτική μέθοδος θα ήταν όλα τα εισοδήματα από κεφάλαιο, τόκοι, αλλά και μερίσματα και υπεραξίες, που σήμερα δεν φορολογούνται διόλου, να προστίθενται στο συνολικό εισόδημα και να φορολογούνται με την προοδευτική ενιαία κλίμακα του φόρου εισοδήματος: με το μέγιστο συντελεστή για όσους συγκεντρώνουν υψηλά εισοδήματα, με τον χαμηλότερο για τους μικροαποταμιευτές/επενδυτές, ή και καθόλου εφόσον δεν ξεπερνούν το αφορολόγητο όριο, στην περίπτωση του χαμηλοσυνταξιούχου με μια μικρή τραπεζική κατάθεση π.χ. Ζημίες θα μπορούσαν να συμψηφίζονται.

Πολύ πιο περιορισμένη ήταν η πρόσφατη πρόταση του προέδρου του ΣΕΒ, οι υπεραξίες μετοχών που κρατήθηκαν λιγότερο από ένα έτος να φορολογούνται με αυτοτελή συντελεστή, όπως και τα stock options, οι αντίστοιχες έκτακτες αμοιβές επιχειρηματικών στελεχών. Αλλά και αυτή τον έφερε σε διένεξη με τον ΣΜΕΧΑ, το Σύνδεσμο των μετόχων στο Χρηματιστήριο, οι οποίοι θέλουν να διατηρηθεί το υφιστάμενο καθεστώς πλήρους φοροαπαλλαγής.

Όπως και αν λυθεί αυτό το ζήτημα πάντως, χρειάζεται να γίνουν πολύ περισσότερα για να διευρυνθεί η φορολογική βάση ώστε να προσεγγίσει τα μέσα ευρωπαϊκά επίπεδα: Διότι θα σήμαινε τα έσοδα του κράτους να αυξηθούν κατά 8,5 ποσοστιαίες μονάδες του ΑΕΠ, χονδρικά κατά 20 δισεκατομμύρια ευρώ! Αυτό θα επέτρεπε πολύ πιο ουσιαστικές δημόσιες πολιτικές, θα απαιτούσε όμως και ένα σημαντικό κόστος που θα κατέβαλλε μεγάλος αριθμός πολιτών, όχι μόνον οι ιδιαίτερα πλούσιοι ή οι εύποροι, αλλά και πάρα πολλοί που θεωρούν τα εισοδήματά τους "μεσαία". Έχοντας βυθίσει την εμπιστοσύνη της κοινωνίας στο ναδίρ, η σημερινή κυβέρνηση δεν είναι σε θέση να προωθήσει πολιτικά μια τέτοια συμφωνία.

Εκτύπωση στις: 2024-04-20
Από την ιστοσελίδα: Ανανεωτική
http://www.ananeotiki.gr/el/sx_PrintPage.php?tid=2752