Αρχική | Εκτύπωσε ή Αποθήκευσε ως PDF | Αποθήκευσε ως WORD | Αποθήκευσε ως HTML

Οι δανειστές κι εµείς

Τι θα κάνουµε από τώρα έως την άνοιξη του 2013;

Ελίζα, Παπαδάκη

Τα Νέα, 2010-11-03


Μετά το τελευταίο Ευρωπαϊκό Συµβούλιο φούντωσε ξανά στην Αθήνα µια συζήτηση γύρω από το ενδεχόµενο «ελεγχόµενης χρεοκοπίας» της χώρας, µε διάφορους µάλιστα να το προεξοφλούν ή ακόµα και να µας προεξοφλούν εκτός ευρωζώνης. Τέτοιο ζήτηµα από τις αποφάσεις των ευρωπαίων ηγετών δεν προκύπτει. Μόνο µε υποθέσεις συνάγεται και πάντως αναφέρεται στο µέλλον, όταν θα έχει λήξει η τριετία του δανείου που συµφωνήσαµε µε την ευρωζώνη και το ΔΝΤ. Μόλις ένα εξάµηνο έχουµε διανύσει.

Αναζωπυρώθηκε, είναι αλήθεια, και στον διεθνή Τύπο µια σχετική αρθρογραφία – αν και δεν συγκρίνεται µε την προ µηνών έξαρση – συµβάλλοντας στην άνοδο των spreads, της διαφοράς απόδοσης των κρατικών οµολόγων από τα γερµανικά, και όχι µόνο της Ελλάδας. Παράλληλα εκτοξεύτηκαν εκείνα της Ιρλανδίας καθώς και της Πορτογαλίας, όπου συντρέχει η Κίνα να αγοράσει οµόλογά της.

Αλλά θα έπρεπε να έχουµε συνηθίσει πια σε φήµες και επιχειρήµατα που τρέφουν τα παιχνίδια στις αγορές, να διακρίνουµε τις σκοπιµότητες, οικονοµικές ή πολιτικές, µε τις οποίες συνδέονται.

Η αφορµή γι’ αυτό το νέο κύµα ήταν η κατ’ αρχήν απόφαση του Ευρωπαϊκού Συµβουλίου να θεσπιστεί ένας µόνιµος µηχανισµός για την αντιµετώπιση κρίσεων µέχρι τον Ιούνιο του 2013. Τότε θα εκπνεύσουν τόσο ο µηχανισµός που συστήθηκε τον Μάιο για τη στήριξη της Ελλάδας όσο και ο µεγαλύτερος που ακολούθησε, για την περίπτωση που θα χρειαζόταν να προσφύγουν και άλλες χώρες. Εφόσον η ευρωζώνη παραµένει ανάπηρη, χωρίς οµοσπονδιακό προϋπολογισµό και χωρίς ενιαία δηµοσιονοµική πολιτική, ένας µόνιµος µηχανισµός είναι αναγκαίο να υπάρχει, µε θεσµοθετηµένους κανόνες που δεν θα αναζητούνται µέσα στην κρίση ενόσω οι συνθήκες επιδεινώνονται, όπως συνέβη µε εµάς την άνοιξη.

Μόνο που οι κανόνες αυτοί µέχρι στιγµής δεν έχουν συνταχθεί. Από την πρώτη στιγµή η γερµανίδα καγκελάριος Ανγκελα Μέρκελ ήθελε να εντάξει και τον ιδιωτικό τοµέα, τις τράπεζες κυρίως, ώστε το κόστος της διάσωσης µιας χώρας να µην το αναλαµβάνουν µόνον οι φορολογούµενοι των άλλων χωρών, όπως έλεγε, να το επωµιστούν και όσοι κερδοσκοπούσαν δανείζοντάς την. Δίκαιο ακούγεται, αλλά το επιχείρηµα είναι σαθρό. Πρώτα πρώτα γιατί η ίδια η κ. Μέρκελ είχε φροντίσει τα επιτόκια του δανείου προς την Ελλάδα να είναι τόσο υψηλά ώστε οι ευρωπαίοι φορολογούµενοι δανειστές µας να µην έχουν κόστος αλλά όφελος. Στην τακτική αυτή εµµένει η γερµανική πλευρά και για τον υπό ίδρυση µόνιµο µηχανισµό, ώστε να αποτρέπονται οι προσφυγές. Κυρίως όµως επειδή η σύνδεση της οικονοµικής στήριξης µιας χώρας µε το ενδεχόµενο αναδιάρθρωσης του χρέους της, προκειµένου να χάσουν και οι «ιδιώτες πιστωτές» της µέρος των απαιτήσεών τους, θα προκαλούσε καταστροφικές κερδοσκοπικές επιθέσεις που θα ενέτειναν την κρίση, εξηγούσε προχθές ο Λορέντσο Μπίνι Σµάγκι, µέλος της Εκτελεστικής Επιτροπής της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, τις είδαµε και µόνο µε την υπόνοια ότι µαγειρεύεται τέτοια λύση. Επιπλέον, καθώς κρατικά οµόλογα δεν κατέχουν µόνο ξένοι κερδοσκόποι αλλά και πολίτες και ιδρύµατα της ίδιας της πληττόµενης χώρας, οι απώλειες στην αξία των τίτλων τους σε περίπτωση αναδιάρθρωσης θα είχαν πολύ βαρύτερες κοινωνικές συνέπειες από τα ήδη επώδυνα προγράµµατα δηµοσιονοµικής λιτότητας. Οπότε τίποτα το «ελεγχόµενο» δεν θα είχε µια τέτοια διαδικασία, παρατηρούσε ο Μπίνι Σµάγκι.

Παρά την προσυνεννόηση Μέρκελ - Σαρκοζί, οι αντιρρήσεις ήταν έντονες και οι 27 περιορίστηκαν να αναθέσουν στον πρόεδρο Βαν Ρόµπαϊ να διερευνήσει ποιος µπορεί να είναι ο ρόλος του ιδιωτικού τοµέα, παραπέµποντας το ζήτηµα στην επόµενη Σύνοδο του Δεκεµβρίου. Στη συζήτηση προφανώς και επιβάλλεται να µετέχει ενεργά η Ελλάδα, σε συνεργασία µε όλες τις δυνάµεις, εθνικές και θεσµικές, που βλέπουν τα πράγµατα από συγγενή σκοπιά. Ξέρουµε όµως ότι µικρή δυνατότητα έχουµε να επηρεάσουµε την έκβαση.

Αντίθετα, εµείς και µόνον εµείς µπορούµε να διαµορφώσουµε όρους που θα αποµακρύνουν τον εφιάλτη της χρεοκοπίας, «ελεγχόµενης» ή όπως αλλιώς την αποκαλούν, συγκεντρώνοντας τις προσπάθειές µας σε δύο επίπεδα: Στην αύξηση των δηµοσίων εσόδων και στην εξοικονόµηση δαπανών, ώστε να πέφτει σταθερά το έλλειµµα, µε τρόπους που θα πείθουν ότι το κόστος κατανέµεται κοινωνικά δίκαια και παράλληλα στηρίζονται όσο γίνεται η παραγωγή, η επένδυση, η παραγωγική απασχόληση. Και στον σχεδιασµό της ανάπτυξης ώστε να ξαναπάρει µπρος το ταχύτερο, σε βιώσιµη βάση αυτή τη φορά.

Για το πώς θα τα επιτύχουµε αυτά επείγει επιτέλους να συζητήσουµε οργανωµένα κυβέρνηση, κόµµατα και φορείς, για να βρεθούµε στην καλύτερη διαπραγµατευτική θέση σε δυόµισι χρόνια και να διώξουµε τότε τον εφιάλτη της χρεοκοπίας. Εδώ χρειάζεται να επικεντρωθεί η πολιτική αντιπαράθεση. Οχι σε µιαν άσκοπη και λειψά ενηµερωµένη «χρεοκοπολογία» επειδή µοιάζει πιο συναρπαστική.


Εκτύπωση στις: 2024-04-25
Από την ιστοσελίδα: Ανανεωτική
http://www.ananeotiki.gr/el/sx_PrintPage.php?tid=5302