Αρχική | Εκτύπωσε ή Αποθήκευσε ως PDF | Αποθήκευσε ως WORD | Αποθήκευσε ως HTML

Πολύ μικρές οι ανακατανομές του προϋπολογισμού

Ελίζα, Παπαδάκη

Κυριακάτικη Αυγή, 2009-11-08


Στις φετεινές συνθήκες της εκρηκτικής διόγκωσης του ελλείμματος και του χρέους, μετά από τη συνεχή διεύρυνσή τους τα προηγούμενα χρόνια, το κεντρικό πρόβλημα που πρέπει να αντιμετωπιστεί μέσα από τον κρατικό προϋπολογισμό είναι μια ριζική ανακατανομή. Ανακατανομή των κρατικών δαπανών αφενός, με τρόπο που να στηρίζεται η ανάπτυξη, η χορήγηση βασικών κοινωνικών αγαθών και η άμβλυνση των μεγάλων κοινωνικών ανισοτήτων σε ένα πλαίσιο αυστηρής λιτότητας, εξάλειψης κάθε σπατάλης αλλά και ιεράρχησης και αξιολόγησης κάθε δαπάνης ανάλογα με τα αποτελέσματά της.

Ανακατανομή των εισοδημάτων και του πλούτου στη συνολική οικονομία αφετέρου, ώστε μέσα από τους φόρους να αντλούνται πολύ περισσότερα έσοδα για τη χρηματοδότηση των αναγκαίων κρατικών δαπανών, καθώς οι συνθήκες έχουν γίνει απαγορευτικές για κάθε περαιτέρω επέκταση του δανεισμού.

Σε γενικές γραμμές το κυβερνητικό οικονομικό επιτελείο φαίνεται να αναγνωρίζει πώς έχει το πρόβλημα, αλλά πολύ μικρό βήμα σε μια τέτοια κατεύθυνση επιχειρεί με τον πρώτο του προϋπολογισμό για το 2010. «Μεταβατικό» τον χαρακτήρισε ο υπουργός Οικονομικών Γιώργος Παπακωνσταντίνου παρουσιάζοντας το προσχέδιο, και επικαλέστηκε τον ελάχιστο χρόνο που μεσολάβησε αφότου ανέλαβε η νέα κυβέρνηση. Είναι αλήθεια ότι θα απαιτηθεί μεγαλύτερος χρόνος για να ιεραρχηθούν και να αξιολογηθούν εξ αρχής οι κρατικές δαπάνες, για να θεσπιστεί νέο φορολογικό πλαίσιο, αλλά και ασφαλιστικό, όπως μόλις προαναγγέλθηκε, ακόμα και για να ανασυγκροτηθεί ο διαλυμένος φοροεισπρακτικός μηχανισμός, μαζί και οι μηχανισμοί είσπραξης των ασφαλιστικών εισφορών.

Μεγάλη δυσκολία απορρέει όμως από τη μηδενική πολιτική προετοιμασία: μέχρι τις εκλογές όλες οι εξαγγελίες υπηρετούσαν πολύ διαφορετικές σκοπιμότητες, οπότε όροι για την κοινωνική αποδοχή επώδυνων προσαρμογών χρειάζεται τώρα να δημιουργηθούν, ενώ συγκρούσεις με μεγάλα επιχειρηματικά και τραπεζικά συμφέροντα από τη μία πλευρά, με κατηγορίες εργαζομένων από την άλλη, ήδη αρχίζουν, με τους κάθε λογής φοροφυγάδες, μεγάλους ή μικρούς, ακολουθούν αμέσως. Σε κάθε περίπτωση, οι όποιες σημαντικές διαρθρωτικές αλλαγές αναβάλλονται για τον προϋπολογισμό του 2011.

Στο μεταξύ, πέρα από την εσωτερική πολιτική και κοινωνική αντιπαράθεση πάνω στις περιορισμένες ανακατανομές που επιχειρούνται, η κρίσιμη δοκιμασία περιμένει τον προϋπολογισμό του 2010 στις Βρυξέλλες. Διότι πρέπει εκεί να πείσει ότι ξεκινά πραγματικά τη δημοσιονομική εξυγίανση, προκειμένου να αποφύγουμε τις κυρώσεις, περικοπή πόρων από το Ταμείο Συνοχής και μεγάλα πρόστιμα, που θα μας επιβληθούν αν συνεχίσουμε όπως μέχρι τώρα, αλλά και για να είναι όσο γίνεται μικρότερες οι κυρώσεις από τις αγορές, όπου αναγκαστικά θα εξακολουθήσουμε να δανειζόμαστε, κάπου 60 δισ. του χρόνου.

Πώς επιδιώκεται να μειωθεί το έλλειμμα

Με τον προϋπολογισμό του 2010 επιδιώκεται το έλλειμμα της γενικής κυβέρνησης (που πέρα από την κεντρική κυβέρνηση περιλαμβάνει επίσης τους ΟΤΑ, τους Οργανισμούς Κοινωνικής Ασφάλισης και τα λοιπά ΝΠΔΔ, όπως τα νοσοκομεία, καθώς και τα εξοπλιστικά προγράμματα) να μειωθεί έναντι του φετεινού κατά 7,75 δισ. ευρώ ή κατά 3,3 μονάδες του ΑΕΠ, το δε έλλειμμα της κεντρικής κυβέρνησης (δηλαδή του τακτικού προϋπολογισμού και του προγράμματος δημοσίων επενδύσεων) κατά 6,2 δισ. ή κατά 2,8 μονάδες του ΑΕΠ.

Ο στόχος φαίνεται φιλόδοξος σε σύγκριση με τη μείωση κατά μία μονάδα του ΑΕΠ το χρόνο που απαιτείται κατά κανόνα στην Ευρωζώνη για χώρες με υψηλό έλλειμμα και χρέος (για την «εκτροχιασμένη» και στατιστικά Ελλάδα πάντως η απαίτηση θα είναι σίγουρα μεγαλύτερη), ή και κατά 4-5 μονάδες που εισηγείται για τη διετία 2010-2011 η Τράπεζα της Ελλάδος στην τελευταία της έκθεση. Εκεί ωστόσο μιλούν για το «διαρθρωτικό έλλειμμα» το οποίο δεν περιλαμβάνει «προσωρινές επιδράσεις».

Αν κοιτάξουμε τα πέρα από τον προϋπολογισμό κονδύλια της γενικής κυβέρνησης θα δούμε ότι χωρίς την - επιβεβλημένη αλλά με προσωρινή επίδραση - καταχώρηση των χρεών των νοσοκομείων στα χρόνια 2008, 2009 και 2010, η μείωση του ελλείμματος περιορίζεται κατά 1,6 δισ., ενώ άλλα 460 εκατομμύρια εξοικονομούνται από τα εξοπλιστικά προγράμματα με μικρότερες παραλαβές στρατιωτικού υλικού το 2010 (2,7 δισ.), ενώ οι φετεινές σχετικές δαπάνες (3,16 δισ.) εμφανίζονται κατά 650 εκατομμύρια μεγαλύτερες από τις προβλέψεις του προγράμματος σταθερότητας και κατά 1,3 δισ. μεγαλύτερες από το 2008.

Μακάρι να πρόκειται για πραγματική πτωτική τάση, αν πάντως δεν συνυπολογίσουμε νοσοκομεία και εξοπλισμούς η μείωση του ελλείμματος της γενικής κυβέρνησης προκύπτει κατά 2 δισ. μικρότερη, περιορίζεται σε 2,5 μονάδες του ΑΕΠ.

Περνώντας στον τακτικό προϋπολογισμό βλέπουμε το δικό του έλλειμμα να μειώνεται κατά 5,45 δισ., με μιαν αύξηση των εσόδων κατά 4,45 δισ. και μια μείωση των δαπανών κατά 1 δισ. καθώς οι τόκοι προβλέπεται να αυξηθούν κατά 600 εκατομμύρια και όλες οι άλλες δαπάνες, οι ονομαζόμενες «πρωτογενείς» να μειωθούν κατά 1,6 δισ. Δεν ακολουθείται δηλαδή, για το 2010 τουλάχιστον, η υπόδειξη της Τράπεζας της Ελλάδος, αλλά και της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, η προσαρμογή να προέλθει κατά τα δύο τρίτα από τις δαπάνες και κατά το ένα τρίτο από τους φόρους.

Και σωστά δεν ακολουθείται με δεδομένη τη φετεινή κατάρρευση των εσόδων και την τεράστια φοροδιαφυγή. Και εδώ όμως η αύξηση των εσόδων που προβλέπεται είναι μικρότερη, αν εξαιρέσουμε την υπολογιζόμενη σε 1 δισ. έκτακτη εισφορά στα μεγάλα κέρδη και στις μεγάλες ακίνητες περιουσίες με την οποία θα χρηματοδοτηθεί το επίσης έκτακτο, εφʼ άπαξ επίδομα κοινωνικής αλληλεγγύης στους φτωχότερους (που μένει να διασφαλιστεί πώς θα δοθεί σε όσους το έχουν πραγματική ανάγκη, το νομοσχέδιο ακόμα χωλαίνει).

Κατά τα άλλα, οι προβλέψεις του προϋπολογισμού για τους φόρους είναι μάλλον συντηρητικές, ίσως και επειδή λαμβάνει υπόψη τις δυσκολίες απότομης μείωσης της φοροδιαφυγής σε συνθήκες ύφεσης, όταν δεν ξέρουμε πόσες επιχειρήσεις επιβιώνουν μόνο κλέβοντας τους φόρους που οφείλουν να αποδίδουν: Αύξηση μόνο 4,4% (480 εκατομμύρια) στο φόρο εισοδήματος φυσικών προσώπων, μείωση 7,2% από τα νομικά πρόσωπα εφόσον το 2009 ήταν έτος μεγάλης μείωσης των συνολικών κερδών, αύξηση μόλις 4,1% στους φόρους συναλλαγών (ΦΠΑ κ.λπ.), που προβλέπεται να φτάσουν μόλις 18,5 δισ., 1,5 δισ. λιγότερα από όσα είχαν εισπραχθεί το 2008 (!). Μεγάλες αυξήσεις προβλέπονται μόνον από τα τσιγάρα, ποτά και «λοιπούς φόρους κατανάλωσης» (540 εκατομμύρια, 16%) και από την περιουσία (390 εκατομμύρια, 82%).

Όσο για τις δαπάνες, θα πρέπει να περιμένουμε το ολοκληρωμένο σχέδιο του προϋπολογισμού για να αποκτήσουμε εικόνα για την κατανομή τους κατά κατηγορία (παιδεία, υγεία, κοινωνική πολιτική, άμυνα και ασφάλεια) και κατά υπουργείο (τι θα πάρει ο πολιτισμός π.χ.;). Από το γενικό πίνακα του προσχεδίου και όσα δήλωσε ο κ. Παπακωνσταντίνου δύσκολα καταλαβαίνει κανείς πώς θα επιτευχθεί με εισοδηματική πολιτική 1,5% και με πρόβλεψη «ωρίμανσης» 2% η αύξηση της συνολικής δαπάνης για μισθούς να συγκρατηθεί σε 3,5%, ποτέ ως τώρα δεν συνέβη το κονδύλι των μισθών να αυξηθεί μόνο κατά το ποσοστό της επίσημης πολιτικής συν 2. Φαίνεται να προβλέπεται σοβαρή μείωση του συνολικού αριθμού των δημοσίων υπαλλήλων, με λιγότερες προσλήψεις από τις αποχωρήσεις. Έτσι και η δαπάνη για συντάξεις (του Δημοσίου) αυξάνεται κατά 8,9%.

Αυτό που γίνεται αντιληπτό είναι ότι οι πρόσθετες κοινωνικές παροχές εξαντλούνται στο έκτακτο επίδομα αλληλεγγύης, σε μιαν αύξηση των αγροτικών συντάξεων (30 ευρώ), και των προνοιακών επιδομάτων (54 εκατ., 7,2%), εφόσον το ΕΚΑΣ μένει καθηλωμένο και το «Ταμείο Κοινωνικής Συνοχής» (που είχε δώσει μόνο 350 εκατ. επίδομα θέρμανσης) καταργείται. Μένει το ερώτημα πώς μπορεί να εφαρμοστεί η προβλεπόμενη μείωση κατά 1,3 δισ. (10,3%) των επιχορηγήσεων των ασφαλιστικών ταμείων στην κατάσταση που βρίσκονται. Σημαντική περικοπή (880 εκατ., 24,3%) επιδιώκεται στις καταναλωτικές δαπάνες του Δημοσίου.

Ερωτηματικό είναι επίσης αν θα κατορθωθεί να συγκρατηθεί η δαπάνη για τόκους του δημοσίου χρέους στα 12,95 δισ., να αυξηθεί κατά 4,9% όταν η φετεινή αύξηση εκτιμάται 10,1%.

Θετική είναι, τέλος, η προβλεπόμενη αύξηση των δημοσίων επενδύσεων κατά 800 εκατομμύρια (8,4%) στα 10,3 δισ. Φτάνει να αποδειχθεί ρεαλιστική η αύξηση των εισροών από την Ε.Ε. για τη χρηματοδότησή τους στα 3,7 δισ., που φέτος μόλις έφτασαν τα 2,1 δισ.

Εκτύπωση στις: 2024-04-25
Από την ιστοσελίδα: Ανανεωτική
http://www.ananeotiki.gr/el/sx_PrintPage.php?tid=4037