Αρχική | Εκτύπωσε ή Αποθήκευσε ως PDF | Αποθήκευσε ως WORD | Αποθήκευσε ως HTML

Μερικές κρίσεις για την ελληνική αριστερή εμπειρία

Σωτήρης, Λεβέντης

Αυγή, 2008-12-24


Στο 19ο και στις αρχές του 20ου αιώνα διαμορφώθηκαν τα τρία βασικά ρεύματα της αριστεράς: το αναρχικό, το σοσιαλδημοκρατικό και το κομμουνιστικό. Η ιστορία είναι λίγο πολύ γνωστή σε όλους τους αριστερούς σήμερα. Κατά τη διάρκεια του 20ου αιώνα το αναρχικό ρεύμα περιθωριοποιήθηκε, το κομμουνιστικό ρεύμα επικράτησε σε ένα πολύ μεγάλο μέρος της υφηλίου, πριν καταρρεύσει, και το σοσιαλδημοκρατικό ρεύμα έμεινε τελικά κυρίαρχο στο χώρο της αριστεράς. Σήμερα, οι σοσιαλδημοκράτες καταλαμβάνουν ένα τεράστιο εύρος φάσματος, από τις παρυφές του κέντρου, και τον χώρο που παλιότερα καλυπτόταν από τα Ριζοσπαστικά κόμματα, μέχρι την άκρα αριστερά.

Κάποια κομμουνιστικά κόμματα, ιδίως στη Δυτική Ευρώπη, κατάφεραν να επιβιώσουν από τις οδυνηρές περιπέτειες του ψυχρού πολέμου, του υπαρκτού σοσιαλισμού και της κατάρρευσής του. Για να το καταφέρουν αυτό όμως, μετασχηματίστηκαν σε σοσιαλδημοκρατικά. Για να επιβιώσουν και να συνεχίσουν να εκφράζουν σημαντικά τμήματα των δυτικών κοινωνιών απαλλάχθηκαν όχι μόνο από το σταλινισμό αλλά και από το λενινισμό.

Η ιστορική εξέλιξη αυτή αφορά περισσότερο κάποιες δυτικές χώρες (Ιταλία, Γαλλία, Γερμανία) και πολύ λιγότερο την Ελλάδα. Ούτε και η ελληνική αριστερά όμως έμεινε εντελώς αλώβητη από την συνολική εμπειρία της αριστεράς τους τελευταίους δύο αιώνες.

Η αριστερά στην Ελλάδα δεν δημιουργήθηκε στη δεκαετία του 40. Υπάρχει αριστερά στη χώρα μας τουλάχιστον από την τελευταία δεκαετία του 19ου αιώνα. Όμως η ιστορική εμπειρία της Αντίστασης και του Εμφυλίου είναι αυτή που κυρίως διαμόρφωσε την ελληνική αριστερά, είναι αυτή που ακόμα και σήμερα τη χαρακτηρίζει. Το βασικό ενοποιητικό στοιχείο για τους έλληνες αριστερούς παραμένει η τοποθέτηση των οικογενειών τους στις διαμάχες της δεκαετίας του 40. Η συμμετοχή ή όχι στο ΕΑΜ ήταν, και σε μεγάλο βαθμό παραμένει, ό,τι κάνει έναν έλληνα πολίτη αριστερό ή όχι. Το μήνυμα αυτό εμπεδώθηκε με πολύ πιεστικό τρόπο και στις επόμενες δεκαετίες, μέχρι τουλάχιστον το 1974.

Σήμερα, η ελληνική αριστερά καλείται πια να βρει άλλες αναφορές. 60 χρόνια μετά, οι εντάσεις του εμφυλίου έχουν ατονήσει, και πολύ λίγοι έλληνες ζουν που να είχαν ενεργή συμμετοχή στα γεγονότα. Μπορούμε να υποθέσουμε, με σχετική ασφάλεια, ότι οι οικογενειακές καταβολές των νέων ανθρώπων είναι πολύ πιο ανάμικτες σήμερα, ότι οι περισσότεροι κουβαλάνε την ιστορική εμπειρία και των αντιστασιακών και των αντιπάλων τους.

Σε ποια αριστερά όμως θα πρέπει κανείς να αναφερθεί; Κάποιοι λίγοι, ιδίως νέοι, προφανώς θα γοητευτούν από την αναρχική παράδοση, οι περισσότεροι όμως θα την προσπεράσουν με συνοπτικές διαδικασίες. Τα σύμβολα παραπέμπουν στην κομμουνιστική παράδοση, η πραγματικότητα όμως παραπέμπει στην ομογάλακτη σοσιαλδημοκρατία.

Το πρόβλημα αυτό δεν είναι βέβαια καινούργιο, και έχει εντοπιστεί από τον Ηλία Ηλιού, από τις αρχές της δεκαετίας του 60. Σκοπός δεν είναι να καταγράψουμε τα διαφορετικά στάδια του, ούτε και τις απόπειρες της αριστεράς να το επιλύσει. Το ερώτημα όμως τίθεται ιδιαίτερα πιεστικά προς το Συνασπισμό σήμερα. Αφενός, ένα μεγάλο μέρος του Συνασπισμού όχι μόνο δεν είναι κομμουνιστές, αλλά και δεν θέλουν να είναι. Αφετέρου, υπάρχει στην Ελλάδα ένα αμετανόητα κομμουνιστικό κόμμα, που δεν πρόκειται να αρνηθεί άμεσα όχι μόνο τον Λενινισμό, αλλά και τον Σταλινισμό ακόμα. Παρόλα αυτά, ο Συνασπισμός προσπαθεί να καλύψει και να εκφράσει την κομμουνιστική παράδοση, τη στιγμή όμως που οι περισσότεροι ψηφοφόροι του δεν το θέλουν.

Ο Συνασπισμός βρίσκεται μέσα σε μία εκλογική, και όχι μόνο, συμμαχία, στην οποία συμμετέχουν τα περισσότερα παρακλάδια του ελληνικού κομμουνιστικού κινήματος, που προέκυψαν από τις απανωτές διασπάσεις του ΚΚΕ. Ο Συνασπισμός αρχικά ξεκίνησε από την συμμαχία των δυο βασικών συνιστωσών του ελληνικού κομμουνιστικού κινήματος, σήμερα όμως περιλαμβάνει όλους όσους έχουν απομακρυνθεί από το ΚΚΕ κατά καιρούς, χωρίς όμως να περιλαμβάνει το ίδιο το ΚΚΕ.

Οι θέσεις του Συνασπισμού στα περισσότερα ζητήματα δεν είναι πολύ διαφορετικές από τις θέσεις της ευρωπαϊκής σοσιαλδημοκρατίας. Αυτό που τον διαφοροποιεί είναι περισσότερο κάποια σημεία της ρητορικής του, παρά οι προτάσεις που κάνει, ή η αντίληψη που έχουν οι περισσότεροι Έλληνες γι’ αυτόν. Υπάρχει όμως μία θέση της σοσιαλδημοκρατίας η οποία απουσιάζει από τις θέσεις του Συνασπισμού, αν και υπάρχει εμφανέστατη στις θέσεις των Ευρωπαίων μετακομμουνιστών συμμάχων του: η ανάγκη για συμμετοχή της αριστεράς στην κυβερνητική εξουσία, μέσα στο υπάρχον αστικοδημοκρατικό σύστημα.

Σε παλιότερες εποχές, η Αριστερά στη χώρα μας θεωρούνταν παρίας. Μετά βίας της αναγνωριζόταν το δικαίωμα της ύπαρξης. Δεν της αναγνωριζόταν το δικαίωμα στη διεκδίκηση της εξουσίας. Για πολλά χρόνια, η συμμετοχή στην εξουσία ήταν βασικό αίτημα της αριστεράς, ακριβώς γιατί ήθελε να σπάσει τα στεγανά, γιατί ήθελε να γίνει αποδεκτή σαν μία αξιοσέβαστη πολιτική δύναμη. Σήμερα, που έχει γίνει καθολικά αποδεκτή η αξιοπρέπειά της, που δεν χρειάζεται πια να ντρέπεται κανείς επειδή είναι αριστερός, η αριστερά δημιουργεί μία υγειονομική ζώνη μεταξύ του εαυτού της και των υπόλοιπων πολιτικών δυνάμεων. Το παράδοξο αυτό καθορίζει την ελληνική αριστερά σήμερα, ενώ περιορίζει σημαντικά την ελκτικότητά της.

-----

Ο Σωτήρης Λεβέντης, μέλους της ΚΠΕ του ΣΥΝ

Εκτύπωση στις: 2024-03-29
Από την ιστοσελίδα: Ανανεωτική
http://www.ananeotiki.gr/el/sx_PrintPage.php?tid=3092