Αρχική | Εκτύπωσε ή Αποθήκευσε ως PDF | Αποθήκευσε ως WORD | Αποθήκευσε ως HTML

Στον αέρα το πρόγραμμα ανάκαμψης της Ε.Ε.

Ελίζα, Παπαδάκη

Αυγή της Κυριακής, 2008-11-30


Μεγαλύτερο από τις προσδοκίες ήταν τελικά το πρόγραμμα για την ανάκαμψη της ευρωπαϊκής οικονομίας που πρότεινε η Επιτροπή. Και πάλι όμως είναι αμφίβολη τόσο η επάρκειά του απέναντι στην επιδεινούμενη ύφεση, όσο και η ίδια η δυνατότητα να εφαρμοστεί. Η ελληνική συμμετοχή προβλέπεται μηδαμινή, καθώς ο εκτροχιασμός του προϋπολογισμού απειλεί άμεσα τη χώρα μας με δημοσιονομική κρίση.

Ακριβά θα πληρώσουν οι εργαζόμενοι, οι επιχειρήσεις, οι οικονομικά ασθενέστεροι της Ευρώπης την άρνηση των κυβερνήσεών τους από τη δεκαετία του 1990 να δημιουργήσουν έναν αξιόλογο κοινοτικό προϋπολογισμό, να προχωρήσουν σε στέρεες ομοσπονδιακές δομές. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι το ευρώ λειτούργησε σαν μια ισχυρή πρώτη ασπίδα απέναντι στη θυελλώδη χρηματοοικονομική αναταραχή των τελευταίων μηνών. Χωρίς το κοινό νόμισμα, χωρίς την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα και τις πρωτοφανείς παρεμβάσεις της για τη χορήγηση ρευστότητας, οι συνέπειες θα ήσαν ήδη δραματικά χειρότερες. Από τη σύσταση του ευρώ όμως επισημαινόταν ότι η Οικονομική και Νομισματική Ένωση χωρίς ένα αντίστοιχο δημοσιονομικό εργαλείο, έναν ισχυρό κοινοτικό προϋπολογισμό, ήταν επικίνδυνα ανάπηρη. Δεν το έλεγαν μόνον ακαδημαϊκοί οικονομολόγοι, αλλά και οι πιο φωτισμένοι και προνοητικοί από τους κεντρικούς τραπεζίτες. Στο μεταξύ όλος μαζί ο κοινοτικός προϋπολογισμός, όπως έχει διαμορφωθεί μέχρι το 2013, μόλις αγγίζει το 1% του ευρωπαϊκού ΑΕΠ. Έτσι, τώρα που η χρηματοοικονομική κρίση οδηγεί σε μια βαθιά και ίσως μεγάλης διάρκειας ύφεση την παγκόσμια οικονομία, η Ευρώπη στερείται το απαραίτητο εργαλείο για να την αντιμετωπίσει.

Η δημοσιονομική επέκταση κατά 200 δισ. ευρώ, στο 1,5% του ΑΕΠ της Ευρωπαϊκής Ένωσης, που εισηγήθηκε η Ευρωπαϊκή Επιτροπή προβλέπεται να προέλθει στο μεγάλο της μέρος (170 δις, 1,2% του ευρωπαϊκού ΑΕΠ) από τους εθνικούς προϋπολογισμούς των κρατών μελών. Μόνο 30 δις, ένα 0,3% του ΑΕΠ της Ε.Ε., προτείνεται να δοθεί με μεγαλύτερες προκαταβολές των διαρθρωτικών ταμείων κατά το ήμισυ περίπου, με αυξημένα δάνεια της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων το υπόλοιπο. Οι μικροί αυτοί πόροι μπορεί να αποδειχθούν πολύτιμοι ιδίως για τις μικρότερες ανατολικές χώρες οι οποίες πλήττονται βάναυσα από την κρίση. Για το σύνολο της οικονομίας της Ευρώπης όμως δεν είναι παρά σταγόνα.

Το πρόβλημα είναι ότι η επέκταση 1,2% από τους εθνικούς προϋπολογισμούς δεν προβλέπεται ενιαία, εφόσον οι συνθήκες μεταξύ των χωρών διαφέρουν, σύμφωνα με την Επιτροπή. Είναι αδύνατη σε χώρες που έχουν ήδη υψηλά δημόσια ελλείμματα και πολύ μεγάλο χρέος, παραδέχεται ο επίτροπος Χοακίν Αλμούνια κατονομάζοντας συγκεκριμένα την Ελλάδα. Προπάντων όμως, για να εφαρμοστεί στη μεγάλη πλειονότητα όσων είναι δημοσιονομικά υγιέστερες προϋποθέτει να επιτύχουν οι διαπραγματεύσεις για τον καταμερισμό μεταξύ τους στο Συμβούλιο Ecofin την επόμενη εβδομάδα, στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο κορυφής τη μεθεπόμενη. Μια τέτοια επιτυχία δεν φαίνεται διόλου εξασφαλισμένη. Ήδη η καγκελάριος Άγγελα Μέρκελ εξ ονόματος της μεγαλύτερης οικονομίας της Ένωσης δηλώνει αρνητική στη λήψη πρόσθετων δημοσιονομικών μέτρων, μολονότι αυτά που έχουν ψηφιστεί επικρίνονται στη Γερμανία ως ανεπαρκή. Το πρόγραμμα θα πρέπει όμως να συνίσταται σε νέες δαπάνες και μειώσεις φόρων, η απόδοσή του χάνεται αν απλώς ενταχθούν εκεί ως τώρα ειλημμένες αποφάσεις, εξηγεί ο οικονομολόγος του Ινστιτούτου Μπρύγκελ Αντρέ Σαπίρ.

Θετικές είναι πολλές από τις επιμέρους προτάσεις του προγράμματος της Επιτροπής. Για παράδειγμα η μόνιμη μείωση του ΦΠΑ σε «πράσινα» προϊόντα καθώς και σε κλάδους έντασης εργασίας, η μείωση των κοινωνικών επιβαρύνσεων στους μισθούς προσωρινά, για να στηριχθεί η απασχόληση, η χρονική παράταση των επιδοτήσεων για τους ανέργους, πρόσθετες εισοδηματικές ενισχύσεις για τους πιο ευάλωτους, περισσότερες επενδύσεις σε υποδομές, στην εξοικονόμηση ενέργειας, στην έρευνα, στην ανάπτυξη καθαρών τεχνολογιών στα αυτοκίνητα και στις κατασκευές. Η στήριξη της ζήτησης και η τόνωση της παραγωγής που συνεπάγονται όμως κινδυνεύουν να αποδειχθούν δυσανάλογα μικρές. Ήδη η ανεργία ανεβαίνει ραγδαία: Τον Οκτώβριο οι άνεργοι ξεπέρασαν τα 12 εκατομμύρια στην Ευρωζώνη φθάνοντας το 7,7% του εργατικού δυναμικού. Αυξήθηκαν κατά 810.000 μέσα σε ένα χρόνο, ενώ σε ολόκληρη την Ένωση ξεπερνούν τα 17 εκατομμύρια, ανακοίνωσε προχθές η Eurostat. Και πολύ περισσότεροι αναμένεται να γίνουν τους επόμενους μήνες.

Θεαματικά έπεσε εξάλλου το Νοέμβριο ο πληθωρισμός στην Ευρωζώνη: Πίσω στο 2,1%, από 3,2% που ήταν ακόμα τον Οκτώβριο. Φαίνεται να προδικάζει έτσι μια νέα μείωση των επιτοκίων του ευρώ την επόμενη εβδομάδα, στο 2,75% ή και χαμηλότερα. Όσο ευπρόσδεκτη και αν θα είναι η αναμενόμενη νέα κίνηση της ΕΚΤ, από μόνη της δεν θα συγκρατήσει την ύφεση.

Στη ζώνη κινδύνου ο δανεισμός της Ελλάδας

Η μείωση του όγκου των λιανικών πωλήσεων κατά 1,8% τον Σεπτέμβριο σε σύγκριση με τον ίδιο μήνα πέρυσι, που ανακοίνωσε προχθές η Στατιστική Υπηρεσία, συνιστά ξεκάθαρη ένδειξη ότι η κατανάλωση αρχίζει πια και σʼ εμάς να υποχωρεί, ότι πολλά νοικοκυριά αρχίζουν να δυσκολεύονται να καλύψουν τις ανάγκες τους, όπως τουλάχιστον τις αντιλαμβάνονταν ως τώρα. Προβάλλονται έτσι αυξημένες απαιτήσεις απέναντι στον κρατικό προϋπολογισμό να στηρίξει τα εισοδήματα, μισθούς, συντάξεις, κοινωνικά επιδόματα, ενώ δυναμώνει ακόμα περισσότερο η τάση για φοροδιαφυγή από όλους όσοι έχουν αυτή τη δυνατότητα.

Τα αιτήματα αποκρούει ο υπουργός Οικονομίας, επικαλούμενος γενικά το ύψος του δημοσίου χρέους. Εντελώς άκαιρα επιχειρεί από την άλλη πλευρά μιαν ενημερωτική εκστρατεία για την ανάγκη να πληρώνουμε τους φόρους μας που ίσως να είχε αποδώσει σε καλύτερες εποχές. Η δημοσιονομική κατάσταση της χώρας είναι όμως πάρα πολύ χειρότερη από όσο θέλει να παραδέχεται ο κ. Αλογοσκούφης. Είναι πλέον επικίνδυνη.

Ο νέος προϋπολογισμός που συζητείται στη Βουλή είναι πλασματικός περισσότερο από κάθε προηγούμενη φορά. Συντηρητικές εκτιμήσεις ανεβάζουν το φετεινό έλλειμμα, που το προβλέπει στο 2,5% του ΑΕΠ, κοντά στο 4%. Χαρακτηριστική λεπτομέρεια είναι ότι για να το κρατήσει σʼ αυτό το επίπεδο εγγράφει αυξημένα κατά 2 δισ. τα αποθεματικά των ασφαλιστικών ταμείων, την ώρα που οι πάντες εκτιμούν ότι λόγω της μεγάλη πτώσης της χρηματιστηριακής αξίας των μετοχών πρέπει να έχουν μειωθεί σημαντικά έναντι του 2007.

Και κατά τις ίδιες συντηρητικές εκτιμήσεις, με τα κονδύλια που έχουν εγγραφεί στον προϋπολογισμό το έλλειμμα θα υπερβεί το 4% του ΑΕΠ το 2009, μόνο από την -με βεβαιότητα χαμηλότερη σε σύγκριση με την υπεραισιόδοξα προβλεπόμενη- αύξηση του ΑΕΠ κατά 2,7% και από την αναπόφευκτα μεγάλη υστέρηση των φορολογικών εσόδων, τα οποία είναι απολύτως ανέφικτο να αυξηθούν κατά 13,2%, όπως προβλέπεται, πριν ακόμα αρχίσουν να συνυπολογίζονται άλλοι παράγοντες, όπως το χρέος των νοσοκομείων για παράδειγμα.

Το πρόβλημα με ελλείμματα της τάξης του 4% του ΑΕΠ και παραπάνω δεν είναι τεχνικό ή πολιτικό, επειδή παραβιάζονται οι κανόνες του Συμφώνου Σταθερότητας. Είναι ότι το ελληνικό κράτος πρέπει να δανεισθεί μέσα στο επόμενο έτος κάπου 40 δισ. για την αναχρηματοδότηση του δημοσίου χρέους, επιπλέον 28 δισ. για το πρόγραμμα στήριξης των τραπεζών με ομόλογα (προσωρινά, αλλά θα χρειαστεί πάντως να τα δανειστεί), και ακόμα 10-15 δισ. να δανειστούν οι τράπεζες για να αναχρηματοδοτήσουν δικά τους δάνεια, σύνολο περί τα 80 δισ. ευρώ. Πολύ μικρό μέρος μπορεί να αντληθεί από το εσωτερικό της χώρας. Θα αναγκαστεί να τα αναζητήσει στις διεθνείς αγορές την ώρα που με τεράστιο δικό τους δανεισμό βγαίνουν οι ΗΠΑ και μεγάλα ευρωπαϊκά κράτη. Κινδυνεύουμε έτσι να αντιμετωπίσουμε επιτόκια πολύ μεγαλύτερα από τα αυξημένα κατά 160-170 μονάδες βάσης έναντι των γερμανικών κρατικών ομολόγων, ανάλογα με εκείνα των αρχών της δεκαετίας του 1990, πριν μπούμε στο ευρώ, και για ολοένα πιο βραχυπρόθεσμα δάνεια (όχι δεκαετίας όπως μέχρι τώρα). Και κινδυνεύουμε επομένως να οδηγηθούμε σε μια κατάσταση που να μην μπορούμε να τα εξυπηρετήσουμε. «Σε αυτούς (τους Έλληνες) πρέπει να στείλουμε το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, όχι μόνο στους Ούγγρους», έλεγαν ανεπίσημα τεχνοκράτες των Βρυξελλών την περασμένη εβδομάδα. «Έλα όμως που είναι στην Ευρωζώνη», πρόσθεταν αμήχανα.

Μόνο με ένα πρόγραμμα οικονομικής ανόρθωσης που θα έπειθε ότι θα εξυγιανθούν τα δημόσια οικονομικά μέσα στα επόμενα 3-4 χρόνια θα μπορούσαμε να αποτρέψουμε τον κίνδυνο στον οποίο οδηγεί ο εκτροχιασμός του προϋπολογισμού.

Εκτύπωση στις: 2024-03-29
Από την ιστοσελίδα: Ανανεωτική
http://www.ananeotiki.gr/el/sx_PrintPage.php?tid=3005