Αρχική | Εκτύπωσε ή Αποθήκευσε ως PDF | Αποθήκευσε ως WORD | Αποθήκευσε ως HTML

Μια ανάσα ανακούφισης, δέκα και βάλε δύσκολα χρόνια

Ελίζα, Παπαδάκη

Αυγή της Κυριακής, 2011-07-24


Ο συμβιβασμός που επιτεύχθηκε στις Βρυξέλλες συνιστά μιαν ήττα για όσους θεωρούσαν ανεπίτρεπτη οποιαδήποτε χρεωκοπία (= αθέτηση πληρωμών) χώρας μέλους της Ευρωπαϊκής Νομισματικής Ένωσης. Ο ισχυρότερος υποστηρικτής αυτής της θέσης, ο πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας Ζαν-Κλοντ Τρισέ, τελικά κάμφθηκε, αναγκάστηκε να άρει τις αντιρρήσεις του για μια τέτοια «εξαιρετική και μοναδική λύση» στην περίπτωση της Ελλάδας, δημιουργώντας έτσι δύο κατηγορίες κρατών μελών στην Ευρωζώνη.

Οι αποφάσεις που ανακοίνωσαν οι ηγέτες της Ευρωζώνης στις 21 Ιουλίου φαίνεται να ελαφρύνουν σημαντικά το κόστος για την εξυπηρέτηση του υπέρογκου δημοσίου χρέους που έχει συσσωρεύσει η χώρα μας τα επόμενα χρόνια, μέχρι και το 2019, ίσως και πιο πέρα. Επίσης υπόσχονται αυξημένους κοινοτικούς επενδυτικούς πόρους και τεχνική βοήθεια, ώστε να ξαναμπεί η ελληνική οικονομία σε τροχιά ανάπτυξης. Αυτό που δεν διασφαλίζουν όμως είναι η αποφυγή της χρεωκοπίας. Αντίθετα, την προεξοφλούν σε κάποια, μερική, εκδοχή της, φροντίζοντας να υπογραμμίσουν ότι η Ελλάδα αποτελεί μιαν «εντελώς ξεχωριστή, μοναδική» περίπτωση, ενώ οι άλλες 16 χώρες της Ευρωζώνης δεσμεύονται απολύτως ότι «θα τιμήσουν την υπογραφή τους»: ότι θα πληρώνουν δηλαδή τους τόκους και τα χρεολύσια των δανείων τους όπως είχαν συμφωνήσει, κάτι που επισήμως αναγνωρίστηκε ότι η χώρα μας αδυνατεί να πράξει.

Ο συμβιβασμός που επιτεύχθηκε στις Βρυξέλλες συνιστά μιαν ήττα για όσους θεωρούσαν ανεπίτρεπτη οποιαδήποτε χρεωκοπία (= αθέτηση πληρωμών) χώρας μέλους της Ευρωπαϊκής Νομισματικής Ένωσης, ότι ένα τέτοιο ενδεχόμενο μπορούσε και έπρεπε να αποτραπεί μέσα από το συνδυασμό μέτρων εσωτερικής πολιτικής για την προσαρμογή μιας εθνικής οικονομίας που βρίσκεται σε δυσκολία να εξυπηρετεί τα δάνειά της, και αλληλεγγύης εκ μέρους της Ευρωζώνης (μέσα από την ενίσχυση και διεύρυνση δημόσιων ευρωπαϊκών εργαλείων). Ο ισχυρότερος υποστηρικτής αυτής της θέσης, ο πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας Ζαν-Κλοντ Τρισέ, τελικά κάμφθηκε, αναγκάστηκε να άρει τις αντιρρήσεις του για μια τέτοια «εξαιρετική και μοναδική λύση» στην περίπτωση της Ελλάδας. Δημιουργούνται έτσι δύο κατηγορίες κρατών μελών στην Ευρωζώνη: μία για τα κανονικά μέλη και μία δεύτερη αποκλειστικά για εμάς, όπου προβλέπεται να παραμείνουμε για μακρύ διάστημα, πάνω από δεκαετία. Με τον ρητό αυτό διαχωρισμό επιχειρείται να ανασχεθεί ο κίνδυνος «μετάδοσης» της κρίσης του χρέους σε άλλες χώρες μέλη, τόσο έκδηλος το τελευταίο διάστημα, που ήταν ο μεγάλος φόβος του κ. Τρισέ -και όχι μόνο- για την ίδια την επιβίωση της νομισματικής ένωσης. Οι ενθουσιώδεις πρώτες αντιδράσεις των αγορών, όπου την Παρασκευή υποχωρούσαν αισθητά οι αποδόσεις των ισπανικών και ιταλικών ομολόγων, ακόμα περισσότερο των ιρλανδικών και των πορτογαλικών, ενώ των ελληνικών δεκαετών ομολόγων έπεφταν σχεδόν 2 ποσοστιαίες μονάδες, από 16,02% σς 14,11%, ήταν ένα θετικό σήμα. Λίγες ώρες δεν αρκούν όμως για να βεβαιωθεί η απομάκρυνση του κινδύνου.

Ακόμα και αν όλα εξελιχθούν κατʼ ευχήν για την Ευρωζώνη ως σύνολο άλλωστε, δεν πρέπει να μας διαφύγει η πολιτική σημασία της κατάταξής μας στη δεύτερη κατηγορία. Δεν ενταφιάζεται μόνον οριστικά η ρητορική περί του ότι «ανήκουμε στον ισχυρό πυρήνα της Ευρώπης», κάτι που έχει συμβεί προ πολλού ως τίμημα της υπερχρέωσης, τώρα απλώς επισημοποιείται. Εφόσον επιτύχει η «αποστείρωσή» μας σ’ αυτήν τη δεύτερη κατηγορία, θα καταστεί πιο εύκολη μια αποπομπή μας από την Ευρωζώνη αργότερα, στην περίπτωση που, με όλες τις βοήθειες, θα αποτύχουμε να ανασυγκροτήσουμε την οικονομία μας, όπως έχουμε δεσμευτεί ως χώρα, διά της κυβέρνησης και της Βουλής. Στις περισσότερες αναλύσεις του διεθνούς Τύπου, η Ελλάδα παρουσιαζόταν προχθές ως «ο μεγάλος κερδισμένος» των αποφάσεων της 21ης Ιουλίου, και ένα τέτοιο πνεύμα ευφορίας μετέδιδαν στην Αθήνα ο πρωθυπουργός, ο υπουργός Οικονομικών, τράπεζες, μέσα ενημέρωσης, το Χρηματιστήριο ανέβηκε 5,9%. Ταυτόχρονα πάντως από ξένους αναλυτές διατυπώνονται αμφιβολίες κατά πόσον η ελάφρυνση του χρέους που συμφωνήθηκε θα αποδειχθεί αρκετή.

Ο δρόμος που έχει να διανύσει η ελληνική κοινωνία είναι μακρύς, δύσκολος, επώδυνος. Και ουσιαστικές προϋποθέσεις για μιαν αίσια έκβαση εξακολουθούν να λείπουν: Μια συμφωνία για την κατανομή του κόστους της προσαρμογής και για τη στήριξη και τη διεύρυνση της παραγωγής και της απασχόλησης ανάμεσα σε αντιτιθέμενα συμφέροντα, τα οποία έως τώρα συγκρούονται, το καθένα χωριστά ή και παράλληλα, με το κράτος ενάντια στις επιχειρούμενες αλλαγές. Και, επίσης, μια κινητοποίηση στο κράτος, σε όλο το δημόσιο τομέα, για να προχωρήσουν αναγκαίες αλλαγές. Ως προς το δεύτερο, διαμηνυόταν προχθές από τις Βρυξέλλες, θα σταλούν ειδικοί να βοηθήσουν (στο πλαίσιο της «τεχνικής βοήθειας»). Το πρώτο όμως δεν μπορεί παρά να είναι εσωτερική πολιτική διαδικασία…

Από πού αναμένεται η μεγάλη ελάφρυνση

Με τις οικονομικές συνθήκες στην Ελλάδα να έχουν χειροτερεύσει σε τόσο μεγάλο βαθμό μέσα στους δεκαπέντε μήνες αφότου άρχισε να εφαρμόζεται το «πρόγραμμα προσαρμογής», την ύφεση να βαθαίνει ακυρώνοντας τις όποιες προσπάθειες μείωσης του ελλείμματος, και με μια πανστρατιά οικονομολόγων υψηλού κύρους να τονίζουν τον παραλογισμό των ακριβών όρων δανεισμού που είχαν επιβληθεί, η Σύνοδος Κορυφής της Ευρωζώνης αποφάσισε το νέο πακέτο χρηματοδότησης της χώρας με σαφώς ευνοϊκότερους όρους: Η συνολική δημόσια χρηματοδότηση, από το μηχανισμό χρηματοπιστωτικής σταθερότητας EFSF και το ΔΝΤ, εκτιμάται σε 109 δισ. ευρώ, όπου περιλαμβάνονται και τα 45 δισ. από το πρώτο πακέτο, τα οποία δεν έχουν καταβληθεί ακόμα. Η διάρκεια των νέων δανείων επεκτείνεται σε τουλάχιστον 15 χρόνια έως και 30 χρόνια, από 7,5 που ήταν έως τώρα, με μια δεκαετή περίοδο χάριτος. Επίσης μειώνονται τα επιτόκια σε 3,5% σήμερα, ελάχιστα πάνω από το κόστος με το οποίο δανείζεται ο EFSF, όπως βεβαιώνεται στη δήλωση των Ευρωπαίων ηγετών. Ανάλογα θα προσαρμοστούν και οι όροι αποπληρωμής των ποσών που έχουμε ήδη λάβει από τα αρχικά 110 δισ. ευρώ. Το ύψος του επιτοκίου μπορεί να ανέβει στο μέλλον, στο μέτρο που θα υπάρξει γενικότερη άνοδος επιτοκίων, επιτέλους όμως εγκαταλείφθηκε το γερμανικό δόγμα ότι το επιτόκιο για τις υπερχρεωμένες χώρες θα πρέπει να είναι δύο μονάδες ή και ακόμα υψηλότερο από εκείνο με το οποίο δανείζεται η φερέγγυα Γερμανία, ως κίνητρο, τάχα, για περισσότερη δημοσιονομική πειθαρχία. Αντίστοιχα μειώνονται εξάλλου και τα επιτόκια για την Ιρλανδία και την Πορτογαλία.

Πολλά μένουν να διευκρινισθούν: ακόμα δεν έχει αποφασιστεί ποια θα είναι η συμμετοχή του ΔΝΤ, το οποίο δέχεται πιέσεις από μεγάλα κράτη μέλη του από άλλες ηπείρους να περιορίσει τη μεγάλη χρηματοδότηση προς τις συγκριτικά πλουσιότερες ευρωπαϊκές χώρες. Σε τεχνική ενημέρωση δημοσιογράφων προχθές το απόγευμα στις Βρυξέλλες αναφέρθηκε εξάλλου ότι στο πακέτο των 109 δισ. ευρώ μπορεί να περιλαμβάνονται και τα 28 δισ. που αναμένονται από αποκρατικοποιήσεις στην Ελλάδα, με την προσθήκη όμως ότι αν αυτό δεν καταστεί εφικτό, θα καλυφθούν από άλλους πόρους. Φαίνεται βέβαιο ωστόσο ότι με τα νέα δάνεια και τους πολύ ευνοϊκότερους όρους, οι ανάγκες αναχρηματοδότησης της χώρας καλύπτονται πλήρως μέχρι και το 2014, ενώ γίνονται πολύ πιο αντιμετωπίσιμες για τα χρόνια που θα ακολουθήσουν.

Η εκταμίευση των δανείων συνδέεται με ένα νέο πρόγραμμα 2011-2014, το οποίο θα εκπονηθεί άμεσα στη βάση του Μεσοπρόθεσμου, και με μιαν αυστηρή ανά τρίμηνο παρακολούθηση, όπως την ζούμε με το πρώτο Μνημόνιο.

Οι τράπεζες, οι οίκοι αξιολόγησης και η ρευστότητα

Λιγότερο ξεκαθαρισμένα εμφανίζονται τα δεδομένα της συμμετοχής των ιδιωτικών τραπεζών και ασφαλειών: Στη δήλωση των ηγετών της Ευρωζώνης εκτιμάται σε περαιτέρω 37 δισ. ευρώ για την περίοδο 2011-2014, στα οποία προστίθενται 12,5 δισ. καθαρό όφελος από την επαναγορά ελληνικών κρατικών ομολόγων στη δευτερογενή αγορά, όπου η τιμή τους έχει πέσει πολύ χαμηλότερα από την ονομαστική τους αξία, μέσω του EFSF. Αγγίζει έτσι τα 50 δισ. ευρώ για την τριετία, ενώ για όλη την περίοδο μέχρι το 2019 εκτιμάται σε 106 δισ. ευρώ.

Η «προσφορά» που κοινοποίησε το IIF, το Ινστιτούτο Διεθνούς Χρηματοοικονομίας που όλο το τελευταίο διάστημα διαπραγματευόταν αυτή τη συμμετοχή με κοινοτικούς αξιωματούχους, περιλαμβάνει τέσσερις διαφορετικές προτάσεις για την αντικατάσταση ομολόγων που έχουν στην κατοχή τους τράπεζες και ασφάλειες μέλη του με νέα τριακονταετούς ή δεκαπενταετούς διάρκειας: στην πρώτη περίπτωση στην ονομαστική τους αξία και με επιτόκια 4% την πρώτη πενταετία, 4,5% τη δεύτερη, και 5% για τα υπόλοιπα 20 χρόνια∙ στη δεύτερη με μιαν έκπτωση 20% της ονομαστικής τους αξίας και επιτόκια 6%, 6,5% και 6,8% αντίστοιχα∙ σε μια τρίτη με 15ετή διάρκεια πάλι με έκπτωση 20% επί της αξίας τους και επιτόκιο 5,9%. Τα επιτόκια είναι ενδεικτικά, με βάση τα σήμερα ισχύοντα, προβλέπεται ένας πολύπλοκος μηχανισμός εγγυήσεων μέσω του EFSF, και από το IIF εκτιμάται μια μέση απώλεια της τάξης του 21% έναντι της αξίας των τίτλων αν εξοφλούνταν κανονικά, για τις τράπεζες και ασφαλιστικές εταιρείες που θα μετάσχουν εθελοντικά στο σχήμα αυτό.

Ανάμεσα στις τράπεζες που το στηρίζουν αναφέρονται οι ελληνικές Εθνική, Alpha, Eurobank, Πειραιώς, η Τράπεζα Κύπρου, όπως και μεγάλες διεθνείς τράπεζες και ασφαλιστικές εταιρίες: Deutsche, BNP Paribas, Dexia, HSBC, Societe Generale, Commerzbank, Credit Suisse, Allianz, Suisse Re, Generali, η τουρκική AK Bank, ακόμα και από το Περού, το Κουβέιτ και την Κορέα, αλλά καμία αμερικανική…

Με το που ανακοινώθηκε η πιθανή συμμετοχή ιδιωτικών τραπεζών, αμέσως ο οίκος Fitch γνωστοποίησε ότι εφόσον προχωρήσει η ανταλλαγή των ομολόγων θα βαθμολογήσει την Ελλάδα σε «μερική χρεωκοπία», αφού οι συμμετέχοντες θα χάσουν ένα 20% της αξίας των τίτλων τους. Η Moodyʼs ανακοίνωσε ότι μελετάει το θέμα και θα αποφανθεί αργότερα.

Το πρόβλημα που είχε ανακύψει για την αναχρηματοδότηση των ελληνικών τραπεζών στην περίπτωση του χαρακτηρισμού της Ελλάδας σε επιλεκτική ή μερική χρεωκοπία, οπότε δεν θα μπορούσε να δέχεται ως ενέχυρο ελληνικούς κρατικούς τίτλους η ΕΚΤ, αντιμετωπίζεται στη δήλωση των ηγετών της Ευρωζώνης με πιστωτική ενίσχυση που θα παράσχουν μέσω του EFSF ώστε να εγγυηθούν τους τίτλους. Με τη ρύθμιση αυτή δήλωσε τελικά σύμφωνος ο κ. Τρισέ. Θα παρασχεθούν επίσης επαρκείς πόροι για την ανακεφαλαιοποίηση των ελληνικών τραπεζών. Οι ίδιες οι ελληνικές τράπεζες εκτιμούν έτσι ότι «εξασφαλίζεται πλήρως, τόσο η ρευστότητα, όσο και η βιωσιμότητά τους».

Αν και δεν γίνεται αναφορά σε αύξηση των πόρων του EFSF, η δήλωση των ηγετών που διευρύνει τις αρμοδιότητές του, όπως για την Ελλάδα και για άλλες χώρες, ενδεχομένως και χώρες που δεν έχουν υπαχθεί σε προγράμματα στήριξης, ώστε να δρά αποτελεσματικά στη σταθεροποίηση και κατά της μετάδοσης κρίσεων, κρίνεται από πολλούς αναλυτές ως σημαντικό βήμα στη σωστή κατεύθυνση.


Εκτύπωση στις: 2024-04-16
Από την ιστοσελίδα: Ανανεωτική
http://www.ananeotiki.gr/el/sx_PrintPage.php?tid=6059