Αρχική | Εκτύπωσε ή Αποθήκευσε ως PDF | Αποθήκευσε ως WORD | Αποθήκευσε ως HTML

Το απόλυτο παρόν ως φρίκη και ως πολιτική

Γιώργος, Γιαννουλόπουλος

Ελευθεροτυπία, 2004-09-22


Μία από τις λειτουργίες του ακραίου, ίσως η μόνη θετική, είναι ότι μας βοηθάει να καταλάβουμε το κανονικό. Μπορεί να ακούγεται παράδοξο, αλλά αν το καλοσκεφτούμε θα διαπιστώσουμε ότι μια ακραία ενέργεια φέρνει στην επιφάνεια κάποια στοιχεία τα οποία, ως αυτονόητες αντιδράσεις, καθορίζουν σε μεγάλο βαθμό τι σκεφτόμαστε για τα όσα συμβαίνουν γύρω μας.

Η σφαγή των παιδιών στο Μπεσλάν ήταν μια τέτοια ακραία ενέργεια. Οχι επειδή δεν έχει ξανασυμβεί, αλλά επειδή μπορέσαμε να τη «ζήσουμε» όταν την είδαμε στην τηλεόραση. Κι αυτό μάς βοήθησε να συνειδητοποιήσουμε κάτι πολύ απλό: ότι πέρα από τις αναλύσεις, όσο ορθές και να είναι, υπάρχει το αναπόφευκτο συναίσθημα της φρίκης που αναβρύζει από μέσα μας όταν γινόμαστε μάρτυρες μιας αποτρόπαιας πράξης. Αλλο το να ακούσουμε ότι κάπου μακριά σκοτώθηκε ένας άνθρωπος και άλλο να το δούμε, έστω και στην τηλεόραση ή, ακόμα χειρότερο, αυτός ο συγκεκριμένος άνθρωπος να ξεψυχήσει στα χέρια μας. Κατά μείζονα λόγο, άλλο να διαβάσουμε ότι ένα παιδί πυροβολήθηκε και άλλο να δούμε το δικό μας παιδί να το γαζώνουν οι σφαίρες.

Η φρίκη είναι το απόλυτο παρόν. Κι αυτό σημαίνει ότι ενώ τη ζούμε δεν μπορούμε να συλλάβουμε μια πράξη κριτικά, δηλαδή μέσα από συσχετισμούς, συγκρίσεις ή ερμηνευτικά πλαίσια. Η φρίκη υπάρχει απόλυτα. Δηλαδή προϋπάρχει.

Το γεγονός όμως ότι ο κριτικός λόγος σιωπά όταν αντιμετωπίζει το απόλυτο παρόν της βιωμένης φρίκης δεν σημαίνει ότι έπαψε να λειτουργεί. Γιατί εμείς που είδαμε τις εικόνες μπορούμε και πρέπει, όταν καταλαγιάσει το συναίσθημα, να σκεφτούμε κάποια πράγματα. Και δεν εννοώ μόνο τα προφανή, όπως π.χ. γιατί η τηλεόραση μάς δείχνει αυτές τις σκηνές και όχι κάποιες άλλες (η απάντηση ενδέχεται να αποδειχθεί λιγότερο συνωμοτική: επειδή είχαν τα πλάνα και πίστεψαν ότι θα ανέβαινε η τηλεθέαση), αλλά το εξής σημαντικό: ότι όχι η ίδια η φρίκη αλλά η επίκλησή της είναι συνειδητή πολιτική, η οποία χαράσσεται από κυνικούς και διόλου συναισθηματικούς ανθρώπους γιατί τους συμφέρει.

Χαρακτηριστικό παράδειγμα, οι πολιτικές αντιδράσεις στις ΗΠΑ μετά την 11η Σεπτεμβρίου. Τονίζοντας αποκλειστικά τα συναισθήματα που προκάλεσε μια πράξη τόσο θεαματική και απόλυτα φρικιαστική, η αμερικανική ηγεσία σκόπιμα απέκλεισε -και συνεχίζει να αποκλείει- κάθε ανάλυση που θα απέδιδε νόημα στην επίθεση. Κι αυτό επειδή μέσα σε ένα τέτοιο κριτικό πλαίσιο, χωρίς να δικαιώνεται ο Μπιν Λάντεν, θα έμπαιναν στη συζήτηση κάποια πράγματα τα οποία ο πρόεδρος Μπους πάση θυσία δεν θέλει να σκεφτούμε: ότι δηλαδή η πρόσφατη ιστορία της Μέσης Ανατολής γεννάει τέρατα σαν τον Μπιν Λάντεν και την Αλ Κάιντα και ότι οι ευθύνες για τα όσα έχουν συμβεί εκεί βαρύνουν πολλούς, και βαρύνουν κυρίως τους Αμερικανούς. Αν όμως η εκατόμβη των αθώων εμφανιστεί ως το απόλυτο παρόν και, συνεπώς, ως κάτι μη συνδέσιμο με οτιδήποτε, η αντίδραση των ΗΠΑ και συνοψίζεται στη φράση «αμείλικτος πόλεμος μέχρις εσχάτων κατά της τρομοκρατίας», όχι μόνο αποκτά νόημα και δικαίωση αλλά εξουσιοδοτεί οποιαδήποτε επιθετική ενέργεια ή κατασταλτικό μέτρο στο όνομα μιας απόλυτης φρίκης, την οποία οι ελεύθερες κοινωνίες οφείλουν να αντιπαλέψουν.

Υπάρχει όμως και μια άλλη διάσταση, πιο θεωρητική ή μάλλον ιδεολογηική, που προεξοφλεί την επιτυχία αυτής της πολιτικής λαθροχειρίας: η ορολογία μέσα από την οποία προσλαμβάνουμε τα γεγονότα. Η έννοια του κακού είναι θεολογική και ως εκ τούτου απόλυτη. Το κακό (evil) και μάλιστα το καθαρό κακό (pure evil), που τόσο συχνά μνημονεύει ο Μπους, προϋπάρχει της κοινωνίας και της Ιστορίας, είναι μια κατηγορία μεταφυσική, η οποία ούτε εξηγείται ούτε προσδιορίζεται από τα όσα συμβαίνουν γύρω μας. Με το κακό δεν διαπραγματευόμαστε και δεν πρόκειται να το νικήσουμε με πολιτικές κινήσεις, εφ’ όσον, ως κακό, δεν προκλήθηκε από την πολιτική.

Το μόνο που μπορούμε να κάνουμε είναι να εξοντώσουμε εκείνους που το ενσαρκώνουν στο όνομα του απόλυτου καλού, δηλαδή του Θεού και του επί Γης εκπροσώπου του, ο οποίος δεν είναι άλλος από το περιούσιο αμερικανικό έθνος. Ισως ακούγεται απλουστευτικό. Αν προσέξουμε όμως τι λέει ο μέσος Αμερικανός θα διαπιστώσουμε με φρίκη ότι αυτή η ανατριχιαστική απλούστευση θεωρείται σχεδόν αυτονόητη.

Πώς θα μπορέσουμε να βγούμε από τον φαύλο κύκλο που δημιουργείται όταν το ανθρώπινο ένστικτο μετουσιώνεται από διάφορους επιτήδειους σε ιδιοτελή πολιτική; Εύκολο σίγουρα δεν είναι. Διάβασα όμως τις προάλλες κάτι που μάς δίνει ελπίδα. Μια Ρωσίδα, η οποία βρέθηκε όμηρος των Τσετσένων στο θέατρο της Μόσχας, είπε μετά το Μπεσλάν ότι μία από τις ζωσμένες με εκρηκτικά γυναίκες τής μίλησε για το τι έχουν υποστεί οι Τσετσένοι. «Δεν αποδέχτηκα το επιχείρημά της, ούτε χάρηκα λιγότερο όταν γλιτώσαμε», είπε. «Αρχισα όμως να καταλαβαίνω».

Εκτύπωση στις: 2024-04-24
Από την ιστοσελίδα: Ανανεωτική
http://www.ananeotiki.gr/el/sx_PrintPage.php?tid=281