Αρχική | Εκτύπωσε ή Αποθήκευσε ως PDF | Αποθήκευσε ως WORD | Αποθήκευσε ως HTML

Η κρίση του συνδικάτου

Επιμέλεια Θ. Γιαλκέτση, Ελευθεροτυπία, 2011-04-30


Στην ευρωπαϊκή ιστορία των δύο προηγούμενων αιώνων, το συνδικάτο συνδέθηκε με τη συλλογική πάλη των εργαζομένων για την κοινωνική χειραφέτηση, με τη βαθμιαία συνειδητοποίηση των δικαιωμάτων τους, με την ιστορική διαδικασία που οδήγησε στη διεύρυνση της ελευθερίας, την ενίσχυση της αλληλεγγύης και τη διεκδίκηση της ισότητας.

Σήμερα φαίνεται να κυριαρχούν συμφέροντα και ιδεολογίες που υποβαθμίζουν το ρόλο και τη δύναμη της εργασίας και εξαίρουν, αντίθετα, το δυναμισμό της αγοράς και του χρηματιστικού κεφαλαίου. Στην κρίση του συνδικάτου αναφέρονται, στα κείμενα που ακολουθούν, ο Λουτσιάνο Γκαλίνο, καθηγητής Κοινωνιολογίας στο Πανεπιστήμιο του Τορίνο, ο ιταλός οικονομολόγος Τζόρτζιο Ρούφολο και ο γάλλος πολιτειολόγος
Μαρκ Λαζάρ.

ΜΑΡΚ ΛΑΖΑΡ

ΟΙ ΔΕΣΜΟΙ ΜΕ ΤΑ ΚΟΜΜΑΤΑ

ΤΑ ΣΥΝΔΙΚΑΤΑ διακηρύσσουν την ανεξαρτησία τους αλλά πάντα διατηρούσαν σχέσεις με την πολιτική. Ισχυροί οργανικοί δεσμοί, οργανωτικοί και ανθρώπινοι, συνέδεαν τα συνδικάτα με τα μεγάλα σοσιαλδημοκρατικά κόμματα, για παράδειγμα στη Γερμανία, τη Σουηδία ή τη μεταπολεμική Αγγλία. Αυτά τα ίδια τα συνδικάτα ήταν οι προνομιακοί συνομιλητές των δημόσιων εξουσιών για την αναδιανομή των καρπών της ανάπτυξης με βάση δύο κύρια μοντέλα. Στη Βόρεια Ευρώπη, εφαρμόζονταν σε μεγάλο βαθμό η διαπραγμάτευση και ο συμβιβασμός, χωρίς να αποκλείονται οι συλλογικές δράσεις. Η «ευρωλατινική» ζώνη, όπως στην περίπτωση της Γαλλίας και της Ιταλίας, χαρακτηριζόταν από ένα μεγάλο κατακερματισμό του συνδικαλιστικού κινήματος και από ισχυρές κοινωνικές συγκρούσεις. Οι δεκαετίες 1970 και 1980 αντιπροσωπεύουν μιαν ιστορική τομή. Οι μεταβολές του καπιταλισμού, οι αλλαγές στην οργάνωση της εργασίας και στις δομές της παραγωγής, οι τάσεις του ατομικισμού, η νεοφιλελεύθερη αντεπίθεση, οι νέες μορφές διαχείρισης των ανθρώπινων πόρων, η μεγάλη επιτάχυνση της παγκοσμιοποίησης και η ενοποίηση της Ευρώπης έπληξαν τα συνδικάτα. Οι εγγραφές νέων μελών μειώθηκαν, η ισχύς τους περιορίστηκε, οι ικανότητές τους για διαπραγμάτευση και κινητοποίηση ελαττώθηκαν. Συνεπώς, άλλαξαν και οι σχέσεις τους με την πολιτική. Οι δεσμοί μεταξύ των σοσιαλδημοκρατικών κομμάτων και των συνδικάτων χαλάρωσαν. Τα κόμματα, στη Σουηδία, τη Γερμανία ή την Αγγλία, με τους Νέους Εργατικούς του Τόνι Μπλερ, θέλησαν να χειραφετηθούν από τα συνδικάτα, για να μπορέσουν να απευθυνθούν στους αστούς εκλογείς του κέντρου. Οι πολιτικές τους της λιτότητας και του εκσυγχρονισμού του κράτους πρόνοιας, η θέλησή τους να εισαγάγουν νέα θέματα, όπως για παράδειγμα η οικολογία, η προσπάθειά τους να προσαρμοστούν στις συμπεριφορές της εποχής, που είναι πιο ατομικιστικές και πιο καταναλωτικές, προκάλεσαν εντάσεις με τα συνδικάτα. Από τη μεριά τους τα συνδικάτα προσπάθησαν να προσαρμοστούν προσφέροντας υπηρεσίες, διατυπώνοντας εποικοδομητικές προτάσεις, ξεκινώντας διαπραγματεύσεις τόσο μέσα στις επιχειρήσεις όσο και με τις κυβερνήσεις, συντονίζοντας τις δράσεις τους σε ευρωπαϊκό επίπεδο και εκδηλώνοντας ενδιαφέρον για νέα θέματα. Αποδυναμωμένα, γερασμένα, αναδιπλωμένα στο δημόσιο τομέα, τα συνδικάτα συνεχίζουν να παίζουν ένα ρόλο άμυνας και κοινωνικής προστασίας και να ασκούν μιαν έμμεση επιρροή στην πολιτική.

ΤΖΟΡΤΖΙΟ ΡΟΥΦΟΛΟ

ΑΠΟ ΤΟΝ ΘΡΙΑΜΒΟ ΣΤΗΝ ΠΑΡΑΚΜΗ

ΣΤΗΝ αυτοκρατορική Ρώμη το Collegium ήταν ένα είδος συνδικάτου γεννημένου για να προστατεύει προλεταριακές κατηγορίες, εκτεθειμένες στον κίνδυνο ασθενειών, αναπηρίας και φτώχειας. Στον Μεσαίωνα αυτόν το ρόλο τον ανέλαβαν οι συντεχνίες των τεχνών και των επαγγελμάτων. Αλλά το συνδικάτο γεννιέται με τη βιομηχανική επανάσταση και με τα τρομερά κοινωνικά τραύματα που αυτή προκάλεσε. Και γεννιέται μαζί με τα πολιτικά κόμματα της προλεταριακής αριστεράς, ως αναπόσπαστο τμήμα του εργατικού κινήματος, για να προστατεύει τη ζωή, την υγεία και την αξιοπρέπεια των εργαζομένων. Εμπνεόμενο από τον σοσιαλισμό αλλά και από τον κοινωνικό χριστιανισμό, το συνδικάτο διατρέχει μέσα σε λιγότερο από δύο αιώνες μια τριπλή μεγαλειώδη ιστορική διαδρομή: την ηρωική εποχή, την εποχή της ισχύος και την εποχή της παρακμής. Η πρώτη σημαδεύεται από ορμητικούς και σκληρούς αγώνες, στις τρομερές τότε συνθήκες των εργοστασίων και των ορυχείων, που περιγράφονται στην Αγγλία από μια κυβερνητική επιτροπή: γυναίκες και παιδιά που εργάζονται από 12 έως 15 ώρες τη μέρα σε φοβερά ανθυγιεινές συνθήκες. Εργοστάσια και ορυχεία που μοιάζουν με κόλαση, πειθαρχία ανάλογη με εκείνη που επιβάλλεται στη φυλακή, ξυλοδαρμοί των παιδιών που τα παίρνει ο ύπνος. Οι πρώτες εργατικές οργανώσεις καταδιώκονται με φυλακίσεις. Οι πρώτες απεργίες καταπνίγονται στο αίμα. Το συνδικάτο γεννιέται μέσα σε μαρτυρικές συνθήκες και μεγαλώνει με την τόλμη του, αμφισβητώντας τη βία και την υποκρισία. Η δεύτερη εποχή είναι η εποχή του θριάμβου του συνδικάτου. Μέσα από τις μεγάλες απεργίες, την κοινωνική νομοθεσία, το κράτος πρόνοιας, το συνδικάτο γίνεται, μεταξύ των μέσων του 19ου και των μέσων του 20ού αιώνα, ένας από τους μεγάλους θεσμούς της σύγχρονης δημοκρατίας. Επίσης και ένας από τους πιο ισχυρούς. Ορισμένες φορές μάλιστα χρησιμοποιεί καταχρηστικά την ισχύ του, με αποτέλεσμα να γεννάει γραφειοκρατικά προνόμια και να προκαλεί πληθωριστικές τάσεις. Η τρίτη είναι η εποχή της παρακμής, που εγκαινιάζεται από μια καπιταλιστική αντεπίθεση με την απελευθέρωση των διεθνών κινήσεων του κεφαλαίου, η οποία ανατρέπει τους συσχετισμούς δύναμης μεταξύ των μεγάλων πολυεθνικών επιχειρήσεων και των εθνικών κρατών και μεταξύ κεφαλαίου και εργασίας. Το συνδικάτο, με το ένδοξο παρελθόν του, ζει σήμερα μια κατάσταση αγωνιώδους αβεβαιότητας σε έναν κόσμο της εργασίας που κινδυνεύει να διαιρεθεί μεταξύ προστατευμένων και επισφαλών εργαζομένων, σε έναν οικονομικό κόσμο εκτεθειμένο στους ανέμους της χρηματιστικής κερδοσκοπίας και σε έναν πολιτικό κόσμο που χαρακτηρίζεται από ασυνέπεια.

ΛΟΥΤΣΙΑΝΟ ΓΚΑΛΙΝΟ

ΕΡΓΑΖΟΜΕΝΟΙ ΧΩΡΙΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ

ΑΝΑΧΡΟΝΙΣΤΙΚΟ κατάλοιπο της βιομηχανικής επανάστασης. Περιττό ως υποκείμενο συλλογικής διαπραγμάτευσης, αφού οι συλλογικές συμβάσεις εργασίας έχουν ξεπεραστεί. Ανίκανο να εκπροσωπήσει τα συμφέροντα των εργαζομένων στην παγκόσμια αγορά. Αυτά λένε για το συνδικάτο μάνατζερ και πολιτικοί αλλά και αρκετοί εργαζόμενοι και μισθωτοί. Ας δούμε λοιπόν ορισμένα δεδομένα: Στις χώρες της Δυτικής Ευρώπης, μεταξύ του 1981 και του 2007, τα συνδικάτα, με εξαίρεση τη δημόσια διοίκηση, έχασαν περισσότερα από τα μισά τους μέλη. Την ίδια περίοδο το ποσοστό των μισθών στο Ακαθάριστο Εγχώριο Προϊόν (ΑΕΠ) έπεσε κατά μέσον όρο δέκα μονάδες. Στις Ηνωμένες Πολιτείες, χάρη στις αντισυνδικαλιστικές πολιτικές, που άρχισαν με την προεδρία Ρέιγκαν, οι πραγματικοί μισθοί των μισθωτών είναι σήμερα στο ίδιο επίπεδο με εκείνους του 1973. Στη Γερμανία, όπου τουλάχιστον στα μεγάλα θέματα τα συνδικάτα κινούνται με τρόπο ενωτικό και έχουν από τη νομοθεσία έναν ουσιαστικό ρόλο στη διαχείριση των επιχειρήσεων, οι καθαρές ετήσιες αποδοχές των εργαζομένων ξεπερνούσαν τα 20.000 ευρώ, το 2008. Στην Ιταλία, όπου τα συνδικάτα είναι διαιρεμένα και δεν παίζουν κανένα ρόλο στη διαχείριση των επιχειρήσεων, οι καθαρές ετήσιες αποδοχές ήταν κάτω από τα 15.000 ευρώ. Μεγάλες επιχειρήσεις της Ευρωπαϊκής Ενωσης, που διατηρούν καλές σχέσεις με τα συνδικάτα των χωρών τους, όταν ανοίγουν ένα εργοστάσιο στις ΗΠΑ, εφαρμόζουν εξαιρετικά αντισυνδικαλιστικές πρακτικές. Ο λόγος; Η νομοθεσία που προστατεύει τη συνδικαλιστική δράση είναι πολύ καθυστερημένη στις ΗΠΑ σε σχέση με την Ευρωπαϊκή Ενωση. Αυτά τα δεδομένα μας λένε ότι στις αναπτυγμένες χώρες, όταν τα συνδικάτα είναι αδύναμα, η αναδιανομή του εισοδήματος καθώς και άλλες όψεις των συνθηκών εργασίας ακολουθούν πτωτική πορεία. Προφανώς, στις αναπτυσσόμενες χώρες η κατάσταση είναι χειρότερη. Εδώ τα συνδικάτα δεν υπάρχουν ή έχουν μειωμένη διαπραγματευτική δύναμη. Αποτέλεσμα: όπως η παραγωγικότητα και η αγοραστική δύναμη, έτσι και οι μισθοί είναι από δύο έως πέντε φορές χαμηλότεροι, τα ωράρια είναι αρκετά μεγαλύτερα, οι μέρες της ανάπαυσης και των εορτών περιορίζονται στο ελάχιστο. Υπάρχουν ακόμα και χώρες όπου όποιος υποστηρίζει το ρόλο του συνδικάτου διακινδυνεύει την ίδια τη ζωή του. Στην Κολομβία, μόνον το 2006 δολοφονήθηκαν 72 συνδικαλιστές. Ας πάρουμε τώρα την περίπτωση -υπεραπλουστεύουμε εδώ αλλά η περίπτωση είναι πραγματική- μιας οικιακής ηλεκτρικής συσκευής που πουλιέται στις υπεραγορές. Τα 50-60 μέρη από τα οποία αποτελείται κατασκευάζονται σε μια δωδεκάδα τόπους, σε δέκα διαφορετικές χώρες, και ελέγχονται από πολυεθνικές που έχουν αλλού την έδρα τους. Σε κάθε τόπο, οι εργαζόμενοι ανήκουν σε πολλές διαφορετικές εθνικότητες. Η τελική συναρμολόγηση της συσκευής μπορεί να γίνεται σε ένα εργοστάσιο που βρίσκεται στην Ούμπρια ή στην Πούλια, από τα χέρια ιταλών, νιγηριανών, μολδαβών, μαροκινών εργαζομένων. Αυτοί, παρ’ όλο που εργάζονται μαζί, ανήκουν σε πέντε ή έξι διαφορετικές επιχειρήσεις. Επιπλέον, εργάζονται με βάση μια δωδεκάδα διαφορετικών μεταξύ τους συμβάσεων εργασίας. Η παραγωγικότητά τους εξαρτάται από εξαρτήματα που κατασκευάζονται στην Ταϊβάν ή στην Κεράλα και από την ταξιδιωτική ακρίβεια αμέτρητων αεροπλάνων, καραβιών και αυτοκινήτων, με τα οποία αυτά τα εξαρτήματα ταξίδεψαν διανύοντας αποστάσεις 30.000 χιλιομέτρων. Μπροστά σε έναν παρόμοιο τρόπο παραγωγής, για το συνδικάτο το να «εκπροσωπεί τα συμφέροντα των εργαζομένων» δεν έχει γίνει μόνον ένας ηράκλειος άθλος, αλλά δεν γίνεται καν κατανοητό το τι μπορεί να σημαίνει. Αυτό ακριβώς είναι το αποτέλεσμα που οι αρχιτέκτονες της παγκοσμιοποίησης ήθελαν να πετύχουν.


Εκτύπωση στις: 2024-04-24
Από την ιστοσελίδα: Ανανεωτική
http://www.ananeotiki.gr/el/sx_PrintPage.php?tid=5855