Αρχική | Εκτύπωσε ή Αποθήκευσε ως PDF | Αποθήκευσε ως WORD | Αποθήκευσε ως HTML

Εργασιακό δίκαιο κατεχόμενης χώρας

Ιωάννης Δ., Κουκιάδης

Κυρ. Ελευθεροτυπία, 2010-12-12


Οι προβλεπόμενες από το νομοσχέδιο μεταρρυθμίσεις της εργατικής νομοθεσίας αποτελούν μια συνέχεια, στη χειρότερη μορφή, στις διαδοχικές ανατροπές που από τη δεκαετία του 1990 γνωρίζει η χώρα μας και που στην Ευρώπη είχαν ξεκινήσει νωρίτερα.

Αν θέλουμε να δώσουμε μια συνοπτική εξήγηση στην αλλαγή αυτή του σκηνικού με συνδικαλιστικούς όρους, αυτή συνοψίζεται στο ότι μέχρι τη δεκαετία του 1990 οι εργαζόμενοι διεκδικούσαν και οι εργοδότες προέβαιναν σε παραχωρήσεις. Σήμερα συμβαίνει το αντίθετο, την πρωτοβουλία των διεκδικήσεων έχουν οι εργοδότες και οι εργαζόμενοι προσχωρούν σε αυτές. Για την αλλαγή αυτή δεν έγινε ποτέ ένας ευρύς πολιτικός διάλογος, το θέμα μας όμως δεν είναι αυτό σήμερα, αλλά οι προβλεπόμενες ανατροπές από το νομοσχέδιο που θα κατατεθεί τη Δευτέρα στη Βουλή.

Η επικαιρότητα επικέντρωσε την προσοχή της στη δυνατότητα που δίνεται για μειωμένους μισθούς σε επίπεδο επιχείρησης σε σχέση με τους μισθούς που προβλέπει η κλαδική σύμβαση. Ομως αυτό αποτελεί το 1/10 των προβλεπόμενων λοιπών ανατροπών. Μία γενική παρατήρηση, αφορά την εμμονή της τρόικας για ρυθμίσεις που λίγο συμβάλλουν στην αύξηση της ανταγωνιστικότητας, δυσφημώντας έτσι και τους στόχους που επαγγέλλεται για τη βελτίωση της ανταγωνιστικότητας των ελληνικών επιχειρήσεων. Η στάση της είναι ακόμη πιο ανεξήγητη αν ληφθεί υπόψη ότι δεν αποδέχθηκε ούτε λύσεις που πρότειναν από κοινού οι κοινωνικοί εταίροι, που υποτίθεται στον ιδιωτικό τομέα έχουν τον πρώτο λόγο. Η στάση αυτή έρχεται και σε άκρα αντίθεση με την άρχουσα αξία στο ευρωπαϊκό κεκτημένο, σύμφωνα με την οποία προτεραιότητα πρέπει να δίνεται στις διαβουλεύσεις.

Τώρα όσον αφορά τις προτεινόμενες ρυθμίσεις, η κυβέρνηση πέτυχε να διασφαλίσει ως ελάχιστο όριο υποχώρησης τα προβλεπόμενα κατώτατα όρια της ΕΓΣΣΕ και τη διατήρηση του θεσμού της επέκτασης των συλλογικών συμβάσεων εργασίας. Επιπλέον, διασφάλισε ως μέσο μείωσης των μισθών, σε πρώτη τουλάχιστον φάση, τις επιχειρησιακές συλλογικές συμβάσεις, αποκλείοντας έτσι τη μείωση με ατομικές συμβάσεις εργασίας.

Ομως δεν μπόρεσε να περάσει τους προτεινόμενους και με τις διαβουλεύσεις περιορισμούς, που αφορούσαν την περιορισμένη διάρκεια των παραπάνω συμβάσεων, αφού αυτές πλέον μπορούν να ανανεώνονται ελεύθερα, τη σύνδεση της μείωσης των μισθών με οικονομικές δυσχέρειες της επιχείρησης και με την αποφυγή απολύσεων για οικονομικούς λόγους.

Προβλέπεται βέβαια στο νομοσχέδιο ότι οι συμβάσεις αυτές θα λάβουν υπόψη την ανάγκη δημιουργίας ή διατήρησης των θέσεων εργασίας αλλά απαγόρευση απολύσεως δεν τέθηκε. Ουσιαστικά προτρέπει στα διαπραγματευόμενα μέρη να προβλέπουν αντίστοιχες ρήτρες. Επιπλέον, κάτι που έχει περάσει απαρατήρητο, το αντικείμενο αυτό των συλλογικών συμβάσεων δεν περιορίζεται μόνο στους μισθούς αλλά στο σύνολο των όρων εργασίας. Αυτό σημαίνει ότι χειροτέρευση μπορεί να υπάρξει και για τα θεσμικά θέματα, με εξαίρεση αυτά που κατοχυρώνονται από την ΕΓΣΣΕ.

Ακόμη περνά απαρατήρητο ότι με τις παραπάνω συμβάσεις είναι δυνατόν να συμφωνούνται από μηδενική βάση, χωρίς δηλαδή τους περιορισμούς του νόμου, θέματα μερικής απασχόλησης, εκ περιτροπής εργασίας και διαθεσιμότητας. Βέβαια, δεν δίνεται η δυνατότητα για τα θέματα αυτά να αποφασίζει μονομερώς ο εργοδότης, αλλά από τη στιγμή που μπορούν να αποτελούν αντικείμενο διαπραγμάτευσης ο κίνδυνος για χειροτέρευση των όρων εργασίας είναι προφανής.

Ο χώρος δεν μου επιτρέπει να επεκταθώ στις άλλες ρυθμίσεις, όμως τονίζω ότι ορισμένες από αυτές παίρνουν πίσω τις πρόσφατες βελτιωτικές ρυθμίσεις για τις ευέλικτες σχέσεις, μερικές δε φορές κατά τρόπο αδικαιολόγητο. Αναφέρομαι κυρίως στο χρονικό όριο των 12 μηνών για τη διάρκεια της προσωρινής απασχόλησης, ο οποίος τριπλασιάσθηκε και έφθασε τους 36 μήνες.

Το ερώτημα που τίθεται είναι αν είναι συμβατή η διάρκεια αυτή με τους λόγους που δικαιολογούν την προσωρινή απασχόληση, όπως οι πρόσκαιρες, οι εποχικές ή οι έκτακτες ανάγκες. Είναι περίεργο πως αντί να προσπαθεί η τρόικα να πείσει για το εύλογο ορισμένων μεταρρυθμίσεων, κάνει ό,τι είναι δυνατό για να δείξει ότι στην Ελλάδα επιβάλλεται δίκαιο κατεχόμενης χώρας.


Εκτύπωση στις: 2024-03-29
Από την ιστοσελίδα: Ανανεωτική
http://www.ananeotiki.gr/el/sx_PrintPage.php?tid=5459