Αρχική | Εκτύπωσε ή Αποθήκευσε ως PDF | Αποθήκευσε ως WORD | Αποθήκευσε ως HTML

Παιδικές ασθένειες γερασμένων μυαλών

Τάσος, Παππάς

newstime.gr, 2010-03-17


To 1989 με τον ενιαίο Συνασπισμό, ήταν η δεύτερη μεγάλη ευκαιρία της ιστορικής Αριστεράς να ξεφύγει από τη σκιά του εταίρου της [άλλοτε συναγωνιστή και άλλοτε σκληρού ανταγωνιστή της] και να γίνει ο κεντρικός πυλώνας της λεγόμενης προοδευτικής παράταξης, περιορίζοντας την μέχρι τότε ηγεμονεύουσα Κεντροαριστερά σε ρόλο δευτεραγωνιστή. Είχε προηγηθεί το 1958 με την εκτόξευση της ΕΔΑ στη θέση της αξιωματικής αντιπολίτευσης, αλλά πολύ γρήγορα οι ισορροπίες του συστήματος αποκαταστάθηκαν με τη βοήθεια εγχώριων [παλάτι, στρατός, παρακράτος] και εξωτερικών παραγόντων [Η.Π.Α].

Ο ενιαίος Συνασπισμός [ΚΚΕ-Ε.ΑΡ] εμφανίσθηκε σε μια περίοδο κατά την οποία το ΠΑΣΟΚ βρισκόταν σε ελεύθερη πτώση εξαιτίας των σκανδάλων και της προφανούς αδυναμίας του Α. Παπανδρέου να συνεχίσει να είναι ο κυματοθραύστης της ριζοσπαστικοποίησης των μαζών.

Το όνειρο ή αν θέλετε το παραμύθι τελείωσε σε δύο χρόνια και από το 1991 με τη διάσπαση του ΚΚΕ, η Αριστερά γύρισε στα «κιλά» της.

Ακολούθησε ένα διάστημα εξοντωτικής διαμάχης για την πρωτοκαθεδρία ανάμεσα στο ΚΚΕ και στον ΣΥΝ που επέτρεψε στο ΠΑΣΟΚ ν’ ανακάμψει.

Την εποχή του Κ. Σημίτη ένα σημαντικό κομμάτι της ανανεωτικής Αριστεράς μετακόμισε στο ΠΑΣΟΚ, δίνοντας προωθητική δύναμη και αίγλη στο εκσυγχρονιστικό εγχείρημα και περιθωριοποιώντας τον ΣΥΝ.

Την ίδια στιγμή στην άλλη άκρη του αριστερού φάσματος [ΚΚΕ] ενισχύονταν οι κλειστοφοβικές τάσεις, η κυριαρχία των οποίων είχε ως αποτέλεσμα την ιδεολογική αναδίπλωση του κόμματος και τη μετατροπή του σ’ ένα περίκλειστο φρούριο. Πρώτο μέλημα της ηγεσίας έγινε η προστασία των ιερών και των οσίων από τις επιθέσεις της σοσιαλδημοκρατίας και των οπορτουνιστών.

Η δεύτερη εκλογική ήττα του ΠΑΣΟΚ το 2007 και η εσωκομματική κρίση για την υπόθεση της αρχηγίας, απογείωσαν [τουλάχιστον δημοσκοπικά] τον ΣΥΡΙΖΑ, βάζοντας για ακόμη μια φορά στο κέντρο της πολιτικής συζήτησης το θέμα της ανατροπής των πολιτικών συσχετισμών.

Οι ελπίδες του κόσμου της Αριστεράς , ο οποίος σταθερά τάσσεται υπέρ της ενότητας, αναπτερώθηκαν και η συνοχή του δικομματισμού απειλήθηκε σοβαρά. Ωστόσο η ολέθρια διαχείριση από την πλευρά της ηγετικής ομάδας του ΣΥΡΙΖΑ, οδήγησε το κόμμα στα όρια της εκλογικής επιβίωσης.

Σήμερα και στις δύο πτέρυγες της ιστορικής Αριστεράς ο αριστερισμός- και στην ρητορική και στην προγραμματική εκδοχή του- είναι η δεσπόζουσα συνισταμένη.

Τα ίχνη του είναι εμφανή: ο διάλογος με τη σοσιαλδημοκρατία θεωρείται έγκλημα καθοσιώσεως.

Η ιδέα για συμμετοχή σε κυβερνήσεις συνεργασίας με το ΠΑΣΟΚ είναι εκτός κομματικής νομιμότητας.

Ο εργατισμός, ο λαϊκισμός και ο μαξιμαλισμός δίνουν τον τόνο στις καθημερινές δραστηριότητες.

Ο ακτιβισμός των κοινωνικών κινημάτων παρουσιάζεται ως η εναλλακτική λύση στον κοινοβουλευτικό κρετινισμό του δικομματισμού.

Κάθε προσπάθεια εκσυγχρονισμού της χώρας αντιμετωπίζεται ως απόπειρα του συστήματος να αποπροσανατολίσει τους πολίτες.

Η θεωρία από την οποία πηγάζουν όλα τα παραπάνω είναι ότι ο καπιταλισμός δεν εξανθρωπίζεται, αλλά καταργείται.

Το είπε άλλωστε ο επικεφαλής του ΣΥΡΙΖΑ Α. Τσίπρας στο συνέδριο της νεολαίας του ΣΥΝ: «ο καπιταλισμός είναι ένα λάθος».

Χωρίς βεβαίως να εξηγήσει στο ακροατήριο του γιατί ένα «λάθος» αντέχει τόσους αιώνες, καταφέρνοντας να εγκλωβίσει τις κοινωνικές ομάδες που πλήττονται από την ανάπτυξη του.

Αν έχεις καταλήξει σ’ αυτήν την εκτίμηση, είναι απολύτως λογικό να οργανώνεις τη δημόσια παρουσία σου γύρω από το σύνθημα «πάρτε τα λεφτά από τους πλούσιους και δώστε τα στους φτωχούς», χωρίς να αισθάνεσαι την υποχρέωση να προσδιορίσεις τα μέσα με τα οποία αυτό είναι εφικτό στις παρούσες συνθήκες, ίσως γιατί κρατάς για τον ευατό σου το know how [ΚΚΕ].

Όπως επίσης είναι απολύτως λογικό να θέτεις ως στόχους [ΣΥΡΙΖΑ] την εθνικοποίηση [σήμερα] των τραπεζών , την επανάκτηση [σήμερα] από το δημόσιο του ελέγχου των επιχειρήσεων που έχουν ιδιωτικοποιηθεί, όπως είναι ο ΟΤΕ και η Ολυμπιακή, χωρίς μάλιστα να διευκρινίζεις αν όλα αυτά θα γίνουν με αποζημιώσεις ή με επιτάξεις.

Το πλεονέκτημα του αριστερισμού είναι ότι μπορεί να λέει ό,τι θέλει, γνωρίζοντας πως δεν θα κληθεί ποτέ να εφαρμόσει όσα εκ του ασφαλούς διακηρύττει.

Γι αυτόν ο ρεαλισμός είναι ο προθάλαμος του συμβιβασμού.

Μπορεί να μιλάει στο όνομα των εργαζομένων, αλλά στην πράξη αδιαφορεί για το επίπεδο συνειδητότητας τους, για το αν μπορούν δηλαδή να αφομοιώσουν τις μετωπικές πολιτικές που προτείνει.

Για τον αριστερισμό πάντοτε οι κοινωνικές συνθήκες είναι ώριμες για ριζικές αλλαγές και αυτό που λείπει είναι ένα ‘σπρώξιμο’ την κατάλληλη στιγμή από το επαναστατικό υποκείμενο, το οποίο θα ρυμουλκήσει τις υπνώττουσες μάζες από το βασίλειο της ανάγκης στο βασίλειο της ελευθερίας.

Παρά το γεγονός ότι δηλώνουν θαυμαστές του Λένιν, μάλλον τον διαβάζουν επιλεκτικά.

Στο περίφημο έργο του « Ο Αριστερισμός, παιδική αρρώστια του κομμουνισμού» ο ηγέτης των μπολσεβίκων ήταν σαφής: « δεν αξίζουν πεντάρα τσακιστή οι πολιτικοί ηγέτες της επαναστατικής τάξης που δεν ξέρουν να κάνουν ‘ελιγμούς, συμφωνίες, συμβιβασμούς’ για να αποφύγουν μια μάχη κατάφωρα ασύμφορη».

H διαφορά του Λένιν από τους ομοιδεάτες του είναι ότι ενώ αυτός δεν δίσταζε να συμμαχήσει και με το διάβολο αν έκρινε ότι θα εξυπηρετηθούν τα σχέδια του, αυτοί τρέφονται από τις ήττες τους και δείχνουν ευτυχισμένοι, βολοδέρνοντας στον μικρόκοσμο τους.

Η διαφορά επίσης είναι ότι αυτός έκανε επανάσταση, οι άλλοι απλώς φλυαρούν για την επανάσταση.

Εκτύπωση στις: 2024-04-26
Από την ιστοσελίδα: Ανανεωτική
http://www.ananeotiki.gr/el/sx_PrintPage.php?tid=4462