Αρχική | Εκτύπωσε ή Αποθήκευσε ως PDF | Αποθήκευσε ως WORD | Αποθήκευσε ως HTML

Η άμυνα στον Φράνκενσταϊν

Ελίζα, Παπαδάκη

Αυγή της Κυριακής, 2005-03-20


Δεκάδες χιλιάδες εργαζόμενοι συγκεντρώθηκαν χθες στις Βρυξέλλες για να υπερασπισθούν την απασχόληση και τα κοινωνικά δικαιώματα, συμμετέχοντας στη διαδήλωση που διοργάνωσε η Συνομοσπονδία Ευρωπαϊκών Συνδικάτων ενόψει της μεθαυριανής συνόδου κορυφής της Ε.Ε. Στόχος τους, ειδικότερα, είναι να αποσυρθεί η πρόταση οδηγίας που καθιερώνει την ενιαία αγορά για τις υπηρεσίες στις 25 χώρες της Ενωσης, αίροντας τους εθνικούς περιορισμούς όπως ισχύουν ως τώρα. Την πρόταση, που είχε υιοθετηθεί από την Επιτροπή πέρυσι τον Ιανουάριο, με πρωτοβουλία του τότε αρμόδιου για την εσωτερική αγορά Φριτς Μπόλκενσταϊν, αποκαλούν πια σαρκαστικά "οδηγία Φράνκενσταϊν". Διότι την βλέπουν να διαβρώνει εργατικά δικαιώματα και να οδηγεί σε ένα πρωτοφανές για την Ευρώπη κοινωνικό ντάμπινγκ.

Δεν είναι μόνο τα συνδικάτα και τα αριστερά κόμματα που αντιμάχονται την οδηγία. Την απορρίπτει και η κεντροδεξιά κυβέρνηση της Γαλλίας - που αντιμετωπίζει μια διογκούμενη κοινωνική δυσφορία και φοβάται επιπτώσεις στο δημοψήφισμα της 29/5 για το Ευρωπαϊκό Σύνταγμα - ενώ ο διάδοχος του κ. Μπόλκενσταϊν επίτροπος Τσάρλι Μακρίβι, αλλά και ο πρόεδρος της Επιτροπής Ζοζέ Μπαρόζο, εμφανίζονται τώρα ανοικτοί σε μιαν αναθεώρησή της ώστε να περιλάβει κάποιες κοινωνικές διασφαλίσεις.

Κεντρικό επιχείρημα των επιχειρηματικών φορέων, οικονομολόγων και τεχνοκρατών που υποστηρίζουν την απελευθέρωση της ευρωπαϊκής αγοράς των υπηρεσιών είναι ότι μπορεί να οδηγήσει σε ποιοτικά καλύτερες και φθηνότερες υπηρεσίες για τους καταναλωτές και για τις επιχειρήσεις, σε περισσότερες θέσεις απασχόλησης, σε αύξηση των επενδύσεων και σε υψηλότερη μεγέθυνση στην Ευρώπη συνολικά. Οι υπηρεσίες αντιπροσωπεύουν τα δύο τρίτα του ευρωπαϊκού ΑΕΠ, αλλά σε αντίθεση με τα βιομηχανικά προϊόντα είναι προστατευμένες από τον ανταγωνισμό, καθώς η εξαγωγή τους από χώρα σε χώρα προσκρούει σε εθνικούς φραγμούς: γραφειοκρατικά εμπόδια που δύσκολα μπορούν να υπερβούν οι μικρότερες ιδίως επιχειρήσεις παροχής υπηρεσιών, από τις λογιστικές και συμβουλευτικές μέχρι το λιανικό εμπόριο και την τροφοδοσία, ή τη συντήρηση κτηρίων, υδραυλικών εγκαταστάσεων κ.λπ.

Η πίεση εντείνεται μετά την περυσινή διεύρυνση της Ενωσης. Οι νέες χώρες μέλη της Κεντρικής Ευρώπης διαθέτουν ένα εργατικό δυναμικό καλά καταρτισμένο, αλλά πολύ χειρότερα αμειβόμενο, και εδώ εντοπίζονται οι εύλογες αντιδράσεις σε έναν τέτοιο ανταγωνισμό. Χαρακτηριστική είναι η περίπτωση λετονικής επιχείρησης που ανέλαβε να κατασκευάσει σχολείο στη Σουηδία φέρνοντας εργάτες τους οποίους πλήρωνε κάτω από το νόμιμο εθνικό ελάχιστο μισθό. Τα σουηδικά συνδικάτα απέκλεισαν το εργοτάξιο και οι Λετονοί αναγκάστηκαν να φύγουν. Κοινοτική οδηγία του 1996 επιβάλλει στις επιχειρήσεις να σέβονται τις συλλογικές συμβάσεις και την εργατική νομοθεσία των χωρών όπου δραστηριοποιούνται, και είναι, βέβαια, ευθύνη των συνδικάτων να επαγρυπνούν για την τήρησή τους. Μπορούν όμως να αντεπεξέλθουν, όταν σ’ όλη την Ευρώπη διογκώνεται η μαύρη αγορά της εργασίας όπου δεν ισχύει κανένας θεσμός προστασίας; Η δική μας ελληνική εμπειρία, πολύ πριν προκύψει η προτεινόμενη νέα κοινοτική οδηγία, δεν εμπνέει πολλές ελπίδες.

Αιτία του προβλήματος είναι οι υφιστάμενες μεγάλες οικονομικές και κοινωνικές ανισότητες, και για την αντιμετώπισή του οι νόμοι και οι κανονισμοί οπωσδήποτε χρειάζονται, αλλά δεν αρκούν. Θα απαιτούνταν πολύ πιο γενναιόδωρη χρηματοδότηση των νέων χωρών μελών στα πλαίσια μιας δυναμικής πολιτικής για την ανάπτυξη και την απασχόληση σε όλη την Ευρώπη, για να επεκταθούν οι απειλούμενες σήμερα κοινωνικές κατακτήσεις των πιο προηγμένων χωρών και στις υπόλοιπες. Μια τέτοια πολιτική θα συνεπαγόταν όμως σημαντικές ανακατανομές των πόρων. Σ’ αυτές οι κυβερνήσεις των 25, στραμμένες όπως είναι στα εθνικά τους ακροατήρια, αδυνατούν να συμφωνήσουν. Ενδεικτική είναι η άρνηση των πλουσιότερων χωρών να δεχθούν μιαν αύξηση του κοινοτικού προϋπολογισμού πέρα από το πενιχρό 1% του ευρωπαϊκού ΑΕΠ, η οποία δεν μπορεί να ξεπεραστεί όταν για τη Γερμανία π.χ. δεν γίνεται δεκτό να εξαιρέσει τη μεγαλύτερη συνεισφορά της από το όριο του 3% του Συμφώνου Σταθερότητας στο δημόσιο έλλειμμά της. Έχει άλλωστε αναγκασθεί να συρρικνώσει το κοινωνικό της κράτος, αλλά και να εγκαταλείψει την παλαιότερη θέση της κατά του φορολογικού ανταγωνισμού εντός της Ευρώπης, καθώς μόλις ανήγγειλε νέα μείωση της φορολογίας των κερδών από 25% σε 19%.

Σε μιαν ενιαία αγορά, οι ανισότητες τροφοδοτούν μια δυναμική συμπίεσης της απασχόλησης, των μισθών και των δικαιωμάτων των "ακριβότερων" εργαζομένων προς όφελος εκείνων που κοστίζουν φθηνότερα στις επιχειρήσεις. Θα μπορέσουν οι εργαζόμενοι της Ευρώπης, και οι πολιτικές και συνδικαλιστικές δυνάμεις που τους εκπροσωπούν, να προτάξουν την αλληλεγγύη μεταξύ τους και να υπερβούν τον εθνοκεντρισμό των κυβερνήσεων, παρά τις ανισότητες που τους χωρίζουν, να αγωνισθούν για την ανάπτυξη και την απασχόληση στην Ευρώπη συνολικά, αναλαμβάνοντας και το μέρος του κόστους που θα τους αναλογούσε στις αναγκαίες ανακατανομές; Φαίνεται εξαιρετικά δύσκολο εικοσιπέντε χρόνια τώρα, που απέναντι στις επιθέσεις που δέχονται αντιδρούν κυρίως αμυντικά, όσο αδιέξοδη κι αν είναι μια επιστροφή στον προστατευτισμό. Η σκέψη αυτή απασχολεί όμως. Αρθρογραφώντας υπέρ του "ναι", τις παραμονές του ισπανικού δημοψηφίσματος για το Ευρωσύνταγμα, ο γενικός γραμματέας των Comisiones Obreras Χοσέ Μαρία Φιντάλγκο πρόβαλλε το πεδίο που ανοίγουν οι διατάξεις του για συλλογικές διαπραγματεύσεις και συμβάσεις και για συνδικαλιστικούς αγώνες στον ευρωπαϊκό υπερεθνικό χώρο.

Εκτύπωση στις: 2024-04-25
Από την ιστοσελίδα: Ανανεωτική
http://www.ananeotiki.gr/el/sx_PrintPage.php?tid=555