Αρχική | Εκτύπωσε ή Αποθήκευσε ως PDF | Αποθήκευσε ως WORD | Αποθήκευσε ως HTML

Οι σιωπές του Κ. Καραμανλή για την οικονομική κρίση

Κώστας, Κάρης

Αυγή της Κυριακής, 2009-02-15


Υπάρχει μια τάση -δυναμώνει με τα χρόνια- να υποτιμώνται οι γενικές πολιτικές συζητήσεις στη Βουλή. Δικαιολογημένα, κατά ένα μέρος, επειδή δεν παράγουν σημαντικές ειδήσεις και σφραγίζονται από υποκριτικές ρητορικές κορώνες. Όμως, στις κρίσιμες στιγμές, οι συζητήσεις αυτές έχουν μεγάλη αξία. Αποκαλύπτουν τη φτώχεια επιχειρημάτων, την ανυπαρξία σχεδίου. Και κυρίως οι σιωπές της εκάστοτε κυβέρνησης μας επιτρέπουν να αντιληφθούμε πόσο στραβά αρμενίζουμε.

Την Πέμπτη ο Κ. Καραμανλής, αμήχανος απέναντι στην επελαύνουσα οικονομική κρίση, βρήκε πολλά λόγια για να διεκτραγωδήσει ό,τι συμβαίνει σε άλλες χώρες, επανέλαβε πολλές φορές ότι “η χώρα δεν αντέχει ανταγωνισμούς πλειοδοσίας", αλλά δεν μπόρεσε ούτε μία φορά να προφέρει τη φράση "αύξηση των δημοσίων επενδύσεων". Δεν είχε να πει μία λέξη για τους θεμελιώδεις προσανατολισμούς της επενδυτικής δραστηριότητας: την παιδεία και την έρευνα, την τεχνολογική υποδομή. Για την πράσινη οικονομία -κεντρική επιλογή αντιμετώπισης της κρίσης- βρήκε μόνον να μας πει ότι συνδυάζει “την αντιμετώπιση της οικονομικής κρίσης με πολιτικές προστασίας του περιβάλλοντος”! Αδρανής στις ευρωπαϊκές διεργασίες, παρουσίασε την Ευρωπαϊκή Ένωση στο ρόλο του μπαμπούλα για τα παιδιά: “Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ζητά να κινηθούμε πιο γρήγορα. Να μειώσουμε τα ελλείμματα πιο γρήγορα”.

Όσον αφορά δε τα σκάνδαλα και την έντιμη (οι λέξεις αυτές δεν περιλαμβάνονται στην πρωθυπουργική ομιλία) διαχείριση του δημόσιου χρήματος, βρέθηκε η λύση: “Ζητούμε τη συνδρομή του πολίτη στην αντιμετώπιση νοσηρών φαινομένων και επίορκων λειτουργών. Ανοχή σε αντικοινωνικές συμπεριφορές δεν μπορεί να υπάρχει”.

Συμφωνούμε. Ακριβώς, απαιτείται η συνδρομή των πολιτών για την ανατροπή της κυβέρνησης που όχι μόνον δεν μπορεί να σχεδιάσει την προοπτική της χώρας μπροστά στην κρίση, αλλά δεν μπορεί ούτε να εγγυηθεί -ούτε καν το εξαγγέλλει- τη χρηστή διαχείριση και τον έλεγχο των πράξεων των υπουργών της.

Δεν αρκεί

Βεβαίως, δεν αρκεί μόνον η συνδρομή των πολιτών για την ανατροπή της κυβέρνησης και των πολιτικών της. Προαπαιτείται η διαμόρφωση των κατευθύνσεων μιας εναλλακτικής πολιτικής και η συσπείρωση ευρύτατων δυνάμεων γύρω από ένα πρόγραμμα ριζικής στροφής, ώστε η κρίση να αντιμετωπιστεί αποτελεσματικά. Και βραχυπρόθεσμα και να χαραχθεί μια διαφορετική πορεία. Από αυτή τη σκοπιά, η παρουσία του προέδρου του ΠΑΣΟΚ ήταν ανεπαρκής. Επέλεξε τη γενική αντιπαράθεση με την κυβέρνηση και όχι την προβολή “αντιπρότασης”. Προτίμησε την επιστροφή στο δίλημμα Ν.Δ. ή ΠΑΣΟΚ - το όνειρο της δικομματικής εναλλαγής.

Έθεσε -και ορθά, πιστεύουμε- θέμα εκλογών, αλλά δεν μπόρεσε να απαντήσει στο απλό, στοιχειώδες ερώτημα των πολιτών: πιστεύει ότι μια κυβέρνηση, σαν τις παλιές, του ΠΑΣΟΚ μπορεί να έχει πλειοψηφική στήριξη; Μπορούν να υλοποιήσουν οι ίδιοι πολιτικοί τις αντινεοφιλελεύθερες πολιτικές που έχει ανάγκη ο τόπος; Και να στηρίξουν αντίστοιχες συμμαχίες και πολιτικές στο ευρωπαϊκό επίπεδο;

Είναι φανερό ότι χωρίς μια ριζική στροφή, όχι στο σκηνικό ή το πολιτικό τοπίο, αλλά στις εφαρμοζόμενες πολιτικές και στην κυβερνητική και κρατική ηγεσία, θα οδεύουμε από την αμηχανία στην ανευθυνότητα, από την ύφεση στην ανεργία, από το χρέος στην αδυναμία αποπληρωμής του, από το στρίμωγμα των νοικοκυριών στην φτώχεια όλο και ευρύτερων στρωμάτων. Και η δημοκρατία μας, τα δικαιώματα θα απειλούνται όλο και περισσότερο από τον αυταρχισμό, τις εκδηλώσεις βίας.

Πραγματικό δίλημμα

Ριζική στροφή προς δημοκρατική κατεύθυνση χωρίς την ενεργό, καθοριστική συμμετοχή αριστερών δυνάμεων είναι πολύ δύσκολο, αν όχι αδύνατον, να υπάρξει.

Γι’ αυτό απάντηση δεν μπορεί να είναι αυτό που είπε η Αλ. Παπαρήγα: “Για το ΚΚΕ η πρόταση είναι η ανάκαμψη του εργατικού κινήματος”. Τα γεγονότα, οι απαιτήσεις θα περιμένουν μια μελλοντική ανάκαμψη που θα έρθει, από πού;

Αντίθετα, ο Αλ. Αλαβάνος κατέληξε την παρέμβασή του δίνοντας “ένα μήνυμα επαγρύπνησης αλλά και ελπίδας στον ελληνικό λαό. Ότι αν γίνει μια μεγάλη στροφή στη χώρα μας, πολλά και με μεγάλη προοπτική μπορούν να αλλάξουν θετικά”.

Υπάρχει άλλη δημοκρατική, προοδευτική διέδοξος;

Το ερώτημα αφορά πρωτίστως τον κόσμο της αριστεράς, καθώς τα τελευταία χρόνια έχει δυναμώσει πάρα πολύ η τάση της απόρριψης κάθε συμμετοχής στην εφαρμογή πολιτικών μέσα από τους υφιστάμενους ή νέους κρατικούς θεσμούς. ("Απορρίπτουμε τον κυβερνητισμό", όπως γράφεται).

Οι αριστεροί πολίτες, οι αριστερές πολιτικές δυνάμεις, όμως, θα πρέπει να διαλέξουν αν, και τώρα, μπροστά στην κρίση, προτιμούν τη στάση μιας απόσυρσης, απόστασης από τις κεντρικές ευθύνες για τη χώρα, μιας αυστηρής οροθέτησης της δράσης τους μόνον σε κινητοποιήσεις.

Ή αν θα αξιοποιήσουν την κατάρρευση των νεοφιλελεύθερων δογμάτων για να προκαλέσουν κατάρρευση, έμπρακτη απόρριψη των πολιτικών του νεοφιλελευθερισμού που εφαρμόζουν οι κρατικοί και άλλοι μηχανισμοί, με τη συγκρότηση σαφούς, δυναμικής κοινωνικής και πολιτικής πλειοψηφίας ριζικής στροφής.

Η πρώτη επιλογή πράγματι δίνει ανετότερα την ασφάλεια της ιδεολογικής καθαρότητας, έχει όμως περιορισμένη αποτελεσματικότητα, ειδικά σε περιόδους ρευστότητας και ραγδαίων αλλαγών. Και καθώς είναι επιφυλακτική για τις ιστορικές δυνατότητες, αφήνει πιο ελεύθερο το πεδίο στους εκάστοτε κυβερνώντες.

Η δεύτερη επιλογή -της πολιτικής στροφής με την καθοριστική συμμετοχή των δυνάμεων της αριστεράς- προκαλεί προφανώς ιδεολογική και ηθική ανασφάλεια, λόγω των φαινομένων διάβρωσης στους διαδρόμους της όποιας εξουσίας (“θα γίνουμε δεκανίκι;”). Έχει όμως το ισχυρό πλεονέκτημα να είναι η μόνη επιλογή που μπορεί -υπό προϋποθέσεις- να επηρεάσει ουσιαστικά την κατανομή των φορολογικών εσόδων, τις δημόσιες επενδύσεις, το επίπεδο του εισοδήματος των λαϊκών τάξεων, τα βήματα οικολογικού προσανατολισμού, τις δαπάνες και τις κατευθύνσεις της παιδείας, της έρευνας, της υγειονομικής περίθαλψης, τη δράση και την οργάνωση της αστυνομίας, την ευρωπαϊκή στάση της χώρας, το επίπεδο σεβασμού των δικαιωμάτων.

Το δίλημμα τίθεται από την πραγματικότητα, στο πεδίο της πολιτικής επιλύεται. Δεν μπορεί να απαντηθεί με το “δοσίμετρο” του αντικαπιταλισμού ούτε συγκαλύπτεται με αντιπαραθέσεις δογμάτων του παρελθόντος.

Εκτύπωση στις: 2024-04-19
Από την ιστοσελίδα: Ανανεωτική
http://www.ananeotiki.gr/el/sx_PrintPage.php?tid=3241