Αρχική | Εκτύπωσε ή Αποθήκευσε ως PDF | Αποθήκευσε ως WORD | Αποθήκευσε ως HTML

Σε βέβαιη επιδείνωση οδηγεί η κυβέρνηση

Ελίζα, Παπαδάκη

Αυγή της Κυριακής, 2009-05-24


Με νέες εξαγγελίες για ενισχύσεις μικρομεσαίων επιχειρήσεων και για 200.000 (!) θέσεις εργασίας που θα δημιουργηθούν, η κυβέρνηση αναζητά οπαδούς ενόψει των ευρωεκλογών. Τα δυσάρεστα, που προδικάζει η δεινή κατάσταση των δημοσίων οικονομικών, τα έχει αναβάλει για μετά τις 7 Ιουνίου. Ούτε ο υπουργός Οικονομίας Γιάννης Παπαθανασίου διαψεύδει πάντως ότι θα αναγκαστεί να κόψει δαπάνες και να αυξήσει φόρους. Όμως η άρνησή του μήνες τώρα να εκθέσει το πρόβλημα και να συζητήσει λύσεις δεν αφήνει ελπίδες ότι μπορεί να ανακόψει την επιδείνωση.

Συντηρητικές εκτιμήσεις αναλυτών που γνωρίζουν καλά τα δημοσιονομικά της χώρας ανεβάζουν το φετινό έλλειμμα σαφώς πάνω από το 6% του ΑΕΠ. Ανάλογες αναμένονται οι προβλέψεις που θα γνωστοποιήσει αύριο στην κυβέρνηση η αποστολή του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου ύστερα από εξονυχιστική εξέταση της ελληνικής οικονομίας τις τελευταίες εβδομάδες. Τριπλάσιο από το περυσινό άλλωστε κατέγραψε για το τετράμηνο Ιανουαρίου-Απριλίου η Τράπεζα της Ελλάδος το ταμιακό έλλειμμα σε στοιχεία που μόλις δημοσίευσε.

Δύο παράγοντες προκαλούν τη μεγάλη διεύρυνση των ελλειμμάτων και τη συνακόλουθη διόγκωση του δημοσίου χρέους σε επίπεδα που υπονομεύουν κάθε αναπτυξιακή προοπτική: Ο πρώτος είναι αναμφίβολα η διεθνής κρίση στο βαθμό που επηρεάζει και την Ελλάδα. Ο δεύτερος είναι όμως εγγενής, η κατάρρευση των δημοσίων εσόδων πολύ πριν η ύφεση αγγίξει την ελληνική οικονομία και το χάος που επικρατεί στις δημόσιες δαπάνες.

Η κυβέρνηση, από τον καιρό του κ. Αλογοσκούφη ακόμα, θέλει να αποδίδει ολόκληρο το πρόβλημα στη διεθνή κρίση για να αποσείει κάθε ευθύνη από τη δική της διαχείριση.

Οι ισχυρισμοί της δεν αντέχουν σε κανέναν έλεγχο. Η διερεύνηση της επίδρασης καθενός από τους παράγοντες είναι όμως αναγκαία για να σχεδιαστεί μια πολιτική για την εξυγίανση των δημοσίων οικονομικών, η οποία θα απαιτήσει αρκετά χρόνια, αλλά και για να προγραμματιστούν τα απαιτούμενα βήματα έτσι ώστε να μη βαθύνουν την ύφεση στην παρούσα φάση ούτε να πλήξουν τους κοινωνικά ασθενέστερους.

Για παράδειγμα η σημαντική μείωση των κερδών των επιχειρήσεων το 2008, όπως καταγράφεται στους πρώτους ισολογισμούς που επεξεργάστηκε η ICAP, καθώς τα έξοδά τους αυξήθηκαν πολύ περισσότερο από τις πωλήσεις, σχετίζεται με τη διεθνή κρίση. Οπωσδήποτε φέτος θα συνεχισθεί πολύ εντονότερη, εφόσον πλέον πέφτουν και οι πωλήσεις. Μειώνονται έτσι τα φορολογικά έσοδα του κράτους. Δεν είναι τώρα η σωστή στιγμή για να επαναφερθούν οι συντελεστές φορολόγησης των επιχειρηματικών κερδών σε υψηλότερα επίπεδα, μολονότι κακώς μειώθηκαν τα προηγούμενα χρόνια των πολύ «παχιών αγελάδων» για τις επιχειρήσεις.

Η αύξησή τους όμως προοπτικά πρέπει να σχεδιαστεί από τώρα. Αυτή είναι και η διεθνής τάση για να αντιμετωπιστεί το μεγάλο χρέος που σωρεύουν τα κράτη στις συνθήκες της ύφεσης. Την υπογραμμίζει, μεταξύ άλλων, και η πιο έγκυρη εφημερίδα του διεθνούς κεφαλαίου, οι Financial Times. Μόνον ο κ. Παπαθανασίου, ακολουθώντας τον προκάτοχό του, επαγγέλλεται νέες μειώσεις έως το 2014.

Από την άλλη πλευρά, η έκρηξη της φοροδιαφυγής πέρυσι, η επικράτηση πλέον της νοοτροπίας όσο μπορεί ο καθένας να μην πληρώνει τους φόρους του, είναι εντελώς παράλογο να αποδίδεται στην κρίση, η φοροδιαφυγή να γίνεται ανεκτή στο όνομα της γενικότερης οικονομικής δυσπραγίας: Αν ένας επαγγελματίας ή επιχειρηματίας βγάζει λιγότερα από πέρυσι θα οφείλει και μικρότερο φόρο εισοδήματος, αν πουλάει λιγότερα αγαθά ή υπηρεσίες θα οφείλει λιγότερο ΦΠΑ. Όσα οφείλει, όμως, θα πρέπει να τα πληρώνει, αυτήν την αρχή σέβονται οι άλλες ευρωπαϊκές κοινωνίες, η μεγάλη πλειονότητα των πολιτών τους.

Αλλά εδώ μόνο ρητορικές είναι οι κυβερνητικές διακηρύξεις κατά της φοροδιαφυγής. Όπως βεβαιώνουν πεπειραμένα στελέχη του υπουργείου Οικονομικών, καμία συστηματική προσπάθεια δεν γίνεται για τον περιορισμό της. Έχουμε εγκατασταθεί μόνιμα στις πρακτικές της δεκαετίας του ʼ80 και των αρχών του ʼ90, όταν ενόψει εκλογών οι εφορίες αδρανούσαν για να μη δυσαρεστήσουν κανέναν και μιλούσαμε τότε για «εκλογικό κύκλο» στο δημοσιονομικό έλλειμμα.

Μηδαμινά ήσαν εξάλλου τα έσοδα από τους φόρους στην περιουσία, μόλις στο 3,8% των προϋπολογισθέντων το πρώτο τρίμηνο, σύμφωνα με στοιχεία του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους. Ούτε αυτή η κατάρρευση έχει την παραμικρή σχέση με την κρίση. Δείχνει απλώς πόσο ανεύθυνα επιβλήθηκε η αντικατάσταση του φόρου μεγάλης ακίνητης περιουσίας (ΦΜΑΠ) από το ενιαίο τέλος ακινήτων (ΕΤΑΚ), ώστε αντί να διευρύνει τη φορολόγηση της περιουσίας την εξαφάνισε.

Στόμωσαν τέλος και οι «φορολογικές αμνηστίες», οι χαριστικές ρυθμίσεις για να να πληρωθεί μέρος της φοροδιαφυγής προηγουμένων ετών και να κλείσουν οριστικά οι εκκρεμότητες, αφού μετά τις αλλεπάλληλες παρατάσεις δεν έχει εισπραχθεί ούτε το ένα τρίτο των προϋπολογισθέντων εσόδων. Η λογική του μέτρου, όπως επικρινόταν εδώ και είκοσι χρόνια, ότι ανταμείβοντας τη φοροδιαφυγή την ενθαρρύνει ακόμα περισσότερο, θριάμβευσε.

Μένει μόνον ο υπουργός ΠΕΧΩΔΕ Γιώργος Σουφλιάς να ψάχνει πώς θα παρακάμψει τις νομικές αντιρρήσεις και να ελπίζει σε έσοδα από το αντίστοιχα ανήθικο, που σημαίνει αντίθετο στο συλλογικό συμφέρον της κοινωνίας, εφεύρημα της «τακτοποίησης των ημιυπαίθριων».

Όσον αφορά τις δημόσιες δαπάνες ούτε επιλογές ούτε ιεραρχήσεις αποσαφηνίζονται. Όταν πρόκειται για χρηματοδοτήσεις του ΕΣΠΑ, από κοινοτικούς πόρους δηλαδή, σαν το ένα δισ. ευρώ για 17.000 μικρομεσαίες επιχειρήσεις, καλώς να δοθούν, φτάνει να ισχύσουν αντικειμενικά κριτήρια. Αντίστοιχα και τα μέτρα για τη στήριξη της απασχόλησης, αν δεν αποτελέσουν ευκαιρίες εκμετάλλευσης για επιτήδειους επιχειρηματίες.

Ο τόπος βοά όμως για κομματικές προσλήψεις και παροχές, κάθε μέρα καταγγέλλονται και νέες περιπτώσεις. Το πάγωμα των μισθών και των συντάξεων στο Δημόσιο πάνω από ένα όριο μπορεί να έχει λογική, το να είναι όμως απλήρωτοι οι ωρομίσθιοι εκπαιδευτικοί από τις αρχές της σχολικής χρονιάς είναι σκάνδαλο. Εντάσσεται στο γενικό και πάγιο σκάνδαλο για τις ίδιες πραγματικές ανάγκες το Δημόσιο να αμείβει διαφορετικά και να εφαρμόζει διαφορετικά εργασιακά καθεστώτα, σε βάρος των νεότερων και των ξένων πάντα.

Από αυτό το χάος εκκινώντας είναι φανερό ότι χρειάζεται να σχεδιαστούν εξ αρχής τα δημόσια οικονομικά, το φορολογικό σύστημα αλλά και οι δαπάνες αναλυτικά. Τα όποια μπαλώματα θα παρουσιάσει ύστερα από δύο βδομάδες ο κ. Παπαθανασίου, αυξάνοντας πιθανώς κάποιους έμμεσους φόρους, μπορεί να ενοχλήσουν πολλούς, γιʼ αυτό και τα αναβάλλει. Δεν θα λύσουν όμως κανένα πρόβλημα.

Εργατική φωνή από την Ισπανία

Παρουσιάζει και για μας ενδιαφέρον μια ομιλία του Ιγνάσιο Φερνάντες Τόξο, του γενικού γραμματέα της μεγαλύτερης συνδικαλιστικής συνομοσπονδίας της Ισπανίας Comisiones Obreras, προχθες στη Μαδρίτη: Εκφράζοντας σοβαρή ανησυχία για τη μεγάλη άνοδο του δημοσίου ελλείμματος (μέχρι να πληγεί από την κρίση, υπενθυμίζεται, η Ισπανία είχε δημοσιονομικά πλεονάσματα και χρέος κοντά στο 40% του ΑΕΠ), την αποδίδει στις δαπάνες για την προστασία των ανέργων (ήδη 17% του εργατικού δυναμικού) και στην αυξημένη επενδυτική προσπάθεια της κυβέρνησης Θαπατέρο στα δημόσια έργα.

Για να διορθωθούν οι ανισορροπίες, υποστηρίζει ο Τόξο, θα πρέπει να αλλάξει η κατεύθυνση της φορολογικής πολιτικής: Να αυξηθεί ο φόρος εισοδήματος στα υψηλά εισοδήματα, να επανεισαχθεί φόρος στην ακίνητη περιουσία, να αυξηθεί η επιβάρυνση των μεγάλων περιουσιών και να καταπολεμηθεί η φοροδιαφυγή. Θεωρεί μάλιστα καλό να καταργηθεί μια πρόσφατη μείωση 400 ευρώ στον φόρο εισοδήματος.

Για την έξοδο από την ύφεση προτείνει άλλωστε ένα σύμφωνο ανάμεσα στην κυβέρνηση, τους επιχειρηματίες, τα συνδικάτα και τους ΟΤΑ. Από τις συμφωνίες της Μονκλόα (την επομένη της δικής της μεταπολίτευσης), η Ισπανία έχει παράδοση σε πλατιές κοινωνικές διαπραγματεύσεις και συμφωνίες σε κρίσιμες περιστάσεις.

Εκτύπωση στις: 2024-04-26
Από την ιστοσελίδα: Ανανεωτική
http://www.ananeotiki.gr/el/sx_PrintPage.php?tid=3563