Σχέδιο για την ανάπτυξη

Περιμένοντας τους επενδυτές καλό είναι να το προχωρήσουμε

Ελίζα, Παπαδάκη

Τα Νέα, 2010-07-07


Ένα επιχείρημα που προβάλλουν οι ανά τον κόσμο Κασσάνδρες που επιμένουν να προδικάζουν τη χρεοκοπία της χώρας μας – αν όχι αμέσως, εφόσον στηρίζεται από το μηχανισμό ΕΕ-ΔΝΤ, πάντως με την εξάντλησή του το 2012 – είναι η απουσία μεγέθυνσης. Γι’ αυτό το λόγο απέκλειε για παράδειγμα ο Νουριέλ Ρουμπινί και πάλι την περασμένη εβδομάδα να αποδώσουν οι προσπάθειές μας να μειωθεί το έλλειμμα και να σταθεροποιηθεί το χρέος του Δημοσίου. Το Βέλγιο, η Ιρλανδία και η Σουηδία τα είχαν καταφέρει αντίστοιχα τη δεκαετία του 1990, αναγνώριζε, αλλά σε περίοδο οικονομικής μεγέθυνσης τότε. Δεν μπορούν επομένως να συσχετισθούν με το σημερινό πρόβλημα της Ελλάδας.

Ανάλογα απαισιόδοξα εκφράζονται πολυάριθμοι αναλυτές αναμένοντας παρατεταμένη ύφεση σε εμάς εδώ, αναιμική μεγέθυνση στην Ευρώπη συνολικά. Η κυβέρνηση δεν τους αντικρούει. Προχθές ακόμα ο υπουργός Οικονομικών εξηγούσε ότι «ανάπτυξη σίγουρα δεν μπορεί να έρθει σε μια χώρα στο χείλος της χρεοκοπίας», οπότε τώρα προέχει η δημοσιονομική προσαρμογή. Γενικά και αόριστα μόνο αναφέρθηκε στην επιτάχυνση των δημοσίων επενδύσεων, το νέο πλαίσιο των εργασιακών σχέσεων, την απελευθέρωση των επαγγελμάτων, ώσπου να αποκατασταθεί η εμπιστοσύνη ελλήνων και ξένων επενδυτών... κατόπιν. Αλλά όσο επιβεβλημένη και αν ήταν η απόλυτη προτεραιότητα στη δημοσιονομική προσαρμογή εκεί που είχε φτάσει το έλλειμμα, το χρέος και η δυναμική του, χρειάζεται από τώρα να ειπωθούν συγκεκριμένα πράγματα για το πώς θα βαδίσει η ελληνική οικονομία τα επόμενα χρόνια, προς τα πού θα επιχειρήσει να την κατευθύνει η κυβερνητική πολιτική. Χρειάζεται προοπτική και σχέδιο, για να επανέλθουμε σε θετικούς ρυθμούς αύξησης του εθνικού προϊόντος, των εισοδημάτων, της απασχόλησης, για να προσδιορίσουμε ποιους κλάδους και ποιες ικανότητες θα προσπαθήσουμε να αναπτύξουμε, για να κατανείμουμε αποτελεσματικά όσους περιορισμένους πόρους διαθέτουμε.

Τέτοιο κενό δεν παρουσιάζει η χώρα μας μόνο. Με την αποκατάσταση της εμπιστοσύνης επενδυτών, επιχειρήσεων και καταναλωτών συνδέουν την επάνοδο της μεγέθυνσης οι ισχυρότερες φωνές στην Ευρώπη σήμερα, αρχίζοντας από τον πρόεδρο της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας. Ως προϋποθέσεις για την εμπιστοσύνη βλέπουν κατά πρώτο λόγο τον έλεγχο των ελλειμμάτων, μαζί με τις όποιες «διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις». Η ευρωπαϊκή εμμονή η μείωση των δημοσίων ελλειμμάτων να ξεκινήσει ήδη από του χρόνου προκάλεσε διαφωνίες στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού: Ο πρόεδρος Ομπάμα πρότασσε τη στήριξη της εύθραυστης ακόμα ανάκαμψης, ώστε η εξυγίανση να επιχειρηθεί όταν οι ρυθμοί μεγέθυνσης, τα επίπεδα απασχόλησης και τα εισοδήματα θα είναι όλα υψηλότερα. Προς έκπληξη της καγκελαρίου Μέρκελ, η δική της άποψη υιοθετήθηκε στο τελικό ανακοινωθέν της συνόδου κορυφής των 20 στο Τορόντο: καλεί τα κράτη να μειώσουν τα ελλείμματά τους στο μισό ως το 2013, όση πρακτική αξία έχει μια τέτοια έκκληση. Η διαμάχη «κεϋνσιανών» και «δημοσιονομικά συντηρητικών» δεσπόζει μήνες τώρα, δεν καλύπτει όμως παρά μικρό μέρος των κρίσιμων επιλογών που αντιμετωπίζουμε την επαύριο της μεγάλης κρίσης, όταν ολόκληρο το «οικονομικό παράδειγμα» θα πρέπει να αλλάξει.

Τις επιλογές αυτές προσπάθησε να προσδιορίσει στη φετεινή του συνάντηση στο Αιξ της Προβηγκίας ο «Κύκλος των οικονομολόγων», Γάλλων κυρίως αλλά με προσκαλεσμένους από όλο τον κόσμο, συζητώντας εντατικά το τριήμερο 2-4 Ιουλίου. Προϊόν μια διακήρυξη για την Ευρώπη, έναυσμα για αλλαγές σκέψης και πολιτικών. Αλιεύουμε ενδεικτικά: Πρώτος κίνδυνος είναι η απουσία μεγέθυνσης, δεύτερος η υπερδιόγκωση του χρηματοπιστωτικού τομέα που ευνοεί τις βραχυπρόθεσμες επενδύσεις και επιβραδύνει την τεχνολογική πρόοδο. Καθώς προσελκύει ολοένα περισσότερους νέους επιστήμονες, απομακρύνει το στόχο να τεθεί η χρηματοοικονομία ξανά στην υπηρεσία της πραγματικής οικονομίας. Αυτή τη βραχυπρόθεσμη λογική καμία μεταρρύθμιση κανόνων και εποπτείας δεν θα την αλλάξει. Διερευνάται έτσι ένας νέος ρόλος για το κράτος, που καθώς δεν είναι πια το ίδιο μεγάλος επενδυτής, μπορεί να παρέχει εγγυήσεις ώστε οι αποταμιεύσεις να διοχετεύονται σε μακροπρόθεσμες παραγωγικές επενδύσεις, οικονομικά και κοινωνικά αποδοτικές.

Σε μιαν απόπειρα να εφεύρει την αυριανή ανάπτυξη, η διακήρυξη μιλάει για νέες βιομηχανικές πολιτικές: Η πράσινη οικονομία δεν θα γεννηθεί παρά μόνον αν οι δημόσιες αρχές στηρίξουν τις καθαρές τεχνολογίες από σήμερα, χωρίς να περιμένουν τις τεχνολογικές τομές που θα μειώσουν το κόστος τους. Χρειάζονται μεγάλα προγράμματα για να κατευθυνθεί η έρευνα στους κλάδους που θα ωθήσουν αύριο την οικονομία. Και χρειάζονται σαφείς επιλογές στην πολιτική απασχόλησης και τη δημοσιονομική πολιτική: Θα επιδοτήσουμε την ανειδίκευτη ή την καλά καταρτισμένη εργασία;

Σημαντικά και δύσκολα διλήμματα αντιμετωπίζουμε και εμείς, αδυνατώντας έως τώρα να οργανώσουμε τη δημόσια συζήτησή τους. Ο καιρός πιέζει.


Εκτύπωση στις: 2024-03-29
Από την ιστοσελίδα: Ανανεωτική
http://www.ananeotiki.gr/el/sx_PrintPage.php?tid=4829&export=html