Αρχική | Εκτύπωσε ή Αποθήκευσε ως PDF | Αποθήκευσε ως WORD | Αποθήκευσε ως HTML

Απέναντι στη βία των αγορών

Ακόµα και τώρα να συζητήσουµε την κατανοµή του κόστους

Ελίζα, Παπαδάκη

Τα Νέα, 2010-04-29


Μιλώντας στη Βουλή προχθές ο υπουργός Οικονοµικών Γιώργος Παπακωνσταντίνου οµολόγησε ότι δεν τρέφει πια ελπίδες ότι θα µπορέσει η Ελλάδα να δανειστεί στις αγορές αυτήν την περίοδο: µέσα στις τρεις εβδοµάδες ώσπου να χρειαστούµε τα περίπου 9 δισ. ευρώ για να εξοφλήσουµε το περιβόητο οµόλογο που λήγει στις 19 Μαΐου. Ούτε στην Ευρώπη ούτε στην Αµερική ούτε στην Ασία. Η παραδοχή ήταν αναπόφευκτη, καθώς οι τιµές των ελληνικών οµολόγων συνέχιζαν να βυθίζονται, ανεβάζοντας τις αποδόσεις σε νέα πρωτοφανή ύψη, 9,5% για τα δεκαετή, ενώ στα διετή αντιστοιχούσε επιτόκιο 13,55%, το υψηλότερο στον κόσµο! Το αίτηµα για την ενεργοποίηση του µηχανισµού Ε.Ε. - ΔΝΤ, οι σχετικές διαπραγµατεύσεις που αναµένεται να τελειώσουν ώς την Κυριακή, δεν έφεραν ηρεµία στις αγορές. Ως τεχνική εξήγηση προβάλλεται ότι οι κάτοχοι οµολόγων προσπαθούσαν να τα πουλή σουν και αγοραστές δεν βρίσκονταν. Μια ψυχολογική ερµηνεία έδωσε ο ίδιος ο υπουργός, ότι οι επενδυτές, θεωρώντας ότι εξαπατήθηκαν στο παρελθόν, δεν εµπιστεύονται τα ελληνικά χαρτιά, ούτε τα επίσηµα στοιχεία της χώρας ούτε την κυβερνητική πολιτική. Ναι, αλλά ούτε το σχέδιο διάσωσης από την ευρωζώνη και το ΔΝΤ εφόσον πλέον δροµολογείται; Κυκλοφορεί και µια ενδιάµεση άποψη, ότι οι αγορές τώρα ενσωµατώνουν το ενδεχόµενο αναδιάρθρωσης του χρέους, το οποίο δι αδίδεται παρά τις επίσηµες διαψεύσεις, κρίνοντας ότι τα 45 δισ. του πακέτου διάσωσης δεν θα φτάσουν.

Πώς φτάσαµε όµως ώς εδώ; Τι συνέβη από τις 3 Μαρτίου, όταν η ελληνική κυβέρνηση ανήγγειλε πρόσθετα επώδυνα µέτρα τα οποία χαρακτηρίζονταν «γενναία» και «αξιόπιστα» από ευρωπαίους ηγέτες και διεθνείς σχολι αστές, του ΔΝΤ συµπεριλαµβανοµένου, αλλά στο µεταξύ το κόστος δανεισµού της χώρας διαρκώς ανέβαινε;

Δύο πράγµατα: Πρώτον, οι ενδοευρωπαϊκές διαφωνίες εµπόδισαν ένα έγκαιρο, ξεκάθαρο και συγκεκριµένο σχέδιο για τη στήριξη του ευρώ συνολικά, την αλληλοϋποστήριξη των χωρών που µοιράζονται το κοινό νόµισµα, εποµένως και της Ελλάδας. Η πολιτική αδυναµία των κυβερνήσεων, της Επιτροπής και της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας να καταλήξουν στον «δανειστή ύστατης καταφυγής» άφησε ακάλυπτο ένα κρίσιµο κενό από τη σύσταση της νοµισµατικής ένωσης τώρα που ανέκυψε η ανάγκη του. Και όταν στις 11 Απριλίου τελικά αποφάσισαν τον µεικτό µηχανισµό µε το Διεθνές Νοµισµατικό Ταµείο, άφησαν τον ρόλο του ασαφή, ενώ για τα δι κά τους δάνεια θέσπισαν υπερβολικά υψηλό επιτόκιο 5%, επιβαρύνοντας άνευ λόγου επιπλέον την υπερχρεωµένη Ελλάδα. Οι αµφιβολίες για την ενεργοποίηση των δανείων πριν από τα µέσα Μαΐου δεν έχουν εξαλειφθεί, στη Γερµανία οι αντιδράσεις παραµένουν µεγάλες. Γλαφυρά τιτλοφορούσαν προχθές ένα εκτενές χρονικό της κρίσης οι «Financial Τimes» της Γερµανίας: «Η συνωµοσία «Ελλάδα». Επί µήνες πολιτικοί και κεντρικοί τραπεζίτες τσακώνονταν για τη βοήθεια προς την Ελλάδα. Αγονταν και φέρονταν: Ενόσω εκείνοι µάλωναν, hedge funds και τράπεζες κερδοσκοπούσαν ανελέητα ενάντια στη χώρα που κινδύνευε να χρεοκοπήσει και το ευρώ».

Το δεύτερο που συνέβη ήταν η αρνητική εξέλιξη των οικονοµικών µεγεθών, η βαθύτερη ύφεση φέτος που θα παραταθεί πιθανώς και του χρόνου, ένα έλλειµµα το 2009 ακόµα µεγαλύτερο από όσο νοµιζόταν. Η εξυπηρέτηση του χρέους και η προσπάθεια για τη µείωσή του γίνονται έτσι πολύ δυσκολότερες, µε διάφορους ειδικούς να περιφέρονται ανά τα διεθνή µέσα και να διατείνονται ότι είναι αδύνατη, ότι τελικά δεν θα αποφύγουµε την αναδιάρθρωση του χρέους. Στο µεταξύ εξαπλώνονται φόβοι για µετάδοση της κρίσης και σε άλλες χώρες της ευρωζώνης µε πρώτη την Πορτογαλία, όσο και αν διαµαρτύρεται η κυβέρνησή της ότι οι οικονοµικές συνθήκες εκεί είναι πολύ διαφορετικές.

Σε αυτό το περιβάλλον διεξάγονται οι διαπραγµατεύσεις µε την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα και το Διεθνές Νοµισµατικό Ταµείο για να προσδιοριστούν µέτρα και πολιτικές για µια τριετία. Βασική επιδίωξη είναι το χρέος να µπει σε καθοδική πορεία και να αποκατασταθεί µια αναπτυξιακή ικανότητα στην οικονοµία. Προτιµότερο θα ήταν η διευθέτηση να γινόταν εξ αρχής σε ευρωπαϊκά µόνο πλαίσια, σε µιαν Ευρώπη πιο γενναιόδωρη και αλληλέγγυα, αυτή όµως σήµερα δεν υπάρχει. Πολιτικές και µέτρα θα έχουν βαρύ κόστος για την κοινωνία, ακόµα και τώρα όµως η κατανοµή του κόστους µπορεί να συζητηθεί. Γι’ αυτό είναι λάθος να απέχουν από τις διαπραγµατεύσεις όσοι θέλουν να εκπροσωπούν τους εργαζόµενους. Ολοι καταλαβαίνουν, άλλωστε, τι φενάκη είναι να λέµε ότι θα τους διώξουµε. Από µια στάση πληρωµών του Δηµοσίου το κοινωνικό κόστος θα ήταν πολλαπλάσιο, τροµακτικό. Απέναντι στη βία των αγορών, οι πολιτικοί θεσµοί έχουν κάποιους κανόνες, ελέγχονται.


Εκτύπωση στις: 2024-03-29
Από την ιστοσελίδα: Ανανεωτική
http://www.ananeotiki.gr/el/sx_PrintPage.php?tid=4561