Αρχική | Εκτύπωσε ή Αποθήκευσε ως PDF | Αποθήκευσε ως WORD | Αποθήκευσε ως HTML

Σχέδιο ανάπτυξης, μόνη ασπίδα κατά του χρέους

Ελίζα, Παπαδάκη

Αυγή της Κυριακής, 2010-10-17


Αεράκι αισιοδοξίας για την οικονομία φυσούσε από διάφορα μέσα ενημέρωσης προχθές. Αφορμή, η υποχώρηση των ελληνικών spreads, κάποιο ευνοϊκό σχόλιο για τη χώρα μας εκ μέρους του γνωστού «γερακιού» της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας Γιούργκεν Σταρκ, η αυτοπεποίθηση της Εθνικής Τράπεζας μετά την αύξηση των κεφαλαίων που πέτυχε. Αλλά όσο και να λαχταρούν μια καλύτερη εικόνα η κυβέρνηση με το ΠΑΣΟΚ, τα πράγματα είναι πολύ δύσκολα.

Και θα γίνονται δυσκολότερα το επόμενο διάστημα. Πράγματι, οι τιμές των ελληνικών δεκαετών ομολόγων διαμορφώθηκαν την Παρασκευή τόσο υψηλά ώστε η απόσταση αποδόσεων από τα αντίστοιχα γερμανικά ομόλογα, το περιβόητο spread, να πέσει κάτω από τις 650 μονάδες βάσης για πρώτη φορά από φέτος τον Μάιο. Το δε CDS, το ασφάλιστρο κινδύνου για τους κατόχους ελληνικών ομολόγων, έπεσε στις 671 μονάδες, επίσης για πρώτη φορά από τον Μάιο. Τον Ιούνιο είχαν ξεπεράσει και τις 1000 μονάδες, υπενθυμίζουμε. Καλά νέα, αλλά προσωρινά, κινδυνεύουν να ανατραπούν ανά πάσα στιγμή, καθώς η διάθεση των «επενδυτών», συχνά κερδοσκόπων, που διαμορφώνουν spreads και CDS είναι εξαιρετικά ευμετάβλητη.

Η βελτίωση ήρθε στον απόηχο του υπαινιγμού του Ντομινίκ Στρος-Καν, του γενικού διευθυντή του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου, σε συνέντευξή του την περασμένη Κυριακή, για το ενδεχόμενο να παραταθεί ο χρόνος εξόφλησης των δανείων που πήρε η χώρα μας από τον μηχανισμό στήριξης Ε.Ε.-ΔΝΤ. Αν συμφωνήσουν οι Ευρωπαίοι σε μια τέτοια παράταση, θα μειωθεί το δυσβάσταχτο βάρος της εξυπηρέτησης του χρέους από το ένα τρίτο του ΑΕΠ περίπου που θα έφτανε το 2014, απαιτώντας πελώριο για τα μέτρα μας δανεισμό από τις αγορές τότε, προοπτική που ανακουφίζει τους επενδυτές. Έτσι και την Τρίτη πήγε καλά η έκδοση των εξάμηνων εντόκων γραμματίων του Δημοσίου, υπερκαλύφθηκε, και με καλύτερο επιτόκιο (4,54%). Ήταν όμως βραχυπρόθεσμη, χωρίς κίνδυνο για τους δανειστές, ενώ το προχθεσινό - μειωμένο - spread μεταφράζεται πάντα σε απαγορευτικό επιτόκιο, της τάξης του 9,5%. Πρόκειται άλλωστε εκεί για τη λεγόμενη «δευτερογενή» αγορά, όπου γίνονται αγοραπωλησίες μεταξύ επενδυτών που ήδη κατέχουν ομόλογα, σχετικά λίγες στην περίπτωσή μας, γιʼ αυτό και οι διακυμάνσεις μπορεί να είναι μεγάλες.

Για την έκδοση νέων πιο μακροχρόνιων ομολόγων από το ελληνικό Δημόσιο οι αγορές παραμένουν κλειστές. Αλλά δεν μπορεί βάσιμα να ελπίζει κανείς ότι η καθοδική πορεία των spreads, 250 μονάδες βάσης από τα τέλη Αυγούστου, θα συνεχίζεται. Το αντίθετο, δυστυχώς, κινδυνεύει να συμβεί, όταν την Παρασκευή δημοσιεύσει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή τις Φθινοπωρινές της Προβλέψεις. Διότι τα δημοσιονομικά στοιχεία που θα αναφέρονται εκεί για την Ελλάδα - έλλειμμα 15,5% του ΑΕΠ το 2009, αντίστοιχα χρέος 127,7%, 12 ποσοστιαίες μονάδες υψηλότερο από όσο ήταν γνωστό, σύμφωνα με τις τελευταίες πληροφορίες - αρκούν για να προκαλέσουν πανικό. Αν οι «αγορές», ύστερα από επίμονες διαβεβαιώσεις της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας και όλων των άλλων Ευρωπαίων υπευθύνων, είχαν ηρεμήσει με την προοπτική ότι το 2014 το χρέος της Ελλάδας θα έχει φτάσει στο 145% του ΑΕΠ, πώς θα αντιδράσουν όταν το δουν τώρα να προβάλλεται σε ένα πρωτοφανές 163% του ΑΕΠ; - ρωτούσε ανήσυχος καλά πληροφορημένος, έμπειρος παράγων. Η δυναμική του χρέους, όπως διαμορφώνεται με τις νέες εκτιμήσεις στις οποίες κατέληξαν η Eurostat με την Ελληνική Στατιστική, συνιστά μείζονα απειλή για χρεοκοπία όταν λήξει η τριετία του δανείου από τον μηχανισμό στήριξης, και δραματικά χειρότερη συμπίεση του βιοτικού επιπέδου από αυτήν που γνωρίσαμε ως τώρα. Μόνος τρόπος να αποκρουστεί η απειλή είναι να έχει τεθεί ως τότε η χώρα σε τροχιά ανάπτυξης.

Στην ανάγκη συγκεκριμένου σχεδίου δράσης για την ανάπτυξη θα επιμένει η νέα έκθεση της Τράπεζας της Ελλάδος που θα δημοσιευθεί στις 26 Οκτωβρίου. Ενός σχεδίου που θα προσδιορίζει, π.χ., τί ακριβώς θα κάνουμε στον ενεργειακό τομέα τα επόμενα τρία χρόνια, προϋπόθεση για να έρθουν να επενδυθούν σημαντικά κεφάλαια από το εξωτερικό, αντίστοιχα για τον τουρισμό και τους άλλους τομείς, συντονίζοντας όλες τις πολιτικές γύρω από συγκεκριμένους στόχους.

Τέτοιο σχέδιο δεν υφίσταται σήμερα, αλλά ούτε έχει αρχίσει να εκπονείται, και χρόνος δεν υπάρχει. Παράλληλα, πολύ δύσκολα προχωρούν οι λεγόμενες διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις, στη διοίκηση, στην υγεία, με τον Καλλικράτη, κ.λπ.

Μόνη πραγματικά θετική είδηση της βδομάδας που πέρασε ήταν η αύξηση κεφαλαίου που πέτυχε η Εθνική Τράπεζα, μετά την οποία η διοίκησή της εκτιμά ότι θα μπορέσει σύντομα απεξαρτηθεί από την ΕΚΤ και να επανέλθει στη διατραπεζική για την άντληση ρευστότητας. Φτάνει να μην ανατραπεί από άλλες αρνητικές εξελίξεις...

Ο ιέραξ κ. Σταρκ και οι άλλοι Γερμανοί ενόψει του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου

Τη σκληρή γερμανική άποψη για την άμεση καταπολέμηση των δημοσίων ελλειμμάτων και για τη θέσπιση αυστηρότερου πλαισίου κανόνων και ποινών στην Ευρωζώνη, αποκλείοντας οποιαδήποτε βοήθεια ή αλληλεγγύη προς χώρες μέλη που αντιμετωπίζουν δυσκολίες, ανέπτυξε μιλώντας στη Στουτγάρδη, σε φορολογικό συνέδριο, ο Γιούργκεν Σταρκ, μέλος της Εκτελεστικής Επιτροπής της ΕΚΤ. Η ομιλία του είχε πολλές αναφορές στην Ελλάδα, που προσφερόταν γιʼ αυτήν την ακραία αυστηρότητα. Αναγνώρισε ότι η χώρα μας σήμερα «βρίσκεται σε καλό δρόμο», αλλά για να προσθέσει αμέσως ότι απαιτείται προσπάθεια μακράς πνοής για μεταρρυθμίσεις.

«Η προσαρμογή είναι επώδυνη αλλά χωρίς εναλλακτική δυνατότητα», είπε, διευκρινίζοντας σε μια προτεσταντική αντίληψη τιμωρίας: «Είναι το τίμημα για στραβή δημοσιονομική και οικονομική πολιτική συμπεριφορά μεγάλης διάρκειας στο παρελθόν». Απέκλεισε έτσι κάθε λογική αλληλεγγύης, εξηγώντας ότι η Ευρωζώνη είναι μια «κοινότητα σταθερότητας», όχι μια «ένωση μεταβιβάσεων» που θα επιδίωκε την οικονομική εξίσωση των χωρών με μεταβιβάσεις άνευ όρων. Γιʼ αυτό θεσπίσαμε και τη «ρήτρα μη διάσωσης», τόνισε, να μην εγγυάται μια χώρα για τις υποχρεώσεις άλλης χώρας, ούτε να παρεμβαίνει γιʼ αυτές.

Σε αυτήν την ίδια αντίληψη, τόσο για την Ελλάδα, όσο και για όποια άλλη χώρα χρειαστεί μελλοντικά να καταφύγει στον μηχανισμό στήριξης (το Ευρωπαϊκό Ταμείο Χρηματοοικονομικής Σταθερότητας) είπε, πιο ωμά ίσως από όσο έχει ομολογηθεί ως τώρα: «Πιστώσεις προς κράτη μέλη θα χορηγούνται μόνον ως ’ύστατη καταφυγή’, αλλά με επιτόκια πάνω από το επίπεδο της αγοράς και υπό αυστηρούς όρους για την εφαρμογή διαρθρωτικών και δημοσιονομικών διορθώσεων, καθώς και με συμμετοχή του ΔΝΤ». Ακούσαμε έτσι το επιχείρημα για τα συνθλιπτικά επιτόκια που μας επιβλήθηκαν στο δάνειο του μηχανισμού από τις χώρες της Ευρωζώνης, σε αντίθεση με το ΔΝΤ, αλλά και με τη διαμετρικά αντίθετη λογική του πρώην συναδέλφου του Γ. Σταρκ στην ΕΚΤ, προέδρου του ιδρύματος του Ζακ Ντελόρ «Η Ευρώπη μας», σήμερα, Τομάσο Πάντοα-Σκιόπα, ο οποίος έχει καλέσει σε μείωση των επιτοκίων για τη χώρα μας, όπως υποστηρίζουν και άλλοι ευρωπαϊστές.

Αλλά εν όψει της συνόδου των ηγετών της Ευρωπαϊκής Ένωσης στις 28 Οκτωβρίου, που θα συζητήσει το πόρισμα της ομάδας Ρομπάι και τις προτάσεις της Επιτροπής για την αυστηροποίηση του Συμφώνου Σταθερότητας, είχαμε την περασμένη εβδομάδα μιαν ομοβροντία γερμανικών θέσεων που θέλουν να πάνε πολύ πιο πέρα: Τρεις ομιλίες σε ανάλογο πνεύμα του προέδρου της Μπούντεσμπανκ Άξελ Βέμπερ, ο οποίος υπέδειξε μεταξύ άλλων ταχύτερη έξοδο από τα έκτακτα μέτρα (όπου συγκαταλέγονται και τα ομόλογά μας που δέχεται ενέχυρο η ΕΚΤ για να έχουμε κάποια ρευστότητα), διαφοροποιούμενος από τη σημερινή πολιτική, ενώ προδίκασε άνοδο των επιτοκίων προς τα τέλη του 2011 (πιστεύοντας πιθανώς ότι έως τότε θα έχει διαδεχθεί τον Ζαν-Κλοντ Τρισέ, όπως επιδιώκει). Και αυτό την ώρα που η αμερικανική κεντρική τράπεζα, διατηρώντας μηδενικά σχεδόν τα δικά της επιτόκια, ετοιμάζεται για άλλα νομισματικά μέτρα «ποσοτικής χαλάρωσης» για να στηριχθεί η ασθενής οικονομία των ΗΠΑ.

Ανάλογα και τα έξι Ινστιτούτα Οικονομικών Ερευνών, στην καθιερωμένη γνωμοδότηση που υποβάλλουν το φθινόπωρο στη γερμανική κυβέρνηση, εκτιμούν ανεπαρκείς τις αυστηρότερες ρυθμίσεις για το Σύμφωνο Σταθερότητας που εισηγείται η Επιτροπή, όσο δεν θεσπίζεται ένας μηχανισμός ελεγχόμενης πτώχευσης για χώρες που βρίσκονται σε αδυναμία χρηματοδότησης. Αποκρούουν εξάλλου το γενικευμένο ευρωπαϊκό αίτημα, η Γερμανία να πάρει μέτρα τόνωσης της ζήτησης για να βοηθήσει τις εξαγωγές των υπολοίπων, υποδεικνύοντας στις άλλες χώρες να ελέγξουν μισθούς και τιμές για να βελτιώσουν την ανταγωνιστικότητά τους.

Έχοντας κατακτήσει ρυθμούς οικονομικής μεγέθυνσης 3,5% φέτος - μακράν τον υψηλότερο μεταξύ των G7, όταν χωρίς συνυπολογισμό της Γερμανίας η Ευρωζώνη περιορίζεται σε ένα πενιχρό 1% - ενώ 2%, στιβαρός επίσης, προβλέπεται για το 2011, η Γερμανία αισθάνεται σε προνομιακή θέση για να επιβάλει τις απόψεις της.


Εκτύπωση στις: 2024-04-25
Από την ιστοσελίδα: Ανανεωτική
http://www.ananeotiki.gr/el/sx_PrintPage.php?tid=5233