Αρχική | Εκτύπωσε ή Αποθήκευσε ως PDF | Αποθήκευσε ως WORD | Αποθήκευσε ως HTML

Περί ταυτότητος…

ΤΟ ΓΡΑΜΜΑ ΕΝΟΣ ΕΛΛΗΝΟΠΟΥΛΟΥ ΜΕ ΝΙΓΗΡΙΑΝΟΥΣ ΓΟΝΕΙΣ

Γιάννης Κ., Μπασιάκος

Αυγή της Κυριακής, 2010-04-11


Σήμερα το πρωί μού ήρθε ένα γράμμα στο ηλεκτρονικό ταχυδρομείο, που με έβαλε σε σκέψεις. Σκέψεις περί ταυτότητος. Τι είμαι; Ποια είναι η ταυτότητά μου; Καταρχάς, είμαι άνθρωπος. Διαφέρω από τις γάτες, τους σκύλους, ακόμη και τους χιμπατζήδες. Σκέφτομαι, μπορώ και γράφω, προβληματίζομαι για τους λόγους της ύπαρξής μου. Έχω όμως και μερικές άλλες ταυτότητες: ιδεολογικές, εθνοτικές, πολιτισμικές.

Είμαι κομμουνιστής. Ο φίλος μου ο Αιμίλιος θα διαφωνούσε έντονα, θυμίζοντάς μου τις ιδέες μου που καμιά σχέση δεν έχουν με τη σημερινή κομμουνιστική ορθοδοξία τύπου ΚΚΕ. Όμως είμαι φανατικά κατά της εκμετάλλευσης ανθρώπου από άνθρωπο, είτε είναι ο εκμεταλλευτής κεφαλαιοκράτης είτε κάποιος τεμπέλης που θέλει να ζει από τον δικό μου μόχθο είτε κάποιος δυνατός που εκμεταλλεύεται τη δική μου έλλειψη δύναμης. Η μόνη «εκμετάλλευση» που δέχομαι είναι των ανθρώπων που αγαπώ, που «εκμεταλλεύονται» την αγάπη μου, όπως η γυναίκα, ο γιος ή η κόρη μου. Μου είναι δύσκολο να αρνηθώ την ταυτότητα του κομμουνιστή, γιατί κατάγομαι από οικογένεια κομμουνιστών και είναι χαραγμένη μέσα μου η ιστορία ανθρώπων που προτίμησαν το εκτελεστικό απόσπασμα, από την αποκήρυξη της κομμουνιστικής τους ταυτότητας. Πώς να το κάνω αυτό τώρα εγώ, που δεν με απειλεί κανένας, και έχω την ευκαιρία να κάνω κάποια από τα όνειρά μου πραγματικότητα;

Είμαι Έλληνας. Όχι γιατί έχω ελληνικά γονίδια. Αμφιβάλλω αν θα βρει κανείς φίλος γενετιστής να έχω περισσότερα κοινά γονίδια με τον Περικλή (αν βρεθεί ποτέ ο σκελετός του), κι ας κατάγομαι από τον Χολαργό, από ό,τι με τους πρόσφατους Αλβανούς μετανάστες, αφού η μια γιαγιά μου ήταν Αρβανίτισσα. Είμαι Έλληνας γιατί εδώ γεννήθηκα, εδώ πήγα σχολείο και Πανεπιστήμιο, εδώ διαμορφώθηκε ο χαρακτήρας και οι ιδέες μου. Έζησα δεκατέσσερα χρόνια στη Βοστώνη και συναναστράφηκα αρκετούς Έλληνες μετανάστες που έχουν συγκροτήσει ελληνικές κοινότητες. Όπως λέει και ο αγαπημένος μου ποιητής Τίτος Πατρίκιος, «ξένοι παντού, γυρνάμε / από χώρα σε χώρα, από πόλη σε πόλη. / Το λίγο φως απʼ την πατρίδα / που απόμεινε στην κόχη του ματιού / όλο και ξεθωριάζει / κάτω από ξένους ουρανούς». Η Ελλάδα με τραβούσε σα μαγνήτης, κι έτσι γύρισα πίσω, εγκαταλείποντας φίλους, συγγενείς και μια πολλά υποσχόμενη καριέρα.

Είμαι Ευρωπαίος. Αυτή είναι μια επίκτητη ταυτότητα, που επέλεξα --σε αντίθεση με τις προηγούμενες που «κληρονόμησα»-- γιατί ταιριάζει με την εικόνα του κόσμου που έχω στο μυαλό μου: έναν κόσμο συνεργασίας και αλληλεγγύης, όπου η πολιτική θα κυβερνά τις οικονομικές δυνάμεις, έστω κι αν σήμερα αυτό φαντάζει ουτοπικό.

Κι ήρθε το γράμμα ενός Ελληνόπουλου, που γεννήθηκε στο «Αλεξάνδρα», από γονείς Νιγηριανούς μετανάστες, και μου θύμισε τι θα πει «ταυτότητα». Γράφει:

«Μέχρι έξι χρονών, με τους γονείς μου μιλούσα αγγλικά και γιορουμπά (η γλώσσα της φυλής των γονιών μου). Όταν μπήκα στο δημοτικό σκεφτόμουν πρώτα στα αγγλικά ή στα γιορουμπά και μετά εκφραζόμουν στα ελληνικά. Περνούσα με άνεση από τη μια γλώσσα στην άλλη. Σαν να έμενα σε ένα σπίτι και να περνούσα από το ένα δωμάτιο στο άλλο. Με τους γονείς μου άρχισα να μιλάω συνέχεια ελληνικά κοντά στην εφηβεία. Αγγλικά μιλάγαμε όταν κάναμε κάποια θεωρητική συζήτηση. Γιορουμπά όταν συζητούσαμε τα οικογενειακά ή όταν τσακωνόμασταν. Ελληνικά όταν ήμασταν ευδιάθετοι και χαλαροί. Είμαι τρίγλωσσος λοιπόν. Όχι, τετράγλωσσος. Αργότερα έμαθα και γαλλικά. […] Έχω κουλτούρα και νοοτροπία ελληνική. Την ίδια στιγμή έχω κρατήσει στοιχεία από την κουλτούρα των γονιών μου. Αυτό με βοηθάει, δεν ξέρω πώς να το εξηγώ, με φέρνει σε μια ισορροπία, συναισθηματικά και πνευματικά». Και παρακάτω:

«Πήγα στο 605ο Δημοτικό Αθηνών. Στην Πλ. Αμερικής. Εκεί έχασα το κέφι μου. Αρχίζω και καταλαβαίνω ότι “μεγάλε είσαι διαφορετικός”. Ήμουν το μόνο παιδί “ξένο” και μαύρο του σχολείου. Τι σημαίνει να νιώθεις διαφορετικός; Με μια φράση σημαίνει να είσαι πάντα στην τσίτα… Είχα μόνο δυο καλούς δασκάλους. Αν έμαθα κάτι, το οφείλω σε αυτούς. Θυμάμαι και μια κακή δασκάλα. Μας ρώτησε μια μέρα τι θέλουμε να γίνουμε όταν μεγαλώσουμε. Όταν ήρθε η σειρά μου είπα ότι θέλω να γίνω δικηγόρος. Τα παιδιά συνήθως θέλουν να μοιάσουν στον μπαμπά τους. Γέλασε κυνικά και σχολίασε: “Σιγά μη γίνεις και δικηγόρος”. Έχουν περάσει είκοσι χρόνια και το θυμάμαι σαν χθες. […] Έδωσα Πανελλήνιες, πέρασα στο ΤΕΙ Αθήνας, Μηχανολογία Ιατρικών Οργάνων. Πέρασα στους πρώτους.

»Μια μέρα με σταμάτησαν στο δρόμο. Μου ζήτησαν τα χαρτιά. Δεν είχα. Όλοι οι φίλοι μου είχαν να δείξουν τις ταυτότητές τους. Εγώ τίποτα. Πήγα σπίτι αναστατωμένος. […] Το μόνο που μπορούσα να έχω επάνω μου ήταν η ληξιαρχική πράξη γέννησης, από το Μαιευτήριο “Αλεξάνδρα”. Ήταν η ταυτότητά μου. Δεν μπορούσα να βγάλω καν νιγηριανό διαβατήριο. Έπρεπε να έχω τουλάχιστον πιστοποιητικό γέννησης. Δεν είχα. Δεν υπήρχε καν πρεσβεία της Νιγηρίας εδώ. Έγινα άπατρις... Τελικά κατάφερα να κάνω αίτηση για άδεια παραμονής στο Αλλοδαπών για ανθρωπιστικούς λόγους. Δεν προβλεπόταν τίποτα άλλο για την περίπτωσή μου. Μου έδωσαν έναν αριθμό πρωτοκόλλου. Χωρίς φωτογραφία, χωρίς όνομα. Αυτό ήμουν για το κράτος. Μέχρι που με σταμάτησαν μια μέρα για εξακρίβωση στοιχείων.

» Όταν τους έδειξα αυτό το χαρτί με πήγαν στο Τμήμα. Στο Ακροπόλεως. Μου είπαν να περιμένω μέχρι να έρθει σήμα από τη Γενική Ασφάλεια. Πέρασε ολόκληρη μέρα και σήμα δεν ήρθε. Ο επόμενος διοικητής είπε να με κλείσουν μέσα. Έπαθα σοκ. Με έκλεισαν στο κελί με άλλους κρατούμενους. Κλεφτρόνια, τσαντάκηδες, τοξικομανείς. Ήμουν 19 χρονών. Ένιωθα φοβισμένος και ταπεινωμένος. Το αστείο της υπόθεσης ήταν ότι υπήρχε ο καλός και ο κακός διοικητής. Όταν ερχόταν ο καλός, με έβγαζαν από το κελί και καθόμουν σε ένα γραφείο. Όταν ερχόταν ο κακός με ξανάβαζαν στο κελί. Μέχρι που έπειτα από τρεις μέρες, ο καλός αποφάσισε να πάμε μαζί στη Γενική Ασφάλεια, να βρούμε τον φάκελό μου. Με έβαλαν σε ένα αυτοκίνητο, με συνοδεία, σαν υπόδικο. Θυμάμαι ότι κατεβήκαμε σε ένα υπόγειο και μετά βρεθήκαμε μπροστά σε ένα γραφείο γεμάτο συρτάρια και φακέλους. Έκαναν μόνο πέντε λεπτά να βρουν τον φάκελο! Με άφησαν ελεύθερο. Δεν ξεχνάω ότι ο καλός διοικητής μού ζήτησε συγγνώμη... Αυτό που έγινε, μου άφησε μια τεράστια απογοήτευση. Μου έμεινε κυρίως ο φόβος της αδικίας. Ότι μπορεί να βρεθεί κάποιος πίσω από τα κάγκελα χωρίς να καταλάβει το πώς και το γιατί. Στην ηλικία που κάνεις τα πιο ωραία όνειρα εγώ πάλευα για χαρτιά. Έτρεχα να λύσω το πρόβλημα της άδειας παραμονής για να μη βρεθώ ξανά στο κελί. Πόσες ατελείωτες ώρες, μέρες, εβδομάδες έχω χάσει σε ουρές, δήμους, περιφέρειες. Τελικά την πήρα την κανονική άδεια. Έληξε δέκα μέρες μετά αφού την πήρα! Ξανά ουρές, μέρες χαμένες, ζωή χαμένη.

»Όλα αυτά μού έκοψαν τα φτερά. Είχα μια κάθετη πτώση στα μαθήματα. Ειδικά από τότε που ήθελα να πάω για Εrasmus. Με δέχτηκαν στο Ντάντι της Σκωτίας και δεν μπορούσα να πάω. Δεν είχα χαρτιά. Από τότε άρχισε αυτό που θα έλεγα “αποξένωση”. Έγινα ξένος με το ζόρι. Παρʼ όλα αυτά δεν μασάω και συνεχίζω. […] Πώς ένιωσα όταν άκουσα για το καινούργιο νομοσχέδιο; Ότι δεν μπορώ να φέρω πίσω όσα έχασα, αλλά από εδώ και πέρα το μέλλον είναι στα χέρια μου. Ότι μπορώ να προσφέρω στον εαυτό μου. Και στη χώρα μου. Ποια είναι η χώρα μου; Η Ελλάδα φυσικά...».

***

Μοιράζομαι λοιπόν μια από τις ταυτότητές μου --την ελληνική-- με αυτό τον νέο, που οι γονείς του ήρθαν από τη Νιγηρία. Και είμαι περήφανος γιʼ αυτό. Ο νόμος για την απόδοση υπηκοότητας στους νέους που έχουν γεννηθεί στην Ελλάδα από αλλοεθνείς γονείς αποτελεί --δεδομένων των συνθηκών στη χώρα μας-- ένα τεράστιο βήμα μπροστά. Είναι προφανές ότι έχει ελαττώματα, προβάλλει σημαντικά εμπόδια στην εφαρμογή του, αφήνει απέξω χιλιάδες ανθρώπους που δικαιούνται την ελληνική υπηκοότητα, αλλά αποτελεί μια εξαιρετική αφετηρία για την αποκατάσταση της αδικίας που υφίστανται όλα αυτά τα χρόνια οι μετανάστες στην Ελλάδα.

Ελπίζω ο κ. Χρυσοχοΐδης να αναζητήσει τον διοικητή του Α.Τ. Ακροπόλεως και να του απονείμει έναν έπαινο. Και εύχομαι η κ. Διαμαντοπούλου, στις προτάσεις μεταρρύθμισης της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης που οραματίζεται, να περιλάβει και μερικές που θα επιτρέψουν σε νέους ανθρώπους να πραγματοποιήσουν το όνειρό τους να σπουδάσουν αυτό που θέλουν, και όχι αυτό που τους επιτρέπουν οι εισαγωγικές εξετάσεις.

Ο Γιάννης Κ. Μπασιάκος διδάσκει στο Πανεπιστήμιο Αθηνών


Εκτύπωση στις: 2024-03-19
Από την ιστοσελίδα: Ανανεωτική
http://www.ananeotiki.gr/el/sx_PrintPage.php?tid=4507