Αρχική | Εκτύπωσε ή Αποθήκευσε ως PDF | Αποθήκευσε ως WORD | Αποθήκευσε ως HTML

Η κρίση, η ενέργεια... και η αναζήτηση διεξόδων - και η αναζήτηση διεξόδων

Στάθης, Λουκάς

Κυριακάτικη Αυγή, 2010-03-28


Το ερώτημα που μπαίνει είναι αν υπάρχει μια άλλη πολιτική βιομηχανικής

ανάπτυξης, δηλαδή ενεργειακή, αγροτική, μεταφορών, υποδομών κ.λπ. και, τέλος,

πολιτισμική, που μπορεί να μας βοηθήσει να βγούμε από την κρίση. Και η απάντηση

είναι ότι πρόκειται για εκείνη την πολιτική που εδώ και δεκαετίες προτείνει το

προοδευτικό ευρωπαϊκό οικολογικό κίνημα.Η σημερινή κρίση προκαλεί ανακατατάξεις, και μάλιστα σημαντικές, στις οικονομικές, πολιτικές και παραγωγικές σχέσεις.

Όμως η δική μας κρίση, που έχει τους δικούς της λόγους, φέρνει στην επιφάνεια

την παθογένεια και τα σημεία κρίσης του δημοκρατικού συστήματος που διαμορφώθηκε μετά το 1974. Η πολιτική δεν αποσπάται από την κοινωνία, είναι κολλημένη επάνω

της. Εάν η κοινωνία των πολιτών είναι «ο χώρος των ειδικών συμφερόντων και των

συντεχνιακών εγωισμών», η μέχρι σήμερα πολιτική όχι μόνον δεν την αντιπροσωπεύει

λίγο, μάλλον της μοιάζει πάρα πολύ. Αυτή η πολιτική είναι ένα κομμάτι αυτής της

κοινωνίας. Από εδώ προκύπτει η κρίση του «πολιτικώς πράττειν», πραγματικό και

χαρακτηριστικό γεγονός του καιρού μας. Και για έναν παραπάνω λόγο, επειδή

βρίσκεται σε κρίση το ενεργοβόρο και περιβαλλοντοκτόνο πρότυπο ανάπτυξης που

υπήρξε πρόσφορο έδαφος για τον συντεχνιακό συμβιβασμό που ιστορικά διαμορφώθηκε

στη χώρα τα τελευταία πενήντα χρόνια.

Η περιβαλλοντική κρίση της χώρας μας -που είναι η άλλη πλευρά της κρίσης-

σημαδεύει, αρνητικά, το μοντέλο ανάπτυξης που δομήθηκε στη χώρα μας. Και βασικοί

τομείς που υπογραμμίζουν την οικονομική και παραγωγική δραστηριότητα είναι

εκείνοι της διαχείρισης του χώρου (συνολικά) και της ενέργειας, κάτω από τις

διάφορες μορφές και χρήσεις τους. Δύο τομείς αλληλένδετοι, μια και η

αντιπεριβαλλοντική διαχείριση του χώρου επαυξάνει τη σπατάλη ενέργειας, όπως και

το αντίθετο.

Πρόκειται για ένα μοντέλο που στηρίζεται σε μια κεντρική ιδέα και πρόταση που

υπόσχεται ανάπτυξη χωρίς όρια, κανόνες και ποιότητα και με τον εργαζόμενο

«αναλώσιμο» στοιχείο. Και γι’ αυτόν τον λόγο ακριβώς βάζει στην άκρη κάθε

υπόθεση προγραμματισμού των φυσικών πόρων και του ρόλου των εργαζομένων, που

αποσκοπεί στη βιωσιμότητα. Γύρω από αυτό το μοντέλο ανάπτυξης, που ήταν σαν

πυλώνας του λούνα-παρκ, στριφογύριζαν κάθε είδος πολιτικής, φορολογικής και

συντεχνιακής συναλλαγής. Πρόκειται για μια ιδέα ανάπτυξης που απευθύνεται στην

ατομικότητα του καθενός και που συναντά κοινωνική συναίνεση. Η αμφισβήτηση αυτού

του μοντέλου ανάπτυξης πρέπει να συνοδευτεί από μια πρόταση ισχυρή, απλή,

κατανοητή και εναλλακτική απέναντι στη μέχρι τώρα. Πρόκειται για ένα θέμα που

αφορά και την αριστερά και αποτελεί αντικείμενο βασανιστικής διελκυστίνδας.

Βεβαίως, πρέπει να έχουμε μια ιδέα για την ανάπτυξη που δεν μπορεί να

περιορίζεται στην κοινωνική ισότητα, στην ειρήνη ή στα δικαιώματα κ.λπ. Που δεν

θα προβάλλεται σε ένα νομοτελειακό και φωτεινό μέλλον ή θα κινείται στα διάκενα

του νεοφιλελευθερισμού, απαλύνοντας τις επιπτώσεις του και μη θίγοντας το βασικό

του πνεύμα. Πρόκειται για την πρόταση που φαίνεται ταμπού: της μεταρρύθμισης της

ανάπτυξης.

Και το ερώτημα που μπαίνει είναι αν υπάρχει μια άλλη πολιτική βιομηχανικής

ανάπτυξης, δηλαδή ενεργειακή, αγροτική, μεταφορών, υποδομών κ.λπ. και, τέλος,

πολιτισμική, που μπορεί να μας βοηθήσει να βγούμε από την κρίση. Και η απάντηση

είναι ότι πρόκειται για εκείνη την πολιτική που εδώ και δεκαετίες προτείνει το

προοδευτικό ευρωπαϊκό οικολογικό κίνημα. Πρόκειται για λύσεις, καινοτομίες και

εκσυγχρονισμούς που έχουν δοκιμασθεί με περιορισμένη χρηματοδότηση από τις

κυβερνήσεις και με ελάχιστες τυμπανοκρουσίες από τα ΜΜΕ. Οι λύσεις έχουν όνομα

και επώνυμο και λέγονται: ορθολογική χρήση και εξοικονόμηση ενέργειας -μέτρα που

μπορεί να εφαρμοστούν σε μεγάλη κλίμακα και να μειώσουν μέχρι και κατά το ήμισυ

την κατανάλωση, χωρίς να μειωθεί η αποτελεσματικότητα-, ΑΠΕ, βιοκλιματική

δόμηση, βιώσιμες μεταφορές, βιολογική γεωργία, αξιοποίηση των γηγενών

καλλιεργειών, προστασία της βιολογικής διαφορετικότητας, τακτοποίηση της

υδρογεωλογικής κατάστασης των εδαφών κ.λπ.

Είναι όμως φανερό ότι θα υπάρξουν αντιστάσεις και τροχοπεδήσεις που σχετίζονται

με συνήθειες και τρόπους ζωής που έχει ο καθένας από εμάς, είτε ως εργαζόμενοι

είτε ως καταναλωτές και ότι ο δεύτερος ρόλος συνήθως υπερισχύει του πρώτου. Αλλά

αυτές οι αντιστάσεις μπορεί να συναντηθούν και στις επιχειρήσεις και στη δημόσια

διοίκηση και ενίοτε και στις πολιτισμικές δομές της χώρας. Που πολλές φορές

δημιουργούν ή ωθούν σε ένα πνεύμα ανευθυνότητας, λες και το πρόβλημα δεν

υπάρχει. Tο γεγονός είναι ότι μια οικολογική αναδιάρθρωση του παραγωγικού

συστήματος, των μορφών και των συνηθειών μας ζωής δεν μπορεί να διακυβερνηθεί

συγκεντρωτικά και από επάνω, όπως συμβαίνει με αποφάσεις για ένα μεγάλο έργο

υποδομής κ.λπ. Και αυτό γιατί η επίτευξη των τριών 20% -εξοικονόμηση ενέργειας,

Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας (ΑΠΕ) και μείωση των εκπομπών του διοξειδίου του

άνθρακα (CO2 )- έως το 2020, που πρόκειται όχι μόνο για μια μεγάλη αναπτυξιακή

και τεχνολογική αλλαγή, απαιτεί αλλαγές όχι μόνο στην οργάνωση της πολιτικής,

αλλά και στη θεσμική οργάνωση και λειτουργία του κράτους.

Γιατί:

Η εξοικονόμηση ενέργειας και η βιοκληματική απαιτούν διαφορετικές και

λεπτομερείς παρεμβάσεις ανάλογα με το κάθε κτήριο, την κάθε τεχνολογική

εγκατάσταση μετασχηματισμού ή μεταφοράς της ενέργειας.

Οι ΑΠΕ εξαρτώνται από πηγές που είναι διάχυτες στον χώρο, διαφοροποιημένες

ανάλογα με το δυναμικό που υπάρχει και τη διαθεσιμότητα των οικονομικών πόρων. Η

δε απορρόφησή τους από το ηλεκτρικό σύστημα μεταφοράς απαιτεί τεράστιο

τεχνολογικό εκσυγχρονισμό του ίδιου και μεγάλες επενδύσεις.

Οι μετακινήσεις που κινούνται στη λογική της βιωσιμότητας απαιτούν δημόσιες

μαζικές μεταφορές που θα προσαρμόζονται στα τοπικά χαρακτηριστικά και στις

ανάγκες του πληθυσμού της περιοχής. Η βιώσιμη γεωργία και κτηνοτροφία απαιτούν

πλήρη αναδιάρθρωση των καλλιεργειών, των συστημάτων τροφοδοσίας και διανομής

κ.λπ. κ.λπ.

Και για να καταλήξουμε, η green economy ή οικολογική αναδιάρθρωση του

παραγωγικού συστήματος και των κοινωνικών συμπεριφορών -στο πλαίσιο της οποίας

βασικός είναι ο ρόλος του ενεργειακού συστήματος στις διάφορές μορφές του- που

μπορεί να μας σώσει από την οικολογική καταστροφή και να συμβάλει στη δημιουργία

διεξόδων από την οικονομική κρίση δεν μπορεί να διακυβερνηθεί από το κέντρο.

Φυσικά και η κεντρική κυβέρνηση πρέπει να την υποστηρίξει με προγράμματα

χρηματοδοτήσεων και κώδικες, αλλά πρέπει να διαμορφωθεί, να διατυπωθεί και να

προγραμματισθεί, περιοχή με περιοχή, πόλη με πόλη (ενεργειακά παραγωγικά

διαμερίσματα) κ.λπ. Που πρέπει να συνοδεύεται με προσπάθεια της πολιτικής να

συμπαρασύρει όλα τα ενδιαφερόμενα υποκείμενα: οργανισμούς της τοπικής

αυτοδιοίκησης στις διάφορες βαθμίδες, παραγωγικές επιχειρήσεις αποφασισμένες να

γυρίσουν σελίδα, συνδικάτα και άλλες κοινωνικές οργανώσεις και επιτροπές

πολιτών.

Η μεταρρύθμιση της ανάπτυξης σε οικολογική κατεύθυνση σημαίνει να επιλέγεται

πάντα και με διαφάνεια η οικολογική και η κοινωνική ποιότητα ως παράμετρος

μέτρησης κάθε παρέμβασης. Ένας παράγοντας που θα συμβάλει σημαντικά να εκτιμηθεί

η ποιότητα της ζωής των πολιτών, το μέγεθος της αναδιάρθρωσης των εξουσιών και

των δυνατοτήτων. Ο βασικός, όμως, δρόμος για να επιτευχθεί μια στροφή αυτής της

μορφής τόσο σε τοπικό όσο και σε εθνικό επίπεδο και ίσως ο μοναδικός δρόμος για

εξισορρόπηση στη χρήση των πόρων είναι εκείνος της ενίσχυσης της τοπικής

πρωτοβουλίας.

Για γίνει αυτό, πέρα από τον καθορισμό των προγραμμάτων, των στόχων, των

χρηματοδοτήσεων των κοινωνικών υποκειμένων που εμπλέκονται ή πρέπει να

εμπλακούν, είναι να γίνει κατανοητό σε όλους: ότι η οικολογική αναδιάρθρωση δεν

είναι μόνο ένα κόστος -όπως κινδυνεύει να γίνει αντιληπτή, αν περιορίζεται μόνο

σε περιορισμούς, χωρίς τις αναγκαίες υποδομές, μέσα και τεχνολογικές

καινοτομίες-, αλλά μια μεγάλη ευκαιρία για τεχνολογικό εκσυγχρονισμό,

καινοτομία, ποιότητα ζωής και απασχόληση και αναζωογόνηση της πολιτικής. Δεν

πρόκειται για μια αλλαγή τεχνικής, αλλά για μια καινούργια κουλτούρα και

πρακτική της πολιτικής. Η ίδια εμπλουτίζεται με νέες σημασίες, γίνεται πιο

ανθρωπιστική, με μια ζωτική σχέση με την πραγματικότητα που εκφράζει

απελευθέρωση και απαιτεί τη στράτευση για την πραγμάτωση διεκδικήσεων, αγώνων

στο όνομα του κοινού συμφέροντος, που σχετίζεται με το μέλλον του ανθρώπινου

γένους.


Εκτύπωση στις: 2024-03-29
Από την ιστοσελίδα: Ανανεωτική
http://www.ananeotiki.gr/el/sx_PrintPage.php?tid=4475