Δεν υπάρχει ανώδυνη διέξοδος από την κρίση

George, Irvin

Κυρ. Ελευθεροτυπία, 2010-07-04


Ενα τυποποιημένο μέρος των οικονομικών εγχειριδίων λέει ότι, αν μια χώρα δεν μπορεί να προβεί σε υποτίμηση του νομίσματός της, τότε πρέπει να προβεί σε περικοπές στους πραγματικούς μισθούς για να αυξήσει την παραγωγικότητα της εργασίας και να καταστήσει τις εξαγωγές της ελκυστικότερες.

Οντως, θεωρείται ότι ένας από τους κύριους λόγους για την επιτυχία της Γερμανίας στον τομέα των εξαγωγών την τελευταία δεκαετία -παρά το γεγονός ότι ένα ισχυρό ευρώ έχει καταστήσει πιο δύσκολες τις εξαγωγές στον υπόλοιπο κόσμο- οφείλεται στο ότι οι πραγματικοί μισθοί έχουν μείνει τελικά στάσιμοι.

Πολλοί οικονομολόγοι -όχι μόνο Γερμανοί- υποστηρίζουν ότι, αν και η ελληνική οικονομία έχει αναπτυχθεί κατά τη διάρκεια της τελευταίας δεκαετίας, τα οφέλη από την αύξηση της παραγωγικότητας αναλώθηκαν στην αύξηση είτε των μισθών είτε των κοινωνικών παροχών, ειδάλλως σπαταλήθηκαν σε μη παραγωγικές κρατικές δαπάνες. Στην ουσία, αυτό το επιχείρημα λέει ότι το ελληνικό εμπορικό έλλειμμα μπορεί να θεραπευθεί με έναν από τους δύο τρόπους: είτε να βγει η Ελλάδα από την ευρωζώνη και να υποτιμήσει τη «νέα» δραχμή, είτε να διατηρήσει το ευρώ και να περικόψει τους μισθούς για να αυξήσει την ανταγωνιστικότητά της.

Υπάρχουν αρκετά προβλήματα με αυτού του είδους το επιχείρημα. Αρχικά, ενώ το επιχείρημα μπορεί να ισχύει για κανονικές συνθήκες, το τρέχον οικονομικό κλίμα απέχει πολύ από το να είναι κανονικό.

Οι βαθιές περικοπές στις δημόσιες δαπάνες και στους μισθούς οδηγούν την οικονομία σε ύφεση, μια ύφεση που ενισχύεται από την υστερία γύρω από τα ελλείμματα που σαρώνει σαν πανούκλα αυτή την περίοδο όλη την Ευρώπη.

Λοιπόν, ας υποθέσουμε ότι η Ελλάδα θέλει να αυξήσει τον τουρισμό της, που αποτελεί σημαντική βιομηχανία της εθνικής οικονομίας. Δεν έχει κανένα νόημα να έρθουν περικοπές σε μισθούς, σε συντάξεις και κοινωνικές παροχές ώστε να γίνει η Ελλάδα πιο φτηνός προορισμός διακοπών εάν όλοι οι άλλοι Ευρωπαίοι χάνουν τις δουλειές τους και ακυρώνουν τα σχέδιά τους για διακοπές.

Γενικότερα, υπάρχει ένας απλός λόγος για τον οποίο οι περικοπές στους μισθούς δεν θα μετατρέψουν την Ελλάδα σε μια νέα Γερμανία και δεν θα την κάνουν πιο ανταγωνιστική. Η Γερμανία έχει δημιουργήσει ένα μεγάλο εμπορικό πλεόνασμα απέναντι στην ευρωζώνη (περίπου τα 2/3 των εξαγωγών της κατευθύνονται προς την ευρωζώνη), ενώ η Ελλάδα και οι άλλες μεσογειακές χώρες παρουσιάζουν όλες μαζί ένα τεράστιο εμπορικό έλλειμμα.

Αυτό δεν οφείλεται, όπως πολλοί αρέσκονται να δηλώνουν, στο ότι οι πολίτες των μεσογειακών χωρών που είναι μέλη της ευρωζώνης εργάζονται λιγότερο σκληρά ή είναι περισσότερο σπάταλοι από τους Γερμανούς. Οφείλεται στο γεγονός ότι οι εξαγωγές μιας χώρας είναι εξ ορισμού οι εισαγωγές μιας άλλης χώρας. Αυτό έχει την ίδια δόση αλήθειας όσο και το ότι 2+2=4. Ο Κέινς αναγνώρισε αυτό το πρόβλημα το 1944 στη διάσκεψη του Μπρέτον Γουντς, όπου και πρότεινε την ίδρυση μιας διεθνούς τράπεζας που θα βοηθάει με χρηματοδότηση εκείνες τις χώρες που παρουσιάζουν εμπορικό έλλειμμα και θα περιορίζει επίσης το μέγεθος των εμπορικών πλεονασμάτων.

Η πρότασή του απορρίφθηκε από τους Αμερικανούς, που επέμειναν στην καθιέρωση του ΔΝΤ με διαφορετικές αρμοδιότητες, αλλά αυτή είναι μια άλλη ιστορία.

Πού αφήνει τώρα την Ελλάδα όλη αυτή η κατάσταση; Πρέπει να δεχθεί η χώρα δραματικές περικοπές στον εθνικό προϋπολογισμό, όπως απαιτούν οι βόρειοι Ευρωπαίοι; Πρέπει να αποχωρήσει από την ευρωζώνη και να υιοθετήσει μια νέα, υποτιμημένη, δραχμή; Ή πρέπει να παραμείνει στην ευρωζώνη αλλά να επαναδιαπραγματευθεί το χρέος της; Ολες αυτές οι επιλογές κουβαλάνε μεγάλο κόστος. Γνωρίζουμε με μαθηματική ακρίβεια ότι οι δραματικές περικοπές στις δημόσιες δαπάνες και τους μισθούς που επιβάλλει η Ε.Ε. και το ΔΝΤ θα παρατείνουν την ύφεση και θα οδηγήσουν σε πολύ υψηλά ποσοστά ανεργίας και μειωμένους μισθούς. Από την άλλη μεριά, στάση πληρωμών και αποχώρηση από την ευρωζώνη θα συνοδευόταν υποχρεωτικά από μια πολύ μεγάλη υποτίμηση της «νέας» δραχμής, που θα προκαλούσε υψηλό πληθωρισμό, θα έστελνε στα ύψη τις τιμές των εισαγόμενων αγαθών και θα εγκλώβιζε πολλούς με υψηλά ιδιωτικά ευρωχρέη.

Εικάζω -και υπογραμμίζω ότι αυτό είναι μια εικασία- πως η Ελλάδα δεν θα αποχωρήσει από το ευρώ, αλλά θα υποχρεωθεί αργά ή γρήγορα να επαναδιαπραγματευθεί αρκετό ποσοστό του εθνικού χρέους για καλύτερους όρους αποπληρωμής. Στην περίπτωση αυτή, οι γερμανικές, γαλλικές, ελληνικές και άλλες τράπεζες θα υποστούν κάποιες απώλειες. Αλλά η επαναδιαπραγμάτευση του χρέους επιλύει μόνο μέρος του προβλήματος.

Στην πραγματικότητα, βραχυπρόθεσμα δεν υπάρχει ανώδυνη διέξοδος από την κρίση για τους απλούς, σκληρά εργαζόμενους Ελληνες. Μακροπρόθεσμα, η ευρωζώνη θα χρειαστεί να διαμορφώσει έναν θεσμό ισχυρού ομοσπονδιακού προϋπολογισμού, ανάλογο με αυτόν των ΗΠΑ, αν επιθυμεί να επιβιώσει. Αλλά, όπως παρατήρησε τόσο εύστοχα ο Κέινς, μακροπρόθεσμα θα είμαστε όλοι νεκροί.

Εκτύπωση στις: 2024-03-29
Από την ιστοσελίδα: Ανανεωτική
http://www.ananeotiki.gr/el/sx_PrintPage.php?tid=4811&export=html