Αρχική | Εκτύπωσε ή Αποθήκευσε ως PDF | Αποθήκευσε ως WORD | Αποθήκευσε ως HTML

Μια τρίτη ευκαιρία;

Παύλος, Τσίμας

Τα Νέα, 2010-04-17


Η ώρα της αλήθειας έφτασε, λοιπόν. Οι αγορές, αφού έσυραν την απρόθυμη Ευρώπη στη συμφωνία για έναν «μηχανισμό» στήριξης της Ελλάδας, ήταν εύκολα προβλέψιμο ότι θα την έσπρωχναν και στην ενεργοποίησή του. Η απόφαση τυπικά μόνο βρισκόταν σε ελληνικά χέρια. Σε αυτό το πολύμηνο βαλς-εζιτασιόν, άλλωστε, γύρω από τα ελληνικά ομόλογα, ο παρτενέρ των αγορών δεν ήταν η Αθήνα. Ηταν η Ευρώπη.

Μα αν η Ελλάδα και η κυβέρνησή της είχαν, εν πολλοίς, χάσει το δικαίωμα της επιλογής να ενεργοποιήσουν ή όχι τον «μηχανισμό», τώρα έχουν μια κρίσιμη και κυρίαρχη επιλογή να κάνουν: είναι στο δικό τους χέρι, στο χέρι της χώρας, σε μεγάλο βαθμό, να διαλέξει τι χρήση θα κάνει του περίφημου «μηχανισμού» και των δανειακών του κεφαλαίων.

Κατά έναν παράξενο τρόπο, λοιπόν, η επικείμενη συμφορά και η εξευτελιστική προσφυγή της χώρας στα επώδυνα δάνεια του ΔΝΤ μπορεί να είναι η τρίτη ευκαιρία. Και η φαρμακερή Θα τα χρησιμοποιήσει ως πρόσκαιρο μπάλωμα μιας μαύρης τρύπας, μια ισχυρή ένεση δανεικών που θα αναβάλουν την έκρηξη του χρέους, με βαρείς όρους, με αντάλλαγμα την τυφλή επιβολή ενός προγράμματος «εσωτερικής υποτίμησης» που κινδυνεύει να συντηρήσει και να μεγεθύνει, αντί να αντιμετωπίσει, τις δομικές στρεβλώσεις του παραγωγικού και κοινωνικού μοντέλου και που, ασφαλώς, θα δοκιμάσει στα ακραία της όρια την κοινωνική συνοχή; Ή, αντίθετα, θα εκμεταλλευτούμε τον «μηχανισμό» ως εγγύηση και χρηματοδότηση ενός προγράμματος ριζικής και εκ θεμελίων αναδιάρθρωσης, ως μοναδική ευκαιρία να πραγματοποιηθούν αλλαγές, οικονομικά απελευθερωτικές και κοινωνικά ωφέλιμες, που αενάως ματαιώνονταν ελλείψει πολιτικού θάρρους, κοινωνικής συναίνεσης και υλικών προϋποθέσεων;

Εδώ που φτάσαμε, θα ήταν, ίσως, πιο παραγωγικό να το δούμε έτσι. Να δούμε το αναγκαίο (ίσως) αλλά (αδιαμφισβήτητα) κακό της εκχώρησης σε άλλους του δικαιώματος να έχουν λόγο επί των υποθέσεων που θα έπρεπε μόνοι να διαφεντεύουμε, αλλά το πολιτικό σύστημα απέτυχε να διαχειριστεί και υποχρεώθηκε να κρούσει θύρες ξένες, ως αφορμή και ευκαιρία εθνικής κινητοποίησης.

Είχε η Ελλάδα μια πρώτη τέτοια ευκαιρία τη δεκαετία του ΄80. Η διευκόλυνση της πρόσβασης σε δανεικά, που έφερε η ένταξη στην Ευρωπαϊκή Ενωση, αξιοποιήθηκε τότε για να καλυφθεί- υπερβολικά γρήγορα, ίσως, με στρεβλό τρόπο και με βαρύ τίμημα τη συγκρότηση του πελατειακού, κομματικού κράτους που έχουμε σήμερα και τη γιγάντωση του διεφθαρμένου παρα-συνδικαλιστικού συστήματος που το διαφεντεύει- η απόσταση που χώριζε το υπανάπτυκτο κοινωνικό μας κράτος από τον ευρωπαϊκό κανόνα. Πολλοί θυμίζουν ότι το 1980 το χρέος ήταν μόλις 28% του ΑΕΠ (και διπλασιάστηκε μόλις μέσα σε τέσσερα χρόνια!). Αλλά λίγοι θυμούνται ότι η Ελλάδα του 1980 ήταν πίσω από τον ήλιο και πολύ έξω από τον ευρωπαϊκό κανόνα, ως προς τις προνοιακές υποδομές, το κοινωνικό κράτος και την έκταση του δημόσιου τομέα (οι δαπάνες γενικής κυβέρνησης ήταν 30% του ΑΕΠ, έναντι 45% που ήταν ο ευρωπαϊκός μέσος όρος).

Η Ελλάδα πάλεψε με το χρέος (που ήταν ήδη 110% του ΑΕΠ το 1993) επί μία δεκαετία. Και απέτυχε να το ελέγξει... Αλλά είχε άλλη μια ευκαιρία, το 2000, όταν η ένταξη στο ευρώ μηδένισε σχεδόν τα επιτόκια, ελάφρυνε τον προϋπολογισμό από το υπερβολικό βάρος των τοκοχρεολυσίων και προσέφερε μια πρωτοφανή πρόσβαση σε φθηνά και εύκολα δανεικά. Τα οποία, όμως, επί μία δεκαετία δεν χρηματοδότησαν ούτε την παραγωγική ανασυγκρότηση ούτε τον εκσυγχρονισμό του κράτους. Μεγέθυναν, απλώς, την κατανάλωση (η οποία εκλαμβανόταν ως «ανάπτυξη», τάχα), μασκάρεψαν το πρόβλημα με μια τεχνητή, μέσω δανεικών, «σύγκλιση βιοτικού επιπέδου» με τον ευρωπαϊκό μέσο όρο, βάθυναν την υπερχρέωση και χρηματοδότησαν την αναβολή των αναγκαίων μεταρρυθμίσεων.

Κατά έναν παράξενο τρόπο, λοιπόν, η επικείμενη συμφορά και η εξευτελιστική προσφυγή της χώρας στα επώδυνα δάνεια του ΔΝΤ μπορεί να είναι η τρίτη ευκαιρία. Και η φαρμακερή. Αρκεί ως τέτοια να τη διαπραγματευθούμε, ως τέτοια να τη διεκδικήσουμε και να τη διαχειριστούμε.

Κι αν η αισιοδοξία αυτή κριθεί υπερβολική και ανεδαφική, καλύτερα νομίζω να προσπαθεί κανείς να πιαστεί από μια ρεαλιστική ουτοπία, παρά να παραδοθεί στη μαύρη απελπισία.

Εκτύπωση στις: 2024-04-26
Από την ιστοσελίδα: Ανανεωτική
http://www.ananeotiki.gr/el/sx_PrintPage.php?tid=4550