Αρχική | Εκτύπωσε ή Αποθήκευσε ως PDF | Αποθήκευσε ως WORD | Αποθήκευσε ως HTML

Η αποτυχία του κομμουνισμού

Μάσιμο, Σαλβατόρι

Κυρ. Ελευθεροτυπία, 2010-03-28


Η εφημερίδα «La Stampa» ζήτησε από τον ιταλό ιστορικό Μάσιμο Σαλβαντόρι να συνοψίσει τα συμπεράσματα των πολύχρονων μελετών του για το κομμουνιστικό φαινόμενο. Ο Σαλβαντόρι έγραψε το κείμενο που ακολουθεί.

Η παραβολή του κομμουνισμού ολοκληρώθηκε. Αυτό που επιβιώνει από αυτόν, ακόμη και αν έχει τα μεγέθη της Κίνας, ανήκει ήδη στο «παθητικό» μέρος της ιστορίας. Ο κομμουνισμός έχει πίσω του μια μακραίωνη ζωή και πολλαπλές διεθνείς και βαθιές ρίζες. Χαρακτηρίστηκε από την αρχή από δύο θεμελιώδη στοιχεία. Από τη μια μεριά μιαν ιδέα -αξία- σύμφωνα με την οποία η αναγνώριση ίσης ανθρωπιάς, που αποδίδεται σε κάθε άτομο, γίνεται ουσιαστική μόνον αν δοθεί στον καθένα εκείνη η ποσότητα υλικών και πολιτισμικών πόρων, που είναι σε θέση να καταστήσει πραγματική αυτή την ισότητα.

Από την άλλη μεριά μιαν ιδέα -μέσο- σύμφωνα με την οποία η κατάσταση της ισότητας μπορεί να προκύψει μόνον με τη μετάβαση από την ατομική ιδιοκτησία στη συλλογική και με την κατάργηση των μορφών διακυβέρνησης που αποβλέπουν στην υπεράσπιση των οικονομικών και κοινωνικών προνομίων. Στις χώρες όπου ο καπιταλισμός αναπτύχθηκε περισσότερο, όλες οι προσπάθειες -ακόμα και εκείνες που πραγματοποιήθηκαν σε περιόδους οξύτατης οικονομικής, κοινωνικής και θεσμικής κρίσης- για την ανατροπή του καπιταλισμού κατέληξαν σε αποτυχία. Ο κομμουνισμός μπόρεσε, αντίθετα, να ξεπεράσει αυτό το όριο μόνον στις χώρες όπου δεν είχε αναπτυχθεί ούτε ο καπιταλισμός ούτε και η φιλελεύθερη δημοκρατία.

Σε αυτές τις χώρες η αδυναμία του καπιταλισμού διευκόλυνε πάρα πολύ την κατάργηση της ατομικής ιδιοκτησίας. Η απουσία δημοκρατικών θεσμών διευκόλυνε με τη σειρά της την ανατροπή των θεσμών που είχαν δημιουργηθεί από τις προνομιούχες τάξεις. Ο συνδυασμός αυτών των δύο στοιχείων έδωσε τη δυνατότητα στους κομμουνιστές, που έγιναν επαναστάτες στην πράξη, να συμπαρασύρουν πίσω τους μεγάλες μάζες και να κατακτήσουν την εξουσία. Αυτή η κατάκτηση της εξουσίας ήταν επομένως ο καρπός όχι των αντιφάσεων της ανάπτυξης, αλλά της απουσίας ανάπτυξης του καπιταλισμού.

Σε αυτές τις συνθήκες, ο στόχος της επίτευξης της κοινωνικής ισότητας και της αυτοκυβέρνησης έχασε ήδη από τις απαρχές της κομμουνιστικής εξουσίας κάθε συγκεκριμένο νόημα. Ολα συγκεντρώθηκαν στα χέρια του κράτους και της γραφειοκρατίας του και όλα εναποτέθηκαν στην καθοδήγηση του μοναδικού κόμματος.

Στο δεύτερο μισό του 19ου αιώνα, σε όλες τις χώρες που ενεπλάκησαν στη διαδικασία της εκβιομηχάνισης, το κράτος διεύρυνε αδιάκοπα τις λειτουργίες του. Ωστόσο, στη Δύση το κράτος είχε διατηρήσει συνθήκες ισορροπίας -έστω και σε διαφορετικό βαθμό ανάλογα με τις διάφορες χώρες- με την κοινωνία πολιτών και με τις αυτόνομες οργανώσεις της.

Ο κομμουνισμός οδήγησε την τάση προς τη διεύρυνση του κρατικού παρεμβατισμού, στις χώρες όπου η ατομική ιδιοκτησία είχε πιο αρχαϊκές μορφές και όπου η κοινωνία πολιτών ήταν ιστορικά αρκετά αδύναμη, ώς το σημείο να καταστρέψει και τη μία και την άλλη, δημιουργώντας έτσι μια συμπαγή εξουσία βασιζόμενη στην αδιαίρετη συνύπαρξη κρατισμού, κολεκτιβισμού, γραφειοκρατικοποίησης, συγκεντρωτισμού, δικτατορίας του μοναδικού κόμματος και των ηγετών του. Συνδεόμενος με τις τάσεις του κρατισμού, ο κομμουνισμός που κατέκτησε την εξουσία μπολιάστηκε πάνω σε ένα στοιχείο της νεωτερικότητας. Ενώ, ωθώντας τον κρατισμό στα άκρα, κατέπνιξε ένα άλλο θεμελιώδες στοιχείο αυτής της νεωτερικότητας: εκείνο του δυναμισμού που εκφράζεται από τον πολιτισμικό, πολιτικό και κοινωνικο-οικονομικό πλουραλισμό. Και το κατέπνιξε με την πεποίθηση ότι μπορεί να τα ρυθμίζει όλα από τα πάνω, μέσω μιας «επιστημονικής» σχεδιοποίησης των ατόμων και ολόκληρης της κοινωνίας.

Με αυτόν τον τρόπο, ο κομμουνιστικός δρόμος προς τον εκσυγχρονισμό σε αναπτυσσόμμενες χώρες οδήγησε στη γέννηση της πρώτης και πιο οργανικής μορφής σύγχρονου ολοκληρωτισμού, η οποία βασιζόταν από τη μια μεριά σε έναν πανταχού παρόντα κρατισμό και από την άλλη σε μιαν αυταρχική κοινωνία με σιδερένια ιεραρχία.

Το κομμουνιστικό σύστημα στη Σοβιετική Ενωση και στις χώρες της Ανατολικής Ευρώπης κατέρρευσε υπό το βάρος δύο βασικών στοιχείων, που συνδέονταν στενά το ένα με το άλλο. Το πρώτο ήταν η δομική αδυναμία ενός συγκεντρωτικού/γραφειοκρατικού/ολοκληρωτικού συστήματος (το οποίο, ωστόσο, είχε κατορθώσει να πετύχει αξιοσημείωτα αποτελέσματα στην προσπάθεια ενός βιομηχανικού εκσυγχρονισμού, βασιζόμενου στη μεγάλη βιομηχανία που γεννήθηκε στον 19ο αιώνα) να αντιμετωπίσει τις προκλήσεις που έθετε ο ανταγωνισμός με τις πολύπλοκες οικονομίες του καπιταλιστικού κόσμου, ο οποίος είχε μπει στη μεταβιομηχανική εποχή. Το δεύτερο ήταν η τελική ανικανότητα του συστήματος της κομμουνιστικής εξουσίας να ελέγξει, είτε με τη συναίνεση είτε με τον καταναγκασμό, την κοινωνία την οποία είχε υποβάλει σε μια σκληρή κυριαρχία, απευθύνοντάς της ταυτόχρονα υποσχέσεις απελευθέρωσης που όλο και πιο φανερά δεν ήταν σε θέση να τηρήσει.

Παρ’ όλα αυτά, η αποτυχία του κομμουνισμού αφήνει κληρονομιά την αναζήτηση δρόμων ριζικά διαφορετικών από τους δικούς του, για να δοθούν σε εκείνες τις κοινωνικές ομάδες, σε εκείνα τα κοινωνικά στρώματα και σε εκείνα τα άτομα, που η ανισότητα συνεχίζει να περιθωριοποιεί, οι πνευματικοί και υλικοί πόροι χωρίς τους οποίους ένας άνθρωπος δεν κατορθώνει να εκφράσει και να πραγματώσει την ανθρωπιά του. Και αφού το πνεύμα της «απόλυτης σωτηρίας» κατέδειξε τη δαιμονική του όψη, δεν απομένει, για όποιον έχει στην καρδιά του την αξία της δικαιοσύνης, παρά το να συνεχίσει να προχωράει προς τα μπρος, ακολουθώντας τους δρόμους ενός εγκόσμιου ουμανιστικού ρεφορμισμού.

Μετάφραση - Παρουσίαση:Θανάση Γιαλκέτση

Εκτύπωση στις: 2024-03-29
Από την ιστοσελίδα: Ανανεωτική
http://www.ananeotiki.gr/el/sx_PrintPage.php?tid=4485