Αρχική | Εκτύπωσε ή Αποθήκευσε ως PDF | Αποθήκευσε ως WORD | Αποθήκευσε ως HTML

Η οικονομική κρίση και τα 28 δισ. στις τράπεζες

Άννα, Φιλίνη

Αυγή, 2008-11-22


Στην εβδομάδα που κλείνει συζητήθηκε στη Βουλή με έντονες αντιπαραθέσεις το νομοσχέδιο για τη στήριξη των τραπεζών με 28 δισ. Το νομοσχέδιο έχει υποστεί πολλές τροποποιήσεις έως ότου κλείσει μια συμφωνία κάτω από το τραπέζι με τις τράπεζες και έως ότου τελικά υπάρξει και η έγκριση των μέτρων από την Ευρωπαϊκή Ένωση.

Ο ΣΥΡΙΖΑ χαρακτήρισε το νομοσχέδιο ως κοινωνικά άδικο, αδιαφανές, χαριστικό για το τραπεζικό κεφάλαιο και ατελέσφορο.

Σʼ αυτό γίνεται λόγος για την κρίση ως κρίση του χρηματοπιστωτικού συστήματος ωσάν η οικονομία να μην έχει άλλο πρόβλημα παρά μόνο πρόβλημα πίστωσης, μόνο ως ένα πρόβλημα ρευστότητας του τραπεζικού συστήματος, το οποίο στέγνωσε από χρήματα. Αυτή όμως, είναι μία οπτική που κοιτά το πρόβλημα ανάποδα. Η μαζική πίστωση προς όλους τους τομείς μέχρι σήμερα είναι αλήθεια ότι εμπόδισ.ε την εμφάνιση μιας γενικευμένης οικονομικής κρίσης, διότι εξασφάλισε τη ζήτηση των παραγόμενων προϊόντων από τη μεριά των εργαζόμενων που διαφορετικά δεν θα μπορούσαν να αγοράσουν και η κρίση θα ξεσπούσε πολύ νωρίτερα.

Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι η κρίση στην οικονομία δεν υπήρχε ήδη. Υπήρχε ως κρίση που προέρχεται από την υπερκερδοφορία και από την υπερσυσσώρευση του κεφαλαίου και την υπερπαραγωγή προϊόντων και κατοικιών.

Όμως, ο υπερδανεισμένος εργαζόμενος κάποτε σταματά να μπορεί να δανείζεται. Και έτσι μειώνει ραγδαία τη ζήτησή του για νέα αγαθά, γιατί πρέπει να αποπληρώσει τα παλαιότερα για τα οποία οφείλει και τόκους. Από την άλλη μεριά, έμειναν για χρόνια οι μισθοί καθηλωμένοι. Στην Ελλάδα, οι μισθοί έμειναν σε πραγματικές τιμές -με αφαίρεση του πληθωρισμού- στην αγοραστική δύναμη που είχαν τη δεκαετία του 1970.

Το αποτέλεσμα ήταν η συσσώρευση τεράστιας ποσότητας κερδών με τη μορφή χρηματικού κεφαλαίου το οποίο αναζητούσε όλο και περισσότερο κερδοφόρες επενδύσεις. Οι τράπεζες στήριξαν παγκόσμια τη μεγάλη επέκταση στη στεγαστική και καταναλωτική πίστη δανειζόμενες οι ίδιες με τιτλοποίηση των προηγούμενων δανείων, αλλά και μέσω παραγώγων προϊόντων από τα ιδιωτικά κεφάλαια, τα λεγόμενα hedge funds.

Μέσα στις συνθήκες του νεοφιλελευθερισμού όλη αυτή η διαδικασία αφέθηκε ανεξέλεγκτη όπως αναγκάστηκε να παραδεχθεί και ο ίδιος ο εμπνευστής της στις Ηνωμένες Πολιτείες, Άλαν Γκρίνσπαν. Όταν πια ξέσπασε η κρίση, πολλοί αστοί οικονομολόγοι και κυβερνήσεις στην Ευρώπη άρχισαν να μιλούν για την ανάγκη πλέον παρέμβασης και ελέγχου του κράτους στην οικονομία.

Από τη στιγμή που εκδηλώθηκε αδυναμία πληρωμών στα χαμηλής εξασφάλισης δάνεια στις ΗΠΑ, χτύπησε τελικά η καμπάνα της εξάντλησης του μηχανισμού προεξόφλησης του μελλοντικού εισοδήματος των εργαζόμενων και έτσι άρχισε η πρώτη κρίση της ζήτησης. Έτσι, όλο και περισσότερα αγαθά θα μείνουν στα αζήτητα. Είναι χαρακτηριστική η κρίση της αυτοκινητοβιομηχανίας στις ΗΠΑ, στη Γαλλία, στη Γερμανία μετά από την κρίση στις κατοικίες που έχει ήδη εκδηλωθεί.

Το τραπεζικό σύστημα στην Ελλάδα

Στην Ελλάδα το τραπεζικό σύστημα πιέζει τους δανειολήπτες, επιχειρήσεις και καταναλωτές, για να αντισταθμίσει τις απώλειες που διαβλέπει, με αύξηση των επιτοκίων δανεισμού παρά τη μείωση των επιτοκίων από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα.

Ωστόσο και στην Ελλάδα το τραπεζικό σύστημα, παρά τη μεγάλη κερδοφορία του, είναι δανεισμένο στα διεθνή ιδιωτικά κεφάλαια. Τα 15 δισ. που τώρα παρέχει το Δημόσιο μέσω του νομοσχεδίου ως εγγυήσεις στις τράπεζες, πρόκειται ουσιαστικά να χρησιμοποιηθούν από αυτές εντός του 2009 για να ανανεώσουν ομολογιακά δάνεια και τιτλοποιήσεις που έχουν συνάψει στο παρελθόν ύψους 18 δισ.. Αυτό παραδέχτηκε με ανακοίνωσή της πριν τρείς μέρες η ίδια η Τράπεζα της Ελλάδος.

Η Κυβέρνηση σήμερα δίνει τα 28 δισ.εκατομμύρια στις τράπεζες, ακολουθώντας τρεις τρόπους:

Κατʼ αρχήν, από τα 28 δισ. δίνει τα πέντε με ζεστό χρήμα για αύξηση του μετοχικού κεφαλαίου των τραπεζών, αντί την αύξηση αυτή να εξαναγκαστούν να κάνουν οι ίδιοι οι μέτοχοι από τα κέρδη τους. Όμως, αν αυτοί δεν θέλουν ή δεν μπορούν να αυξήσουν το μετοχικό τους κεφάλαιο, τότε θα έπρεπε να περάσει το κράτος σε καθοριστική συμμετοχή, πάνω του 34%, μέσω της αγοράς μετοχών. Με αυτή την κρατικοποίηση το Δημόσιο θα μπορεί να ελέγχει αλλά και να καθορίζει μέσω του Δ.Σ. και της Γενικής Συνέλευσης την πολιτική της τράπεζας, ενώ ταυτόχρονα απαιτείται και κοινωνικός έλεγχος.

Συνολικά η κεφαλαιοποίηση των ιδιωτικών τραπεζών ανέρχεται σε περίπου 18 δισ., άρα τα 5 δισ. θα επαρκούσαν για να υπάρξει ο έλεγχος του Δημοσίου στις τράπεζες, συμπεριλαμβανομένης και της Εθνικής. Από τη στιγμή που το Δημόσιο κατέχει ήδη στην Εθνική το 20%, η σχετική πρόταση που κατέθεσε ο ΣΥΡΙΖΑ για τη διαμόρφωση ενός πυρήνα ελεγχόμενου από το Δημόσιο μέσα στο χρηματοπιστωτικό σύστημα, με πυλώνα την Εθνική μαζί με την Αγροτική Τράπεζα και το Ταχυδρομικό Ταμιευτήριο είναι μια πρόταση ριζοσπαστική αλλά και ρεαλιστική.

Μια τέτοια πρόταση βέβαια δεν την θέλει η Νέα Δημοκρατία και οι Τράπεζες. Αλλά και το

ΠΑΣΟΚ απέφυγε να τοποθετηθεί πάνω σε αυτό το ζήτημα ενώ το ΚΚΕ, παρότι αρχικά μας κατακεραύνωνε, τώρα φαίνεται να το συζητά.

Ως προς τα υπόλοιπα 23 δισ., η κυβέρνηση τα δίνει στις τράπεζες, πρώτον με παροχή εγγυήσεων του δημοσίου -τα 15 δισεκατομμύρια- με σκοπό να μπορέσουν να δανειστούν οι τράπεζες από αλλού. Και δεύτερον, με τη μορφή χορήγησης ομολόγων του δημοσίου -άλλα 8 δισ.- με σκοπό την πώλησή τους από τις τράπεζες για την άντληση ρευστότητας. Έτσι το δημόσιο θα εγγυηθεί τον δανεισμό των ελληνικών τραπεζών από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα και από άλλους φορείς.

Πώς θα αποπληρώσουν οι τράπεζες τις εγγυήσεις και τα ομόλογα σε τρία χρόνια όπως ζητάει τώρα η Κομισιόν; Το πιθανότερο είναι να φορτωθεί το δημόσιο αυτό το χρέος. Όμως το χρέος του δημοσίου είναι ήδη 250 δισ. και η διαφορά του επιτοκίου του δεκαετούς ομολόγου του ελληνικού δημοσίου σε σχέση με το γερμανικό έφτασε τις 172 μονάδες βάσης, κάτι που καθιστά ιδιαίτερα επαχθή τον δανεισμό.

Οι προτάσεις του ΣΥΡΙΖΑ

Ως ΣΥ.ΡΙΖ.Α προτείναμε μια δέσμη μέτρων. Κατʼ αρχήν, κεντρικό ζήτημα είναι η αύξηση του μεριδίου των μισθών στο παραγόμενο προϊόν με αντίστοιχη μείωση του μεριδίου των κερδών του κεφαλαίου, και στη συνέχεια η αύξηση των παραγωγικών δημοσίων επενδύσεων, σε αντίθεση με την πολιτική της κυβέρνησης, που ιδιωτικοποιεί τις πλέον κερδοφόρες δημόσιες επιχειρήσεις. Ζητούμε να υπάρξουν δεσμεύσεις για ουσιαστικές μειώσεις των επιτοκίων.

Όσον αφορά το χρηματοπιστωτικό σύστημα, ο ΣΥΡΙΖΑ έχει διατυπώσει μια σειρά από προτάσεις. Θεωρούμε απαραίτητο να υπάρξει ένα εναλλακτικό σχέδιο για την εποπτεία, τον κοινωνικό έλεγχο και την αναδιάρθρωση του χρηματοπιστωτικού συστήματος, με σαφείς αναπτυξιακές κατευθύνσεις. Μέσα σε αυτό, κεντρικός πυρήνας πρέπει να είναι ένας ισχυρός, δημόσιος τραπεζικός τομέας, με πυλώνα την Εθνική Τράπεζα υπό δημόσιο και κοινωνικό έλεγχο από κοινού με την Αγροτική Τράπεζα και το Ταχυδρομικό Ταμιευτήριο. Αυτή η πρόταση αποτέλεσε κεντρικό άξονα στις ομιλίες των εκπροσώπων του ΣΥΡΙΖΑ στη διάρκεια της συζήτησης του νομοσχεδίου στη Βουλή.

Εκτύπωση στις: 2024-04-18
Από την ιστοσελίδα: Ανανεωτική
http://www.ananeotiki.gr/el/sx_PrintPage.php?tid=2991