Αρχική | Εκτύπωσε ή Αποθήκευσε ως PDF | Αποθήκευσε ως WORD | Αποθήκευσε ως HTML

Ανισότητες που καθηλώνουν

Ελίζα, Παπαδάκη

Τα Νέα, 2009-07-29


Μέσα στον καταιγισμό αρνητικών δεδομένων για τις προοπτικές της ελληνικής οικονομίας, σημαντική ήταν η έρευνα του ΙΟΒΕ σε συνεργασία με τον διεθνή οίκο ΜcΚinsey η οποία δημοσιεύθηκε πρόσφατα. Από τις 587 επιχειρήσεις με συνολικά 90.000 απασχολούμενους οι οποίες συμμετείχαν στην έρευνα, η μεγάλη πλειονότητα αναμένει σοβαρή μείωση πωλήσεων και κερδών. Περίπου οι μισές δήλωναν την πρόθεση να μειώσουν το δυναμικό τους σε ειδικευμένους εργαζόμενους, περισσότερες (59%) να απολύσουν ανειδίκευτους. Την ώρα ωστόσο που το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο υποδεικνύει γενικό πάγωμα των μισθών στον δημόσιο και τον ιδιωτικό τομέα, αξίζει να σημειωθεί ότι οι επιχειρήσεις αξιολογούσαν τις συλλογικές συμβάσεις εργασίας ως το λιγότερο σημαντικό εμπόδιο στις προσπάθειες αντιμετώπισης της κρίσης. Πολύ πιο αρνητικά βαθμολογούσαν κατά σειρά την επίδραση των μέσων ενημέρωσης, τη διαθεσιμότητα και το κόστος των δανειακών κεφαλαίων, το θεσμικό πλαίσιο, την οικονομική πολιτική. Αλλού δηλαδή εντοπίζουν τα μείζονα προβλήματα (προχθές ανακοινώθηκε νέα υποχώρηση του τραπεζικού δανεισμού τον Ιούνιο), όχι στις συλλογικές συμβάσεις που παρέχουν μια βασική προστασία στο εισόδημα και τους όρους εργασίας των εργαζομένων. Σε μιαν οργανωμένη συζήτηση για την αντιμετώπιση της οικονομικής επιδείνωσης αυτές οι εκτιμήσεις των επιχειρήσεων θα έπρεπε να ληφθούν υπόψη.

Σχεδόν απαρατήρητο πέρασε όμως ένα άλλο εύρημα των ΙΟΒΕ- ΜcΚinsey: Από το σύνολο των κλάδων της βιομηχανίας, του εμπορίου και των υπηρεσιών που κάλυψε η έρευνα, μόνες πιο ανθεκτικές στην κρίση εμφανίζονται οι επιχειρήσεις στην ιδιωτική υγεία και την ιδιωτική εκπαίδευση. Έχει ενδιαφέρον διότι αποτελεί μια πρόσθετη ένδειξη για τις μεγάλες εισοδηματικές ανισότητες στη χώρα μας, πιθανώς και για την έντασή τους, και μας πληροφορεί για μια ποιοτική διάστασή τους. Αν ο μεγάλος όγκος των επιχειρήσεων δοκιμάζεται από την υποχώρηση της ζήτησης λόγω συμπίεσης των εισοδημάτων, αλλά αυτό δεν συμβαίνει στις ιδιωτικές κλινικές ούτε στα ιδιωτικά σχολεία, φροντιστήρια και κολέγια, αυτό σημαίνει κατ΄ αρχάς ότι τα ευπορότερα στρώματα δεν δυσκολεύονται να εξακολουθούν να αγοράζουν τις υπηρεσίες τους. Κατά δεύτερο λόγο, μπορεί επίσης να υποδηλώνει ότι και οι λιγότερο εύποροι, απέναντι στις ανεπάρκειες της δημόσιας υγείας και παιδείας, αναγκάζονται να κόβουν ακόμα περισσότερο από άλλες ανάγκες τους για να πληρώσουν τέτοιες ιδιωτικές υπηρεσίες: τα φροντιστήρια ιδίως, που θεωρούνται υποχρεωτικά σχεδόν από όλες τις οικογένειες με παιδιά στη Μέση Εκπαίδευση.

Στις δύσκολες επιλογές που έχουμε μπροστά μας, τόσο για την εξάλειψη των δημοσίων ελλειμμάτων και τη μείωση του χρέους όσο και, ταυτόχρονα, για τη βελτίωση της παραγωγικής ικανότητας της χώρας ώστε να δημιουργεί περισσότερη και καλύτερη απασχόληση, καθοριστική είναι η διάσταση των κοινωνικών ανισοτήτων. Για να κρίνουμε, λόγου χάρη, ποιοι και πόσοι φόροι θα έπρεπε να επιβληθούν, ποιες δημόσιες δαπάνες και πώς μπορεί να περισταλούν, ποιες άλλες παράλληλα επιβάλλεται να αυξηθούν, όπως και ποιες επενδύσεις θα προαχθούν και πώς, δεν αρκεί να γνωρίζουμε ότι ως προς το εισόδημα διατηρούμε σταθερά, πολλά χρόνια τώρα, από τις μεγαλύτερες ανισότητες της Ευρώπης: το πλουσιότερο 20% του πληθυσμού έχει έξι φορές μεγαλύτερο εισόδημα από το φτωχότερο 20%. Χρειάζεται να μάθουμε συγκεκριμένα μέσα από ποιους μηχανισμούς αναπαράγονται αυτές οι ανισότητες, οι οποίες με τη σειρά τους καθηλώνουν την αναπτυξιακή δυναμική της χώρας, καθώς τροφοδοτούν κάθε λογής αεριτζήδικες δραστηριότητες της παραοικονομίας αλλά και την υπερδιόγκωση ενός αντιπαραγωγικού κρατικού τομέα (μέσα από πελατειακές προσλήψεις). Χρειάζεται να θεμελιώσουμε αυτό που τείνουμε να ξεχνάμε: ότι το εκπαιδευτικό σύστημα είναι το κλειδί.

Μια τέτοια έρευνα έκανε πάταγο την περασμένη εβδομάδα στη Βρετανία. Βρήκε ότι το 75% των δικαστών, το 70% των διευθυντικών στελεχών του χρηματοοικονομικού τομέα, το 45% των ανωτάτων δημοσίων υπαλλήλων και το 32% των βουλευτών προέρχονται από εκλεκτά ιδιωτικά σχολεία όπου φοιτά μόλις το 7% των μαθητών της χώρας. Πόρτες κλειστές συναντούν και τα παιδιά της μεσαίας τάξης επειδή δεν έχουν τις κατάλληλες διασυνδέσεις, το πρόβλημα αφορά επομένως τη μεγάλη πλειονότητα της κοινωνίας, διαπίστωνε ο Άλαν Μίλμπερν, πρόεδρος της διακομματικής επιτροπής που συνέταξε την έκθεση, παραγγελία της κυβέρνησης Μπράουν. Ο βρετανικός Τύπος αναμένει αρκετές από τις ριζοσπαστικές προτάσεις της να ενσωματωθούν στα εκλογικά προγράμματα των κομμάτων.

Από τον πλούτο των στατιστικών στοιχείων για την εκπαίδευση που μόλις δημοσίευσε η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, σημειώνουμε μόνο ότι ο μισθός του εκπαιδευτικού στην Ελλάδα κυμαίνεται από 70% του κατά κεφαλήν ΑΕΠ μας (πρωτοδιοριζόμενος) μέχρι 113%. Στην Πορτογαλία αρχίζει από το 98%, στη Βρετανία από το 110%.

Εκτύπωση στις: 2024-03-28
Από την ιστοσελίδα: Ανανεωτική
http://www.ananeotiki.gr/el/sx_PrintPage.php?tid=3751