Πέρα από το Μνημόνιο υπάρχει και η κοινωνία

Ελίζα, Παπαδάκη

Κυριακάτικη Αυγή, 2010-07-04


Μπορεί η τρόικα να έχει σχολιάσει θετικά την πορεία εξυγίανσης της ελληνικής οικονομίας μετά την τελευταία επίσκεψή της στα μέσα Ιουνίου. Μπορεί και η Fitch, για όσους δίνουν βάρος στους οίκους αξιολόγησης, να έκρινε τα τελευταία δημοσιονομικά στοιχεία ευνοϊκά. Μπορεί νέα δυσμενή γεγονότα να μην υπήρξαν. Τίποτα δεν σταματάει όμως κάποιους οικονομολόγους του διεθνούς σταρ-σύστεμ από το να μας σπρώχνουν αδιάκοπα στο γκρεμό της χρεοκοπίας.

Τα όποια επιτεύγματα στη συγκράτηση του δημόσιου ελλείμματος παρατηρούνται ήδη κατά την εκτέλεση του προϋπολογισμού, με άμεσο κόστος στα εισοδήματα εργαζομένων και συνταξιούχων, προφανώς και δεν αρκούν για να πει κάποιος ότι δρομολογήθηκε η έξοδος της χώρας από την κρίση. Ούτε η παράταση του εργάσιμου βίου και οι μειωμένες συντάξεις που προβλέπει το ασφαλιστικό νομοσχέδιο, εφόσον ψηφιστεί αυτήν την εβδομάδα μια τέτοια αδιανόητη για τις κοινοβουλευτικές πλειοψηφίες στη χώρα μας μεταρρύθμιση όσο ακόμα δεν χρεοκοπούσαμε. Αλλά ούτε καν το σύνολο των προβλέψεων του μνημονίου που συνομολόγησε η κυβέρνηση, και κατόπιν η Βουλή, με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα και το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, αν υποθέταμε ότι θα εφαρμόζονταν στο ακέραιο.

Στο τέλος Ιουλίου η τρόικα θα είναι πάλι εδώ για να αξιολογήσει την πορεία όλου του πρώτου φετινού εξαμήνου και να συντάξει την πρώτη έκθεσή της. Εφόσον η έκθεση θα είναι, όπως ελπίζεται, θετική, θα αποδεσμευθεί η δεύτερη δόση του δανείου από το «μηχανισμό», που είναι αναγκαία για να εξοφληθούν τα επόμενα χρεολύσια του φθινοπώρου. Και αν έτσι συνεχίζουμε από εξάμηνο σε εξάμηνο, θα φτάσουμε στο καλοκαίρι του 2012 έχοντας απορροφήσει τα 110 δις ευρώ του «μηχανισμού» για να εξοφλούμε στο ακέραιο τους πιστωτές μας και για να καλύπτουμε το, δραστικά μειούμενο χάρη στις αιματηρές μας οικονομίες εν τω μεταξύ, νέο έλλειμμά μας. Αλλά τότε θα χρειαστούμε και πάλι να δανειστούμε από τις αγορές. Το κρίσιμο ερώτημα είναι: θα μπορέσουμε;

Η απάντηση θα εξαρτηθεί από την πορεία της παγκόσμιας οικονομίας όπως και από τις ευρωπαϊκές εξελίξεις, κατά πόσον θα δυναμώνει η ενοποίηση, που δεν μπορούμε να προβλέψουμε και ελάχιστα επηρεάζουμε. Σε μεγάλο βαθμό θα εξαρτηθεί ωστόσο από το τι θα έχουμε κάνει εμείς εν τω μεταξύ στη χώρα μας, πέρα από το να προσπαθούμε είτε να εφαρμόζουμε είτε να αλλάζουμε προβλέψεις του μνημονίου. Κατά πόσον θα καταφέρουμε να στηρίξουμε παραγωγικές πρωτοβουλίες που να δώσουν ώθηση στην ανάπτυξη της οικονομίας, και συνάμα αλληλέγγυες δράσεις υπέρ των ασθενέστερων και την καταπολέμηση της διαφθοράς, της κατάχρησης δημοσίων πόρων, της φοροδιαφυγής και της εισφοροδιαφυγής που διαρκώς συναντάμε γύρω μας.

Όχι μόνον η κυβέρνηση, που τη βδομάδα που πέρασε μας έδωσε ίσως τη χειρότερη εικόνα ως προς τη συνοχή της από τις εκλογές του Οκτωβρίου. Η πρώτη ευθύνη της ανήκει, αλλά αν απλώς καθόμαστε περιμένοντάς τη να λύσει με το σπαθί της όλες τις χρόνιες δυσλειτουργίες, θα περιμένουμε μάταια. Διαβάζοντας την έκθεση Ρακιτζή για παράδειγμα ο καθένας καταλαβαίνει ότι όσα περιγράφονται εκεί, κανένας υπουργός Ραγκούσης δεν θα τα λύσει όσο δεν κινητοποιείται η κοινωνία, οι εργαζόμενοι στο Δημόσιο και οι συναλλασσόμενοι μαζί τους - σε νοσοκομεία, εκπαιδευτικά ιδρύματα, Δήμους, συνεταιρισμούς. Όπως κινητοποίηση χρειάζεται αντίστοιχα στον ιδιωτικό τομέα, στις επιχειρήσεις, μικρές και μεγάλες, με διευθέτηση μέσα από διαπραγματεύσεις συμφερόντων που συγκρούονται.

Αλλά αυτά, που προϋποθέτουν μεγάλη συλλογική προσπάθεια - και η ελπίδα είναι ότι έχουμε κάποιους μήνες μπροστά μας να την αναπτύξουμε - δεν τα περιλαμβάνουν στα σενάριά τους οικονομικοί αναλυτές και τεχνοκράτες.

Ο Ρουμπινί, οι άλλες Κασσάνδρες και ο Όλι Ρεν

Δριμύτερος επανήλθε την περασμένη Τρίτη ο Νουριέλ Ρουμπινί στους Financial Times, για να εισηγηθεί την «ελεγχόμενη χρεοκοπία» ως βέλτιστη επιλογή για τη χώρα μας. Το συντριπτικό του επιχείρημα ήταν η σύγκριση των δεικτών ελλειμμάτων και χρέους στην Αργεντινή τα χρόνια 1998-2001 με τους πράγματι πολύ χειρότερους τωρινούς δικούς μας, όπου φαινόταν να αγνοεί - ή να θεωρεί άσχετη λεπτομέρεια - ότι η Ελλάδα είναι μέλος της Ευρωζώνης και στηρίζεται από αυτήν. Πρόβαλε έτσι ως αξιομίμητες τις ελεγχόμενες χρεοκοπίες του Πακιστάν, της Ουκρανίας και της Ουρουγουάης (1998, 2001), σκουπίζοντας από το τραπέζι τα παραδείγματα επιτυχούς δημοσιονομικής εξυγίανσης στη Σουηδία, την Ιρλανδία ή το Βέλγιο τη δεκαετία του 1990, επειδή, λέει, είχαν πραγματοποιηθεί σε συνθήκες οικονομικής μεγέθυνσης (τις οποίες προφανώς αποκλείει στην περίπτωσή μας).

Γιατί άραγε, από όλα τα ενδιαφέροντα που συμβαίνουν στις οικονομίες του πλανήτη, να επιμένει τόσο ο κ. Ρουμπινί να γράφει και να ξαναγράφει για την Ελλάδα, χωρίς να προσθέτει κανένα καινούργιο επιχείρημα; Μια αφορμή ήταν η άνοδος των spreads και των CDS των ελληνικών ομολόγων στα τέλη Ιουνίου. Αλλά καμία απολύτως σχέση δεν είχε με εξελίξεις στην ελληνική οικονομία. Όλοι ξέρουμε ότι σχετίζεται με τα επιβαρυμένα όντως με ελληνικά κρατικά ομόλογα χαρτοφυλάκια τραπεζών που δοκίμαζαν να τα διαφοροποιήσουν, καθώς έκλειναν ισολογισμούς τριμήνου, εφόσον η Ελλάδα, υπό την προστασία του μηχανισμού ΕΕ-ΔΝΤ για δύο χρόνια, δεν βγαίνει για μακροπρόθεσμο δανεισμό στις αγορές. Τις επενδύσεις του διάσημου Νεοϋορκέζου οικονομολόγου-συμβούλου δεν τις γνωρίζουμε, ούτε αυτές των πελατών του, δύσκολα όμως θα έβρισκε κανείς άλλη εξήγηση γιʼ αυτήν του την εμμονή.

Με παρόμοια απαισιοδοξία στις προοπτικές μας, αν και αναμφίβολα πιο προσεκτικός, αναφέρεται συχνά πυκνά ο νομπελίστας Πολ Κρούγκμαν, από τη στήλη του στους New York Times. Το κάνει όμως στα πλαίσια της πάγιας και οξείας πολεμικής του με την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, την κυβέρνηση Μέρκελ, όπως και με ανάλογες αμερικανικές απόψεις, για να τονίσει ότι οι ΗΠΑ ή οι άλλες ευρωπαϊκές οικονομίες «δεν είναι Ελλάδα», δεν χρειάζονται συνεπώς τέτοια δημοσιονομική λιτότητα, και για να προβάλει τη διαφωνία του ότι χρέος και ελλείμματα δημιουργούν θέμα ανάκτησης της εμπιστοσύνης των αγορών. Τους φόβους του για επερχόμενη νέα ύφεση όσο δεν στηρίζεται δημοσιονομικά η οικονομική ανάκαμψη ήρθαν να ενισχύσουν προχθές τα στοιχεία για εκ νέου αύξηση της ανεργίας στις ΗΠΑ κατά 125.000 τον Ιούνιο στο 9,5%, ενώ στην Ευρώπη διατηρήθηκε στο 10% το Μάιο.

Απαισιόδοξα για την Ελλάδα γράφουν συχνά επίσης τακτικοί αρθρογράφοι των Financial Times, ο Μάρτιν Γουλφ και ιδίως ο Βόλφγκανγκ Μούνχαου, προπάντων όμως επειδή αμφισβητούν από την πλευρά τους τη συνεκτικότητα του ευρωπαϊκού σχεδίου. «Μόνο μια πιο σφιχτή ένωση μπορεί να σώσει την Ευρωζώνη», ήταν ο χαρακτηριστικός τίτλος του τελευταίου άρθρου του δευτέρου. Αυτή είναι εξίσου τραπεζική κρίση της Γαλλίας και της Γερμανίας, όσο είναι κρίση χρέους της Ελλάδας και της Ισπανίας, και πρέπει να λυθούν και τα δύο προβλήματα ταυτόχρονα, έγραφε. Η λύση απαιτεί μεγάλη μεταβίβαση πόρων, όχι από τη Γερμανία στην Ελλάδα αλλά από το γερμανικό Δημόσιο στο γερμανικό τραπεζικό τομέα, αντίστοιχα στη Γαλλία. Και παράλληλα η Ευρωζώνη χρειάζεται να γίνει μια πλήρης δημοσιονομική ένωση, με δεσμευτικές οδηγίες στα κράτη μέλη για προϋπολογισμούς, χρηματοπιστωτική και διαρθρωτικές πολιτικές. Θεωρώντας απίθανα τέτοια αποφασιστικά βήματα, ο Μούνχαου αμφέβαλλε αν η Νομισματική Ένωση θα βγάλει τη δεκαετία.

«Σουρεαλιστική» βρήκε ο επίτροπος Όλι Ρεν την εμπνεόμενη από τέτοιες Κασσάνδρες εκδοχή ότι η Ελλάδα θα πρέπει να επιστρέψει στη δραχμή για να τα βγάλει πέρα με το χρέος της, όπως τον ρωτούσε προχθές δημοσιογράφος της Handelsblatt. Η Ευρωζώνη μεγαλώνει, είπε, παραπέμποντας στην επικείμενη προσχώρηση της Εσθονίας, δεν μικραίνει.

Η Ελλάδα δεν χρειάζεται αναδιάρθρωση του χρέους της, επανέλαβε υπερασπιζόμενος τη δημοσιονομική εξυγίανση και τις μεταρρυθμίσεις ασφαλιστικού και εργασιακών που έχουν ξεκινήσει.

Κάποια ερωτήματα άφησε ωστόσο ανοικτά ο επίτροπος, μη θέλοντας να αποκλείσει εξίσου κατηγορηματικά ενδεχόμενη μεταρρύθμιση που να επιτρέπει τη χρεοκοπία μέλους της Ευρωζώνης μελλοντικά, όπως επιδιώκει η γερμανική κυβέρνηση μέσω τροποποίησης της συνθήκης (εγχείρημα πολιτικά μη ρεαλιστικό). Οι προτάσεις στα θέματα αυτά πάντως αναμένονται από την επιτελική ομάδα Βαν Ρομπόι τον Οκτώβριο.


Εκτύπωση στις: 2024-04-25
Από την ιστοσελίδα: Ανανεωτική
http://www.ananeotiki.gr/el/sx_PrintPage.php?tid=4814&export=html