Αρχική | Εκτύπωσε ή Αποθήκευσε ως PDF | Αποθήκευσε ως WORD | Αποθήκευσε ως HTML

Γιατί είναι στην άκρη η αριστερά;

Κώστας, Κάρης

Αυγή της Κυριακής, 2011-02-27


Υπάρχει λόγος να κρυβόμαστε και να μη συζητάμε το κεντρικό παράδοξο για τις αριστερές δυνάμεις; Γιατί στις σημερινές συνθήκες της τόσο σημαντικής κρίσης δεν αυξάνει η πολιτική επιρροή των αριστερών κομμάτων, δεν ανατρέπονται οι συσχετισμοί; Ας ανατρέξουμε στις ανακοινώσεις και τις καταγγελίες των παντείων αριστερών κομμάτων και κινήσεων: είτε είναι εντελώς λάθος οι έντονες περιγραφές και οι επιθέσεις για την οικονομική και κοινωνική κατάσταση είτε κάτι πάει πολύ στραβά με τις πολιτικές και τις συμπεριφορές που κυριαρχούν σήμερα στους χώρους της αριστεράς.

Η ΣΥΖΗΤΗΣΗ αυτή είναι επείγουσα. Η μετάθεσή της με την προσδοκία της στιγμής της μεγάλης κρίσης και της κατάρρευσης του συστήματος μπορεί να δίνει προσωρινή ψυχολογική ασφάλεια, αλλά προδίδει αμηχανία απέναντι στη πραγματικότητα και ατολμία στη σκέψη και τη δράση. Και μάλλον προοιωνίζεται την αποτυχία και όταν -και αν- έρθει η στιγμή της μεγάλης κατάρρευσης.

ΔΙΕΞΟΔΟ δεν θα βρούμε στην κεντρική οπτική των πολιτικών χώρων που θεωρούν υπόλοιπο του παρελθόντος, του 20ού αιώνα, το φαινόμενο της αριστεράς. Όχι γιατί είναι αβάσιμες πολλές παρατηρήσεις τους για τις πολιτικές που κυριαρχούν στην αριστερά. Το αντίθετο μάλιστα. Βλέποντας από απόσταση και πιο κριτικά, βλέπουν και αποκαλύπτουν ό,τι κρύβουν οι “οικείοι”. Αλλά το πλαίσιο μιας συζήτησης για τον ρόλο των αριστερών δυνάμεων για να είναι παραγωγικό πρέπει να στηρίζει την επιδίωξη του πρωταγωνιστικού ρόλου, να έχει ως προϋπόθεση, τουλάχιστον, τη δυνατότητα ενός πρωταγωνιστικού πολιτικού και κοινωνικού ρόλου.

ΚΕΝΤΡΙΚΗ όμως προϋπόθεση μιας τέτοιας συζήτησης είναι ο ρεαλισμός, η προσγείωση στην πραγματικότητα, τη δύσκολη, όχι ευχάριστη πραγματικότητα. Οι διάφορες υπεκφυγές είναι παρωπίδες. Σύμφωνοι, υπάρχει κοινωνική δυσαρέσκεια και διαμαρτυρία. Είναι όμως υπεκφυγή να πιστεύει κανείς ότι επειδή καταγγέλλει με σκληρές κουβέντες αλλάζουν πολιτικοί συσχετισμοί. Δεν έχουν αλλάξει. Μαζί με τις αντιδράσεις στην κυβερνητική πολιτική, εκδηλώνεται όλο και πιο μεγάλη δυσπιστία προς τα κόμματα και τους θεσμούς, χωρίς να σημειώνεται σοβαρή μετακίνηση προς τα αριστερά. Μάλιστα, η δυναμική αυτή κρίση εμπιστοσύνης και πολιτικής εκπροσώπησης κάνει πιο βαθύ το πρόβλημα των αριστερών κομμάτων. Είναι υπεκφυγή να πιστεύει ότι με τις ίδιες επιλογές θα βγουν από την άκρη οι πολιτικές δυνάμεις της αριστεράς.

ΔΕΥΤΕΡΗ ΟΨΗ του αναγκαίου ρεαλισμού είναι η αποδοχή των διαφορών των αριστερών κομμάτων, πολιτικών ομάδων και ρευμάτων, η πολυδιάσπαση όπως λέγεται. Δεν υπάρχει μια αριστερή γραμμή, δεν υπάρχει μια αριστερά. Είναι εύκολη “λύση” στο πρόβλημα η υπόθεση -εξόχως αντιρεαλιστική- πως μια ενωμένη σήμερα αριστερά θα έδινε διέξοδο και θα συσπείρωνε τους πολλούς πολίτες. Αναμφίβολα θα προκαλούταν μια αρχική ισχυροποίηση λόγω του κλίματος που θα δημιουργούταν και της συνεργασίας των κομματικών μηχανισμών. Οι διαφορές όμως; Θα εξαφανίζονταν; Είναι τόσο ψεύτικες και κατασκευασμένες οι σημερινές διαφορές; Δεν νομίζω. Τα μεγάλα ρεύματα παραμένουν στην ελληνική αριστερά, οι διαφωνίες είναι ουσιαστικές και στην αντιμετώπιση της σημερινής κρίσης. Περισσότερο θα πρέπει να μας προβληματίζει γιατί υπάρχει μακροχρόνια αναπαραγωγή των διάφορων ρευμάτων χωρίς το τοπίο να ξεκαθαρίζεται με την υπερίσχυση κάποιας τάσης.

ΑΝ ΕΧΟΥΝ ΑΔΙΚΟ όσοι υποστηρίζουν ότι είναι δομικό και ιστορικό το πρόβλημα των αριστερών δυνάμεων, θα πρέπει μια ρεαλιστική προσέγγιση να ανακαλύψει υπαρκτούς δρόμους διεύρυνσης του πολιτικού ρόλου αριστερών δυνάμεων. Όχι όλων, αλλά κάποιου ρεύματος, κάποιων δυνάμεων που θα μπορούν να επιτύχουν την κατάλληλη ανασύνθεση. Δύο οπτικές ίσως μας βοηθήσουν. Η μία είναι η συστηματική και προσεκτική απόρριψη επιλογών και αντιλήψεων που προφανώς αποτυγχάνουν συνεχώς. Δηλαδή, πόσο έχει προσφέρει η πολιτική των συνεχών καταγγελιών με μελανά χρώματα - δηλαδή, η καθημερινή ομολογία ότι οι αριστεροί, οι κοινωνικοί αγώνες δεν μπορούν να επηρεάσουν κατ’ ελάχιστο την κυβερνητική πολιτική; Η άλλη οπτική είναι η προσπάθεια επικοινωνίας με τις προσδοκίες της κοινής γνώμης, των πολλών. Πώς π.χ. θα ανταποκριθεί στην προσδοκία των πολλών πολιτών για διέξοδο από τη κρίση;


Εκτύπωση στις: 2024-04-18
Από την ιστοσελίδα: Ανανεωτική
http://www.ananeotiki.gr/el/sx_PrintPage.php?tid=5652