Αρχική | Εκτύπωσε ή Αποθήκευσε ως PDF | Αποθήκευσε ως WORD | Αποθήκευσε ως HTML

Ελληνοτουρκική διένεξη: από το Ελσίνκι στις ελληνικές καλένδες

Είναι ανεδαφικό να περιμένουμε την ένταξη της Τουρκίας στην ΕΕ για τη λύση του θέματος του Αιγαίου

Αλέξης, Ηρακλείδης

Το Βήμα Ιδεών - Το Βήμα, 2009-01-01


Οι ελληνοτουρκικές σχέσεις αποτελούν κλασική περίπτωση «αντίπαλης δυάδας», όπως οι περιπτώσεις Γάλλων- Γερμανών (1800-1945), ΣέρβωνΑλβανών ή Ισραηλινών- Αράβων. Ωστόσο οι ελληνοτουρκικές δεν ήταν συνεχώς τρικυμιώδεις. Τις συγκρούσεις διαδέχονταν προσπάθειες ομαλοποίησης, ενίοτε και επιτυχείς (1930-1940, 1945-1953, 1959-1963 και 1999-σήμερα). Αλλά καμία προσπάθεια ομαλοποίησης των σχέσεων και προσέγγισης δεν ήταν οριστική. Κλειδί για να περάσουν οι δύο χώρες στο ζητούμενο, την οριστική προσέγγιση και καλή γειτονία (που εξυπακούεται ότι συμφέρει και τις δύο χώρες), είναι να επιλύσουν τις μεταξύ τους διαφορές. Οι διαφορές αυτές εμπίπτουν σε τρεις κατηγορίες: Κυπριακό, Αιγαίο, μειονότητες.

Η επίλυση του Κυπριακού εναπόκειται κατά κύριο λόγο στις δύο εθνοτικές κοινότητες της Κύπρου. Το κύριο διμερές θέμα που χρήζει επίλυσης, είτε λυθεί το Κυπριακό είτε όχι, είναι η διένεξη του Αιγαίου που συνεχίζει άλυτη ύστερα από 45 και πλέον έτη. Οι διαφορές στο Αιγαίο είναι επτά, με πέντε κυριότερες: (1) υφαλοκρηπίδα, (2) αιγιαλίτιδα ζώνη (χωρικά ύδατα), (3) εθνικός εναέριος χώρος της Ελλάδας (που είναι 10 μίλια αντί 6), (4) αποστρατιωτικοποίηση των νήσων του Ανατολικού Αιγαίου, (5) βραχονησίδες Ιμια/Καρντάκ και, κατά την Τουρκία, οι «γκρίζες ζώνες». Οι παρεπόμενες διαφορές είναι (6) ο έλεγχος εναερίου κυκλοφορίας και (7) ο επιχειρησιακός έλεγχος του ΝΑΤΟ στο Αιγαίο.

Οι δύο πλευρές ανέπτυξαν ουσιαστικό διάλογο στα περισσότερα από αυτά τα θέματα και κυρίως σε σχέση με την οριοθέτηση της υφαλοκρηπίδας το 1976-1981 (επί Κωνσταντίνου Καραμανλή) και το 2002-2003 (επί Κώστα Σημίτη και Ερντογάν). Ο τελευταίος διμερής διάλογος, γνωστός ως «διερευνητικές επαφές», συνεχίστηκε και με την κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας (2004-σήμερα). Ομως η κατάσταση πάγωσε τελείως γιατί επικράτησε η άποψη του Πέτρου Μολυβιάτη (ως υπουργού Εξωτερικών) ότι η Ελλάδα δεν έχει τίποτε να κερδίσει από μια επίλυση, ούτε καν από την παραπομπή του ζητήματος της υφαλοκρηπίδας στο Διεθνές Δικαστήριο (ΔΔ) της Χάγης. Οταν ανέλαβε η Ντόρα Μπακογιάννη (ως υπουργός Εξωτερικών) προς στιγμήν υπήρξε κάποια κινητικότητα, αλλά τα πράγματα αδράνησαν και πάλι, αυτή τη φορά και με υπαιτιότητα της Τουρκίας, καθώς η κυβέρνηση Ερντογάν- ειδικά εδώ και έναν χρόνο- δεν θυμίζει σχεδόν σε τίποτε την εποικοδομητική και θαρραλέα κυβέρνηση που είχαμε δει το 2003-2005 (με τη στροφή 180 μοιρών στο Κυπριακό, με σημαντικές αλλαγές προς τον εκδημοκρατισμό της χώρας και τον σεβασμό των ανθρωπίνων δικαιωμάτων).

Πάντως το βέβαιο είναι ότι σε σχέση με το Αιγαίο χάθηκε μια μεγάλη ευκαιρία επίλυσης κυριολεκτικά στο παρά πέντε, λόγω των ελληνικών εκλογών του 2004 και της νίκης της Νέας Δημοκρατίας. Είναι απολύτως βέβαιο ότι οι δύο πλευρές είχαν φτάσει πολύ κοντά σε «κοινό έδαφος», με αντιμετώπιση των δύο κύριων διαφορών, δηλαδή της υφαλοκρηπίδας (με παραπομπή στη Χάγη) και των χωρικών υδάτων, με λύση «εναλλασσόμενης δαντέλας» (αλλού 6 μίλια, αλλού 7, 8 ή ίσως και 9 μίλια), φτάνει να μην έκλεινε η ανοικτή θάλασσα. Στα 10 ή 12 μίλια ελληνικών χωρικών υδάτων κλείνει η ανοικτή θάλασσα, έχουμε δηλαδή το Αιγαίο «ελληνική λίμνη», πράγμα απαράδεκτο και άδικο όχι μόνο για την Τουρκία αλλά και για όλες τις άλλες χώρες, και κατά πρώτο λόγο της Ρωσίας, των άλλων χωρών της Μαύρης Θάλασσας και όλων των χωρών της Μεσογείου.

Η παραδοσιακή θέση της Ελλάδας, ειδικά από το 1982 και μετά, είναι ότι υπάρχει μια διαφορά προς επίλυση, η οριοθέτηση της υφαλοκρηπίδας, και αυτή μπορεί να επιλυθεί μόνο με το ΔΔ. Αυτή η la carte θέση κάνει, δικαιολογημένα, έξαλλους τους Τούρκους. Και όπως είχε πει πολύ σωστά ο Κωστής Στεφανόπουλος (βλ. άρθρο του στην Καθημερινή, 25.5.2006), η θέση αυτή «δεν φαίνεται σοβαρή». Στο θέμα αυτό είχε κατακεραυνώσει ο Κωνσταντίνος Καραμανλής τον Α. Παπανδρέου στην Ελληνική Βουλή στις 16 Μαρτίου 1978 (βλ. Αρχεία Καραμανλή , τόμος 10, σελ. 145).

Αφήνοντας κατά μέρος πράγματα που στερούνται σοβαρότητας, εδώ υπάρχουν τρία ερωτήματα: (α) Τελικά όντως μας συμφέρει η προσφυγή στη Χάγη αντί μιας διμερούς συμφωνίας κατόπιν διαπραγματεύσεων (π.χ. συμφωνία για την υφαλοκρηπίδα μεταξύ Ελλάδας και Ιταλίας); (β) Μια επίλυση στο ΔΔ θα ικανοποιεί και τις δύο χώρες ή θα θεωρηθεί ήττα και απαράδεκτη για τη μία χώρα ή και για τις δύο (όπερ διόλου απίθανο); (γ) Αν η απάντηση είναι θετική και στα δύο ανωτέρω (προσωπικά έχω τις αμφιβολίες μου), πώς θα μπορούσε να πειστεί για από κοινού προσφυγή στο ΔΔ η Τουρκία; Το βέβαιο πάντως είναι ότι σήμερα η στιγμή δεν είναι κατάλληλη για τολμηρά βήματα από την πλευρά της Αθήνας σε σχέση με την ειρηνική επίλυση των διαφορών του Αιγαίου, ειδικά αν αληθεύει ότι ο Ερντογάν έχει κάνει μυστική συμφωνία με τον «σκληρό» νέο αρχηγό των ενόπλων δυνάμεων, στρατηγό Ιlker Βasbug. Συγκεκριμένα λέγεται ότι συμφώνησαν η Τουρκία να σέρνει τα πόδια στο θέμα της ένταξης στην ΕΕ (εγκαταλείποντας τις αναγκαίες μεταρρυθμίσεις και μη θίγοντας άλλο τα προνόμια του στρατού). Οταν όμως ξανά στο μέλλον προκύψει μια νέα ευκαιρία, σε μια ευνοϊκή συγκυρία, θα πρέπει να μη χαθεί. Θα πρέπει η Αθήνα να αφήσει την αδιέξοδη σχολή Α. Παπανδρέου (μόνο επίλυση της υφαλοκρηπίδας στο ΔΔ) ή Μολυβιάτη (όλα στις ελληνικές καλένδες) και να πιάσουν το νήμα από το τέλος του 2003. Αν οι εγνωσμένης αξίας νομικοί μας επιμένουν στη Χάγη, τότε ο μόνος τρόπος για να προσφύγουμε εκεί πείθοντας την Τουρκία είναι να επιλύσουμε, ταυτόχρονα (λίγο πριν, για την ακρίβεια), και δύο άλλα βασικά θέματα: τα χωρικά ύδατα και τον ελληνικό εθνικό εναέριο χώρο. Είναι αυτό που θα αποκαλούσα «μικρό πακέτο». Αλλωστε για να πας στη Χάγη πρέπει πρώτα να έχεις επιλύσει τα χωρικά ύδατα, μια και η υφαλοκρηπίδα αφορά τις περιοχές από το τέλος των χωρικών υδάτων και πέρα. Τη μερική επέκταση τύπου δαντέλας θα μπορούσαμε να την ανταλλάξουμε με εναρμόνιση του εναερίου χώρου με τα χωρικά ύδατα, που άλλωστε είναι επιβεβλημένη (η παρούσα κατάσταση με 4 μίλια περισσότερο εναέριο χώρο από τα χωρικά ύδατα δεν στέκει στο διεθνές δίκαιο και πρέπει, αργά ή γρήγορα, να επιτευχθεί εναρμόνιση, και η μόνη νοητή εναρμόνιση στο διεθνές δίκαιο είναι του αέρα με τη θάλασσα και όχι το ανάποδο). Τέλος, το να περιμένουμε η Τουρκία πρώτα να μπει στην ΕΕ για να λύσουμε τα θέματα του Αιγαίου δεν είναι και τόσο ρεαλιστικό, μια και πιο ρεαλιστικό είναι ότι δεν θα ενταχθεί ή, αν ποτέ ενταχθεί, θα είναι ύστερα από πολλές δεκαετίες.

Εκτύπωση στις: 2024-04-16
Από την ιστοσελίδα: Ανανεωτική
http://www.ananeotiki.gr/el/sx_PrintPage.php?tid=3112