Αρχική | Εκτύπωσε ή Αποθήκευσε ως PDF | Αποθήκευσε ως WORD | Αποθήκευσε ως HTML

Τα πέντε λάθη της Ευρώπης

Π.Κ., Ιωακειμίδης

The Books’ Journal, 2012-02-02


Το 2012 ξαναβρίσκει την Ευρωπαϊκή Ένωση, και ιδιαίτερα την ευρωζώνη, σε αναζήτηση νέας «συνολικής λύσης» (comprehensive solution) για τη σωτηρία του ενιαίου νομίσματος. Πρόκειται για την όγδοη –νομίζω– αναζήτηση συνολικής λύσης από τότε που ξέσπασε η κρίση στη σημερινή της μορφή, δηλαδή (κάπως σχηματικά) από τον Φεβουάριο του 2010, όταν η Ευρωπαϊκή Ένωση για πρώτη φορά αναγνώρισε σε επίπεδο (άτυπου) Ευρωπαϊκού Συμβουλίου το ελληνικό πρόβλημα, χωρίς ωστόσο να κάνει απολύτως τίποτα για την αντιμετώπισή του. Απλώς υιοθέτησε μια ολιγόλογη Δήλωση η οποία κατέγραφε την υποστήριξη της Ένωσης «στις προσπάθειες της ελληνικής κυβέρνησης [...] προκειμένου να επιτευχθούν οι στόχοι του προγράμματος σταθερότητας».

Δύο σχεδόν χρόνια μετά, η Ευρώπη αντιμετωπίζει το εφιαλτικό, αν και υπερβολικό, ενδεχόμενο της διάλυσης της ευρωζώνης και παρατεταμένης ύφεσης, ενώ η Ελλάδα είναι βυθισμένη σε απείρως χειρότερη κρίση, απειλούμενη με χρεοκοπία και ενδεχόμενη έξοδο από την ευρωζώνη (αν η τελευταία επιβιώσει). Είναι προφανές, συνεπώς, και πέραν πάσης αμφιβολίας, ότι (ανεξάρτητα από τα λάθη, τις παραλείψεις, τις ασυνέπειες της Ελλάδας) η Ευρώπη απέτυχε παταγωδώς στη διαχείριση και την επίλυση μιας κρίσης που ξεκίνησε από μια σχετικά μικρή χώρα του συστήματος, την Ελλάδα, η οποία αντιπροσωπεύει μόλις το 2,5% του ΑΕΠ της ευρωζώνης, και προσέλαβε βαθύτατες συστημικές διαστάσεις, φτάνοντας να απειλεί τη βιωσιμότητα του ίδιου συστήματος .

Γιατί όμως αυτή η τραγική αποτυχία; Ποια είναι τα λάθη που διέπραξε η Ευρώπη (καθώς τα λάθη της Ελλάδας, λίγο-πολύ, όλοι τα ξέρουμε αρκετά καλά); Νομίζω ότι διέπραξε (και διαπράττει) πολλαπλά λάθη που μπορούν να συνοψισθούν:

1. Η Ευρώπη απέτυχε παταγωδώς να αναγνωρίσει το βάθος και την έκταση του ελληνικού προβλήματος, τον Φεβρουάριο του 2010. Η Δήλωση του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου αποτελεί μνημείο οικονομικής αθωότητας, θεωρούμενη ιδίως από την πλεονεκτική θέση της σημερινής πραγματικότητας. Εάν είχε αναγνωρίσει το μέγεθος του προβλήματος και, πολύ περισσότερο, εάν τότε είχε προχωρήσει στη λήψη ορισμένων άμεσων μέτρων για την αντιμετώπισή του με σχετικά περιορισμένο οικονομικό κόστος (ύψους περίπου 50 δισ. ευρώ, όπως εκτιμάται) και με ένα πρόγραμμα πειθαρχίας και διαρθρωτικών αλλαγών, η δραματική επιδείνωση της κρίσης (με τα μνημόνια, την εμπλοκή του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου και την κοινωνική αποσύνθεση στην Ελλάδα) θα είχε πιθανότατα αποσοβηθεί. Και ενδεχομένως η κρίση δεν θα είχε προσλάβει τις εκρηκτικές συστημικές διαστάσεις που τελικά προσέλαβε. Η αποτυχία κατανόησης της έκτασης του ελληνικού προβλήματος (αποτυχία εν πολλοίς ακατανόητη για θεσμούς με τόσο πλούσια τεχνογνωσία και εμπειρία, όπως, π.χ., η Ευρωπαϊκή Επιτροπή) συνέβαλε στη βραδύτητα και στην «κατόπιν εορτής» υιοθέτηση μέτρων στήριξης της Ελλάδας - μολονότι η βραδύτητα οφείλεται και στις πολιτικές επιλογές ορισμένων χωρών (όπως π.χ. η Γερμανία). Η Ευρώπη, πάντως, δεν μπόρεσε, αρχικά τουλάχιστον, να κατανοήσει ότι το ελληνικό πρόβλημα δεν είναι απλά και μόνο «πρόβλημα χρέους και ελλείμματος», αλλά πολύ πιο σύνθετο – οικονομικό, πολιτικό, διοικητικό, πολιτιστικό.

2. Ανεξάρτητα από τη «συμβολή» της Ελλάδας στη συστημική κρίση της ευρωζώνης, γεγονός είναι ότι η Ευρώπη απέτυχε επίσης να αναγνωρίσει έγκαιρα τις «συστημικές διαστάσεις» του προβλήματος της ευρωζώνης. Να αναγνωρίσει τα ελλείμματα στη αρχική αρχιτεκτονική του συστήματος της οικονομικής και νομισματικής ένωσης (ΟΝΕ) και, ειδικότερα, να αναγνωρίσει ότι το ενιαίο νόμισμα, το ευρώ, είναι, όπως λέει και ο Ζακ Ντελόρ, κουτσό, καθώς στηρίζεται μόνο σε ένα πόδι: στη νομισματική ένωση, χωρίς δημοσιονομική, οικονομική και τελικά πολιτική ένωση και χωρίς μηχανισμούς για την πρόληψη, τη διαχείριση και την επίλυση κρίσεων. Απέτυχε επίσης να αναγνωρίσει ότι, εκτός από τα ελλείμματα του συστήματος της ευρωζώνης, υπήρχαν (και υπάρχουν) οι βαθύτατες μακροοικονομικές ανισορροπίες μέσα στην οικονομία της ευρωζώνης (ανάμεσα στις πλεονασματικές και στις ελλειμματικές χώρες, στις Βόρειες και στις Νότιες, στις ανταγωνιστικές και στις λιγότερο ανταγωνιστικές κ.λπ.). Τα δύο χρόνια που πέρασαν, η Ένωση προχώρησε σε δέσμη μέτρων, θέσπιση θεσμών και κανονισμών (πακέτο six pack κ.λπ.) για την αντιμετώπιση των συστημικών ελλειμμάτων, όπως η σύσταση Ταμείων (EFSF, ESM) ή μηχανισμών – Ευρωπαϊκό Εξάμηνο, Σύμφωνο Europlus και, τελευταία, το Δημοσιονομικό Σύμφωνο (Fiscal Compact) μέσω Διεθνούς Συνθήκης, κ.ά. Όλα αυτά, όμως, αν και εξόχως σημαντικά, δεν συνιστούν «τη συνολική και οριστική απάντηση» στο πρόβλημα της ευρωζώνης. Και η οριστική απάντηση λέγεται δημοσιονομική, οικονομική, με ό,τι συνεπάγεται (ευρωομόλογα, τράπεζα έσχατης προσφυγής, κ.λπ.) και, τελικά, πολιτική ενοποίηση, κάτι που αρνούνται επίμονα επί του παρόντος να προωθήσουν ορισμένες χώρες μέλη, και κυρίως η Γερμανία.

3. Το τρίτο μείζον λάθος της Ένωσης στη διαχείριση της κρίσης υπήρξε η απόφαση της Ντωβίλ (μεταξύ Γαλλίας και Γερμανίας), τον Οκτώβριο του 2010, για τη συμμετοχή του ιδιωτικού τομέα (PSI) στην αναδιάρθρωση κρατικού χρέους, στο πλαίσιο της ευρωζώνης. Η απόφαση αυτή υιοθετήθηκε τελικά από την ευρωζώνη και «πέρασε» μαζί με άλλους επαχθείς όρους στις ρυθμίσεις σύστασης του μόνιμου Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας (ESM). Ήταν ωστόσο μια απόφαση (που υιοθετήθηκε έπειτα από ισχυρή πίεση της Γερμανίας) η οποία κλόνισε βαθύτατα την εμπιστοσύνη του ιδιωτικού τομέα (Τραπεζών, funds, κ.λπ.) στο χρέος των κρατών μελών της ευρωζώνης. Το αποτέλεσμα υπήρξε η επιδείνωση των όρων διαχείρισης/αντιμετώπισης του ελληνικού χρέους και, κυρίως, η επέκταση της δυσπιστίας σε άλλες χώρες μέλη (Ισπανία, Ιταλία, κ.ά.), και συνολικά στο χρέος της ευρωζώνης. Μετά την τεράστια αυτή ζημιά, Γερμανία και Γαλλία αντελήφθησαν το κολοσσιαίο λάθος και, στο τελευταίο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο (Δεκέμβριος 2011), αποφάσισαν να αποσύρουν τη ρύθμιση (περιορίζοντάς τη μόνο στην Ελλάδα).

4. Το τέταρτο θεμελιακό λάθος υπήρξε το σπάσιμο του ταμπού για τη μη έξοδο χώρας μέλους από την ευρωζώνη, από την Άνγκελα Μέρκελ και τον Nικολά Σαρκοζί, στις αρχές του περασμένου Νοεμβρίου στις Κάννες, μετά την αναγγελία της διεξαγωγής δημοψηφίσματος στην Ελλάδα από τον τότε πρωθυπουργό Γιώργο Παπανδρέου. Η απόφαση ανακοίνωσης διεξαγωγής δημοψηφίσματος υπήρξε τραγικό λάθος με ολέθριες συνέπειες. Η αντίδραση όμως των Σαρκοζί-Μέρκελ, η επιλογή τους δηλαδή να θέσουν θέμα εξόδου/αποβολής χώρας (Ελλάδας) από την ευρωζώνη, αναίρεσε μια βασική, θεμελιακή αρχή, πάνω στην οποία οικοδομείται το σύστημα της οικονομικής και νομισματικής ένωσης (ΟΝΕ): τον αμετάκλητο, μη αναστρέψιμο (irreversible) χαρακτήρα της ΟΝΕ. Την αρχή, δηλαδή, που λέει ότι μία χώρα ή οποία προσχωρεί στο ευρώ(στην ΟΝΕ), δεν μπορεί να αποχωρήσει ή να εκδιωχθεί. Γι’ αυτό άλλωστε οι Συνθήκες δεν περιέχουν ρήτρα εξόδου ή αποβολής από την ευρωζώνη. Όλα τα άλλα επιτρέπονται. Αυτό δεν επιτρέπεται. Το σπάσιμο αυτού του ταμπού έχει κλονίσει τη σταθερότητα και τη βιωσιμότητα της ευρωζώνης. Αγορές και άλλοι παράγοντες αντέδρασαν με τη σκέψη: εάν μια χώρα όπως η Ελλάδα μπορεί να αποχωρήσει ή να εκδιωχθεί από την ευρωζώνη, τότε γιατί όχι και μια άλλη χώρα; Επομένως, ο «αμετάκλητος χαρακτήρας» του συστήματος κλονίσθηκε καίρια. Θα χρειαστεί να βρεθεί τρόπος προκειμένου η αρχή να αποκατασταθεί ως ταμπού.

5. Τέλος, σημαντικό λάθος της Ένωσης μπορεί να θεωρηθεί η επιδεικτική απουσία πνεύματος και δράσης αλληλεγγύης προς τις χειμαζόμενες κοινωνίες και των πολίτες των χωρών μελών σε προγράμματα στήριξης - και κυρίως στην Ελλάδα. Με άλλα λόγια, η Ένωση, «ως σύστημα συνοχής και αλληλεγγύης», δεν μπορεί να επιτρέπει κοινωνίες ολόκληρες να οδηγούνται σε αποσύνθεση (όπως φαίνεται να συμβαίνει στην Ελλάδα), κάτω από οποιεσδήποτε συνθήκες και ανεξάρτητα από τις ευθύνες οποιασδήποτε χώρας. Η προσαρμογή μιας χώρας μέλους της ευρωζώνης στους κανόνες πειθαρχίας και σταθερότητας του συστήματος, όσο αναγκαία και αν είναι (που είναι), δεν μπορεί να γίνεται με την παραβίαση των βασικών αξιολογικών αρχών της Ένωσης, της συνοχής δηλαδή και της αλληλεγγύης, αρχών που καταγράφονται σε όλες τις Συνθήκες. Στην περίπτωση αυτή, η νομιμοποίηση του συστήματος καταρρέει.

Όλα τα παραπάνω πιστοποιούν ότι, τελικά, το εμφανιζόμενο ως οικονομικό πρόβλημα και κρίση, τόσο στην Ελλάδα όσο και στην Ευρωπαϊκή Ένωση, είναι κατά βάσιν βαθύτατα πολιτικό. Με άλλα λόγια, γνωρίζουμε τις απαντήσεις για την επίλυση του προβλήματος και την υπέρβαση της κρίσης, απλώς δεν υπάρχουν οι πολιτικές δυνάμεις, οι συσχετισμοί, οι διαδικασίες και οι πολιτικοί όροι για να προωθήσουν και να υλοποιήσουν τις απαντήσεις αυτές...

Εκτύπωση στις: 2024-03-29
Από την ιστοσελίδα: Ανανεωτική
http://www.ananeotiki.gr/el/sx_PrintPage.php?tid=6532